Μ. Ευθυμιόπουλος: Το παζάρι για το ουκρανικό, η αμηχανία της Ευρώπης και η συνάντηση Τραμπ - Πούτιν
AP
AP

Μ. Ευθυμιόπουλος: Το παζάρι για το ουκρανικό, η αμηχανία της Ευρώπης και η συνάντηση Τραμπ - Πούτιν

Τον ρυθμιστικό ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών στη διαπραγμάτευση Ουκρανίας - Ρωσίας, με φόντο την επικείμενη συνάντηση Τραμπ - Πούτιν στη Βουδαπέστη, αναλύει ο καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας και Στρατηγικής, Μάριος Ευθυμιόπουλος, σε συνέντευξή του στο Liberal και τον Χρήστο Θ. Παναγόπουλο.

Ο κ. Ευθυμιόπουλος εξηγεί τι σημαίνει η προσωρινή άρνηση της Ουάσιγκτον για την παράδοση των πυραύλων Tomahawk στο Κίεβο και γιατί η Ευρώπη των 27 βρίσκεται σε δύσκολη θέση, με φόντο το μίτινγκ της Βουδαπέστης.

Συνέντευξη στον Χρήστο Θ. Παναγόπουλο

Ποια είναι, κατά την εκτίμησή σας, τα πραγματικά διακυβεύματα της συνάντησης Τραμπ - Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο; Πού τέμνονται οι στόχοι των δύο ηγετών;

Ο στόχος είναι ο τερματισμός του πολέμου. Ωστόσο, για να φτάσουμε στο σημείο να μιλάμε για τερματισμό του πολέμου, όπως και στη Μέση Ανατολή ως είδος παραδείγματος, είναι μία διαδικασία η οποία πρέπει να έχει κατ’ αρχάς τη λεγόμενη κατάπαυση του πυρός, μετά τη διαπραγμάτευση στο πού κατοχυρώνονται και ποια είναι τα δικαιώματα και οι εγγυήσεις και το τρίτο κομμάτι αφορά, ως επί το πλείστον, τη γνώση του γεγονότος ότι από εδώ και πέρα υπάρχει ειρήνη.

Από τη στιγμή που επιτυγχάνεται η ειρήνη, τότε κάποιος μπορεί να χαίρεται ότι όντως ο πόλεμος μπορεί να τερματιστεί. Τώρα, ως προς το πού τέμνονται τα σημεία μεταξύ ΗΠΑ και Ουκρανίας: Αν θυμάστε καλά, είχε γίνει μία συμφωνία, ένα fund ανάμεσα στις δύο αυτές χώρες και έχω πει και σε προηγούμενή μου συνέντευξη, ότι από εδώ και πέρα τα συμφέροντα της Ουκρανίας είναι ταυτόσημα με τα αντίστοιχα συμφέροντα των ΗΠΑ.

Άρα, λοιπόν, επί του πεδίου, είναι σημαντικό να λέμε ποια εδάφη θα τεθούν υπό την προστασία και την αιγίδα της Ουκρανίας, άρα και της Δύσης, των ΗΠΑ, ποια εργοστάσια ρεύματος, αμυντικού εξοπλισμού θα πάνε πού κ.ο.κ. Και αυτοί είναι και οι λόγοι πέραν των γεωπολιτικών, δηλαδή ότι έχει παρανόμως κατακτήσει η Ρωσία κάποια εδάφη που δεν πρόκειται να τα δώσει πίσω - γι’ αυτό και το δικαιολογεί ως ειδική επιχείρηση - και πού ο πόλεμος μπορεί να σταματήσει. Ένα δεδομένο, εν τέλει, σε σχέση με αυτή την ερώτηση είναι ότι ο πόλεμος αυτός έχει μπει σε μια πρακτική νέας διαμεσολάβησης. Ήδη από τη Σύνοδο Κορυφής στην Αλάσκα τον περασμένο Αύγουστο, διαφάνηκε η πρόθεση να καταστούν οι ΗΠΑ ως ο απευθείας διαπραγματευτής σε ό,τι αφορά το Ουκρανικό, χωρίς, ωστόσο, να μειώσουν το Κίεβο.

Υπό το πρίσμα αυτό, δημιουργείται ένα δέλεαρ και με αυτό θα πάνε στη Βουδαπέστη, γιατί είναι προφανές ότι τόσο ο Πούτιν όσο και ο Ζελένσκι δεν πρόκειται να καθίσουν από μόνοι τους στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αν δεν υπάρχουν τουλάχιστον τρεις ή τέσσερις ή πέντε διαμεσολαβητές.

Σε πρόσφατη ανάλυσή του το CNN αναφέρει ότι ο Ζελένσκι δεν έλαβε το «δώρο» που περίμενε, δηλαδή τους Tomahawk.  Γιατί, κατά την άποψή σας, δεν υπήρξε άμεση δέσμευση από την Ουάσιγκτον σε ό,τι αφορά την αποστολή πυραύλων Tomahawk στο Κίεβο; Πρόκειται για σήμα προς τη Ρωσία ή για κάτι άλλο;

Οι Αμερικανοί, ιδιαίτερα μετά απ’ αυτό που έγινε στην Αλάσκα, συνειδητοποίησαν ότι οι Ρώσοι παίζουν μια πολιτική «Πούτιν με Ρασπούτιν». Δηλαδή, ότι ο Ρώσος πρόεδρος χρησιμοποιεί την ίδια ακριβώς πολιτική που μεταχειριζόταν ο Ρασπούτιν, ήτοι ψευδαισθήσεις, ψεύτικες εικόνες και μπορώ να σας δώσω κι ένα παράδειγμα ως προς αυτό: Δείτε πώς χαμογελούσε ο Πούτιν στην Αλάσκα. Σίγουρα, δεν χαμογελούσε από χαρά ή ευγένεια. Δεν είναι στην ιδιοσυγκρασία των Ρώσων να χαμογελούν, έτσι όπως το έκανε ο Ρώσος πρόεδρος. Άρα, λοιπόν, τους ενέπαιζαν κανονικά σε επίπεδο ψυχολογικής επικοινωνίας.

Αυτό είναι κάτι που οι ΗΠΑ το γνωρίζουν πολύ καλά. Σε αυτό το πλαίσιο και γνωρίζοντας ότι οι Ρώσοι προβαίνουν σε τέτοιες πράξεις, χρησιμοποιούν τα αιτήματα της Ουκρανίας, με σκοπό να τα φέρουν στο προσκήνιο και στο χρόνο που χρειάζεται να πουν τελικά δεν θα δώσουμε τους Tomahawk, γιατί αυτό αλλάζει τον ρου του πολέμου και μπορεί να θεωρηθεί από τους Ρώσους ότι τα αμερικανικά όπλα εισβάλλουν στη Ρωσία και άρα εγείρεται ζήτημα πολέμου.

Άρα, οι ΗΠΑ περνούν ένα μήνυμα ότι «συντηρούμε τους Ουκρανούς και τους αποτρέπουμε από το να ξεφύγουν και να πάνε πέρα από τα όρια της λογικής, αυτή τη στιγμή». Αυτό περνάει στη Ρωσία ως μήνυμα, στη λογική «καθίστε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, γιατί εάν δεν το κάνετε αυτό σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, τότε θα έχουμε κακά ξεμπερδέματα, δηλαδή θα υπάρχουν πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις».

Υπ’ αυτά τα δεδομένα προγραμματίζεται η συνάντηση στη Βουδαπέστη, η οποία θα έχει σίγουρα πολλαπλά μηνύματα τόσο προς την Ευρώπη όσο και προς τις αραβικές χώρες, με κυριότερο το ότι επανέρχεται, όχι ένα πολυπολικό ισοζύγιο, αλλά τριμερή ή τετραμερή μπλοκ, τα οποία θα διαμορφώσουν ένα νέο τοπίο σε ό,τι αφορά τη Δύση και την Ανατολή.

Αν τελικώς δοθούν Tomahawk και επιπλέον F-16 και αντιαεροπορικά, ποια ρωσικά «κέντρα βάρους» θα πιεστούν περισσότερο (εφοδιαστική αλυσίδα, αεράμυνα, Κριμαία);

Στην αεράμυνα, οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί αμυντικό όπλο, μπορεί να δοθεί και από τους Αμερικανούς και από τους Ευρωπαίους. Δηλαδή, οτιδήποτε περνάει στον αέρα της Ουκρανίας, αντιλαμβάνεστε ότι αυτό το κομμάτι μπορεί να το χρηματοδοτήσει και να το εξοπλίσει κάποιος για λογαριασμό της Ουκρανίας.

Το δεύτερο στοιχείο έχει να κάνει, ως επί το πλείστον, με το γεγονός ότι υπάρχουν πάρα πολύ μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Έχουν αυξηθεί κατακόρυφα οι πυραυλικές συστοιχίες, οι οποίες έρχονται προς υποστήριξη της αμυντικής κατάστασης της Ουκρανίας και ήδη αρκετοί Ευρωπαίοι αναρωτιούνται πώς και αν, εν τέλει, θα ξεπληρωθεί όλο αυτό.

Από την άλλη πλευρά, δημιουργείται μια αμυντική βιομηχανία, την οποία η Ουκρανία προσπαθεί να εξαγάγει δεδομένης της εμπειρίας και της τεχνογνωσίας της. Δηλαδή, το Κίεβο φτιάχνει μια νέα οικονομία για να πει αύριο ότι μας χρειάζεται, για την ασφάλεια της Ευρώπης.

Από εκεί και πέρα, η περιοχή που επηρεάζεται προφανέστατα γεωγραφικά είναι η Κριμαία. Ωστόσο, η Κριμαία είναι τόσο βαριά αμυντικά εξοπλισμένη, που το βρίσκω απίθανο να μπορέσουν να κάνουν κάτι εκεί.

Θα πρέπει, ίσως, να κατανοήσουμε ένα πράγμα: Αυτή τη στιγμή, σοβεί ένα πόλεμος στην Ουκρανία και στην παρούσα φάση οι όροι με τους οποίους λειτουργεί το Κίεβο ήταν, έως τώρα τουλάχιστον, όροι βασισμένοι στα δυτικά πρότυπα και το Διεθνές Δίκαιο. Ωστόσο, η Ουκρανία, από εδώ και πέρα θα χρησιμοποιεί ακριβώς το ίδιο σκεπτικό και ακριβώς τις ίδιες δικαιολογίες που εγείρουν οι Ρώσοι: ότι «εφόσον είναι “ειδικές επιχειρήσεις”, τότε το δίκαιο του πολέμου και ο τρόπος με τον οποίο αντιστεκόμαστε, μπορεί να μας πάει από το ένα σημείο στο άλλο, χωρίς να χρειάζεται να πάρουμε ούτε την άδεια ούτε τίποτε άλλο, κάνοντας πράξη τα εθνικά μας συμφέροντα».

Δείτε, για παράδειγμα, πώς διαμορφώνεται η ρητορική: Ρωτήθηκε πρόσφατα ο Ζελένσκι, αν μπορεί να συναντηθεί με τον Πούτιν κι εκείνος απάντησε ότι «ο Πούτιν με μισεί». Η λέξη «μίσος» στην πολιτική γλώσσα δεν υπάρχει, άρα υπάρχει στρατιωτική διπλωματία. Στη στρατιωτική διπλωματία, όταν λέγεται η φράση «με μισεί», τότε, όπως αντιλαμβάνεστε, τα πράγματα έχουν περάσει πέρα από την κόκκινη γραμμή του πρωτοκόλλου. Οπότε, υπό τις δοσμένες συνθήκες δεν μπορούν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι.

Συνεπώς, τα πράγματα οδηγούνται προς μια διαφορετική πραγματικότητα, η οποία θα δείξει ότι η Ουκρανία θα πει, ουσιαστικά, «ή κάνετε αυτό που θέλουμε ή θα πράξουμε και εμείς αυτά που χρειάζεται, χωρίς να ρωτάμε». Βεβαίως, σε αυτή την περίπτωση, οι ΗΠΑ κάποιες στιγμές θα αφήνουν την Ουκρανία να πράττει αναλόγως και κάποιες άλλες όχι. Ουσιαστικά, ο Ζελένσκι έμαθε μέσα από τον τρόπο διαπραγμάτευσης του Νετανιάχου με τον Τραμπ, άρα θα επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει την ίδια γλωσσική ορολογία στο διαπραγματευτικό πεδίο.

Η προαναγγελθείσα συνάντηση Τραμπ–Πούτιν στην Βουδαπέστη πώς επηρεάζει το διαπραγματευτικό χαρτί του Κιέβου;

Είναι αυτό που σας είπα και στην αρχή, ότι τα ουκρανικά συμφέροντα πλέον είναι ταυτόσημα των αμερικανικών. Όταν, όμως, βάζεις – και αυτό το λέω προς πάσα κατεύθυνση, δεδομένου ότι έχουμε και άλλα ζητήματα, όπως το Κυπριακό – έναν δεύτερο παράγοντα, ο οποίος είναι και στρατηγικός εταίρος σου, ωστόσο βρίσκεται σε διαφορετική γεωγραφική τοποθεσία, τότε θα το λύσει το ζήτημα, όχι και συναισθηματικά και γεωπολιτικά, αλλά βασιζόμενος στην πραγματικότητα ότι ο πόλεμος πρέπει να σταματήσει.

Δηλαδή, είναι σημαντικό ότι κάθε εβδομάδα ο Τραμπ βλέπει τα νούμερα των νεκρών στα πεδία της μάχης, στην Ουκρανία. Άρα, παρατηρεί αριθμητικές στατιστικές και με αυτόν ακριβώς τον τρόπο θα επιλύσει το ζήτημα, βλέποντάς το αριθμητικά και όχι συναισθηματικά, κυρίως για τους Ουκρανούς, οι οποίοι έχασαν το σπιτικό τους στην Ανατολική Ουκρανία, που είναι παρανόμως κατεχόμενη από τη Ρωσία, σήμερα.

Αυτό που θέλω να πω, είναι ότι ο τρόπος με τον οποίο θα λειτουργήσει ο Τραμπ θα είναι άκρως ανορθόδοξος στο επίπεδο της διαλεκτικής, όπως έκανε και στο Σαρμ ελ Σέιχ πρόσφατα. Θα είναι μια πολιτική επικοινωνίας, αλλά στην ουσία της θα έχει μια λύση αμιγώς αμερικανική σε όλα τα επίπεδα. Θα είναι μια λύση που θα αφορά τα αμερικανικά συμφέροντα και εάν η Ουκρανία βγει και πει ότι «αυτό που ζητάς, δεν είναι σωστό», τότε ο Τραμπ θα απαντήσει «μα έχετε υπογράψει για το fund, είναι ταυτόσημα τα συμφέροντά μας και εμείς πρέπει να το λύσουμε όλο αυτό, διότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να βλέπουμε εκατομμύρια νεκρούς εκατέρωθεν».

Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία, αυτή τη στιγμή, έτσι όπως επιδιώκει να δείξει ότι είναι αναβαθμισμένη, φτιάχνει, παράλληλα, μια οικονομία, η οποία είναι στραμμένη στην Ανατολή. Ο Πούτιν δείχνει να έχει βάλει νερό στο κρασί του σε διάφορα ζητήματα, που αφορούν ακόμη και το επιχειρησιακό δίκαιο, όπως για παράδειγμα ότι οι Τσετσένοι πολέμησαν στη Μαριούπολη, γιατί μέσα στο επόμενο διάστημα αυτό θα καταστεί νομικό ζήτημα.

Κι αυτό, επειδή οι Τσετσένοι στη Μαριούπολη προέβησαν πραγματικά σε εθνοκάθαρση των χριστιανικών και δη των ορθοδόξων πληθυσμών. Γι’ αυτό, λοιπόν, κατηγορείται ο Πούτιν, αλλά τελικά ο ίδιος θα ισχυριστεί πως δεν φταίει αυτός αλλά οι άλλοι, διότι οι δικές του εντολές αφορούσαν στην εκδίωξη του εχθρού και όχι σε εκκαθαρίσεις. Αυτό είναι ένα θέμα, μεταξύ πολλών, που θα επανέλθουν κάποια στιγμή στο προσκήνιο.

Ωστόσο, μέχρι τότε οι σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας στη Βουδαπέστη θα είναι βασισμένες στο ότι Τραμπ είχε τάξει στον Πούτιν να συναντώνται συχνά, να τον αναβαθμίζει σταδιακά και να τον φιλοφρονεί, σε μια προσπάθεια να του δείξει ότι υπάρχουν και άλλες λύσεις πέραν αυτής του πολέμου.

Υπάρχει, ωστόσο, η πραγματικότητα που κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει: Ούτε η Ουκρανία επιθυμεί έναν πόλεμο στο διηνεκές, ούτε και η Ρωσία επιθυμεί πλέον να τραβήξει η σύρραξη χρονικά περισσότερο, έχοντας πάρει και η ίδια το μάθημά της από τον δεκαετή πόλεμο εναντίον της Τσετσενίας, όπου τελικώς βρέθηκε να διατηρεί τους αυτονομιστές στην εξουσία, παρά να τους αφήνει απ’ έξω, διατηρώντας έναν πόλεμο δίχως τέλος.

 Ο Τραμπ επιχειρεί να ισορροπήσει μεταξύ στήριξης του Κιέβου και «μεγάλης συμφωνίας» με τη Μόσχα. Ποιο είναι το πιθανό πολιτικό του κέρδος και αντίστοιχα το ρίσκο που αντιμετωπίζει;

Το είχε πει ο ίδιος ο Τραμπ στην Αλάσκα και γι’ αυτό, αν θυμάστε, είχαν πάει εκεί τόσο οι υπουργοί Οικονομικών και Ανάπτυξης των ΗΠΑ όσο και ο υπουργός Επενδύσεων της Ρωσίας. Είναι προφανές ότι το deal θα κλείσει με κάποιες επενδύσεις εκατέρωθεν. Στη συνέχεια, ο Τραμπ θα πιέσει την Ευρώπη να τα ξαναβρεί με τη Ρωσία, ώστε να επανέλθει – αν επανέλθει – το εμπορικό ισοζύγιο.

Αυτή είναι η πραγματικότητα των επενδύσεων, οι οποίες δεν έχουν ιδεολογίες ή συγκεκριμένα «πιστεύω» κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να κατανοήσουμε. Ιστορικά, έπειτα από έναν πόλεμο, υπάρχει πάντοτε η περίοδος της ανοικοδόμησης. Η ανοικοδόμηση έχει χαρακτήρα πολιτικό, θρησκευτικό, πολιτισμικό και κυρίως εμπορικό. Στο εμπορικό κομμάτι, λοιπόν, ο Τραμπ έχει τάξει συγκεκριμένα πράγματα και υπάρχει σε αυτό το σημείο κάτι, στο οποίο ενδεχομένως να μη δίνουμε αρκετή σημασία, αλλά είναι σημαντικό κυρίως για τις βόρειες χώρες της Ευρώπης. Είναι η βόρεια δίοδος του εμπορικού ισοζυγίου, δηλαδή ποιος ελέγχει τη Βόρεια Θάλασσα.

Επίσης, υπάρχει το ζήτημα της υλοποίησης ενεργειακών συνεργασιών και υπάρχει, βεβαίως, και ένα τρίτο, πολύ σημαντικό στοιχείο: Η κατάκτηση και η κυριαρχία στο Διάστημα. Είναι μια συζήτηση που έχει αρχίσει να αναδύεται σιγά – σιγά στην επιφάνεια, μέσα από διάφορες αρθρογραφίες, που αναδεικνύουν μια πολύ μεγάλη ανάγκη να υπάρξει γρήγορη ενασχόληση με το θέμα αυτό.

Ο λόγος ακόμα δεν είναι ξεκάθαρος, αλλά εμείς, ως διεθνολόγοι, το δικαιολογούμε ότι αφορά στο πολιτικό και στρατιωτικό σκέλος του διαστήματος. Πρέπει να υπάρχει, όμως, και κάποιος άλλος λόγος, γιατί στα ζητήματα του διαστήματος τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία δεν σταμάτησαν ποτέ να ασχολούνται. Ωστόσο, για να μπορέσει να υπάρξει ανάπτυξη τεχνολογικής φύσεως και να μπουν στο παιχνίδι και άλλοι παίκτες με υψηλή τεχνογνωσία (π.χ. Ιαπωνία και Ν. Κορέα), θα πρέπει να υπάρξουν συγκεκριμένες συναινέσεις και συγκλίσεις.

Σε αναλύσεις τους, αρκετά διεθνή ΜΜΕ κάνουν λόγο για «ευρωπαϊκό άγχος» σε σχέση με την προαναγγελθείσα συνάντηση Τραμπ - Πούτιν στη Βουδαπέστη. Ποια είναι η δική σας ερμηνεία ως προς αυτό και τι σημαίνει για την ΕΕ και το ΝΑΤΟ αντίστοιχα;

Αν θυμάστε καλά, το «ευρωπαϊκό άγχος» υπήρχε και για την Πολωνία, πριν από τον πόλεμο Ουκρανίας – Ρωσίας, σε σχέση με τις αλλαγές επί του Συνταγματικού Δικαίου που έκανε αναφορικά με τα ανώτερα δικαστήρια. Λίγο αργότερα, αυτό κατευνάστηκε. Στη συνέχεια, ήταν η Ουγγαρία, το πρόβλημα της οποίας ξεκίνησε, όταν η Βουδαπέστη αρνήθηκε να συμμετέχει στη φιλοξενία μεταναστών επί των εδαφών της.

Από εκεί και πέρα, ο Όρμπαν είναι ένας άνθρωπος που έχει φανατικούς φίλους αλλά και εξίσου φανατικούς πολέμιους μέσα στη χώρα του. Ο ίδιος, ωστόσο, δείχνει με τον τρόπο του τη μορφή που θα μπορούσε να έχει μια Ευρώπη σε σχέση με το πώς εξελίσσονται τα πράγματα στην ΕΕ στις μέρες μας. Και όταν η σημερινή κατάσταση του «βγαίνει» - επειδή υπάρχουν αστάθειες, όπως είναι η κατάσταση που σοβεί στη Γαλλία του Μακρόν ή στη Βρετανία του Στάρμερ, ο οποίος φαίνεται πως δεν διαθέτει πυγμή ή ακόμη και στη Γερμανία του Μερτς που δεν μπορεί να δεχτεί την εισδοχή μιας Ουκρανίας στην ΕΕ, καθώς θα διαθέτει μεγαλύτερη φωνή και περισσότερες ψήφους – τότε αντιλαμβάνεστε τι ακριβώς συμβαίνει. Ο Όρμπαν, λοιπόν, επιδιώκει να επικαρπωθεί κάποιες καταστάσεις και να γαντζωθεί σε πολιτικές αντίστοιχες με εκείνες που έχουν η Μελόνι και άλλοι ηγέτες του λεγόμενου «πατριωτικού» χώρου.

Υπό τα δεδομένα αυτά, η Ευρώπη δεν μπορεί να κάνει απολύτως τίποτα. Το πρόβλημα, όμως, στην ΕΕ δεν έχει να κάνει τόσο με τον Όρμπαν, όσο με την ικανότητα των Ευρωπαίων να συζητούν. Είναι σαφές, λοιπόν, ότι η Ευρώπη πρέπει να αγχώνεται, γιατί η εικόνα που δίνει προς τα έξω, είναι ενός συνόλου κρατών που δεν τηρεί τους βασικούς στόχους της ενοποίησης. Άρα χρειαζόμαστε μια περισσότερο ενοποιημένη Ευρώπη, με περισσότερη συμμετοχή του κόσμου. Ως Ευρωπαίοι πολίτες χρειαζόμαστε μια οικονομία που είναι προστατευτική και όχι μόνο φοροεισπρακτική.

Χρειαζόμαστε μια Ευρώπη που να στηρίζει την καινοτομία, την προστασία των πολιτισμών και του θρησκευτικού κομματιού και κυρίως την ασφάλεια. Αυτά είναι τα δεδομένα και πρέπει επιτέλους να κοιτάξουμε τα του ευρωπαϊκού οίκου μας. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ευρώπη πέρασε από διάφορες μαύρες σελίδες στην Ιστορία της, για να φτάσει στο σημείο να είναι έτσι.

Οποιαδήποτε, όμως, αλλαγή, η οποία δεν είναι ευρωπαϊκού περιεχομένου, προκαλεί τριγμούς και θα έρθει η μέρα που οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι θα σταθεί απέναντι σε οποιονδήποτε δεν προτάσσει την πραγματικότητας της ρίζας της ευρωπαϊκής ιδεολογίας.

Και όσο παγκόσμιοι και να θέλουμε να είμαστε, η Ευρώπη και τα ιδανικά της είναι το κατεξοχήν πρότυπο, το οποίο άλλες χώρες προσπαθούν και επιδιώκουν να φτάσουν, κυρίως σε ό,τι αφορά το ευρωπαϊκό επίπεδο και το επίπεδο της Υγείας και της Παιδείας. Αυτά τα ιδανικά, αντί να τα πάρουμε ως χρίσμα και να τα μεγαλώσουμε, τα παίρνουμε ως δεδομένα και δεν επενδύουμε σε αυτά.

Άρα, αντιλαμβάνεστε, ότι το «ευρωπαϊκό άγχος» είναι υπαρκτό, γιατί αυτή τη στιγμή η ΕΕ αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Είμαι βαθιά ευρωπαϊστής, πιστεύω στην Ευρώπη, αλλά πιστεύω στη λιγότερη γραφειοκρατία. Πιστεύω στην ειδικότητα της χώρας στο εμπορικό και στρατιωτικό κομμάτι και πιστεύω στην αναγνώριση των ίσων ρόλων μεταξύ των κρατών της ΕΕ. Κάτι τέτοιο φαίνεται ότι δεν υπάρχει. Πέρα από το κέντρο των Βρυξελλών τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά απ’ οτιδήποτε συμβαίνει στην πραγματικότητα.


* Ο Μάριος Παναγιώτης Ευθυμιόπουλος είναι επικεφαλής του Strategy International think tank και Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας & Στρατηγικής.