Τα τελευταία χρόνια, η κριτική των εικαστικών στην Ελλάδα, προκειμένου να εξωραΐζει άκριτα το έργο του καλλιτέχνη, συχνά θολώνει τα νερά της τέχνης με μπουφόνικα λόγια. Ο αναγνώστης όχι μόνο μένει στην άγνοια, αλλά και απομακρύνεται με αλαλαγμούς από την τεχνοκριτική: δεν αισθάνεται ότι του προσφέρει κάτι, δεν τον εκπαιδεύει· αντίθετα, τον κάνει να νιώθει «άσχετος» και ξένος προς την αισθητική.
Χρόνια πριν, αυτή την ένδεια την είχε διαγνώσει ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, σε μια κουβέντα του με τον Περικλή Σφυρίδη. Μέσα από τον ορισμό του «κουλτουριάρη», ο Χριστιανόπουλος δίνει μια κρυστάλλινη σελίδα που, δυστυχώς για μας παραμένει επίκαιρη. Απαντά λοιπόν στον στενό του συνεργάτη:
«Ας δούμε ένα τεχνοκριτικό σημείωμα που αναφέρεται στη ζωγραφική ενός σπουδαίου καλλιτέχνη. Απολαύστε λοιπόν κριτική ζωγραφικής:
''Η χρονικότητα -στον τάδε ζωγράφο- είναι ψευδαίσθηση, απάτη, διάσπαση, εξαλλαγή, διαστολή υποκειμένου και αντικειμένου, κατακερματισμός και αλλοτρίωση, γι’ αυτό κύριο μέλημά του είναι να την εξοστρακίσει αναζητώντας την πρωτογένεια μιας νέας ονοματοθεσίας, μιας ιδιωματικής μορφής, που θα του επιτρέψει την αναδόμηση (βάι, βάι, βάι, κι εδώ αναδόμηση), ενός κόσμου όπου μέσα του, ερωτικά συγκλίνουν τα πάντα, ικανοποιούνται, αποκαθίσταται''.
Περικλής Σφυρίδης
Καταλάβατε τίποτα ή νιώθετε ανεπαρκείς; Το πιο πιθανό είναι να μην καταλάβατε τίποτα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είστε ανεπαρκείς. Ανεπαρκείς είναι αυτοί που γράφουν τέτοια πράγματα. Αλλά ας αρχίσουμε το ψείρισμα. Πρόκειται ουσιαστικά για μία και μόνη πρόταση. Στην αρχή δίνει την εντύπωση, πως αν το διαβάσεις προσεκτικά, θα βγάλεις κάποιο νόημα. Γελιέσαι, γιατί όσο προχωράς, ακόμη κι εκείνο που υποτίθεται κατάλαβες στην αρχή, ξεχνιέται.
Η «χρονικότητα» λοιπόν για τον ζωγράφο μας, είναι «ψευδαίσθηση». Λογικά, η χρονικότητα πρέπει να έχει σχέση με την έννοια του χρόνου. Τώρα πως ο χρόνος γίνεται χρονικότητα, αυτό είναι ένα από τα μυστήρια των κουλτουριάρηδων. Εδώ έχουμε ένα συγκεκριμένο έργο, ζωγραφιές, υλικά, τεχνοτροπίες, και μόνο στη χρονικότητα βρήκες να σκαλώσεις; Έστω. Ο χρόνος λοιπόν για τον ζωγράφο μας είναι «ψευδαίσθηση». Είναι όμως και «απάτη». Πώς μπορούν αυτά τα δύο να σταθούν πλάι πλάι; Δηλαδή, αν ο χρόνος τον εξαπατά, τότε πως μπορεί ο χρόνος να είναι ψευδαίσθηση; Ακολουθεί η «διάσπαση». Ο χρόνος δηλαδή, πρώτα τον εξαπατάει και τον κοροϊδεύει και ύστερα τον αναγκάζει να διασπαστεί; Και ποιο είναι το υποκείμενο; Διασπάται ο ζωγράφος ή ο ίδιος ο χρόνος είναι διασπασμένος; Τι από τα δύο συμβαίνει;
Ακολουθεί η «εξαλλαγή». Τι σημαίνει εξαλλαγή; Είναι ιατρικός όρος που σημαίνει τη μεταβολή των καλοηθών νεοπλασμάτων σε κακοήθη. Δηλαδή ο χρόνος είναι καρκίνος; Καλό κι αυτό: Αμ τότε πως ο καρκίνος είναι ψευδαίσθηση; Παρακάτω γράφει: “διαστολή υποκειμένου και αντικειμένου”. Η φράση ταιριάζει σε φιλοσοφική πραγματεία, όχι σε τεχνοκριτικό σημείωμα. Το κάθε ουσιαστικό απ’ αυτά που είδαμε ως τώρα δεν ταιριάζει με το διπλανό του, αλλά το ένα αναιρεί το άλλο. Προχωρώντας, διαβάζουμε «κατακερματισμός και αλλοτρίωση». Ενώ η προηγούμενη φρασούλα «διαστολή υποκειμένου και αντικειμένου», είναι παρμένη από τη φιλοσοφία, το «κατακερματισμός και αλλοτρίωση» ανήκει στο σύγχρονο λεξιλόγιο των κουλτουριάρηδων.
Συνοψίζοντας: Η χρονικότητα του τάδε ζωγράφου είναι 1) ψευδαίσθηση, 2) απάτη, 3) διάσπαση, 4) εξαλλαγή, 5) διαστολή υποκειμένου και αντικειμένου, 6) κατακερματισμός, 7) αλλοτρίωση.
Κατάλαβε φαίνεται η συγγραφέας ότι μας μπούκωσε αρκετά και σταμάτησε εδώ τον κατάλογο, για να προχωρήσει σε κάποιες επεξηγήσεις: ''γι’ αυτό κύριο μέλημά του είναι να την εξοστρακίσει''. Το ''την'' αναφέρεται βέβαια στη χρονικότητα, θα μπορούσε όμως ν’ αναφέρεται και σε οποιοδήποτε ουσιαστικό θηλυκού γένους που αναφέρθηκε πιο πάνω, όπως την ψευδαίσθηση, την απάτη, την εξαλλαγή. Καταλαβαίνετε λοιπόν τι σύγχυση δημιουργείται όταν κάποιος δεν ελέγχει τα λόγια του; Θέλει να πει ότι ο ζωγράφος προσπαθεί να βγάλει τον χρόνο έξω από το έργο του και για να το πει αυτό, μας αράδιασε του κόσμου τα αφηρημένα ουσιαστικά.
Πώς όμως θα το κάνει αυτό (να εξοστρακίσει τη χρονικότητα); ''Αναζητώντας την πρωτογένεια μιας νέας ονοματοθεσίας''. Τι σημαίνει άραγε η λέξη ''πρωτογένεια''; Μήπως θα πει το πρώτο γένος; Η πρώτη γέννηση; Η πρώτη φάση της ζωής του ανθρώπου; Αλλά εκείνο που είναι για γέλια, είναι η «νέα ονοματοθεσία». Τι θέλει να πει η ποιήτρια, ότι να εξοστρακίσει ο ζωγράφος τον χρόνο από τους πίνακές του, δίνει νέα ονομασία στα πράγματα; Γιατί μιλούμε βέβαια, για ζωγράφο. Και στη ζωγραφική, τι πάει να πει «ονοματοθεσία»; Και ποια είναι η νέα ονοματοθεσία και τι σχέση έχει με την πρωτογένεια, με τη διάσπαση του χρόνου και μ’ όλα τ’ άλλα που μας είπε παραπάνω;
Και δεν σταματά εδώ, αλλά συνεχίζει: Μέλημα του ζωγράφου είναι να εξοστρακίσει τη χρονικότητα, αναζητώντας, εκτός από την πρωτογένεια μιας νέας ονοματοθεσίας, και την πρωτογένεια μιας ''ιδιωματικής γραφής''. Αυτό το τελευταίο, παραδόξως φαίνεται κάπως κατανοητό. Υποθετικά πάντα, η ιδιωματική μορφή, είναι μια δική του τεχνοτροπία που αποδίδει το δικό του πρόσωπο ή έστω το ιδίωμα. Κι αυτό το απλό πράγμα, δηλαδή το να βρει ο ζωγράφος το προσωπικό του ύφος, το κάνει μόνο και μόνο για να εξοστρακίσει τον χρόνο; Μυστήρια πράγματα συμβαίνουν στον χώρο της τέχνης κι ακόμα πιο μυστήρια στον χώρο της κριτικής…
Προσέξτε όμως να δείτε, ότι αυτή η ιδιωματική μορφή θα εκκολάψει στην τεχνοκριτικό, πολλά πράγματα παρακάτω:
''…μιας ιδιωματικής μορφής, που θα του επιτρέψει την αναδόμηση, ενός κόσμου όπου μέσα του, ερωτικά συγκλίνουν τα πάντα, ικανοποιούνται, αποκαθίσταται''.
Εδώ μπαίνει και το ερωτικό στοιχείο. Έτσι, προτού τελειώσει το τεχνοκριτικό σημείωμα της κυρίας αυτής, εμείς θα έχουμε γνωρίσει και το πρόβλημα του έρωτα του καλλιτέχνη μας. Αν καταλάβαμε λοιπόν σωστά, ο ζωγράφος προσπαθεί να εξοστρακίσει τον χρόνο, που είναι ένα σωρό πράγματα -αυτά τα περνάμε στο ντούκου- κι αυτό το κάνει αναζητώντας την προσωπική του έκφραση για να ξαναδημιουργήσει (η αναδόμηση που λέγαμε) τον κόσμο και να πετύχει και στον έρωτα, θαρρείς πως ο έρωτας δεν έχει σχέση με τον χρόνο. Βλέπετε λοιπόν, ότι αυτή κουλτουριάρα, με το να θέλει να πει πολλά, τελικά δεν λέει τίποτα;»
Το πνεύμα του Χριστιανόπουλου επιστρέφει την Κυριακή 5 Οκτωβρίου (12:00–13:00) στο Τελλόγλειο. Ο Περικλής Σφυρίδης, γιατρός, λογοτέχνης, στενός φίλος και συνεργάτης του Χριστιανόπουλου, θα θυμίσει τι σήμαινε η «Διαγώνιος» για τη Θεσσαλονίκη: ένας χώρος αντίστασης στην κοινοτοπία και ταυτόχρονα καταφύγιο για καλλιτέχνες που αναζητούσαν καθαρή φωνή, χωρίς περιττά στολίδια. Η ξενάγηση φιλοδοξεί να φέρει ξανά στο επίκεντρο το κριτικό βλέμμα του Χριστιανόπουλου: λιτό, ευθύβολο, απογυμνωμένο από «κουλτουριάρικες» προσποιήσεις. Γιατί, όπως έδειχνε σε κάθε του κείμενο, η τέχνη ή λέει κάτι απλό και ουσιαστικό, ή –όπως ο ίδιος έγραψε– δεν λέει τίποτε.
Την ίδια μέρα, στις 11.00, θα προηγηθεί η πρώτη ξενάγηση κοινού από τη Γενική Διευθύντρια του Τελλογλείου Ιδρύματος, Ομότιμη Καθηγήτρια ΑΠΘ Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά και θα ακολουθήσει η ομιλία του Περικλή Σφυρίδη (αφιέρωμα στη Μικρή Πινακοθήκη «Διαγώνιος» με ελεύθερη είσοδο για το κοινό. Τα εγκαίνια της έκθεσης «Τέχνη-Διαγώνιος και το Μουσείο που δεν έγινε» θα πραγματοποιηθούν την Παρασκευή 3 Οκτωβρίου, στις 19:00.