Κατάμεστη ήταν, παρά τη βροχή, η αίθουσα της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης το απόγευμα κατά το οποίο παρουσιάστηκε (26/11) το βιβλίο του Νίκου Βατόπουλου, «Από το Μουσείο στην Κυψέλη». Ήμασταν πολλοί: φίλοι, αναγνώστες, άνθρωποι που παρακολουθούν τη σταθερή, χαμηλόφωνη αλλ’ αποφασιστική πορεία ενός γραφιά που εδώ και δεκαετίες επιμένει να βλέπει την πόλη όχι ως σκηνικό αλλά ως τρόπο ύπαρξης.
Η ατμόσφαιρα είχε βεβαίως τη ζεστασιά από την παρουσία του Βατόπουλου. Ίσως επειδή το βιβλίο δεν είναι μόνο μια συλλογή περιπάτων, ούτε μια άσκηση αστικής νοσταλγίας – αυτό δηλώθηκε με έμφαση από τον ίδιο. Είναι κάτι πιο βαθύ: μια προσπάθεια να ξανατεθεί το ερώτημα τι σημαίνει σήμερα «Αθήνα». Και, κυρίως, πώς μια πόλη με βαριά μνήμη και ρευστό παρόν μπορεί να διαβάσει τον εαυτό της από την αρχή.
Από την παρουσίαση του βιβλίου του Νίκου Βατόπουλου. @ Spiros Katopodis
Όλα αυτά, βέβαια, τα περιμένει κανείς από έναν συγγραφέα του οποίου η ματιά έχει αποκτήσει ειδικό βάρος και συχνά λειτουργεί ως πυξίδα για το αναγνωστικό του κοινό. Έχω γράψει ότι ο Βατόπουλος με τις επιλογές του και τον τρόπο που αρθρώνει την οπτική του, έχει επηρεάσει ένα κομμάτι της σύγχρονης εικαστικής σκηνής, κυρίως, ζωγράφους και φωτογράφους: όχι μόνο ως προς τη θεματολογία, αλλά και ως προς τον τρόπο που διαχειρίζεται το αστικό τοπίο της Αθήνας, τις λεπτομέρειες, τις ρωγμές, τις πολιτισμικές επιβιώσεις που συνθέτουν την ταυτότητά της.
Το βιβλίο, λοιπόν, συμπυκνώνει όλα εκείνα που οι σταθεροί του αναγνώστες αναζητούν: διαδρομές, κατόψεις, παλιές εισόδους, αστικά σπαράγματα, μικρές νησίδες μνήμης στην ευρύτερη περιοχή της Κυψέλης που επιμένουν. Είναι ένα βιβλίο όπου η γραφή και η φωτογραφία συνυπάρχουν. Η φωτογραφία αποτελεί μια δεύτερη αλλά καθόλου δευτερεύουσα γλώσσα του Νίκου Βατόπουλου. Γιατί μέσα από αυτήν, ο συγγραφέας δεν τεκμηριώνει απλώς· αναδεικνύει, φωτίζει, μοιράζεται ένα βλέμμα που εκπαιδεύει τον αναγνώστη να βλέπει διαφορετικά.
Εκείνο, όμως, που για εμένα έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία, είναι ότι το βιβλίο πραγματεύεται το αληθινό διακύβευμα της πρωτεύουσας στον 21ο αιώνα. Τη δυνατότητα μιας πόλης να ξαναβρεί το κέντρο της όχι ως σημείο γεωγραφικό, αλλά ως πεδίο ζωής. Τη μεταμόρφωση του Μουσείου – του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, του πιο εμβληματικού θεσμού της νεοελληνικής πολιτιστικής ιστορίας – σε μια «κυψέλη» ουσιαστικών αλλαγών που μπορούν να συμπαρασύρουν ένα μεγάλο τόξο της Αθήνας: από την Ομόνοια έως ένα εκτενές τμήμα της Πατησίων.
Το εξώφυλλο του βιβλίου του Νίκου Βατόπουλου
Η συζήτηση αυτή δεν είναι θεωρητική. Καταγράφεται ήδη στην πρόσφατη συνέντευξη του Ανδρέα Κούρκουλα στην «Καθημερινή» (βλέπε εδώ). Εκεί, αναδεικνύονται με καθαρό τρόπο δύο κρίσιμοι άξονες για το μέλλον της πόλης. Ο πρώτος αφορά το ίδιο το Μουσείο. Ποιος είναι ο ρόλος του στον 21ο αιώνα; Πώς μπορεί να επεκταθεί, να αναπνεύσει, να αποκτήσει νέους δημόσιους χώρους, να προσελκύσει το ενδιαφέρον του κοινού, όχι μόνο των ξένων, χωρίς να χάσει τη βαρύτητά του ως θεμέλιο της εθνικής μνήμης; Στη συνέντευξη, ο αρχιτέκτονας δείχνει ότι το Μουσείο δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως κλειστός οργανισμός, αλλά ως ενεργός κόμβος μέσα στο δίκτυο της πόλης. Ως ένας θεσμός που μπορεί να αναδιατάξει τις χρήσεις, τις ροές και, τελικά, την εικόνα μιας ολόκληρης περιοχής.
Ο δεύτερος άξονας που απαιτεί τομές και πολιτική βούληση, αφορά το Πολυτεχνείο. Την ιδέα ότι ο εμβληματικός αυτός χώρος δεν είναι μόνο ένα σύμβολο του 20ού αιώνα, αλλά ένας τόπος που μπορεί να επανανοηματοδοτηθεί. Η πρόταση να χρησιμοποιηθούν επιλεγμένα κτίριά του για εκθέσεις, πολιτιστικές δράσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα είναι μια βαθιά χειρονομία συμφιλίωσης του παρελθόντος με το παρόν. Ένας τρόπος να διατηρηθεί η ιστορική μνήμη, χωρίς να υποθηκεύεται η δυνατότητα του χώρου να παράγει νέα γνώση, νέα πολιτισμικά γεγονότα, νέα ζωή.
Μαζί, οι δύο άξονες συγκροτούν έναν ενιαίο ορίζοντα: η Αθήνα δεν θα αλλάξει με συνθήματα, αλλά με την ενεργοποίηση των πιο ισχυρών πυρήνων της. Και για να μιλήσω τη γλώσσα του Βατόπουλου, το Μουσείο και το Πολυτεχνείο μπορούν να γίνουν οι αφετηρίες μιας νέας αστικής αυτογνωσίας.
Ανάμεσα στο κοινό της παρουσίασης, πήρε το μάτι μου και τον Κώστα Μπακογιάννη. Ο πρώην δήμαρχος είχε όλες – μα όλες – τις προϋποθέσεις να γίνει ο «Έβερτ» της σημερινής Αθήνας: μια μορφή που θα άφηνε πίσω της ένα καθαρό αποτύπωμα με έργα. Η θητεία του, όμως, βάλτωσε επικοινωνιακά στον «μεγάλο περίπατο». Κανείς δεν θα τον θυμάται για αυτό κι ο σημερινός αόρατος δήμαρχος του προσφέρει μια δεύτερη ευκαιρία. Σε μια πόλη που αναζητά επειγόντως ηγεσία, το κενό είναι τόσο μεγάλο που ο δρόμος μπορεί να ξανανοίξει για όσους διαθέτουν πολιτικό ένστικτο.
Από την παρουσίαση του βιβλίου του Νίκου Βατόπουλου. @ Spiros Katopodis
Αν η Αθήνα θέλει να γίνει μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, το Μουσείο είναι από τα μεγάλα στοιχήματα της εποχής μας. Και το βιβλίο του Βατόπουλου – με τις διαδρομές, τις παρατηρήσεις, το διεισδυτικό του βλέμμα – είναι ίσως το πιο αξιόπιστο εγχειρίδιο για όποιον θέλει να αναλάβει αυτό το βάρος. Ο Βατόπουλος υπενθυμίζει ότι η πόλη δεν αλλάζει με σχέδια επί χάρτου. Αλλάζει όταν κάποιος κατανοήσει πού χτυπά η καρδιά της.
Κεντρική φωτ.: Μελέτη για το Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο. Πηγή φωτ.: ΥΠΠΟ
