To τριώροφο ερειπιώδες κτίριο με το χαρακτηριστικό γαλάζιο χρώμα επί της οδού Τριπόδων 32, στην Πλάκα, κεντρίζει τον αμφιβληστροειδή των περιηγητών οι οποίοι στέκονται και το παρατηρούν, αναλογιζόμενοι την όψη του όταν αυτό ήταν «στα νιάτα» του. Κάτοικοι της γειτονιάς και σινεφίλ γνωρίζουν: είναι το κινηματογραφικό σπίτι του Αντωνάκη και της Ελενίτσας Κοκοβίκου από την ταινία του Γεώργιου Τζαβέλλα, «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» με τη Μάρω Κοντού και τον Γιώργο Κωνσταντίνου στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Στην κωμική ταινία αυτή του 1965 –που αποτελεί συνάμα μία από τις πιο επιτυχημένες στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου και η τελευταία που σκηνοθέτησε ο Τζαβέλλας– η οικία Κοκοβίκου κατέχει δεσπόζουσα θέση· εντός και πέριξ αυτής θίγονται ζητήματα όπως η Αθήνα που αλλάζει, τα προσκόμματα που προκύπτουν στις ανθρώπινες σχέσεις από κοινού με τις δυσκολίες της καθημερινότητας για τη μικροαστική τάξη στις αρχές της δεκαετίας του ‘60.
Εδώ πραγματοποιήκαν τα εξωτερικά γυρίσματα της ταινίας «Η γυνή να φοβήται τον άνδρα». Πηγή φωτ.: ΥΠΠΟ
Σήμερα, 60 χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία της ταινία, το κτίριο βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο καθώς αποκαθίσταται και μετατρέπεται σε πολιτιστικό χώρο προβολής ταινιών του ελληνικού κινηματογράφου – μία απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού που μας υπενθυμίζει πόσο σημαντικό είναι να αναδιφήσουμε σε χώρους οι οποίοι έχουν τρόπο τινά συνδεθεί με δημιουργήματα της τέχνης και αποτελούν μέρος του πολιτισμού μας. Μάλιστα, το εν λόγω κτίριο έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο με τον περιβάλλοντα χώρο του, διότι αποτελεί εξαιρετικό δείγμα Αθηναϊκού σπιτιού, ενώ η διάσωσή του συμβάλλει στην ιστορία της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής.
Το κτίριο επί της οδού Τριπόδων το 1971 και το 2025. Πηγή φωτ.: ΥΠΠΟ
Όσο για την αποκατάσταση του κτιρίου, εντάσσεται στο πλαίσιο της πολιτικής του υπουργείου Πολιτισμού για τη δημιουργία πολιτιστικών πυρήνων στο κέντρο της Αθήνας. Οι δε, μελέτες για την αποκατάσταση του κτιρίου και του περιβάλλοντος χώρου του εκπονήθηκαν με πόρους του υπουργείου Πολιτισμού, το έργο χρηματοδοτείται από το Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Αττικής-ΕΣΠΑ 2021-2027 με 1.700.000 ευρώ.
«Η διάσωση, η αποκατάσταση και η επανάχρηση ενός κτιρίου-μνημείου, από τα ελάχιστα πλέον σωζόμενα ''αθηναϊκά σπίτια'' συμβάλλει στην ένταξή του στη σύγχρονη ζωή, ανασυγκροτεί την ιστορική εικόνα του με την ανασύσταση του βασικού συνοδού κτίσματος, μεγάλου μέρους της αυλής σε επαφή με το κτίριο και στην αποκατάσταση του μετώπου του οικοπέδου, με πολλαπλό όφελος για το ανάπτυγμα της οδού και τον ιστορικό τόπο της Πλάκας», σημειώνει –μεταξύ άλλων– η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη.
Πρόταση αποκατάστασης (ανατολική & βόρεια όψη). Πηγή φωτ.: ΥΠΠΟ
«Στόχος μας», επεξηγεί, «είναι η ενίσχυση του ιδιαίτερου ιστορικού και πολιτιστικού χαρακτήρα της Πλάκας, σεβόμενοι το μνημειακό της χαρακτήρα, αλλά και η ενίσχυση του τουριστικού ενδιαφέροντος για την Αθήνα, μέσα από την ανάδειξη νέων πολιτιστικών προορισμών. Μαζί με την Οικία Κωλέττη επί της Πολυγνώτου, το Σπίτι του Ελύτη, το κτίριο επί της Διοσκούρων 7, το οποίο προορίζεται να φιλοξενήσει το Μουσείο Καρόλου Κουν, την οικία Κωστή Παλαμά επί της Περιάνδρου, την ''οικία Κοκοβίκου'' επί της Τριπόδων, δημιουργούμε ένα πυρήνα κτιριακών υποδομών για πολιτιστικές χρήσεις, αναδεικνύοντας τις διαφορετικές εκφάνσεις και εποχές της ιστορίας των Αθηνών».
Μνημειακός χαρακτήρας και καθολική προσβασιμότητα
Η εικόνα του κτιρίου τη δεκαετία του 1950. Πηγή φωτ.: ΥΠΠΟ
Σύμφωνα με το υπουργείο Πολιτισμού, κατά την εγκριθείσα μελέτη, αποκαθίσταται η ιστορική εικόνα του κτιρίου, αναδεικνύεται ο μνημειακός του χαρακτήρας, ενώ διασφαλίζεται η καθολική προσβασιμότητα. Εκτελούνται εργασίες αποκατάστασης του κελύφους και ανασύστασης του κυρίως προσκτίσματος-συνοδού διώροφου κτιρίου, ώστε να αποκατασταθεί η τυπολογία της Αθηναϊκής αυλής, συνδυαστικά με τη διαχείριση του μετώπου της οδού Τριπόδων, καθώς και της λειτουργικής αναβάθμισης του κτιρίου για τη νέα του χρήση. Ταυτόχρονα, συντηρούνται τα αρχαία αρχιτεκτονικά λείψανα που έχουν εντοπισθεί στο εσωτερικό του κτiρίου και στον αύλειο χώρο του, ενώ παράλληλα, διασφαλίζεται η απρόσκοπτη θέασή τους.
Φωτογραμμετρική αποτύπωση αρχαιοτήτων. Πηγή φωτ.: ΥΠΠΟ
Το κτίριο, συνολικής επιφανείας 266 τ.μ., είναι τριώροφο με ξύλινο συνεχές χαγιάτι, σε όλες τις στάθμες, ανταποκρινόμενο στα πρότυπα της πρώιμης οθωνικής περιόδου. Αποτελεί μέρος συγκροτήματος με άλλοτε συνοδά κτίρια και εσωτερική αυλή, τυπολογία που επικράτησε στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας, στην Πλάκα.
Η εικόνα του κτιρίου επί εποχή Όθωνος. Πηγή φωτ.: ΥΠΠΟ
Η παρουσία του κυρίως κτιρίου μαζί με τα προσκτίσματά του, τεκμηριώνεται την περίοδο 1836-1837. Αποτελεί παλίμψηστο λόγω της παρουσίας σωζόμενων ορατών αρχαιοτήτων, σε στάθμη χαμηλότερη από το δάπεδο του ισογείου, τόσο εντός του κτιρίου στην κατώτερη στάθμη του, όσο και στον άλλοτε αύλειο χώρο. Έχει δεχτεί σειρά επεμβάσεων και τροποποιήσεων λόγω μεταλλαγής του αύλειου χώρου του (καθαιρέσεις συνοδών κτισμάτων και μανδρότοιχου), διενέργειας ανασκαφικής έρευνας σε ολόκληρο σχεδόν τον χώρο και στο εσωτερικό του κτιρίου, και συνολικής επισκευής. Η μορφή του ακινήτου διασώζεται σε τεκμήρια εποχής.
Κεντρική φωτ.: Από τα γυρίσματα της ταινίας «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα», με τη Μάρω Κοντού και τον Γιώργο Κωνσταντίνου, στην οικία Κοκοβίκου. Πηγή φωτ.: ΥΠΠΟ