Δύο όψεις της Αμερικής και διαφορετικοί δρόμοι για το μέλλον της ακαδημαϊκής ελευθερίας και τα όρια της προεδρικής εξουσίας συγκρούονται στις πύλες του Χάρβαρντ. Το πανεπιστήμιο, αναπόσπαστα συνδεδεμένο με την αμερικανική και διεθνή ελίτ που η βάση του κινήματος MAGA αποστρέφεται, αντιμετωπίζει παράλληλα εγγενείς αδυναμίες, τις οποίες οι ίδιοι οι ακαδημαϊκοί του έχουν αναγνωρίσει. Ωστόσο, κανένα επιχείρημα δεν μπορεί να στηρίξει την προσπάθεια πολιτικής και ιδεολογικής επιβολής ή την ουσιαστική αλλοίωση της ταυτότητας ενός από τα πιο ιστορικά και επιδραστικά πανεπιστήμια παγκοσμίως.
Η αυτονομία και οι ανοιχτοί ορίζοντες των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων βρίσκονται στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και του Χάρβαρντ, η οποία κλιμακώθηκε από τον Απρίλιο σε ανοιχτό «πόλεμο». Η τελευταία πράξη της κυβέρνησης ήταν η αιφνιδιαστική αναστολή της δυνατότητας του πανεπιστημίου να εγγράφει ξένους φοιτητές. Τα πτυχία και το μέλλον χιλιάδων νέων από το εξωτερικό που φοιτούν ήδη στο Χάρβαρντ -και μαζί ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας και της κουλτούρας του Χάρβαρντ- βρέθηκαν εν μία νυκτί στον «αέρα».
Με τον ίδιο τρόπο που η τακτικές «σοκ και δέους» της δεύτερης θητείας Τραμπ έχουν αιφνιδιάσει και σοκάρει πολίτες στο εσωτερικό των ΗΠΑ και κυβερνήσεις διεθνώς, ο φόβος και η σύγχυση διαχύθηκαν σε ένα πανεπιστήμιο που μετρά 389 χρόνια ζωής μετά την προχθεσινή ανακοίνωση της υπουργού Εσωτερικής Ασφάλειας, Κρίστι Νόεμ, για τους ξένους φοιτητές στη βάση ότι το Χάρβαρντ «υποθάλπει τη βία και τον αντισημιτισμό και συνεργάζεται με το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας».
Μετέωροι οι ξένοι φοιτητές, μετέωρη όμως και η βιωσιμότητα του ίδιου του Χάρβαρντ. Η απώλεια πόρων που συνεπάγεται ο αποκλεισμός ξένων φοιτητών δύναται να επηρεάσει καθοριστικά τη λειτουργία, τη διεθνή φήμη και το ακαδημαϊκό επίπεδο του πανεπιστημίου. Και αυτό σε συνέχεια της αναστολής της ομοσπονδιακής χρηματοδότησης ύψους τριών δισεκατομμυρίων δολαρίων -κονδύλια που παραδοσιακά προορίζονται για την έρευνα και την καινοτομία- αφότου το Χάρβαρντ αρνήθηκε να υποχωρήσει στις πιέσεις για αλλαγές στις διαδικασίες προσλήψεων, εισαγωγής φοιτητών και στο πρόγραμμα σπουδών.
Δεδομένου ότι οι ξένοι φοιτητές δεν πληρούν τα κριτήρια για ομοσπονδιακή οικονομική ενίσχυση, καταβάλλουν συνήθως υψηλότερα δίδακτρα και κατ’ επέκταση συμβάλλουν σε πολύ μεγάλο βαθμό στα συνολικά έσοδα του Χάρβαρντ, πέραν του ότι εμπλουτίζουν την πολιτισμική ποικιλομορφία, τη δυναμική και τη ζωή στην πανεπιστημιούπολη. Τα δίδακτρα για το ακαδημαϊκό έτος 2025-2026, που ξεκινά σύντομα, ανέρχονται σε 59.320 δολάρια, ενώ το συνολικό κόστος φοίτησης -μαζί με διαμονή και σίτιση- μπορεί να ανέλθει έως και σε 87.000 δολάρια.
Η άμεση αντίδραση του Χάρβαρντ, με την κατάθεση αγωγής κατά της κυβέρνησης σε λιγότερο από 24 ώρες μετά το «μπλόκο» στις εγγραφές ξένων φοιτητών, ανέδειξε τον κίνδυνο συνολικής αποσταθεροποίησης του πανεπιστημίου από μία τέτοια εξέλιξη. Είναι η δεύτερη αγωγή που κατέθεσε το Χάρβαρντ μετά από εκείνη για το «πάγωμα» των χρηματοδοτήσεων και συνοδεύτηκε από το «κατηγορώ» του πρύτανη Δρ Άλαν Γκάρμπερ για «παράνομες και εκδικητικές» κινήσεις της κυβέρνησης Τραμπ που απειλούν τον χαρακτήρα και την ταυτότητα του Χάρβαρντ, την εκπαιδευτική κοινότητα και συνολικά και τη χώρα.
Στη νέα αγωγή εγκαλείται η κυβέρνηση Τραμπ ότι προχώρησε σε «σαφή αντίποινα» σε βάρος του πανεπιστημίου εξαιτίας της άσκησης των συνταγματικών του δικαιωμάτων, όπως αυτά κατοχυρώνονται από την Πρώτη Τροπολογία, αρνούμενο την παρέμβαση και τον έλεγχο στο πρόγραμμα των σπουδών και στην ιδεολογική έκφραση καθηγητών και φοιτητών. «Με μία μόνο υπογραφή, η κυβέρνηση επιχείρησε να διαγράψει ένα τέταρτο της φοιτητικής κοινότητας τους Χάρβαρντ, τους ξένους φοιτητές που αποτελούν ζωτικό κομμάτι του πανεπιστημίου και της αποστολής του. Χωρίς τους ξένους φοιτητές του, το Χάρβαρντ δεν είναι Χάρβαρντ», ανέφερε η αγωγή για να ακολουθήσει η προσωρινή διαταγή της ομοσπονδιακής δικαστού της Βοστώνης Άλιστον Μπάροουζ που φρενάρει την εκτέλεση της απόφασης της κυβέρνησης Τραμπ, αναγνωρίζοντας ότι θα προκαλούσε «άμεση και ανεπανόρθωτη ζημία» στο πανεπιστήμιο.
Η Κρίστι Νόεμ είχε δώσει διορία 72 ωρών στο Χάρβαρντ να «συμμορφωθεί» με λίστα απαιτήσεων που είχε σταλεί στο πανεπιστήμιο από τις 16 Απριλίου και συμπεριλάμβανε την παράδοση στοιχείων για «παράνομη» δραστηριότητα ξένων φοιτητών, περιλαμβανομένου οπτικού και ηχητικού υλικού από τυχόν συμμετοχή τους σε κινητοποιήσεις, την τελευταία πενταετία. Η υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, μιλώντας στη συνέχεια στο Fox News, δήλωσε πως αυτή ήταν μία προειδοποίηση προς όλα τα πανεπιστήμια «να συμπεριφερθούν σωστά», προβάλλοντας ουσιαστικά την απειλή οικονομικού στραγγαλισμού.
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει αιτιολογήσει τις απαιτήσεις της από το Χάρβαρντ και άλλα κορυφαία πανεπιστήμια ως μια προσπάθεια να καταπολεμηθεί ο αντισημιτισμός, καθώς και οι «αντιαμερικανικές» και «διχαστικές» ιδεολογίες που κατ' αυτούς έχουν κυριαρχήσει στα πανεπιστήμια και υπονομεύουν τις παραδοσιακές αμερικανικές αξίες -και σε αυτό περικλείονται οι πολιτικές Διαφορετικότητας, Ισότητας και Συμπερίληψης (DEI) που ζητείται να καταργηθούν. O Ντόναλντ Τραμπ έχει μιλήσει για «μανιακούς μαρξιστές» αναφερόμενος συνολικά στα πανεπιστήμια της Ivy League και έχει χαρακτηρίσει ειδικά το Χάρβαρντ «αντισημιτικό, ακροαριστερό ίδρυμα» που προσλαμβάνει «σχεδόν όλους τους woke, ριζοσπαστικούς αριστερούς ηλίθιους», ένα «φιλελεύθερο χάος» και «απειλή για τη Δημοκρατία».
Η ρητορική αυτή εντάσσεται σε μία ευρύτερη πολιτική στρατηγική που επιχειρεί να παρουσιάσει τα ελίτ πανεπιστήμια ως οχυρά φιλελεύθερης επιρροής και «μεγάφωνα ριζοσπαστικής προπαγάνδας». Στοχοποιούνται -στο όνομα της... ελευθερίας του λόγου μεταξύ άλλων- όχι μόνο για τα ακαδημαϊκά τους προγράμματα αλλά και για τον ρόλο τους στον δημόσιο διάλογο και τη διαμόρφωση της κοινωνίας.
Για την τραμπική δεξιά τα ιδρύματα εκλαμβάνονται ως «εκκολαπτήρια ανατροπής» και ριζοσπαστικής αριστερής ιδεολογίας, με την κυβέρνηση να πλαισιώνει τις ενέργειές της ως υπεράσπιση της «ουδετερότητάς» τους και κυρίως προστασίας των Εβραίων φοιτητών υπό τη σκιά των διαδηλώσεων που έχουν σημειωθεί με αφορμή τον πόλεμο στη Γάζα. Ήδη από το 2023 το Χάρβαρντ είχε δεχθεί συνολικά επικρίσεις για τους χειρισμούς τους όσον αφορά τις φιλοπαλαιστινιακές δηλώσεις, με την παραιτηθείσα εν τω μεταξύ πρόεδρό του Κλοντίν Γκέιτ να προκαλεί οργή με τη στάση της κατά την ακρόαση, στην οποία είχε κληθεί ενώπιον του Κογκρέσου.
Το Χάρβαρντ έχει εκφράσει διά του πρύτανη Άλαν Γκάρμπερ τη δέσμευση στην αντιμετώπιση του αντισημιτισμού αναφέροντας πως έχουν ληφθεί μέτρα για την ασφάλεια των εβραίων φοιτητών στην πανεπιστημιούπολη. Η μη ανοχή μορφών αντισημιτισμού είναι επιταγή για την ακαδημαϊκή κοινότητα, ωστόσο τα κίνητρα Τραμπ εκτείνονται πολύ πέραν της εκρίζωσής του από τις πανεπιστημιούπολεις και το διακύβευμα αγγίζει καθαυτή την αυτονομία των πανεπιστημίων και τα όρια της ομοσπονδιακής εξουσίας, φανερώνοντας επίσης τα βαθύτερα πολιτισμικά και πολιτικά ρήγματα σε μία ακραία διχασμένη Αμερική.
Σε άρθρο του που φιλοξενούν οι New York Times, ο Δρ Στίβεν Πίνκερ, καθηγητής Ψυχολογίας στο Χάρβαρντ εδώ και 22 χρόνια και με δεκαετίες ακαδημαϊκής πορείας, εκφράζει μια ισορροπημένη και εμπεριστατωμένη άποψη για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στους θεσμούς. Έχοντας ο ίδιος επικρίνει διοικητικές πρακτικές και αναγνωρίζοντας πως το Χάρβαρντ «αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα», επισημαίνει πως η ευρέως διαδεδομένη αίσθηση πως κάτι δε λειτουργεί σωστά έχει προκαλέσει ένα κύμα συμπάθειας προς τον Τραμπ που βάλλει κατά του πανεπιστημίου, ακόμη και μια δόση χαιρεκακίας. «Η χώρα έχει απεγνωσμένη ανάγκη από αυτή την αίσθηση του μέτρου στην αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών και πολιτισμικών της θεσμών» αναφέρει και υπογραμμίζει πως το Χάρβαρντ είναι «ένα πολύπλοκο σύστημα που αναπτύχθηκε σε βάθος αιώνων και συνεχώς καλείται να αντιμετωπίσει ανταγωνιστικές και απρόβλεπτες προκλήσεις». Το μήνυμά του, ξεκάθαρο: «Η κατάλληλη θεραπεία [όπως και με άλλους ατελείς θεσμούς] είναι να διαγνώσουμε ποια μέρη χρειάζονται ποια θεραπεία, όχι να κόψουμε την καρωτίδα του [σ.σ. θεσμού] και να τον αφήσουμε να αιμορραγεί»…
Στο Χάρβαρντ φοίτησαν 6.800 ξένοι φοιτητές κατά το ακαδημαϊκό έτος 2024-2025, ποσοστό 27% επί του συνόλου. Η προγραμματισμένη για την προσεχή εβδομάδα αποφοίτηση της τάξης του 2025 θα πραγματοποιηθεί κανονικά. Ωστόσο, οι σπουδαστές που δεν έχουν ακόμη ολοκληρώσει το πτυχίο τους θα πρέπει να μετεγγραφούν σε άλλο πανεπιστήμιο, διαδικασία καθόλου εύκολη και με βαρύ ψυχολογικό κόστος για τους φοιτητές, ειδάλλως θα χάσουν το καθεστώς παραμονής στις ΗΠΑ, κατά τα όσα δήλωσε η Κρίστι Νόεμ πριν την προσωρινή δικαστική διαταγή.
Οι Κινέζοι φοιτητές του Χάρβαρντ ακύρωναν χθες πτήσεις για να επιστρέψουν στο Πεκίνο και ζητούσαν νομικές συμβουλές για την παραμονή τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι φοιτητές από την Κίνα αποτελούν τη μεγαλύτερη ομάδα ξένων φοιτητών στο Χάρβαρντ -περίπου 1.300 είναι σήμερα οι εγγεγραμμένοι, γεγονός που καθιστά τις συνέπειες της απόφασης ιδιαίτερα έντονες τόσο για τους ίδιους όσο και για το πανεπιστήμιο. Ο Καναδάς, η Ινδία, η Βρετανία, η Νότια Κορέα, η Γερμανία, η Σιγκαπούρη και η Ιαπωνία είναι επίσης ανάμεσα στις χώρες με τη μεγαλύτερη εκπροσώπηση φοιτητών στο Χάρβαρντ, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του πανεπιστήμιου.
«Η Κίνα ήταν πάντοτε αντίθετη με την πολιτικοποίηση της εκπαιδευτικής συνεργασίας», δήλωνε χθες η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Μάο Νινγκ σε συνέντευξη Τύπου. «Το μέτρο που έλαβε η αμερικανική πλευρά το μόνο που θα κάνει είναι να υπονομεύσει τη διεθνή εικόνα και φήμη των Ηνωμένων Πολιτειών», ανέφερε. Οι συνέπειες αυτής της απόφασης δεν περιορίζονται μόνο στους λίγους προνομιούχους που καταφέρνουν να εισαχθούν στο φημισμένο πανεπιστήμιο. Είναι πιθανό να επηρεάσουν βαθύτερα και ευρύτερα τη συνολική σχέση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας, στερώντας έναν από τους ελάχιστους εναπομείναντες λόγους για τους οποίους πολλοί στην Κίνα εξακολουθούν να θαυμάζουν την Αμερική - το υψηλό επίπεδο της ανώτατης εκπαίδευσής της, σημειώνουν οι αναλυτές στις ΗΠΑ. Αξιωματούχοι και σχολιαστές την ίδια στιγμή στην Κίνα «βλέπουν» την εξέλιξη υπό το πρίσμα της αυξανόμενης αντιπαλότητας μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου. «Έχει πλάκα να τους βλέπεις να καταστρέφουν οι ίδιοι τη δύναμή τους» ήταν μία από τις πλέον δημοφιλείς αναρτήσεις Κινέζου σχολιαστή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της χώρας.