Αν έγινε κάτι κατανοητό από την τρέχουσα γεωπολιτική κρίση στη Μέση Ανατολή είναι ότι το δολάριο και τα αμερικανικά ομόλογα έχουν χάσει ένα αρκετά μεγάλο μέρος της λάμψης τους ως επενδυτικά καταφύγια πρώτης επιλογής.
Πριν την πρόσφατη κρίση στη Μέση Ανατολή, στις 13 Ιουνίου η αμερικανική δεκαετία ήταν πέριξ του 4,30%-4,33% , σήμερα είναι πέριξ του 4,29%-4,3%.
O δείκτης του δολαρίου ήταν πέριξ του 97,9, ανέκαμψε λόγω των ανησυχιών για μια επέκταση της σύγκρουσης μέχρι το 99,4 για λίγο, για να καταλήξει σήμερα πέριξ του 97,70.
Ούτε η Fed, η οποία άφησε και στη συνεδρίαση του Ιουνίου αμετάβλητα τα επιτόκια, διατηρώντας στο ίδιο επίπεδο το επιτοκιακό πλεονέκτημα του δολαρίου, κατάφερε να βοηθήσει το δολάριο να διατηρήσει τα όποια κέρδη του.
Όταν δε τη Δευτέρα η αξιωματούχος της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ και αντιπρόεδρος για την εποπτεία, Μισέλ Μπόουμαν, δήλωσε ότι η Fed θα πρέπει να εξετάσει σύντομα το ενδεχόμενο μείωσης των επιτοκίων, λόγω των ανησυχιών για τους κινδύνους στην αγορά εργασίας, πυροδότησε νέες πωλήσεις στο δολάριο.
Πλέον τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης των funds της Fed αποτιμούν μειώσεις 58 μονάδων βάσης φέτος, γεγονός που υποδηλώνει προσδοκίες ότι δύο μειώσεις των 25 μονάδων βάσης είναι βέβαιες, με αυξανόμενη πιθανότητα και για τρίτη μείωση.
Οι προσδοκίες για μειώσεις επιτοκίων τροφοδοτούν εκ νέου εκροές από τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου και ξεκινάνε ακριβώς από την ταχέως μεταβαλλόμενη εμπορική πολιτική των ΗΠΑ.
Οι ρίζες της αδυναμίας του δολαρίου
Η αλήθεια είναι ότι από την αρχή της όξυνσης του εμπορικού πολέμου από τις ΗΠΑ, το δολάριο και τα αμερικανικά ομόλογα έχασαν τον παραδοσιακό τους ρόλο τους σαν ασφαλές καταφύγιο. (σ.σ: Θυμηθείτε σχετική ανάλυση εδώ)
Οι στατιστικές παρατηρήσεις λοιπόν που υπογραμμίζουν ότι το δολάριο φέτος καταγράφει το χειρότερο πρώτο εξάμηνο από το 1986 και βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 3,5 ετών έναντι των βασικών νομισμάτων, είναι καθαρή απόρροια της μειωμένης ζήτησης πρωτίστως για τα αμερικανικά ομόλογα.
Βλέπετε, πρόκειται για μια κλασική περίπτωση προσφοράς και ζήτησης. Τα μικτά σήματα για το μέλλον της αμερικανικής οικονομίας μετά την «Ημέρα Απελευθέρωσης» του Τραμπ έχουν οδηγήσει εδώ και εβδομάδες τους επενδυτές μακριά από τα αμερικανικά ομόλογα, καθώς οι ανακοινώσεις των δασμών τους έκαναν να επανεκτιμήσουν τις προοπτικές για την οικονομία των ΗΠΑ. Το αποτέλεσμα ήταν η μείωση της ζήτησης για το δολάριο.
Ακόμα και όσον αφορά τις Κεντρικές Τράπεζες, το δολάριο έχει χάσει σαφώς την αίγλη του. Ενώ πέρσι καταλάμβανε την πρώτη θέση στις προτιμήσεις των Κεντρικών Τραπεζών, φέτος υποχώρησε στην έβδομη θέση, με τις περισσότερες τράπεζες να διερευνούν εναλλακτικές λύσεις όπως ο χρυσός, το ευρώ και το κινεζικό γουάν.
Σύμφωνα με την έρευνα του Official Monetary and Financial Institutions Forum, οι διαχειριστές διεθνών συναλλαγματικών αποθεμάτων δήλωσαν ότι επαναξιολογούν τη στρατηγική τους όχι μόνο λόγω των γεωπολιτικών εντάσεων, αλλά και λόγω του κατακερματισμού του παγκόσμιου εμπορίου.
Όσο δε πλησιάζουμε στον Ιούλιο, οι αγορές θα αντιμετωπίζουν το ρίσκο αναζωπύρωσης του εμπορικού πολέμου με ολοένα και μεγαλύτερο άγχος, καθώς η προθεσμία για τις «αμοιβαίες» δασμολογικές αυξήσεις εκπνέει στις 9 Ιουλίου, χωρίς να έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στις διαπραγματεύσεις.
Αν και ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ, έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο νέας παράτασης για ορισμένες χώρες, εντούτοις η αποχώρηση του Τραμπ από τη σύνοδο της G7 ερμηνεύεται ως ένδειξη στασιμότητας, για τις εμπορικές συνομιλίες.
Υπενθυμίζουμε ότι το mini sell off του Απριλίου με αφορμή την όξυνση του εμπορικού πολέμου, συνοδεύτηκε με μια αντίθετη προς την επενδυτική πεποίθηση κίνηση της αγοράς των ομολόγων: Οι επενδυτές δεν κατέφυγαν στο αμερικανικό Τreasury με αποτέλεσμα η απόδοση της αμερικανικής δεκαετίας να ξεπεράσει το 4,5%.
Αυτό στην ουσία προκάλεσε ένα mini σοκ στην επενδυτική κοινότητα, σχετικά με το εάν μπορεί ακόμη να βασιστεί στα ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου σε περιόδους έντονης αβεβαιότητας. Όσο πλησιάζει η 9η Ιουλίου λοιπόν, δεδομένου ότι μπορεί να πυροδοτήσει μια νέα όξυνση του εμπορικού πολέμου, η μνήμη αυτού του σοκ θα μεγαλώνει.
Η «ρίζες» για αυτό το σοκ βρίσκονται ακριβώς στην αμφισβήτηση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος των ΗΠΑ.
Για πάνω από 70 χρόνια, οι Ηνωμένες Πολιτείες απολαμβάνουν μια μοναδική θέση στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές, χάρη στην ηγετική τους θέση στην απελευθέρωση του εμπορίου, τη στρατιωτική ισχύ και την τεχνολογική καινοτομία.
Αυτή η αφήγηση εν έτη 2025 και επί προεδρίας Τραμπ υπέστη σοβαρή κρίση. Οι δασμοί σήμαναν την κρίση του εμπορίου εξαιρεσιμότητας των ΗΠΑ, ενώ οι προστατευτικές πολιτικές και η μειωμένη εμπιστοσύνη στους θεσμούς των ΗΠΑ άρχισαν να αναδιαμορφώνουν τις αντιλήψεις για την οικονομική σταθερότητα της χώρας.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ανεξαρτησία των Κεντρικών Τραπεζών παραμένει σημαντική για τους επενδυτές. Μέσα από αυτό το πρίσμα, τα σχόλια του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ σχετικά με την πιθανή αντικατάσταση του προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, Τζέρομ Πάουελ, λόγω της διαφορετικής προσέγγισης σχετικά με την πολιτική επιτοκίων, επιβάρυναν την επενδυτική ψυχολογία για τα αμερικανικά assets.
Όλα αυτά είναι εμφανές ότι εξακολουθούν να δηλώνουν το παρόν στην αγορά των αμερικανικών ομολόγων και κατ’επέκταση και στο δολάριο. Στην ουσία, η αποστροφή προς τον κίνδυνο αυξήθηκε και επειδή οι ΗΠΑ φάνηκαν να είναι μια σοβαρή πηγή κινδύνου, οι επενδυτές έχουν αρχίσει να μειώνουν τις τοποθετήσεις τους στις αγορές των ΗΠΑ μετά από χρόνια συσσώρευσης περιουσιακών στοιχείων σε δολάρια .
Οι προοπτικές του δολαρίου για το δεύτερο εξάμηνο
Εάν οι ΗΠΑ συνεχίσουν να ακολουθούν μια επιθετική εμπορική πολιτική, το δολάριο είναι πολύ πιθανό να αποδυναμωθεί περαιτέρω, καθώς οι δασμοί θα προκαλέσουν επιβράδυνση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος -ΑΕΠ- και κατ’επέκταση των εταιρικών κερδών.
Πρόσφατα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η αμερικανική οικονομία ήδη οδεύει σε τροχιά επιβράδυνσης: Oι λιανικές πωλήσεις σημείωσαν τον Μάιο τη μεγαλύτερη πτώση των τελευταίων τεσσάρων μηνών, καθώς μειώθηκαν κατά 0,9%.
Η βιομηχανική παραγωγή κατέγραψε πτώση για δεύτερη φορά σε τρεις μήνες, ενώ η εμπιστοσύνη στον κατασκευαστικό κλάδο έπεσε στο χαμηλότερο επίπεδο 2,5 ετών.
Η Fed στην τελευταία συνεδρίαση της περιόρισε τις εκτιμήσεις για την ανάπτυξη το 2025 στο 1,4% έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 1,7%, ενώ αναμένει ότι ο πληθωρισμός και η ανεργία θα αυξηθούν στο 3% και 4,5% αντίστοιχα, στο τέλος του 2025.
Την ίδια στιγμή η έγκριση του φορολογικού νομοσχεδίου του Τραμπ από το Κογκρέσο πυροδότησε σημαντικές ανησυχίες για την αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος των ΗΠΑ.
Το νομοσχέδιο αυτό στην ουσία επεκτείνει τις φοροαπαλλαγές που είχαν ψηφιστεί το 2017 και σύμφωνα με την ανάλυση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου θα προσθέσει επιπλέον 2,4 τρις δολάρια στο δημόσιο χρέος μέσα σε 10 χρόνια, το οποίο ήδη ξεπερνά τα 36 τρις.
Όλα αυτά συνθέτουν μια μάλλον σκοτεινή δημοσιονομική εικόνα για τη μεγαλύτερη χρηματοπιστωτική αγορά του κόσμου, η οποία καταγράφει σε κάποιες δημοπρασίες μη ικανοποιητική ζήτηση! (σ.σ:Σχετική ανάλυση μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Όσο το έλλειμμα του προϋπολογισμού παραμένει υψηλό και οι δασμοί σε ισχύ, τόσο τα αμερικανικά ομόλογα θα γίνονται ολοένα και λιγότερο ελκυστικά. Και όσο το αμερικανικό Treasury χάνει τη λάμψη του και το παγκόσμιο εμπόριο τη δυναμική του, τόσο το δολάριο θα αποδυναμώνεται... εκτός εάν υπάρξουν σημαντικές εκπλήξεις στην εμπορική και δημοσιονομική πολιτική των ΗΠΑ.
Aποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δε θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.