Ένας αιώνας από τη ζωγραφική του Παπαλουκά στη Μυτιλήνη

Ένας αιώνας από τη ζωγραφική του Παπαλουκά στη Μυτιλήνη

Ανάμεσα στους σημαντικούς Έλληνες ζωγράφους του 20ού αιώνα, ο Σπύρος Παπαλουκάς (1892-1957) κατέχει μια θέση που δεν αποτιμάται επαρκώς ούτε στο εσωτερικό ούτε, ασφαλώς, στον ευρωπαϊκό χώρο. Το έργο του, ωστόσο, δείχνει με σαφήνεια έναν ζωγράφο απολύτως ενήμερο για τις αναζητήσεις του ευρωπαϊκού μοντερνισμού, ο οποίος δεν τις αντιγράφει, αλλά τις μεταβολίζει δημιουργικά, εγγράφοντάς τες στη συνέχεια της ελληνικής εικαστικής παράδοσης.

Ο Παπαλουκάς δεν είναι «περιθωριακός» ως προς την ευρωπαϊκή ζωγραφική. Αντιθέτως, αν τον δει κανείς με κριτήρια αυστηρά μορφοπλαστικά, η συνομιλία του με δημιουργούς όπως ο Ματίς ή ο Μπονάρ δεν είναι καθόλου άνιση. Δεν υπήρξε ιδρυτής κινήματος – τα κινήματα συγκροτούνται στα μεγάλα καλλιτεχνικά κέντρα, με άλλες ιστορικές προϋποθέσεις – όμως η αξία ενός έργου δεν κρίνεται από το αν ο δημιουργός του ηγήθηκε μιας «σχολής», αλλά από τη συνοχή και την ένταση της εικαστικής του γλώσσας στη διάρκεια του χρόνου.

Σπύρος Παπαλουκάς, «Κόκκινες στέγες στη Λέσβο», Δημοτική Πινακοθήκη Ρόδου

Μια ημερίδα, οργανωμένη από την Ομοσπονδία Λεσβιακών Συλλόγων Αττικής και το Αναγνωστήριο Αγιάσου, παίρνει ως αφορμή τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τη «ζωγραφική σοδειά» του Σπύρου Παπαλουκά στη Μυτιλήνη. Η χρονική αυτή επέτειος δεν λειτουργεί τυπικά. Υπενθυμίζει την ανάγκη να ξαναδούμε με προσοχή την εικαστική του γλώσσα, την στιγμή που αποκρυσταλλώνεται.

Σπύρος Παπαλουκάς, «Καμένο χωριό Μυτιλήνης», Εθνική Πινακοθήκη

Το 1925 ο Παπαλουκάς βρίσκεται στην ηλικία των τριάντα τριών ετών: μια ηλικία ώριμη, όπου οι επιρροές έχουν ήδη εσωτερικευθεί. Έχει σπουδάσει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, σε ένα περιβάλλον ακόμη δεμένο με τον ακαδημαϊσμό, και έπειτα στο Παρίσι, την περίοδο που ο μεταϊμπρεσιονισμός και οι διάδοχοί του δοκιμάζουν νέα όρια στη φόρμα και στο χρώμα. Από εκεί επιστρέφει έχοντας συνειδητοποιήσει ότι ο δρόμος του δεν είναι η μίμηση, αλλά η μετάφραση αυτών των αναζητήσεων σε μια ελληνική εικαστική συνέχεια∙ όχι εθνογραφική, αλλά βαθιά μορφολογική.

Προηγουμένως έχει ζήσει την εμπειρία του Άθω, που υπήρξε για εκείνον σχολείο αποκάλυψης: εκεί έμαθε να βλέπει τον χώρο όχι ως φυσικό τοπίο, αλλά ως πνευματική κατασκευή, να αντιλαμβάνεται το φως ως οργανωτική αρχή και όχι ως περιγραφικό στοιχείο. Τα αγιορειτικά έργα του που έχουν συγκεντρωθεί στον μνημειώδη τόμο «Θητεία στον Άθω» (σε επιμέλεια Μάρκου Καμπάνη), δεν αποτελούν απλώς μια ενότητα θρησκευτικού ή «τοπιογραφικού» ενδιαφέροντος. Συνιστούν εργαστήριο σύνθεσης μεταξύ βυζαντινής ζωγραφικής παράδοσης και διεθνούς μοντερνισμού.

Στη Μυτιλήνη του 1925 αυτές οι δύο καταβολές συναντώνται. Ο Παπαλουκάς δεν πηγαίνει στο νησί για να αποτυπώσει μια «τοπιογραφία», αλλά για να δοκιμάσει αν οι λύσεις που έχει επεξεργαστεί στο Όρος, αντέχουν μπροστά σε έναν νέο τόπο, με άλλο φως, άλλους όγκους, άλλη οπτική εμπειρία. Είναι η στιγμή που η ζωγραφική του παύει να «αθροίζει» επιρροές και αρχίζει να συνθέτει. Γι’ αυτό και η ενότητα των έργων της Λέσβου μας δείχνει τη στιγμή όπου ο Παπαλουκάς άρχισε να μιλά με τη δική του, αναγνωρίσιμη φωνή.

Σπύρος Παπαλουκάς, «Tο χωριό της Γέρας στη Μυτιλήνη», Εθνική Πινακοθήκη

Η ημερίδα πραγματοποιείται στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών, την Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2025 στις 5 μ.μ., με δύο συνεδρίες, συζήτηση και παρουσιάσεις που διατρέχουν από την ιστορία της τέχνης έως τη συντήρηση και την τοπική ιστοριογραφία. Είναι μια ευκαιρία και ταυτόχρονα μια υπόμνηση ότι το έργο του Παπαλουκά δεν εξαντλείται στις εμφανείς του αρετές.

Πίσω από κάθε επιφάνεια υπάρχει μια λογική, ένας τρόπος οργάνωσης του χώρου και του φωτός που δεν γίνεται αντιληπτός με μια γρήγορη ματιά. Η σημασία του έγκειται σε αυτήν την εσωτερική αρχιτεκτονική, όπου συνυπάρχουν το μάθημα του μοντερνισμού στον καιρό του, η εμπειρία της βυζαντινής τέχνης και η προσωπική του άσκηση στη μορφή. Αυτό είναι που τον καθιστά δημιουργό πρώτου μεγέθους.

Μια συνάντηση για τον Παπαλουκά λοιπόν έχει νόημα, όχι για να προσφέρει έναν οριστικό χαρακτηρισμό, αλλά για να συγκροτήσει ένα πλαίσιο κατανόησης: να προσεγγίσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια τις προϋποθέσεις και τους μηχανισμούς της ζωγραφικής του, εκεί όπου η προσωπική του φωνή γίνεται σαφώς αναγνωρίσιμη. Έτσι μπορεί να εξηγηθεί – και να δικαιωθεί – ο ισχυρισμός ότι ο Παπαλουκάς ανήκει στους μεγάλους της Ευρώπης.

Το πρόγραμμα της ημερίδας

Κεντρική φωτ.: Ο Σπύρος Παπαλουκάς