Η Ισαμπέλ Σνάμπελ κατά της επανέναρξης αγορών ομολόγων από την ΕΚΤ

Η Ισαμπέλ Σνάμπελ κατά της επανέναρξης αγορών ομολόγων από την ΕΚΤ

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απέχει ακόμη πολύ από την επανέναρξη των αγορών χρέους για την έγχυση ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα, καθώς πρέπει πρώτα να εκκαθαρίσει μεγαλύτερο μέρος των ομολόγων που αγόρασε κατά τη διάρκεια μιας δεκαετίας χαλαρής πολιτικής, δήλωσε την Πέμπτη το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, Ισαμπέλ Σνάμπελ.

Η ΕΚΤ απορροφά σταδιακά μέρος των τρισεκατομμυρίων ευρώ που «έριξε» στο χρηματοπιστωτικό σύστημα στο πλαίσιο μιας σειράς προγραμμάτων αγοράς ομολόγων κατά την περίοδο 2015-22, όταν προσπαθούσε να αναζωογονήσει τον πληθωρισμό, ο οποίος ήταν τότε πολύ χαμηλός.

Η Σνάμπελ που είναι υπεύθυνη για τις αγορές της ΕΚΤ, δήλωσε ότι αυτή η συνεχιζόμενη διαδικασία «ποσοτικής ομαλοποίησης» θα συνεχιστεί έως ότου η ίδια και οι συνάδελφοί της στο Διοικητικό Συμβούλιο κρίνουν ότι έχουν αποσυρθεί αρκετά ομόλογα από τον ισολογισμό της κεντρικής τράπεζας.

«Οι αγορές στο πλαίσιο του νέου χαρτοφυλακίου θα ξεκινήσουν μόνο όταν η ρευστότητα που εισήχθη μέσω των παλαιών χαρτοφυλακίων ομολόγων της νομισματικής πολιτικής και η καθαρή θέση των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων δεν επαρκούν για να καλύψουν το μερίδιο των αποθεματικών που το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να παρέχει μέσω της διακράτησης τίτλων» είπε η ίδια.

«Η παθητική απομάκρυνση από τον ισολογισμό σημαίνει ότι αυτό το σημείο είναι ακόμα μακριά».

Επανέλαβε ότι οι νέες αγορές θα πρέπει να επικεντρωθούν σε βραχυπρόθεσμα ομόλογα, κυρίως για να προστατεύσουν την ΕΚΤ από περαιτέρω απώλειες σε περίπτωση αύξησης των επιτοκίων.

Πριν από την αγορά οποιουδήποτε ομολόγου, η  Σνάμπελ δήλωσε ότι η ΕΚΤ θα ξαναρχίσει να δανείζει μακροπρόθεσμη ρευστότητα στις τράπεζες.

Αυτό θα μπορούσε να λάβει τη μορφή τακτικών δημοπρασιών ενός σταθερού ποσού μετρητών με μεταβλητό επιτόκιο, ανέφερε η Σνάμπελ με διάρκεια που θα αποφασιστεί.

«Στο παρελθόν, η ΕΚΤ έχει διαφοροποιήσει τη διάρκεια των δανείων που παρείχε στις τράπεζες. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως σε απάντηση στην κρίση του δημόσιου χρέους ή την πανδημία, η διάρκεια αυτών των πράξεων υπερέβη το ένα έτος» συμπλήρωσε.