Στην Ελλάδα υπάρχει μια θορυβώδης μειοψηφία, που αρέσκεται να διαδηλώνει σε δρόμους και πλατείες και τείνει συχνά να αυθαιρετεί, καταστρατηγώντας νόμους και κανόνες και θεωρώντας ότι έχει μόνο δικαιώματα, χωρίς καθόλου υποχρεώσεις απέναντι στο κοινωνικό σύνολο. Η μειοψηφία αυτή καταφέρνει και δημιουργεί “κλίμα”, ακριβώς επειδή είναι θορυβώδης.
Οι άνθρωποι αυτοί συγχέουν τη δημοκρατία με την αναρχία και την ελευθερία με την ασυδοσία. Έτσι διαπλάστηκαν, αυτό καταλαβαίνουν, αυτό κάνουν δημιουργώντας αχρείαστη οχλαγωγία.
Η πρόσφατη ιστορία με τα τσαντίρια στον Άγνωστο Στρατιώτη ήταν αρκετά διδακτική και πλην του απεργού πείνας που δηλώνει δικαιωμένος, είχε μόνο ηττημένους.
Την κυβέρνηση κατ’ αρχήν που έδειξε αμηχανία στην αρχή και φοβικότητα στη συνέχεια, αφήνοντας να εξελιχθεί μια εικόνα στο κέντρο της πόλης, δίπλα σ ’ένα ιερό μνημείο, που δεν τιμά ούτε τη χώρα, ούτε την ιστορία της.
Τους θεσμούς στην συνέχεια, με πρώτον αυτόν της Δικαιοσύνης, που έδωσαν την εντύπωση της υποχωρητικότητας απέναντι σε μια-κακά τα ψέματα -εκβιαστική τακτική, έξυπνα και αδίστακτα στημένη ώστε να στοχεύει κατ’ ευθείαν στον θυμικό.
Και το κοινωνικό σύνολο τέλος, που μεταξύ άλλων ταλαιπωρείται αφάνταστα με τις πορείες στο πολύπαθο κέντρο της Αθήνας, πότε για τον Ζακ, πότε για τη Γάζα, πότε για τα Τέμπη, πότε για τον Ερμή που είναι ανάδρομος.
Το παρήγορο όμως είναι ότι υπάρχει και μια σιωπηρή πλειοψηφία, που εξοργίζεται με όλα αυτά.
Μια σιωπηρή πλειοψηφία υγιώς σκεπτόμενων πολιτών, νοικοκυραίων και ανθρώπων της εργασίας, που θέλουν να δουν αυτή τη χώρα να προοδεύει, να αποκτά σχολεία, πανεπιστήμια, νοσοκομεία και υποδομές που της αξίζουν, να τη δουν να θωρακίζεται αμυντικά, να αποκτά ισχυρή οικονομία και στέρεους θεσμούς που ν’ αντέχουν στο χρόνο και τις προκλήσεις.
Οι άνθρωποι αυτοί ήταν μέρος της κοινωνικής πλειοψηφίας που ξεδόντιασε το ‘19 και το ‘23 τον λαϊκισμό και επανέφερε τη χώρα στην κανονικότητα.
Οι άνθρωποι αυτοί δεν θα τρέξουν σε συλλαλητήρια, δεν θα μοιράσουν ψόφους και κατάρες, δεν θα βρίσουν, δεν θα προπηλακίσουν, θα σεβαστούν την αντίθετη άποψη.
Και αν διαβάζω σωστά την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, οι άνθρωποι αυτοί είναι αηδιασμένοι με την ελεεινή τυμβωρυχία που εξελίσσεται εδώ και 2,5 χρόνια στο θέμα των Τεμπών.
Ακόμα κι αν αρκετοί απ´ αυτούς είναι απογοητευμένοι με κάποια φαινόμενα διαφθοράς και παθογένειες που δεν θεραπεύτηκαν έγκαιρα, ακόμα κι αν είναι προβληματισμένοι με την αργή πρόοδο σε κάποιες μεταρρυθμίσεις, ακόμα κι αν δυσφορούν με κάποιες αστοχίες, ακόμα κι αν δυσκολεύονται να κατανοήσουν την ανοχή του κράτους σε ασχήμιες ακραίων, την ώρα της κάλπης θα το σκεφτούν διπλά και τριπλά να βάλουν τη χώρα σε περιπέτειες.
Γιατί εκεί θα μιλήσει τελικά το ένστικτο αυτοσυντήρησης.
Η κάλπη του ’27, θα είναι μιά κάλπη που θα κρίνει οριστικά το μέλλον της χώρας και των επόμενων γενεών.
Η κάλπη του ’27 θα πρέπει να κλείσει τους λογαριασμούς με το παρελθόν και να δώσει οριστική απάντηση στο ερώτημα αν θέλουμε να είμαστε μιά ευρωπαϊκή χώρα στα Βαλκάνια αντί για μιά βαλκανική χώρα στην Ευρώπη, όπως διακαώς επιθυμούν άτομα του κοινωνικού περιθωρίου, τυχοδιώκτες, απατεώνες και ανεύθυνοι καιροσκόποι.
Με αυτή την έννοια, η κάλπη του ’27 θα είναι η μητέρα όλων των μαχών.
Θα καταφέρουμε να περάσουμε τον κάβο η θα μας πνίξει η αυτοκαταστροφικοτητα ;
Θα το ξέρουμε σε περίπου 1,5 χρόνο από τώρα.