Η στρατηγική πίεσης του Ντόναλντ Τραμπ έναντι του Κρεμλίνου φέρνει προ των πυλών την πρώτη συνάντηση κορυφής μεταξύ προέδρων Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσίας αφότου ο Τζο Μπάιντεν είχε έλθει ενώπιος ενωπίω με τον Βλαντιμίρ Πούτιν στο ουδέτερο έδαφος της Γενεύης το 2021, οκτώ μήνες προτού η Ρωσία συνθλίψει τη μεταπολεμική ευρωπαϊκή τάξη ασφάλειας με την απρόκλητη εισβολή στην Ουκρανία.
Η δρομολογούμενη συνάντηση κορυφής που θα φιλοξενηθεί σύντομα, πιθανώς στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά μιας καμπής μείζονος σημασίας τόσο για την πορεία του πολέμου όσο και για την κατεύθυνση των αμερικανορωσικών σχέσεων. Ριψοκίνδυνη για αμφότερους τους Τραμπ και Πούτιν, συνιστά μία διπλωματική εξίσωση εξαιρετικής πολυπλοκότητας, ικανή να αποδειχθεί ίσως καθοριστική για το μέλλον της Ουκρανίας αλλά και την ευρύτερη δυναμική στις σχέσεις μεταξύ της Δύσης και της αναθεωρητικής Ρωσίας του Βλαντιμίρ Πούτιν, καθώς και για την παγκόσμια σταθερότητα.
Πέραν της σημασίας της συνάντησης Τραμπ-Πούτιν για την πορεία του πολέμου και το πόσο κοντά μπορεί να έλθει μία εκεχειρία -το πιθανότερο μερική και όχι ολική-, οι εξελίξεις διαπλέκονται με την ευρύτερη γεωπολιτική σκακιέρα: από τις ευρωπαϊκές ανησυχίες, την επιφυλακτικότητα στο Κίεβο και τις προθέσεις του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, μέχρι την Κίνα και το ενδεχόμενο κλιμάκωσης των δευτερογενών κυρώσεων. Όλα συγκλίνουν σε μια στιγμή κρίσιμη, παρότι ήδη διαφαίνεται πως από αμερικανικής πλευράς επιχειρείται να μετριαστούν οι μεγάλες προσδοκίες που αναπόφευκτα συνοδεύουν την κατ’ ιδίαν αυτή συνάντηση που από την έναρξη της θητείας του επεδίωκε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Η τελευταία αποστολή του ειδικού απεσταλμένου του Λευκού Οίκου Στιβ Γουίτκοφ στη Μόσχα συνοδεύτηκε από θετικά μηνύματα, με τον ίδιο τον Τραμπ να δηλώνει πως σημειώθηκε «μεγάλη πρόοδος» - αν και προσεκτικά αποσαφήνισε πως δεν συντελέστηκε κάποια «σημαντική ανατροπή».
Μία συμφωνία με τη Μόσχα παραμένει μακριά και, σύμφωνα με πληροφορίες, παρότι έχει «κλείσει» το ραντεβού Τραμπ-Πούτιν, η Ουάσιγκτον θα κινηθεί προς επιβολή νέων δευτερογενών κυρώσεων με τη σημερινή εκπνοή της προθεσμίας προς το Κρεμλίνο. Οι απειλές για τιμωρητικά μέτρα, με στόχο χώρες που συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο, έχουν ήδη προκαλέσει σοβαρές εντάσεις με την Ινδία, ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ δεν βγάζει από το «κάδρο» την Κίνα, η οποία με τη σειρά της διαμηνύει πως ουδεμία πρόθεση έχει να διακόψει τις ενεργειακές συμφωνίες με τον σύμμαχο Πούτιν.
Το ερώτημα είναι τι έχει να «προσφέρει» ο Βλαντιμίρ Πούτιν στον Ντόναλντ Τραμπ - ποιες παραχωρήσεις σχετικά με μια κατάπαυση του πυρός είναι πραγματικά διατεθειμένος να αποδεχθεί και αν θα είναι αρκετές για να μπορέσει ο Αμερικανός πρόεδρος να «βγει» από τη συνάντηση κορυφής παρουσιάζοντας μία «διπλωματική επιτυχία» ή αντίθετα εάν κινδυνεύσει, κατ’ ορισμένες εκτιμήσεις, να πέσει σε «ενέδρα» του Ρώσου προέδρου. Σε μία τέτοια περίπτωση, το πώς θα αντιδράσει θα έλθει σε μεγάλο βαθμό να καθορίσει την προεδρία του.
Μία τριμερή συνάντηση με τους Πούτιν και Ζελένσκι επιδιώκει για τη συνέχεια ο Αμερικανός πρόεδρος, το Κρεμλίνο ωστόσο δεν επιβεβαιώνει ότι έχει συμφωνήσει σε κάτι τέτοιο και ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος δήλωσε χθες ότι «δεν είναι επί της αρχής» αντίθετος σε μία συνάντηση με τον Ουκρανό πρόεδρο, αλλά «θα έπρεπε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις» που τώρα δεν υπάρχουν - η πάγια παρελκυστική τακτική της Μόσχας, δηλαδή, για να κερδίζει χρόνο επί του πεδίου.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν, ωστόσο, βλέπει ότι δεν έχει απέναντί του τον Τραμπ του πρώτου εξαμήνου της θητείας του και το στοίχημα που αναλαμβάνει και ο ίδιος είναι μεγάλο. Αναμένεται, συνεπώς, από τη Μόσχα να προσφέρει κάτι που ο Τραμπ θα μπορεί να παρουσιάσει ως διπλωματική νίκη; Πιθανώς μια πρόταση για μερική κατάπαυση του πυρός ή ένα μορατόριουμ στις αεροπορικές επιδρομές - κάτι που δεν θα ήταν πλήρης εκεχειρία, αλλά θα μπορούσε να προσφέρει ανθρωπιστική ανάσα όσο θα μπαίνει ενδεχομένως στις ράγες μία διαπραγματευτική διαδικασία.
Η ρωσική πλευρά, κατά τη συνήθη πρακτική της, θα μπορούσε επίσης να επιχειρήσει να δελεάσει τον Τραμπ με μια ατζέντα πέραν του Ουκρανικού: συνομιλίες για τον έλεγχο των πυρηνικών εξοπλισμών ή επωφελείς προτάσεις για οικονομική συνεργασία. Μιλώντας περί «εποικοδομητικών» συνομιλιών μεταξύ Πούτιν και Γουίτκοφ, ο σύμβουλος του Κρεμλίνου Γιούρι Ουσακόφ προσέθεσε επίσης πως επικεντρώθηκαν σε «ένα διαφορετικό, αμοιβαία επωφελές σενάριο για τις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας».
Ο πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, Τζον Μπόλτον, ανήκει σε όσους συμμερίζονται την εκτίμηση πως «ο Πούτιν βλέπει τη συνάντηση ως ευκαιρία» και ότι «καταλαβαίνει πως ίσως έχει πιέσει τον Τραμπ λίγο παραπάνω απ’ όσο έπρεπε και τώρα θα προσπαθήσει να τον ξαναφέρει στην τροχιά του».
Ο Τραμπ, ωστόσο, έχει ανεβάσει τον πήχη, καθώς έχει χάσει την υπομονή του με τις τακτικές κωλυσιεργίας του Βλαντιμίρ Πούτιν και την υποτιθέμενη προθυμία του για διάλογο ενώ ταυτόχρονα βομβαρδίζει ανηλεώς την Ουκρανία. Με τη μεταστροφή υπέρ της συνέχισης της στρατιωτικής στήριξης της Ουκρανίας διά της πώλησης αμερικανικών οπλικών συστημάτων στους Ευρωπαίους συμμάχους για να κατευθυνθούν στο Κίεβο, την αποκατάσταση των σχέσεων με τον Ζελένσκι, την επίσπευση του τελεσιγράφου προς το Κρεμλίνο υπό την απειλή οικονομικών μέτρων στη Ρωσία και την επιβολή δευτερογενών κυρώσεων στην Ινδία -και ενδεχομένως και στην Κίνα- ο Τραμπ πλέον ζητά απτά αποτέλεσμα για έναν πόλεμο που διακήρυττε πως θα τερμάτιζε σε 24 ώρες.
Οι ρωσικές επιθέσεις όχι μόνο συνεχίζονται με αμείωτη ένταση αλλά έχουν κλιμακωθεί επί θητείας Τραμπ - τον Ιούλιο, τουλάχιστον 72 άνθρωποι σκοτώθηκαν από ρωσικά πλήγματα μόνο στο Κίεβο. Η Ουκρανία από πλευράς της συνεχίζει να στοχεύει ρωσικά διυλιστήρια και αποθήκες καυσίμων, επιδιώκοντας να πλήξει τη ρωσική πολεμική μηχανή.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η πιθανότητα να συμφωνηθεί μια ολική εκεχειρία φαντάζει απομακρυσμένη. Ο ίδιος ο Πούτιν φαίνεται να θεωρεί ότι βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση στο μέτωπο, και δεν δείχνει πρόθυμος να υποκύψει σε πιέσεις που θα μπορούσαν να ανατρέψουν τη στρατηγική του στόχευση που στον πυρήνα της έχει την εξάλειψη της εθνικής ταυτότητας της Ουκρανίας. Πηγές προσκείμενες στο Κρεμλίνο εκτιμούν πως ο Ρώσος πρόεδρος ενδιαφέρεται περισσότερο για τη γεωπολιτική του «νίκη» -να κρατήσει την Ουκρανία εκτός ΝΑΤΟ, να περιορίσει τις στρατιωτικές της δυνατότητες και να την φέρει στη ρωσική σφαίρα επιρροής- παρά για την απόλυτη επικράτηση στο πεδίο.
Στο Κίεβο, ο σκεπτικισμός είναι διάχυτος και ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, κρατά εμφανώς επιφυλακτική στάση κινούμενος προσεκτικά έναντι του Τραμπ. Στην τελευταία του δήλωση, σημείωσε ότι «η πίεση στη Ρωσία αποδίδει», αλλά προσέθεσε πως «το κρίσιμο είναι να μη μας ξεγελάσουν στις λεπτομέρειες - ούτε εμάς, ούτε τις ΗΠΑ». Ο Ζελένσκι διαμηνύει ότι «οι πραγματικές λύσεις έρχονται μόνο στο επίπεδο των ηγετών» και καλεί σε συντονισμό με τους Ευρωπαίους συμμάχους πριν από οποιαδήποτε συνάντηση. Χθες είχε συνομιλίες με Ευρωπαίους ηγέτες, μεταξύ των οποίων και ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, προκειμένου να διαμορφώσουν κοινή στάση.
Η πρόταση για τριμερή Τραμπ-Πούτιν-Ζελένσκι, αν και συζητήθηκε από την Ουάσινγκτον, έχει απορριφθεί επί του παρόντος από το Κρεμλίνο. «Το μόνο που συμφωνήθηκε ήταν διμερής συνάντηση Πούτιν-Τραμπ» ήταν η δήλωση Ουσακόφ. Ο Τραμπ, πάντως, επιμένει πως «υπάρχει καλή πιθανότητα» για κοινή συνάντηση με τους δύο ηγέτες, ενώ ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, ανέφερε σχετικά πως «μια τέτοια ευκαιρία μπορεί να παρουσιαστεί πολύ σύντομα», αν και «πολλά πρέπει να γίνουν ακόμα».
Η Ευρώπη, την ίδια στιγμή, παρακολουθεί με επιφυλακτικότητα την προοπτική διευθέτησης της σύγκρουσης μεταξύ Πούτιν και Τραμπ χωρίς ουκρανική ή ευρωπαϊκή συμμετοχή. Αναλυτές εκφράζουν φόβους ότι η Μόσχα θα επιχειρήσει να «σερβίρει» μια συμφωνία ευνοϊκή για τα δικά της συμφέροντα, την οποία ο Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να παρουσιάσει ως λύση, επιβάλλοντάς την στο Κίεβο.
Όπως έγραψε ο Ουκρανός αναλυτής Βολοντίμιρ Φεσένκο, «δεν πρέπει να εκλάβουμε όλα αυτά ως πρόλογο για το τέλος του πολέμου. Ο Πούτιν ενδέχεται να επιχειρήσει να παγιδεύσει τον Τραμπ σε μια συμφωνία-παγίδα, την οποία στη συνέχεια θα προσπαθήσει να επιβάλει στον Ζελένσκι».
Το σκηνικό περιπλέκεται περαιτέρω από τις εξελίξεις στον άξονα Ουάσινγκτον-Πεκίνου. Ο Τραμπ απείλησε ανοιχτά με κυρώσεις κατά της Κίνας αν συνεχίσει να αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο, όπως έκανε ήδη με την Ινδία, επιβάλλοντας επιπλέον δασμούς 25%. Η νέα αυτή αναμέτρηση μπορεί να αναζωπυρώσει τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου. Το Πεκίνο διαμηνύει ότι οι απειλές είναι αντίθετες με το διεθνές δίκαιο, ενώ οι ΗΠΑ συνεχίζουν τις διαπραγματεύσεις για την παράταση της «εκεχειρίας» στους δασμούς που λήγει στις 12 Αυγούστου.