Απαιτήσεις «σοβιετικών» προδιαγραφών και όρους που ουσιαστικά εξουδετερώνουν την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της Ουκρανίας προβάλλει ο Βλαντιμίρ Πούτιν ενώπιον της Δύσης, εμμένοντας στο μοτίβο των νομικά δεσμευτικών εγγυήσεων για τον τερματισμό της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς που επιδίωκε να διαπραγματευτεί με τις ΗΠΑ και τη Συμμαχία προτού εξαπολύσει την εισβολή του 2022.
Υπήρχε η Ευρώπη πριν από την 24η Φεβρουαρίου του 2022. Και υπάρχει και η Ευρώπη μετά. Όπως υπάρχουν και οι διατλαντικοί δεσμοί πριν και μετά την επάνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Έπειτα από σχεδόν τρεισήμισι χρόνια πολέμου, η Ουκρανία αλλά και η Ευρώπη στο σύνολό της βρίσκονται σε ένα κομβικό σημείο, όπου η αμερικανική στρατιωτική στήριξη για την μεν και η αμερικανική ομπρέλα ασφαλείας για την δε, κάθε άλλο παρά μπορούν να θεωρούνται δεδομένες.
Τα υποτιθέμενα «ανοίγματα» του Πούτιν απέχουν πολύ από ειλικρινείς διπλωματικές πρωτοβουλίες και αυτή την πραγματικότητα ίσως πλέον βρίσκεται κοντά να αναγνωρίσει και ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ. Εντός δύο εβδομάδων θα έχει αποφανθεί ο Τραμπ εάν ο Πούτιν καθυστερεί σκόπιμα τις διαπραγματεύσεις και αν διαπιστώσει πως χειραγωγεί τις Ηνωμένες Πολιτείες θα «αντιδράσει διαφορετικά», όπως δήλωσε ο ίδιος χθες από το Οβάλ Γραφείο, αποδίδοντας τη διστακτικότητά του για την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία στο γεγονός ότι «δεν θέλει να τινάξει τη συμφωνία στον αέρα».
Παίρνει συνεπώς παράταση τουλάχιστον δύο εβδομάδων η απάντηση στο ερώτημα εάν η πρόσφατη αλλαγή τόνου από πλευράς του Αμερικανού προέδρου θα μεταφραστεί και σε πράξη, μέσω της επιβολής κυρώσεων - και κυρίως, αν θα πρόκειται για κυρώσεις που «δαγκώνουν», ικανές να ασκήσουν πραγματική πίεση στον Πούτιν. Και παρόλο που ο Τραμπ επανέλαβε και χθες την πρόθεσή του για μία συνάντηση κορυφής με τους Βλαντιμίρ Πούτιν και Βολοντίμιρ Ζελένσκι, μία σταδιακή αποδέσμευση των ΗΠΑ από το Ουκρανικό είναι ορατή, με το Κίεβο και τους Ευρωπαίους συμμάχους να καταβάλλουν προσπάθεια να την αναχαιτίσουν.
Η ρητορική του Βλαντιμίρ Πούτιν στοχεύει πρωτίστως τη Δύση, επιδιώκοντας να πιέσει τους συμμάχους της Ουκρανίας, όχι να διαπραγματευτεί με το ίδιο το Κίεβο. Η εμμονή του στην υποταγή της Ουκρανίας αντικατοπτρίζει μια μαξιμαλιστική ατζέντα, αμετάβλητη από την προσάρτηση της χερσονήσου της Κριμαίας το 2014 έως και την πλήρους κλίμακας εισβολή το 2022. Και μπορεί ο Σεργκέι Λαβρόφ να εισηγείται νέο γύρο απευθείας διαβουλεύσεων στην Κωνσταντινούπολη στις 2 Ιουνίου, όμως η Ρωσία ακολουθεί μεθοδικά μία παρελκυστική τακτική όσον αφορά τις συνομιλίες και αντίθετα δείχνει να προετοιμάζεται για μία θερινή μαζικής κλίμακας χερσαία επιχείρηση, έχοντας συγκεντρώσει 50.000 στρατιώτες κοντά στην επαρχία Σούμι της βορειοανατολικής Ουκρανίας -όπου ο Πούτιν έχει διακηρύξει την πρόθεσή του να εγκαταστήσει μία «ουδέτερη ζώνη».
Στο Κρεμλίνο, δεν υπάρχει στην πραγματικότητα καμία διάθεση για διαπραγματεύσεις, δηλώνει στην ιταλική Corriere della Sera ο Σεργκέι Μάρκοφ, πρώην σύμβουλος του Πούτιν, γνωστός για τον κυνισμό του και την -μέχρι στιγμής- απόλυτη ακρίβεια των εκτιμήσεών του. Υποστηρίζει ότι μία ειρηνευτική συμφωνία δεν πρόκειται να τεθεί επί τάπητος πριν από το φθινόπωρο, «έπειτα από μία νέα επίθεση από την οποία ο Πούτιν δεν φαίνεται διατεθειμένος να παραιτηθεί».
Γερμανική στήριξη «μεγάλου βεληνεκούς» στο Κίεβο
Μπροστά στο διαρκές αδιέξοδο και δίχως καμία βεβαιότητα για τη στάση που θα τηρήσει η Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ, ήλθε χθες ένα ιδιαίτερα ισχυρό σήμα στήριξης της Ουκρανίας από τη Γερμανία του Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος ανακοίνωσε τη συμπαραγωγή με το Κίεβο πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς -δίχως περιορισμούς ως προς την εμβέλεια των επιθέσεων κατά στόχων στη ρωσική επικράτεια- καθώς και πρόσθετη στρατιωτική βοήθεια ύψους 5 δισ. ευρώ στην Ουκρανία.
Υποδεχόμενος τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο Βερολίνο για την τρίτη συνάντησή τους μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Μερτς τόνισε τη ζωτική σημασία της υποστήριξης προς την Ουκρανία, δηλώνοντας ότι η έκβαση του πολέμου θα καθορίσει την ασφάλεια ολόκληρης της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η δέσμευση του Μερτς προς την Ουκρανία εντάσσεται σε ευρύτερη στρατηγική για την αποκατάσταση του ηγετικού ρόλου της Γερμανίας μεταξύ των Ευρωπαίων συμμάχων, σε επικίνδυνους καιρούς εξασθένησης της αμερικανικής δέσμευσης στην ασφάλεια της ηπείρου και ενόσω η ρωσική απειλή διογκώνεται.
Ο Γερμανός καγκελάριος μίλησε για την αρχή «μίας νέας μορφής στρατιωτικής-βιομηχανικής συνεργασίας μεταξύ Βερολίνου και Κιέβου, με σημαντική προοπτική», δίχως ούτε ο ίδιος, ούτε ο Ζελένσκι, να παράσχουν λεπτομέρειες για τα όπλα που θα κατασκευαστούν. Η νέα κυβέρνηση Μερτς έχει ήδη γνωστοποιήσει ότι η Γερμανία, ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων στην Ουκρανία μετά τις ΗΠΑ, ακολουθεί πλέον μία στάση «στρατηγικής ασάφειας» ως προς τη στρατιωτική στήριξη προς την Ουκρανία. Ο Μερτς απέφυγε επίσης κάθε σχόλιο σχετικά με το ενδεχόμενο αποστολής των πυραύλων Taurus από τη Γερμανία, ζήτημα που διχάζει τον κυβερνητικό συνασπισμό με τους Σοσιαλδημοκράτες να παραμένουν αντίθετοι. Προχθεσινές δηλώσεις Μερτς αναφορικά την άρση των περιορισμών ως προς τους στρατιωτικούς στόχους που μπορούν να πλήξουν οι Ουκρανοί εντός ρωσικής επικράτειας είχαν ανατροφοδοτήσει τις εικασίες ότι ο καγκελάριος θα άναβε το πράσινο φως για τους Taurus, ωστόσο ακολούθησαν διευκρινίσεις που απομάκρυναν το ενδεχόμενο. Ο υπουργός της καγκελαρίας Τόρστεν Φράι δεν απέκλεισε, πάντως, χθες την αποστολή των οπλικών συστημάτων που πιεστικά ζητά επί μακρόν το Κίεβο από το Βερολίνο.
Σε ό,τι αφορά τη συμπαραγωγή πυραύλων, εκτιμάται ότι το Βερολίνο θα προμηθεύσει την Ουκρανία με τεχνικά εξαρτήματα που θα της επιτρέψουν να κατασκευάζει και να συντηρεί εγχώρια όπλα μεγάλου βεληνεκούς, συμπεριλαμβανομένων πυραύλων κρουζ με βεληνεκές έως και 2.500 χιλιόμετρα. Η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να ενισχύσει ουσιαστικά την αμυντική ικανότητα του Κιέβου, ενώ παράλληλα θεωρείται πως θα επέτρεπε στον Μερτς να αποφύγει κατηγορίες, ιδίως στο εσωτερικό, ότι ωθεί τη χώρα σε επικίνδυνους δρόμους, κατευνάζοντας και τους σκεπτικιστές εντός του ίδιου του κυβερνητικού συνασπισμού που ανησυχούν ότι η Γερμανία θα μπορούσε να παρασυρθεί σε έναν ευρύτερης κλίμακας πόλεμο.
Ο Φρίντριχ Μερτς σε κάθε περίπτωση δήλωσε σε όλους τους τόνους πως η Γερμανία προτίθεται να στηρίξει πλήρως το Κίεβο για την άμυνά του και την αποδυνάμωση της ρωσικής πολεμικής μηχανής και στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η δήλωσή του ότι «θα κάνει τα πάντα» για να αποτρέψει την επαναλειτουργία του αγωγού Nord Stream 2 υπό το φως αναφορών που θέλουν Αμερικανούς και Ρώσους επενδυτές να προωθούν την επαναφορά της ροής του ρωσικού φυσικού αερίου μέσω του αγωγού στην Ευρώπη.
Στο διπλωματικό επίπεδο, ο Μερτς επανέλαβε ότι ο Πούτιν ουδεμία πρόθεση έχει να τερματίσει την αιματοχυσία, υπογράμμισε όμως ότι οι Ευρωπαίοι είναι έτοιμοι να στηρίξουν τεχνικές συνομιλίες μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, σημειώνοντας ταυτόχρονα ότι η στήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών είναι «απαραίτητη» για την επιτυχία κάθε διαπραγμάτευσης.
Πριν από τη συνάντηση στο Βερολίνο, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, είχε χαρακτηρίσει «ιδιαίτερα ανησυχητική» την εξαγγελία του Φρίντριχ Μερτς για τη δημιουργία του ισχυρότερου συμβατικού στρατού στην Ευρώπη. Μιλώντας σε συνέδριο ασφαλείας στη Μόσχα, ο Λαβρόφ ανέφερε πως η ανακοίνωση θυμίζει «περιόδους του περασμένου αιώνα, όταν η Γερμανία αναδείχθηκε δύο φορές σε κυρίαρχη στρατιωτική δύναμη - και πόσα δεινά προκάλεσε αυτό».
Μετά τις συνομιλίες Μερτς-Ζελένσκι και τις ανακοινώσεις για τη συμπαραγωγή πυραύλων, οι ρωσικοί «βρυχηθμοί» εντάθηκαν. Ο Λαβρόφ κατήγγειλε ότι η Γερμανία έχει πλέον άμεση και ενεργή εμπλοκή στον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας, λέγοντας πως ελπίζει ότι οι «υπεύθυνοι πολιτικοί» στη χώρα θα εξάγουν το σωστό συμπέρασμα και «θα σταματήσουν την τρέλα». Η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, εξαπέλυσε επίθεση κατά του Γερμανού καγκελάριου, κατηγορώντας τη Δύση ότι έχει περάσει από «στρατηγική αβεβαιότητα» σε «επιθετική ανεπάρκεια». Το Κρεμλίνο, δια του Ντμίτρι Πεσκόφ, μίλησε για «ανεύθυνη και πολύ επικίνδυνη θέση που παίρνει η Γερμανία».
Όροι και «βαθύτερα αίτια»
Την ίδια στιγμή, στους όρους τους οποίους θέτει ο Βλαντιμίρ Πούτιν για τον τερματισμό του πολέμου αναφέρθηκε χθεσινό αποκλειστικό τηλεγράφημα του πρακτορείου Reuters, επικαλούμενο τρεις ρωσικές πηγές με γνώση των διαπραγματεύσεων. Η διακοπή της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς, με σχετική γραπτή δέσμευση της Δύσης, παραμένει κύρια απαίτηση του Κρεμλίνου. Το ΝΑΤΟ έχει δηλώσει κατά το παρελθόν ότι δεν πρόκειται να αλλάξει την πολιτική «ανοιχτών θυρών» επειδή το απαιτεί η Μόσχα. Τον Δεκέμβριο του 2021, όταν ο Πούτιν συντηρούσε την απειλή της εισβολής στην Ουκρανία, απαιτούσε νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις ασφαλείας όχι μόνο για τη μη εισδοχή της Ουκρανίας αλλά κατ’ ουσίαν για την επιστροφή του ΝΑΤΟ στα… σύνορα του 1997. H Ρωσία ζητούσε νομικά δεσμευτική εγγύηση ότι θα αποκλειστεί μελλοντική ένταξη της Ουκρανίας στη Συμμαχία, καθώς και την απομάκρυνση ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων και οπλικών συστημάτων από τις χώρες που εντάχθηκαν στη Συμμαχία μετά το 1997 -στις οποίες περιλαμβάνονται η Πολωνία, οι πρώην σοβιετικές δημοκρατίες Εσθονίας, Λιθουανίας και Λετονίας και βαλκανικά κράτη.
Κατά τις ρωσικές πηγές που επικαλείται το Reuters, ο Βλαντίμιρ Πούτιν επιδιώκει και τώρα γραπτές δεσμεύσεις από τις μεγάλες δυτικές δυνάμεις ότι δεν θα υπάρξει περαιτέρω διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς, ώστε να αποκλειστεί επίσημα η προοπτική ένταξης της Ουκρανίας, της Γεωργίας, της Μολδαβίας και άλλων πρώην σοβιετικών δημοκρατιών. Η Ρωσία ζητά επίσης την ουδετερότητα της Ουκρανίας, την άρση των δυτικών κυρώσεων, ρύθμιση του ζητήματος των «παγωμένων» ρωσικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων και προστασία των ρωσόφωνων στην Ουκρανία. Αν δεν εξασφαλίσει συμφωνία με τους δικούς του όρους, ο Πούτιν θα επιδιώξει να επιδείξει με στρατιωτικές νίκες στους Ουκρανούς και τους Ευρωπαίους ότι «η ειρήνη αύριο θα είναι ακόμα πιο επώδυνη», ανέφερε μία εκ των πηγών στο Reuters. Η απάντηση του Βολοντίμιρ Ζελένσκι ήταν πως ο Πούτιν το μόνο που κάνει είναι να αναπαράγει τα ίδια τελεσίγραφα στο δημόσιο λόγο, καθυστερώντας να επιδώσει το λεγόμενο ρωσικό μνημόνιο ως βάση για την έναρξη διαπραγμάτευσης.
Ο ίδιος ο Πούτιν και οι Ρώσοι αξιωματούχοι έχουν κατ’ επανάληψη δηλώσει πως οποιαδήποτε συμφωνία θα πρέπει να αντιμετωπίζει τις «βαθύτερες αιτίες» του πολέμου και αυτή είναι η απόδειξη ότι το Κρεμλίνο δεν έχει υποχωρήσει ούτε εκατοστό από τους αρχικούς μαξιμαλιστικούς πολεμικούς στόχους του που είναι πρακτικά αδύνατο να αποδεχθεί η Ουκρανία, καθώς διακυβεύεται η ίδια η κυριαρχία και η ανεξαρτησία της και καθίσταται μία χώρα υποταγμένη στη ρωσική επιρροή δίχως δικαίωμα να ορίσει το μέλλον της.
Καμία ένταξη στο ΝΑΤΟ -κάτι που ο Τραμπ έχει ήδη «δώσει» και θα μπορούσε και το Κίεβο να αποδεχθεί εφόσον λάβει ισχυρές εγγυήσεις ασφαλείας-, αλλά και ένας «ψαλιδισμένος» στρατός που θα αφήνει την Ουκρανία ανοχύρωτη στις ρωσικές ορέξεις, ούτε και ξένες δυνάμεις ή ξένα όπλα στο έδαφός της. Μία κυβέρνηση στο Κίεβο προσκείμενη στο Κρεμλίνο, οριστική εγκατάλειψη της Κριμαίας -έως και de jure αμερικανική αναγνώριση της προσάρτησης της χερσονήσου-, ντε φάκτο αναγνώριση του ρωσικού ελέγχου των τεσσάρων κατεχόμενων επαρχιών της Ουκρανίας - ακόμη και αποχώρηση του ουκρανικού στρατού από τα σημεία εκείνα των επαρχιών που δεν ρωσοκρατούνται.