Στη ζωγραφική του Γιώργου Σταθόπουλου, οι πόλεις ορθώνονται πάνω από το ανθρώπινο μέτρο· η αρχιτεκτονική, κάποτε, γίνεται απειλή. Κι ωστόσο, διαρκώς αναδύεται το ίδιο μοτίβο: το ζευγάρι – δύο μορφές που συναντιούνται, αγγίζονται, μέσα στο φως ενός εσωτερικού, άρρητου χρώματος.
Σε πρώτο επίπεδο, τα ζευγάρια αυτά ζουν τον έρωτα. Πεισματικά, κρατούν ο ένας τον άλλο, κρατούν την άνοιξη του σώματος, ακόμη κι όταν η πόλη γύρω τους βαραίνει, πνιγηρή, ασφυκτική στους αλλότριους ρυθμούς της. Δεν είναι φυγή· είναι στάση. Η συνύπαρξη μετατρέπεται σε πράξη αντίστασης, σε φάρο μέσα στην καταιγίδα.
Οι εραστές του ζωγράφου φαίνονται να δραπετεύουν από το άχθος του χρόνου σε έναν χώρο παραμυθίας. Η χειρονομία τους μένει ίδια: η προσφορά του ενός στον άλλο, το κράτημα του βλέμματος. Ένα έρμα απέναντι στο κύμα της ιστορίας που τρέχει με τις δικές του βουλές.
Ο Γιώργος Σταθόπουλος θέτει απέναντι δύο χρόνους: τον χρόνο της πόλης και τον χρόνο του ερωτευμένου ζευγαριού. Ο πρώτος είναι άναρχος, γεμάτος απαιτήσεις, παραφωνίες, επιταγές· ένας χρόνος που δεν ανήκει σε κανέναν, μα επιβάλλεται σε όλους. Ο δεύτερος είναι ιδιωτικός, σχεδόν τελετουργικός: ο χρόνος που γεννιέται όταν δύο σώματα συναντιούνται και διασώζουν μέσα στο βλέμμα τους τη στιγμή. Η ζωγραφική του επιμένει ότι ο δεύτερος χρόνος, ο χρόνος των εραστών, κατορθώνει να υπερνικήσει τον βόμβο της πόλης. Όχι με ερωτική έξαρση, αλλά με την ηρεμία μιας αντίστιξης: ο ρυθμός του έξω κόσμου διακόπτεται από το αρχαϊκό χαμόγελο, την κίνηση του χεριού, το απαλό άγγιγμα.
Στην πορεία του χρόνου, ο Σταθόπουλος μάς έμαθε να αναγνωρίζουμε τα ζευγάρια του σαν δικούς μας ανθρώπους. Να τα αφήνουμε να κατοικούν στα σπίτια μας, να συμμετέχουν στον κύκλο της ζωής μας. Έτσι, το έργο του υπερβαίνει την εικόνα και γίνεται σαν το κρεμασμένο, σταματημένο ρολόι που αναστέλλει τη φθορά. Μας κρατά νέους – και ερωτευμένους.
Ο ζωγράφος δεν εξωραΐζει· η φωτιά και η ειρήνη, η φθορά και η αναγέννηση, είναι παρόντα. Αλλά το ζευγάρι, το ερωτευμένο ζεύγμα, λειτουργεί σαν ανοιχτή πληγή που δεν κλείνει και σαν θεραπεία που δεν τελειώνει. Το σώμα γίνεται μνήμη· και το χρώμα αναδύεται σαν το μόνο που μπορεί να σώσει εκεί όπου τα λόγια δεν φτάνουν.
Το άρρητο χρώμα – αυτό που δεν λέγεται αλλά μένει – είναι η αληθινή υπόσχεση των έργων του: πως, παρά την πόλη που φλέγεται ή την πόλη που συντρίβει, η μορφή του έρωτα συνεχίζει να στέκει, αγέρωχη και νέα, αξεχώριστη από τη ζωή.
Έργο του Γιώργου Σταθόπουλου
«Άρρητο χρώμα» τιτλοφορείται και η έκθεση του Σταθόπουλου η οποία εγκαινιάζεται σήμερα, 29 Οκτωβρίου (20:00) στην Art Gallery «έντεχνον» (Τιτάνων 26, Ελληνικό), και θα διαρκέσει έως τις 9 Νοεμβρίου.
Γιώργος Σταθόπουλος
Γεννήθηκε σ’ ένα χωριό της Αιτωλοακαρνανίας, στον ίσκιο του Προυσσού. Άφησε πίσω του το παντοπωλείο και τα χωράφια της οικογένειας για την Αθήνα, όπου δούλευε τη μέρα σε διαφημιστική και το βράδυ φοιτούσε στο νυχτερινό. Η ζωγραφική μπήκε κάπως τυχαία στη ζωή του, παρότι το ταλέντο του τον έφερε σε αυτήν. Αμέσως ξεχώρισε, με διακρίσεις (όπως το βραβείο Christian Zervos), αλλά και με εκθέσεις σε σημαντικές γκαλερί της εποχής (Νέες Μορφές, Άστορ), προτού καν τελειώσει τη Σχολή.
Από τα νεανικά του χρόνια βρέθηκε στον κύκλο του Γκάτσου, του Ελύτη και του Χατζιδάκι, στο «πανεπιστήμιο του Φλόκα», απ’ όπου έλαβε μια πιο ιδιαίτερη σπουδή:
«Το θέμα δεν είναι να μιμηθείς τη φύση, μου έλεγε ο Γκάτσος. Πρέπει η φύση να είναι αφορμή για τη δουλειά σου, όχι για να τη μιμηθείς, αλλά για να την εκφράσεις με τον δικό σου τρόπο. Αυτό, για μένα, ήταν μεγάλο μάθημα. Το να μιμηθείς ένα τριαντάφυλλο, δεν το φτάνεις ποτέ· άρα, κοροϊδεύεις και τον εαυτό σου και το κοινό. Όταν βέβαια ο κόσμος τα βλέπει αυτά, τα θαυμάζει. Αλλά το ζητούμενο στην τέχνη δεν είναι αυτό. Το λουλούδι έχει χίλια δύο πράγματα: άρωμα, χυμούς. Αυτή την κουβέντα δεν την άκουσα ποτέ στη Σχολή. Τέτοια είχα πολλά και τα δούλευα στο μυαλό μου».
Ο Γιώργος Σταθόπουλος έχει παρουσιάσει δεκάδες εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό και το έργο του κοσμεί αγαπημένους δίσκους και βιβλία. Στην όγδοη δεκαετία της ζωής του δεν έχει πάψει να ζωγραφίζει, από το εργαστήρι του στον Άγιο Αρτέμιο. Στην έκθεση που οργάνωσε το ΕΝΤΕΧΝΟΝ παρουσιάζονται παλιότερα αλλά και πρόσφατα έργα του Δασκάλου.
