Λίλιαν Βιλδιρίδη (ΓΓ Υπηρεσιών Υγείας): «Το ΕΣΥ περνά σε εποχή πραγματικής λογοδοσίας – Η ποιότητα πλέον θα μετριέται, δεν θα δηλώνεται μόνο»
eurokinissi
eurokinissi
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Λίλιαν Βιλδιρίδη (ΓΓ Υπηρεσιών Υγείας): «Το ΕΣΥ περνά σε εποχή πραγματικής λογοδοσίας – Η ποιότητα πλέον θα μετριέται, δεν θα δηλώνεται μόνο»

Σε μια περίοδο που το Εθνικό Σύστημα Υγείας βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι, η Γενική Γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας, Λίλιαν Βιλδιρίδη, παρουσιάζει το πιο φιλόδοξο σχέδιο αναβάθμισης των τελευταίων δεκαετιών: μια εθνική στρατηγική που βάζει στο επίκεντρο τη μετρήσιμη ποιότητα, την ασφάλεια των ασθενών και την ουσιαστική συμμετοχή του πολίτη. Με την εισαγωγή ενιαίων δεικτών, ψηφιακών εργαλείων και ενός νέου μοντέλου διακυβέρνησης που βασίζεται στα δεδομένα, το Υπουργείο Υγείας επιχειρεί να αλλάξει ριζικά τη νοοτροπία και τη λειτουργία των νοσοκομείων. 

Στη συνέντευξη που ακολουθεί, η κ. Βιλδιριδη εξηγεί πώς το ΕΣΥ περνά από τη θεωρητική αναφορά στην ποιότητα, στη συστηματική καταγραφή, σύγκριση και βελτίωση – και πώς ο ασθενής αποκτά πλέον ουσιαστική «φωνή» μέσα στο σύστημα.

Συνέντευξη στη Σοφία Κωστάρα

Η Εθνική Στρατηγική για την Ποιότητα της Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών (2025-2030) αποτελεί ορόσημο για το ΕΣΥ. Ποια είναι τα πρώτα απτά βήματα που θα δούμε μέσα στους επόμενους μήνες για τη μετάβαση του συστήματος σε αυτό το νέο μοντέλο διακυβέρνησης της ποιότητας;

Η Εθνική Στρατηγική για την Ποιότητα της Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών (2025–2030) αποτελεί ένα ιστορικό βήμα ανασχεδιασμού του Εθνικού Συστήματος Υγείας, καθώς εισάγει ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης για την αναβάθμιση της ποιότητας και τη θωράκιση της ασφάλειας των ασθενών. 

Ένας από τους βασικούς στόχους της Στρατηγικής είναι ο προσανατολισμός του συστήματος υγείας σε διαδικασίες λήψης αποφάσεων βασισμένες σε δεδομένα, ώστε η ποιότητα και η ασφάλεια της φροντίδας να γίνουν αναπόσπαστο και μετρήσιμο στοιχείο της καθημερινής λειτουργίας του ΕΣΥ. Μεταξύ των δράσεων για την επίτευξη του στόχου, περιλαμβάνονται η υιοθέτηση ενός εθνικού συνόλου δεικτών ποιότητας και ασφάλειας των ασθενών, καθώς και η ανάπτυξη πληροφοριακού συστήματος για τη συλλογή και ανάλυση των δεδομένων. 

Επιχειρησιακός βραχίονας για την επίτευξη των παραπάνω δράσεων είναι το έργο HEALTH-IQ, το οποίο υλοποιείται από το Υπουργείο Υγείας σε συνεργασία με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Στην πιλοτική φάση του έργου συμμετέχουν 13 φορείς υγείας, 7 δημόσια νοσοκομεία και 6 Κέντρα Υγείας, από 6 Υγειονομικές Περιφέρειες της χώρας. 

Αναφορικά με την πορεία υλοποίησης του έργου έχει ήδη οριστικοποιηθεί το πλαίσιο δεικτών και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί το πρώτο τρίμηνο του 2026 θα έχει ολοκληρωθεί η χαρτογράφηση της υφιστάμενης κατάστασης και η πραγματοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τους επαγγελματίες υγείας (ιατρούς, νοσηλευτές και λοιπό προσωπικό), το διοικητικό προσωπικό και τους υπεύθυνους ποιότητας. Παράλληλα, μέρος του έργου είναι η δημιουργία του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος Quality-for-All, το οποίο θα διαλειτουργεί με τα υπάρχοντα πληροφοριακά συστήματα (BI, KETEKNY, ΗΔΙΚΑ, ΕΟΠΥΥ) και θα υπολογίζει με αυτοματοποιημένο τρόπο τους δείκτες ποιότητας.

Η συμμετοχή των ασθενών μέσω εργαλείων όπως το «Ψηφιακό Εργαλείο Αξιολόγησης της Εμπειρίας του Εσωτερικού Ασθενή» είναι μια καινοτόμος πρωτοβουλία. Πώς σκοπεύετε να αξιοποιήσετε πρακτικά τα δεδομένα που θα συγκεντρωθούν, ώστε να οδηγήσουν σε πραγματικές βελτιώσεις στη φροντίδα; 

Η βασική καινοτομία του Ψηφιακού Εργαλείου Αξιολόγησης της Εμπειρίας του Εσωτερικού Ασθενή είναι ότι για πρώτη φορά μάς επιτρέπει τη συστηματική και συγκρίσιμη συλλογή δεδομένων της εμπειρίας των ασθενών από τη νοσηλεία τους σε εθνικό επίπεδο. Μέχρι σήμερα, περισσότεροι από 23.000 ασθενείς έχουν συμμετάσχει στην αξιολόγηση, προσφέροντας πολύτιμες πληροφορίες για την καθημερινή λειτουργία των νοσοκομείων. Έτσι, έχουμε στα χέρια μας ένα σημαντικό εργαλείο διοίκησης και λήψης τεκμηριωμένων αποφάσεων.

Η αξιοποίηση των δεδομένων γίνεται σύμφωνα με συγκεκριμένο σχεδιασμό, στο πλαίσιο του οποίου κάθε επίπεδο έχει διαφορετική πρόσβαση σε αυτά και αντίστοιχα διαφορετικό ρόλο. Στην πυραμίδα αυτήν, οι διοικήσεις των νοσοκομείων έχουν τον βασικότερο ίσως ρόλο. Κάθε νοσοκομείο εντοπίζει τις δικές του ανάγκες, λαμβάνει στοχευμένα μέτρα και η αποτελεσματικότητα αυτών παρακολουθείται διαχρονικά, ώστε να αξιολογείται αν αποδίδουν ή χρειάζονται προσαρμογές.

Σε επίπεδο Υγειονομικών Περιφερειών, οι διοικήσεις έχουν την ευθύνη να παρακολουθούν την εφαρμογή των μέτρων στα νοσοκομεία ευθύνης τους μέσα από Εκθέσεις που θα υποβάλλονται από αυτά, να συγκρίνουν τα αποτελέσματα και να προωθούν τη διάχυση καλών πρακτικών. Το Υπουργείο Υγείας έχει ρόλο εποπτικό και συντονιστικό, χρησιμοποιεί τα δεδομένα για τη χάραξη οριζόντιων πολιτικών και λαμβάνει υπόψη την πρόοδο κάθε νοσοκομείου κατά τη διαδικασία αξιολόγησης του έργου των διοικήσεων των νοσοκομείων, διασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτόν ότι η πρόοδος είναι συνεχής και μετρήσιμη.

Έχετε επισημάνει ότι η συλλογή και αξιοποίηση αξιόπιστων δεδομένων αποτελεί προϋπόθεση για τη χάραξη τεκμηριωμένης πολιτικής υγείας. Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις στην καθιέρωση μιας κοινής μεθοδολογίας δεικτών ποιότητας για όλα τα νοσοκομεία και πώς θα διασφαλιστεί η συγκρισιμότητα των αποτελεσμάτων; 

Η καθιέρωση μιας κοινής μεθοδολογίας δεικτών ποιότητας αποτελεί θεμέλιο λίθο για τη μετάβαση του ΕΣΥ σε μια νέα εποχή τεκμηριωμένης πολιτικής, διαφάνειας και λογοδοσίας. Ήδη, η πιλοτική εφαρμογή μιας ομάδας δεικτών ποιότητας από τον Οργανισμό Διασφάλισης Ποιότητας στην Υγεία σε έντεκα νοσοκομεία έχει θέσει τις βάσεις για τη δημιουργία ενός ενιαίου πλαισίου μέτρησης και αξιολόγησης, με στόχο τη σταδιακή και καθολική εφαρμογή του σε όλα τα νοσοκομεία της χώρας. Πρόκειται για δείκτες ασφάλειας και αποτελεσματικότητας (εισροών, διαδικασιών και εκβάσεων), δείκτες ασφάλειας προσωπικού, βασικούς λειτουργικούς δείκτες δομής και στελέχωσης, δείκτες ανθρωποκεντρικής φροντίδας και δείκτες ποιότητας - ελέγχου κλινικής αποτελεσματικότητας.

Η συγκρισιμότητα των αποτελεσμάτων διασφαλίζεται μέσω της υιοθέτησης κοινών ορισμών και προτύπων, πλήρως ευθυγραμμισμένων με διεθνείς πρακτικές. Οι κύριες προκλήσεις κατά την εφαρμογή της κοινής μεθοδολογίας σχετίζονται κυρίως με την ετερογένεια των πληροφοριακών συστημάτων, την ανάγκη για τυποποιημένη κωδικοποίηση των δεδομένων και την ενίσχυση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού. 

Ωστόσο, αυτές αντιμετωπίζονται ήδη μέσω στοχευμένων παρεμβάσεων. Ενδεικτικά, η ανάπτυξη του ψηφιακού περιβάλλοντος Quality-for-All που προαναφέρθηκε, καθώς και η καθολική εφαρμογή του Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας θα επιτρέψουν την αυτοματοποιημένη συλλογή δεδομένων, μειώνοντας πιθανά σφάλματα και καθυστερήσεις. Επιπλέον, τα εκπαιδευτικά προγράμματα που θα υλοποιηθούν στα πιλοτικά κέντρα του έργου HEALTH-IQ του Π.Ο.Υ., θα ενδυναμώσουν τόσο τους επαγγελματίες υγείας όσο και τα διοικητικά στελέχη, συμβάλλοντας στην οικοδόμηση κουλτούρας ποιότητας και στην αποτελεσματική αξιοποίηση των δεδομένων σε όλα τα επίπεδα.

Στις δηλώσεις σας αναφέρεστε συχνά στην ανάγκη ενδυνάμωσης των Γραφείων Προστασίας Δικαιωμάτων Ληπτών Υπηρεσιών Υγείας. Πώς μπορεί να ενισχυθεί στην πράξη ο ρόλος τους, ώστε να γίνουν πραγματικά «φωνή» του ασθενή μέσα στο ΕΣΥ; 

Τα Γραφεία Προστασίας Δικαιωμάτων Ληπτών Υπηρεσιών Υγείας αποτελούν έναν πολύτιμο θεσμό. Λειτουργούν σε κάθε νοσοκομείο του ΕΣΥ, λειτουργώντας ως άμεσο σημείο επαφής τόσο με τους πολίτες όσο και με τις διοικήσεις των νοσοκομείων. Οι εργαζόμενοι των Γραφείων καθημερινά επιδεικνύουν τα αντανακλαστικά που απαιτούνται για την όσο το δυνατόν καλύτερη εξυπηρέτηση του πολίτη. Παρέχουν ενημέρωση, καθοδήγηση, προάγουν και προασπίζονται τα δικαιώματα των ληπτών υπηρεσιών υγείας, διευθετώντας τυχόν διαφορές που προκύπτουν κατά την παροχή υπηρεσιών υγείας.

Έχουμε ήδη κάνει βήματα για την ενίσχυση της προστατευτικής τους διάστασης σε επίπεδο δικαιωμάτων, με ορόσημο τη δημοσίευση του Ενιαίου Κανονισμού Διαχείρισης Καταγγελιών και Παραπόνων. Ταυτόχρονα, όπως αποδεικνύεται μέσα από την αύξηση της επισκεψιμότητας των Γραφείων, σταδιακά αυξάνεται και η εμπιστοσύνη των πολιτών στα Γραφεία. Επομένως, ήδη αποκτούν ολοένα και ουσιαστικότερο ρόλο. 

Στόχος μας στο τρέχον στάδιο είναι, πρώτον, τα Γραφεία να γίνουν περισσότερο γνωστά στον πολίτη, αξιοποιώντας καινοτόμους τρόπους πληροφόρησης, και δεύτερον, να συμβάλουν ενεργά στην αξιοποίηση των δεδομένων που συλλέγονται μέσω του Ψηφιακού Εργαλείου Αξιολόγησης. Σε στενή συνεργασία με τις υπηρεσίες των νοσοκομείων, τα Γραφεία δύνανται να προτείνουν τεκμηριωμένα μέτρα βελτίωσης, ικανά να οδηγήσουν σε ουσιαστική αναβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Επιπλέον, οι παρατηρήσεις των ίδιων των εργαζομένων στα Γραφεία, όπως έχουν καταγραφεί στις Ετήσιες Εκθέσεις Πεπραγμένων, τη στιγμή αυτήν επεξεργάζονται και θα ληφθούν σοβαρά υπόψη στις επόμενες ενέργειές μας για την αναβάθμιση του ρόλου τους. 

Η μέτρηση της ποιότητας στην Υγεία προϋποθέτει πολιτισμική αλλαγή: από το «πόσο κάνουμε» στο «πώς και με τι αποτέλεσμα». Πώς πιστεύετε ότι μπορεί να καλλιεργηθεί αυτή η νέα κουλτούρα ποιότητας και λογοδοσίας στους επαγγελματίες υγείας;

Πράγματι, η μέτρηση της ποιότητας στην Υγεία δεν αφορά απλώς τον όγκο των παρεχόμενων υπηρεσιών, αλλά τον τρόπο με τον οποίο παρέχεται η φροντίδα και τα αποτελέσματα που αυτή παράγει για τον ασθενή και το σύστημα συνολικά.

Στη χώρα μας, αυτή η νέα κουλτούρα προωθείται ήδη μέσω σύγχρονων ψηφιακών εργαλείων και δομών που βασίζονται στη χρήση δεδομένων και στη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων, που ενισχύουν την αποτελεσματικότητα, τη διαφάνεια και τη λογοδοσία. Ο Εθνικός Ηλεκτρονικός Φάκελος Υγείας, τα Μητρώα Ασθενών, όπως το Εθνικό Μητρώο Νεοπλασιών, η Ενιαία Ψηφιακή Λίστα Χειρουργείων, το σύστημα ιχνηλάτησης αναμονών στα ΤΕΠ και το Ψηφιακό Εργαλείο Αξιολόγησης της Εμπειρίας του Εσωτερικού Ασθενή αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα. 

Η περαιτέρω καλλιέργεια αυτής της κουλτούρας απαιτεί εκπαίδευση, ενδυνάμωση και ενεργό συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων μερών, όχι μόνο των επαγγελματιών υγείας. Όταν γίνει ουσιαστικά και καθολικά αντιληπτό ότι η μέτρηση και η αξιολόγηση είναι μέρος της καθημερινής λειτουργίας του συστήματος υγείας και ότι δεν έχουν τιμωρητικό χαρακτήρα, αλλά στοχεύουν στη βελτίωση των πρακτικών, τότε μόνο έρχεται η αλλαγή. Πολύ περισσότερο όταν αποδεικνύεται με απτά δεδομένα ότι η μέτρηση της ποιότητας πράγματι οδηγεί σε καλύτερες πρακτικές, δικαιότερες αποφάσεις και αποτελεσματικότερη φροντίδα.