Προσχηματική η παρουσία της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη· ο Βλαντιμίρ Πούτιν σταθερά στο «απυρόβλητο» από τον Λευκό Οίκο και η Ουκρανία «δέσμια» του διπλωματικού χρόνου και της ασύμμετρης προσέγγισης του Ντόναλντ Τραμπ. Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κώστας Υφαντής μιλά στο Liberal και την Ευαγγελία Μπίφη στον απόηχο των πρώτων εδώ και μία τριετία απευθείας συνομιλιών Κιέβου-Μόσχας.
Κύριε Υφαντή, οι χαμηλές προσδοκίες επιβεβαιώθηκαν. Ποια είναι η μεγάλη εικόνα που αντικατοπτρίστηκε στην Κωνσταντινούπολη και ποια συμπεράσματα αντλούμε ως προς τη στρατηγική Πούτιν και τη θέση στην οποία έχει περιέλθει το Κίεβο;
Υπάρχουν δύο ερμηνείες που επί της ουσίας συνιστούν κυρίως προβλέψεις. Η σχετικά αισιόδοξη ερμηνεία είναι ότι πρόκειται για το σημείο εκκίνησης μίας διαπραγματευτικής διαδικασίας και η άλλη είναι ότι είτε η μία, είτε και οι δύο πλευρές προσήλθαν στις συνομιλίες εντελώς προσχηματικά και συνεπώς δεν θα υπάρξει μέλλον. Το μεγάλο ζήτημα δεν είναι άλλο από την κατάπαυση του πυρός.
Η ρωσική πλευρά επιδιώκει μία διαπραγμάτευση σε χαμηλό επίπεδο, δίχως απαραίτητα να μεσολαβήσει εκεχειρία. Αυτό μπορεί να ξενίζει, αλλά δεν είναι σπάνιο. Ιστορικά, τις περισσότερες φορές διαπραγματεύσεις διεξάγονται την ώρα που τα κανόνια χτυπούν. Από την άλλη πλευρά, αυτό που θέλει η Ουκρανία είναι σαφώς η εκεχειρία αλλά και μία διαπραγμάτευση εφ’ όλης της ύλης. Και γιατί το θέλει αυτό; Γιατί αντιλαμβάνεται ότι ως έχουν σήμερα τα πράγματα ο χρόνος δεν είναι με το μέρος της. Όχι γιατί η Ρωσία έχει ένα αξιοσημείωτο πλεονέκτημα στο πεδίο της μάχης. Παρά τα όσα ακούγονται, τα εδαφικά κέρδη της Ρωσίας τους τελευταίους μήνες είναι ελάχιστα. Ανάξια λόγου στην ουσία. Αυτό το οποίο όμως αλλάζει τον στρατηγικό σχεδιασμό του Κιέβου είναι η πολύ μεγάλη πιθανότητα οι Ηνωμένες Πολιτείες να σταματήσουν να ενισχύουν την ουκρανική αντίσταση. Το έχει πει ο πρόεδρος Τραμπ - και βλέπουν βεβαίως την ίδια στιγμή στο Κίεβο πως οτιδήποτε και αν κάνει ο Βλαντιμίρ Πούτιν στην πράξη μένει στο απυρόβλητο από τον Λευκό Οίκο.
Συνεπώς, αυτό το οποίο καταλαβαίνουν οι Ουκρανοί είναι ότι ο Λευκός Οίκος δεν έχει καμία διάθεση, προς το παρόν έστω, να πιέσει τη Ρωσία. Αυτό το οποίο πράττει αυτές τις 100 ημέρες της προεδρίας του είναι να πιέζει την Ουκρανία. Και η Ουκρανία προσέρχεται στις συνομιλίες γνωρίζοντας ότι βρίσκεται σε ιδιαίτερα δυσχερή διαπραγματευτική θέση. Μια αχτίδα φωτός προκύπτει από την ουσιαστική διπλωματική παρέμβαση των Ευρωπαίων, αλλά δεν είναι αρκετή για να μεταβάλλει την τρέχουσα δυναμική. Άρα η Ουκρανία θέλει όχι μόνο την εκεχειρία αλλά και τη διεξαγωγή μίας ουσιαστικής διαπραγμάτευσης τώρα - πριν κινδυνεύσει να την εγκαταλείψει πλήρως ο Ντόναλντ Τραμπ για να το θέσω όσο πιο απλά γίνεται.
Εάν οι διαπραγματεύσεις, έστω και σε χαμηλό επίπεδο, συνεχιστούν και εφόσον οι Ηνωμένες Πολιτείες επενδύσουν κάποιο διπλωματικό κεφάλαιο σε αυτή τη διαδικασία θα είναι πολιτικά πιο δύσκολο για τη Ρωσία να τις τορπιλίσει. Αυτός είναι ο υπολογισμός της Ουκρανίας. Πέραν όλων αυτών και της προσπάθειας ερμηνείας του πώς σκέφτεται η κάθε πλευρά, το ζήτημα είναι πως υπάρχει τεράστια απόσταση μεταξύ των θέσεων των δύο πλευρών και κανείς δεν είναι σε θέση αυτή τη στιγμή να πει πώς μπορεί να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα. Καμία πλευρά δεν επιθυμεί την ίδια στιγμή, προφανώς, να της αποδοθεί η ευθύνη για την κατάρρευση της διαδικασίας.
Δεδομένης της τόσο μεγάλης απόκλισης ποια μπορεί να είναι η τύχη της διαπραγμάτευσης; Πράγματι «τίποτα δεν θα συμβεί» εάν δεν συναντηθούν κατ’ ιδίαν Τραμπ και Πούτιν όπως δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος προκαταλαμβάνοντας και την έκβαση των χθεσινών συνομιλιών;
Ο Ντόναλντ Τραμπ το πιστεύει αυτό απόλυτα. Πιστεύει ότι, τελικά, μόνο η δική του παρέμβαση μπορεί να δώσει διέξοδο στο ουσιαστικό αδιέξοδο που παραμένει έως σήμερα. Ως προς το αν ισχύει ή όχι, είναι εξαιρετικά δύσκολο, αυτή τη στιγμή, να περιγράψει κανείς τη στρατηγική του προέδρου Τραμπ - δηλαδή, τι ακριβώς επιδιώκει. Να λήξει ο πόλεμος, ναι. Αλλά πώς να λήξει ο πόλεμος; Και τι είναι διατεθειμένος να κάνει γι’ αυτό; Είναι διατεθειμένος απλώς να εκβιάσει ακόμη περισσότερο το Κίεβο και τον Ζελένσκι να παραδοθούν άνευ όρων;
Αν ισχύει αυτό το σενάριο, το πιθανότερο είναι ότι δεν πρόκειται να συμβεί - και δεν θα συμβεί επειδή ο πρόεδρος Πούτιν θα το έχει αντιληφθεί. Δεν πρόκειται να προσφέρει τίποτα ως αντάλλαγμα, εφόσον γνωρίζει εκ των προτέρων πως ο μοναδικός στόχος του προέδρου Τραμπ είναι να πιέσει τον Ζελένσκι ώστε, μόλις εκείνος παραδοθεί, να στραφεί στον Πούτιν και να του πει: ‘κάνε κι εσύ μερικές διακοσμητικές παραχωρήσεις, για να τελειώσει ο πόλεμος’. Επανέρχομαι, ωστόσο, στο σημείο ότι, σύμφωνα με το σύνολο σχεδόν των διεθνών αναλύσεων, ουδείς είναι σε θέση, στην παρούσα φάση, να περιγράψει ποια είναι η αμερικανική προσέγγιση - ή αν, πράγματι, οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν ένα συγκεκριμένο πλαίσιο επίλυσης.
Η μόνη ενέργεια που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως απόπειρα άσκησης πίεσης προς τη Μόσχα, δηλαδή η απειλή κυρώσεων, είναι κάτι που, όπως γνωρίζουν όλοι πολύ καλά, δεν πρόκειται να προβληματίσει ιδιαίτερα τη ρωσική πλευρά στην παρούσα συγκυρία. Όχι επειδή οι κυρώσεις είναι αναποτελεσματικές, όπως λέγεται από κάποιους. Στην πραγματικότητα έχουν ήδη επιπτώσεις και θα έχουν ακόμη περισσότερες με τον χρόνο. Απλώς δεν είναι αρκετά ισχυρές ώστε να οδηγήσουν τον πρόεδρο Πούτιν σε υποχώρηση - και σίγουρα όχι άμεσα.
Οι Ευρωπαίοι θα πιέσουν πάντως ακόμη περισσότερο πλέον τον Τραμπ για κυρώσεις κατά της Μόσχας και το κουαρτέτο Μακρόν, Μερτς, Στάρμερ και Τουσκ, παρουσία Ζελένσκι, συνομίλησαν τηλεφωνικά μαζί του αμέσως μετά το πέρας της συνάντησης στην Κωνσταντινούπολη. Διαφαίνεται κάποια ένδειξη στενότερου συντονισμού με την Ουάσινγκτον;
Η Ευρώπη και οι ευρωπαϊκές ηγεσίες γνωρίζουν πάρα πολύ καλά ότι πρέπει να εξαντλήσουν τα περιθώρια συνεννόησης και συντονισμού με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά… «it takes two to tango». Ο πρόεδρος Τραμπ προφανώς δέχεται τα τηλεφωνήματά τους, αλλά δεν γνωρίζω σε ποιο βαθμό ο συντονισμός με τις ευρωπαϊκές ηγεσίες περιλαμβάνεται στην προσέγγισή του. Όπως ανέφερα, τουλάχιστον μέχρι αυτή τη στιγμή, δεν φαίνεται διατεθειμένος να ασκήσει πίεση στη Ρωσία . Λίγες ώρες πριν από τις συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη, η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, προσέβαλε με το χειρότερο τρόπο τον πρόεδρο Ζελένσκι και η αντίδραση της Ουάσινγκτον ήταν μια εκκωφαντική σιωπή. Επαναλαμβάνω, δεν φαίνεται διατεθειμένος ο πρόεδρος Τραμπ να ασκήσει πραγματική πίεση στη Ρωσία πέραν των όσων λέει σε ρητορικό επίπεδο περί επιβολής κυρώσεων.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η χώρα που, με τη βοήθεια που παρέχει στην Ουκρανία τα τελευταία τρία χρόνια, έχει οδηγήσει τη Ρωσία σε μια ουσιαστική ήττα σε σχέση με τους αρχικούς της στόχους. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η Ρωσία -σημειώνω σε ό,τι αφορά τους στόχους ελέγχου της Ουκρανίας και όχι απαραίτητα κατάκτησης- έχει ηττηθεί. Την ίδια στιγμή, όμως, η Μόσχα βλέπει ότι με την προεδρία Τραμπ τα δεδομένα αλλάζουν. Η αμερικανική βοήθεια προς το Κίεβο όχι μόνο δεν θεωρείται δεδομένη, αλλά, κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα συνεχιστεί, γεγονός που αφαιρεί το κίνητρο από τη Ρωσία να προχωρήσει σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις ή να επιδιώξει μια σοβαρή διευθέτηση τώρα. Μπορεί να περιμένει και να θέτει μαξιμαλιστικά αιτήματα, όπως το να μετατραπεί στην ουσία η Ουκρανία σε μια δεύτερη Λευκορωσία, κάτι που δεν μπορεί να αποδεχθεί ούτε ο πρόεδρος Ζελένσκι ούτε κανείς άλλος στην Ουκρανία. Ωστόσο, αυτό πιθανώς ελάχιστα απασχολεί την Ουάσινγκτον. Ο πρόεδρος Τραμπ προσεγγίζει το ουκρανικό ζήτημα βασιζόμενος σε δύο δεδομένα: πρώτον, ότι το κύριο ενδιαφέρον της Ουάσινγκτον είναι η βελτίωση των σχέσεων με τη Μόσχα, και δεύτερον, ότι στο έδαφος έχουν διαμορφωθεί πραγματικότητες που δεν πρόκειται να αλλάξουν.
Συνεπώς πού βρισκόμαστε;
Βρισκόμαστε στο στάδιο μίας διαπραγμάτευσης πολύ «χαμηλής πτήσης». Δεν αποκλείεται να έχουμε μία συμφωνία εκεχειρίας και μία κατ’ αρχήν συμφωνία επί της διαδικασίας, δηλαδή πώς θα συνεχιστεί η διαπραγμάτευση, αλλά όλο αυτό το πλαίσιο θα είναι εξαιρετικά εύθραυστο. Έχουμε παρακολουθήσει πάρα πολλές φορές αυτό το «επεισόδιο»· και σε άλλες κρίσεις έχει συμφωνηθεί εκεχειρία που έπειτα από λίγο καταρρέει και οι όποιες επαφές και διαπραγματεύσεις αναστέλλονται. Δεν υπάρχει βάση για αισιοδοξία. Βρισκόμαστε, βεβαίως, ένα βήμα μπροστά σε σχέση με προχθές, αλλά αυτό το βήμα δεν αλλάζει στο ελάχιστο τα σημερινά δεδομένα. Μακάρι να δούμε πρόοδο, αλλά προς το παρόν αυτό μοιάζει περισσότερο με ευχολόγιο. Δεν υπάρχει τίποτα που να δικαιολογεί ουσιαστική αισιοδοξία - τουλάχιστον στις πρώτες ημέρες και ώρες. Οι προσδοκίες από τις συνομιλίες ήταν και παραμένουν πολύ χαμηλές. Θα ήταν εντυπωσιακή επιτυχία μία συμφωνία για κατάπαυση του πυρός αλλά τη στιγμή αυτή που μιλάμε δεν φαίνεται να υπάρχει ανάλογη προοπτική.
Η Ρωσία προβάλλει τις συνομιλίες αμιγώς ως συνέχεια του 2022 και εμμένει να μιλά για τα «θεμελιώδη αίτια» του πολέμου. Τι περιθώρια αφήνει αυτό για το Κίεβο;
Γιατί κατέρρευσαν οι συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη τον Μάρτιο του 2022; Κατέρρευσαν διότι η Ρωσία πρόβαλε αιτήματα που δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί καμία ουκρανική κυβέρνηση -όχι μόνο απόλυτη ουδετερότητα, παρότι το Κίεβο θα μπορούσε να αποδεχθεί ότι δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, όμως τα υπόλοιπα θα ήταν πολύ δύσκολο έως αδύνατο να τα δεχθεί οποιαδήποτε κυβέρνηση.
Οι Ρώσοι προσέρχονται σε αυτή τη διαπραγμάτευση εντελώς προσχηματικά για να μην χρεωθούν εκείνοι την ευθύνη μίας αποτυχίας πριν καν ξεκινήσει η διαπραγμάτευση. Δεν φαίνεται ότι διατεθειμένοι να συμβιβαστούν σε οτιδήποτε. Ας υποθέσουμε ότι η Ουκρανία δέχεται τις πραγματικότητες στο έδαφος και ότι οι κατεχόμενες περιοχές ανήκουν ντε φάκτο στον έλεγχο της Ρωσίας. Από εκεί και πέραν όμως είναι δυνατόν να αποδεχθεί αυτά που ζητούσαν και τον Μάρτιο του 2022 οι Ρώσοι; Ότι θα μπαίνουν όρια στους εξοπλισμούς και τις αμυντικές ικανότητες της χώρας ότι επί της ουσίας από εδώ και πέραν η Ουκρανία θα είναι μία ανοχύρωτη πολιτεία και άρα απολύτως ευάλωτη στις ρωσικές επιδιώξεις; Όσον αφορά το θέμα των εγγυήσεων ασφαλείας, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι σαφώς διατεθειμένες να τις παράσχουν και όλα αυτά τα γνωρίζει η Ρωσία.
Την ίδια ώρα το Κίεβο θα κάνει τα «πάντα» για να μη συγκρουστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σε αυτή τη φάση ο πρόεδρος Ζελένσκι στην ουσία θα κάνει οτιδήποτε ζητούν οι Ηνωμένες Πολιτείες για να μην δώσει «πάτημα» - θα μεταβεί ο ίδιος στην Κωνσταντινούπολη γνωρίζοντας ότι ο Πούτιν δεν θα είναι εκεί, θα δεχθεί και τη συζήτηση ενώ δεν υπάρχει ακόμη εκεχειρία. Επί της διαδικασίας θα δεχθεί τα πάντα.
Υπάρχει ένα σενάριο, επιτρέψτε μου να πω, ότι όλο αυτό θα οδηγηθεί σε αποτυχία και μετά από λίγες ώρες ή λίγες ημέρες ο πρόεδρος Τραμπ θα καλέσει τον πρόεδρο Πούτιν να συναντηθούν.
Και τι θα σήμαινε μία συνάντηση Τραμπ-Πούτιν χωρίς την παρουσία της Ουκρανίας και της Ευρώπης;
Δεν έχει τέτοιου είδους… επιφυλάξεις ο πρόεδρος Τραμπ. Αυτό θα σήμαινε ότι αυτό το οποίο πιστεύει σε όλη του τη ζωή είναι ότι ο ίδιος είναι σε θέση να σπάσει τα αδιέξοδα και η δική του, προσωπική παρέμβαση να οδηγήσει στο τέλος πολέμων. Την ίδια στιγμή, στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών θα το προβάλει αυτό ως μία τεράστια προσωπική επιτυχία και θα μπορεί την ίδια στιγμή να δείχνει με το δάχτυλο την ανικανότητα των ομοσπονδιακών υπηρεσιών, τις οποίες τόσο πολύ απεχθάνεται.
Μπροστά σε αυτά τα δεδομένα και βάσει των όσων αναφέρετε, μία σύνοδος κορυφής Τραμπ-Πούτιν είναι τελικά κάτι που πρέπει να προσδοκούμε ή να φοβόμαστε;
Εξαρτάται από το πώς βλέπει κανείς τα πράγματα. Γιατί αν οδηγήσει σε μία κατάπαυση του πυρός και λύση, πάρα πολλοί είναι εκείνοι που θα νιώσουν ανακούφιση. Το ζήτημα από εκεί και πέρα είναι εάν μία κακή συμφωνία, μία «κακή» ειρήνη για το Κίεβο και την Ευρώπη, είναι προτιμότερη από τον πόλεμο. Γιατί έτσι νομίζαμε και το 1938…
* Ο κ. Κώστας Υφαντής είναι Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Πρόεδρος του ΔΣ του ΙΔΙΣ, Πάντειο Πανεπιστήμιο.