Μέριμνα του υπουργείου Πολιτισμού και της κυβέρνησης εν γένει η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πρόσβαση καθενός στον πολιτισμό και σε αυτή τη δίχως προσκόμματα πρόσβαση υπάγεται και η δυνατότητα ελευθέρας εισόδου σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους.
Η ολοένα και σημαντική αύξηση τέτοιων εισιτηρίων – όπως παρατηρείται από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ – καταδεικνύει σαφώς την επιθυμία για πρόσβαση στην πολιτιστική κληρονομιά της χώρας, εδράζεται, επίσης, στην κατηγοριοποίηση του πολιτισμού τόσο ως κοινωνικού αγαθού όσο και ως οικονομικού τομέα, καταλήγοντας στην απολύτως συμβατή συνύπαρξη οικονομικής και βιώσιμης διαχείρισης.
Τη σταδιακή αύξηση των εισιτηρίων ελευθέρας εισόδου σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους την παρατηρούμε στην Έρευνα Κίνησης Μουσείων και Αρχαιολογικών Χώρων της ΕΛΣΤΑΤ και τα στοιχεία που δόθηκαν προ ολίγων ημερών για τον μήνα Ιούλιο 2025 έχουν ενδιαφέρον. Καθώς, συγκριτικά με τον αντίστοιχο μήνα του 2024, η μεταβολή στο ποσοστό επισκεπτών με ελεύθερη είσοδο είναι διψήφια (αύξηση 9,4% στους επισκέπτες μουσείων και 17,1% στους επισκέπτες αρχαιολογικών χώρων), αποδεικνύοντας ότι οι πολιτικές διεύρυνσης έχουν θετικό αντίτυπο.
Χάριν των πολιτικών αυτών, ακόμη και εάν έχει μεταβληθεί ελαφρώς, προς τα πάνω, η τιμολογιακή πολιτική στα εισιτήρια εισόδου, η μείωση των επισκεπτών μουσείων (κατά 3,8%) και αρχαιολογικών χώρων (κατά 10,9%), τον Ιούλιο 2025 συγκριτικά με τον Ιούλιο 2024, δεν επηρεάζει αρνητικά τις εισπράξεις οι οποίες καταγράφουν συνολική αύξηση 29%, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 28.928.132 ευρώ τον Ιούλιο 2025 έναντι 22.416.956 τον Ιούλιο 2024.
Ως είθισται, οι περισσότερες εισπράξεις προέρχονται από την επισκεψιμότητα στους αρχαιολογικούς χώρους (21.887.112 ευρώ), αμελητέα δεν είναι όσα προέρχονται από τα μουσεία (7.041.020 ευρώ), υπογραμμίζοντας – και με αριθμούς – ότι ο πολιτισμός αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο στην οικονομία της χώρας.
Το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Πηγή φωτ.: Shutterstock
Σημειωτέον ότι η μείωση του αριθμού των επισκεπτών (με εισιτήριο) που αναφέραμε, δεν χρήζει ανησυχίας. Ας μη λησμονούμε πως τα στοιχεία αυτά της ΕΛΣΤΑΤ που εξετάζουμε αφορούν θερινό μήνα (Ιούλιος) κατά τον οποίο κάτοικοι αλλά και τουρίστες της χώρας αποκλίνουν από το κλεινόν άστυ προς αναζήτηση άλλων ελληνικών τόπων πλάι στης θάλασσας τη μεθυσμένη ευωδιά με – ενίοτε – επίσης σημαντικό πολιτιστικό πλούτο, όπως τα νησιά.
Όπως και εάν έχει, τόσο το Μουσείο της Ακρόπολης όσο και η Ακρόπολη Αθηνών κατέχουν – ως είθισται – τα πρωτεία στην επισκεψιμότητα. Ειδικότερα για τα μουσεία, μετά το Μουσείο Ακρόπολης (222.151 επισκέπτες), την πεντάδα συμπληρώνουν το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο (68.135 επισκέπτες), το Μουσείο Ηρακλείου Κρήτης (58.713 επισκέπτες), το Παλάτι Ιπποτών Ρόδου (40.542 επισκέπτες) και το Μουσείο Αρχαίας Ολυμπίας (33.460 επισκέπτες).
Όσο για τους αρχαιολογικούς χώρους, μετά την Ακρόπολη Αθηνών (493.802 επισκέπτες) την πεντάδα συμπληρώνουν οι αρχαιολογικοί χώροι της Κνωσού (153.759 επισκέπτες), Ακροπόλεως Λίνδου (92.208 επισκέπτες), Επιδαύρου (43.542 επισκέπτες) και Ακροπόλεως Μυκηνών και Θησαυρού Ατρέα (38.727 επισκέπτες).
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
Δοθείσης των στοιχείων για την επισκεψιμότητα του μηνός Ιουλίου, προκύπτουν εκείνα για το επτάμηνο Ιανουαρίου - Ιουλίου 2025, κατά το οποίο παρατηρείται μείωση, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024, κατά 0,9% στους επισκέπτες των μουσείων, αύξηση κατά 7,9% στους επισκέπτες ελεύθερης εισόδου, και αύξηση κατά 34,4% στις αντίστοιχες εισπράξεις.
Στους αρχαιολογικούς χώρους, κατά το επτάμηνο Ιανουαρίου - Ιουλίου 2025, παρατηρείται μείωση κατά 4,4%, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του έτους 2024 στον αριθμό επισκεπτών, αύξηση κατά 4,1% στους επισκέπτες ελεύθερης εισόδου και αύξηση 38,8% στις αντίστοιχες εισπράξεις.
Λήψη του αρχαιολογικού χώρου των Μυκηνών. Πηγή φωτ.: Shutterstock
Αξίζει να σημειωθεί, στο σημείο αυτό, πως από το 2019 το υπουργείο Πολιτισμού υλοποιεί το μεγαλύτερο πρόγραμμα υποδομών με πάνω από 850 έργα ανά τη χώρα και συνολική χρηματοδότηση άνω του 1,3 δισ. ευρώ, καθώς «η επένδυση σε υποδομές, μνημεία και μουσεία, ενσωματώνει βιώσιμα πρότυπα και αποτελεί πράσινη οικονομική δραστηριότητα, με κοινωνικό και αναπτυξιακό αντίκτυπο», όπως υπογράμμισε – μεταξύ άλλων – η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, κατά την παρουσίαση (19/11) πανελλαδικής έρευνας με θέμα «Αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών στους αρχαιολογικούς χώρους και ο αντίκτυπός τους στο κοινωνικό σύνολο», η οποία διεξήχθη από τις 14/09 έως την 01/10/2025.
«Ο πολιτισμός απαιτεί αξιολόγηση, θέτουμε τους εαυτούς μας στην κρίση της κοινωνίας» είχε σημειώσει η Λίνα Μενδώνη, και η αύξηση της επισκεψιμότητας σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους από κοινού με την αύξηση των αντίστοιχων εισπράξεων είναι η απόδειξη ότι οι δείκτες ικανοποίησης για τις πολιτικές και τα έργα του ΥΠΠΟ, είναι υψηλοί.
Κεντρική φωτ.: Λήψη του αρχαιολογικού χώρου της Κνωσού. Πηγή φωτ.: Shutterstock
