«Θυμάμαι τις καλοκαιρινές νύχτες στον κήπο του σπιτιού μας στα Γιάννενα, ο Νίκος να διηγείται, με τη συνοδεία του γκιώνη, σε μένα και την αδελφή μου την ταινία που είχε δει την προηγουμένη (οι μικροί απαγορευόταν, αυστηρά, να πάνε σινεμά). Συχνά χάνομαι και γυρνάω πίσω σε εκείνα τα χρόνια, τότε που όλα ήταν μπροστά μας και τα ζούσα μέσα από τις διηγήσεις του αδελφού μου… ήταν σπουδαίος παραμυθάς».
Άγνωστες ιστορίες του Νίκου Χουλιαρά, του ξεχωριστού δημιουργού, που γνώριζε ν’ αφηγείται εξίσου καλά στη ζωγραφική, στο γραπτό και το τραγούδι, ξετυλίγει ο αδελφός του Γιώργος Χουλιαράς, επίσης σημαντικός δημιουργός και δάσκαλος για πολλά χρόνια στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών.
Ακολουθώντας τα χνάρια του μεγάλου αδελφού, άφησε τα Γιάννενα για την Αθήνα κι έγινε κι αυτός γλύπτης. Παρά τη διαφορά της ηλικίας που τους χώριζε (7 χρόνια), είναι από τους λιγοστούς που έζησαν ώς το τέλος τον άνθρωπο «πίσω από τη σκιά». Κι έτσι όπως τους βλέπω μαζί σε φωτογραφίες -όπου εμφανώς έμοιαζαν τα δυο αδέλφια-, σκέφτομαι πως το νήμα της ιστορίας του ίδιου του παραμυθά πιάνει τώρα ο μικρότερος, βάζοντας τη δική του φωνή.
Νίκος και Γιώργος Χουλιαράς
«Σκεφτόταν με εικόνες κι αυτές συχνά εγκυμονούσαν τα γραπτά του», μου σχολίαζε η Άννα Χουλιαρά (ιστορικός τέχνης) για το έργο του θείου της. Εσείς τι λέτε;
Τα γραπτά του Νίκου έχουν πάρα πολύ έντονα τον χώρο, το σκηνικό όπου αφηγείται. Κι αντίστοιχα, στα ζωγραφικά του εμπεριέχει πάντα μια ιστορία, δεν αποτυπώνει δηλαδή αποσπασματικές ζωγραφικές στιγμές. Θα έλεγα πως αυτό που τον απασχολούσε ήταν η «μυθολογία του χώρου». Ο χώρος, φυσικός ή σαν αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας, παίζει καθοριστικό ρόλο στο σκηνικό κάθε φορά. Υπάρχουν μάλιστα φορές που ο χώρος μόνος του είναι το κυρίαρχο στοιχείο. Άλλωστε, σπούδασε γλυπτική και στα χρόνια της νιότης έκανε και σκηνογραφία. Ο χώρος αυτός γέμιζε από τη μνήμη.
Αυτή ήταν η πηγή που τον τροφοδοτούσε όλη του τη ζωή. Αυτό ήταν το υλικό της δουλειάς του και ο χρόνος που έπαιζε μαζί του, είτε ζωγραφίζοντας τις παγερές άσπρες νύχτες του χειμώνα, τους ορεινούς όγκους που μας πνίγανε και τα μυστηριώδη θολά νερά της λίμνης με τα υπόγεια περάσματα.
Έργο του Νίκου Χουλιαρά
Περιγράφετε έναν χώρο εντελώς προσωπικό...
Ακριβώς έτσι γίνεται προσωπικός, καθώς συναντά τους παιδικούς του ήρωες που τους παντρεύει με τους συγχρόνους του. Και χτίζει σιγά σιγά μια καινούργια ανθρωπογεωγραφία, κάνοντας να δούμε πράγματα και καταστάσεις με έναν καινούργιο απρόβλεπτο τρόπο. Δημιούργησε, θα έλεγα, μια νέα αστική μυθολογία. Κι έδωσε μια άλλη εικόνα της Ελλάδας, όχι τουριστική όπως θέλαμε να την παρουσιάζουμε εκείνα τα χρόνια αλλά πιο σκοτεινή, πιο εσωτερική.
Από μικρός γνώριζε τι ήθελε να κάνει;
Πάντοτε σχεδίαζε από μικρό παιδί. Ο πατέρας βέβαια τον προόριζε για έμπορο. Τέλη της δεκαετίας του ’50, δύσκολα χρόνια, είχε μια στρωμένη δουλειά στα Γιάννενα. Εκείνος, όμως, συνεχώς ζωγράφιζε. Τον θυμάμαι με την ίδια ευκολία να φτιάχνει τα σχέδιά του και χρωματιστές ρεκλάμες για το μαγαζί, που όλοι τις θαύμαζαν: «ΤΙΜΑΙ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑΙ» και «ΕΙΜΕΘΑ ΑΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΟΙ».
Έκατσε ένα χρόνο και μετά θέλησε να φύγει για την Αθήνα. Έγινε χαμός! Ούτε να τ’ ακούσει δεν ήθελε στην αρχή ο πατέρας. Του 'ταξε μέχρι και αυτοκίνητο για να μείνει, πράγμα απλησίαστο για την εποχή. Τίποτα αυτός. Εμένα πάλι με προόριζε για αρχιτέκτονα… ούτε λόγος δηλαδή για καλλιτέχνη στην οικογένεια!
Στη Σχολή πώς τον θυμάστε;
Συμπέσαμε για πολύ λίγο. Όταν αυτός ήταν στα τελειώματα, εγώ ξεκινούσα. Κι όταν τέλειωσε τη Σχολή παντρεύτηκε αμέσως και είχε πλέον ζήτημα επιβίωσης.
Πώς έγινε κι «έπεσε» στο τραγούδι;
Στα χρόνια της σπουδής πήγαινα στην Πλάκα και ήμουν φίλος με τον Νότη Μαυρουδή. Παίρναμε τις κιθάρες τότε και τραγουδούσαμε όλοι. Μην ξεχνάς πως ήταν τα χρόνια των μπουάτ, με την Αρλέτα κι άλλους που βγήκαν από εκεί. Έτσι έγινε και με τον Νίκο. Γνωριστήκανε, του άρεσε η φωνή του Μαυρουδή και κάνανε τον πρώτο δίσκο με τα Ηπειρώτικα -κάτι πρωτοφανές για την εποχή- και άλλα τραγούδια του Νίκου. Πολύ μετά έπεσε στη ζωγραφική και το ’77 έβγαλε το πρώτο του βιβλίο, τον «Λούσια», που είχε μεγάλη επιτυχία. Βγήκε και στο Τρίτο με τη φωνή του ίδιου.
Έργο του Νίκου Χουλιαρά
Ο Χατζιδάκις τού το είχε ζητήσει;
Βέβαια και ήταν η αιτία που ο Χατζιδάκις έφυγε από το Τρίτο. Αντέδρασαν κάποιοι πουριτανοί για εκφράσεις του βιβλίου και ζήτησαν τη διακοπή του. Ουσιαστικά, το Τρίτο θέλανε να κλείσουν. Ο Μάνος δεν το δέχτηκε κι έτσι σηκώθηκε κι έφυγε. Προκλήθηκε σάλος τότε και μάλιστα έγινε θέμα και στη Βουλή.
Ο αδελφός σας πώς το πήρε;
Ήταν πολύ περήφανος, καθόλου δεν τον ένοιαξε. Άλλωστε, µε τον Χατζιδάκι κρατήσανε µακρά, στενή φιλία. Ο Νίκος, όµως, και σαν χαρακτήρας έζησε σαν «αιώνιος φοιτητής», απαξιώνοντας πράγµατα που για άλλους θεωρούνται σηµαντικά. Και προσπάθησε να σχεδιάσει έτσι την καθηµερινότητά του ώστε τίποτα να µην τον εµποδίζει στο έργο του.
Γιώργος και Νίκος Χουλιαράς
Μιλώντας για τη ζωγραφική του, τον χαρακτηρίζετε «σπουδαγµένο αυτοδίδακτο»
Είναι τόσο προσωπική η δουλειά του, που δεν µπορεί να ταξινοµηθεί. Ποτέ δεν επιδίωξε να είναι της µόδας, γι’ αυτό και οι πάσης φύσεως τεχνοκριτικοί ένιωθαν αµηχανία µπρος στο έργο του. ∆εν «έγλειψε» ποτέ άνθρωπο ο Νίκος. Γι’ αυτό και βλέπεις πως όλο το σύστηµα των εικαστικών δεν τον αναφέρει ποτέ. Αντιθέτως, όλοι οι νέοι καλλιτέχνες τον αγαπάνε πάρα πολύ. Αυτό που υπήρξε ο Νίκος είναι κάτι πρωτογενές, απ’ τον τόπο του βγαλµένο. Συνήθως, σε µέρη μικρά υπάρχει ένας µεταπρατισµός.
Σαν άνθρωπος πώς ήταν ο αδελφός σας; Στη ζωγραφική του κατ' εξοχήν βγάζει µαύρα σκυλιά, µοναχικές φιγούρες, µια ερηµιά.
Του άρεσαν οι πλάκες, τα καλαµπούρια. ∆εν ήταν κλειστός άνθρωπος. Το αντίθετο, ήθελε να είναι η ψυχή της παρέας. Γνώριζε κι έλεγε καταπληκτικά ανέκδοτα και µάλιστα έκανε τρελές πλάκες σε φίλους αδελφικούς. Βεβαίως, είχε και τις µαύρες του κι αυτό το κουβάλαγε πάντοτε.
∆εν είναι οξύµωρο; Για κάποιον που τα έργα του κυριαρχούνται από σκιές;
Ίσως ήταν το αντίδοτο σε αυτό που είχε µέσα του. Γράφοντας για τους ανθρώπους, εξερευνούσε τα σκοτάδια που κυριαρχούν στους φόβους και τις σχέσεις τους, ψάχνοντας µε αυτόν τον τρόπο τον ίδιο τον εαυτό του. Άλλωστε, αγάπησε και έγραψε κυρίως γι' αυτούς που ζούσαν από επιλογή στο περιθώριο της ζωής. Υπονόµευε έτσι τα «καθωσπρέπει» της κοινωνίας και µε χιούµορ αντιµετώπιζε τα σοβαρά αδιέξοδα της ζωής. Γι' αυτό και λάτρευε τη νύχτα, τότε αγαπούσε να δουλεύει και πολλά από τα σχέδια που θα δείτε στην έκθεση είναι καµωµένα εκείνες τις ώρες.
Έργο του Νίκου Χουλιαρά
Και πότε συναντιόσασταν; Εσείς είστε άνθρωπος της µέρας…
(γέλια) Το µεσηµέρι. Και πάντοτε όταν έγραφε κάτι ήµουν ο πρώτος που ερχόταν να του το διαβάσει. «Εγραψα σήµερα κάτι πάρα πολύ καλό» έλεγε χαρούµενος και φώτιζε σαν παιδί. Έκανε πάντα αυτό που του άρεσε. Και δεν λάθεψε.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Φιλελεύθερος», 17 Σεπτεμβρίου 2018
Η έκθεση «Άηχοι διάλογοι. Νίκος Χουλιαράς, Ζωγραφική – Γιώργος Χουλιαράς, Γλυπτική» εγκαινιάζεται στις 18 Οκτωβρίου (12:00), στην Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ, στο Μέτσοβο. Το βράδυ των εγκαινίων διοργανώνεται στο Συνεδριακό Κέντρο Διάσελο μια εκδήλωση αφιερωμένη στον Νίκο Χουλιαρά με μια ομιλία του συγγραφέα Δημήτρη Καλοκύρη για το λογοτεχνικό του έργο με τίτλο «Το έναστρο δημιούργημα» και μια παράσταση από την Αλίκη Καγιαλόγλου με τίτλο «Το νησί του ουρανού» με διηγήματα, ποιήματα και τραγούδια του.
Διάρκεια έκθεσης: 19 Οκτωβρίου 2025 έως 12 Ιανουαρίου 2026. Ώρες λειτουργίας: 10:00 - 16:00, καθημερινά πλην Τρίτης.
Κεντρική φωτ.: Έργο του Νίκου Χουλιαρά