M. Ευθυμιόπουλος: Ο επώδυνος συμβιβασμός του Κιέβου και η παράλυση της Ευρώπης
AP Photo Collage
AP Photo Collage

M. Ευθυμιόπουλος: Ο επώδυνος συμβιβασμός του Κιέβου και η παράλυση της Ευρώπης

Τη θέση ότι το ειρηνευτικό σχέδιο που προτείνουν οι ΗΠΑ για τον τερματισμό του πολέμου Ουκρανίας - Ρωσίας συνιστά μια βάση διαπραγμάτευσης, που θα οδηγήσει σε περαιτέρω εξελίξεις, διατυπώνει ο επικεφαλής του Strategy International think tank και Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας και Στρατηγικής, Μάριος Ευθυμιόπουλος, σε συνέντευξή του στο Liberal.

Ο κ. Ευθυμιόπουλος εκτιμά πως η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην παρούσα φάση, δεν έχει στα προγράμματά της μια ολοκληρωμένη πρόταση για την ειρήνη στην περιοχή, γεγονός που δίνει στις ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ την απόλυτη πρωτοβουλία επί των κινήσεων στο διπλωματικό πεδίο.

Σε ό,τι αφορά τον Ζελένσκι, σημειώνει πως «το μειονέκτημα βρίσκεται στην πλευρά της Ουκρανίας και όχι της Ρωσίας».

Για τη Ρωσία του Πούτιν επισημαίνει: «Αν υπάρξει μια συμφωνία στο πλαίσιο αυτό, όπως έχει σήμερα και όχι με κάποιες παραλλαγές που φανταζόμαστε ότι θα έρθουν, θα είναι εξ ολοκλήρου προς όφελός της. Θα γραφτεί στην Ιστορία ότι η Ρωσία δεν συνθηκολόγησε, αλλά συμφώνησε στον τερματισμό του πολέμου, γιατί δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική λύση, παρά να γράψει η ίδια την Ιστορία της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης».

Συνέντετυξη στον Χρήστο Θ. Παναγόπουλο

Κύριε Ευθυμιόπουλε, τι ακριβώς σημαίνει, σε διπλωματικό επίπεδο, η συναντίληψη ΗΠΑ - Ουκρανίας στους βασικούς όρους της συμφωνίας; Πρόκειται για ουσιαστική αποδοχή του αμερικανικού σχεδίου από το Κίεβο ή για ένα ενδιάμεσο βήμα στη διαπραγμάτευση; Για να σας το θέσω πιο απλά, είμαστε κοντά σε συμφωνία κατά την άποψή σας;

Είναι μια βάση διαπραγμάτευσης, η οποία δεν έχει εξελιχθεί. Δεν μπορεί να λογαριάζεται ένα γεγονός με τόσο απλά λόγια και τόσο απλό τρόπο, ήτοι τελειώνει ο πόλεμος ή αρχίζει ο πόλεμος.

Είναι μια προσπάθεια, η οποία είναι σταδιακή, που περιέχει κάποια κρυφά σημεία και κάποια σημεία. τα οποία είναι δυσβάστακτα. Τα δυσβάστακτα σημεία, τα οποία τα γνωρίζαμε όλοι με τα 28 σημεία, έρχονται να προστεθούν στην αντιπρόταση των 19 σημείων, κάτι που δείχνει ότι όλες οι πλευρές λειτουργούν σε όλα τα ζητήματα με κάποια μυστικοπάθεια, προφανώς για να υπάρξει κάποιο αποτέλεσμα. Όμως σήμερα βρισκόμαστε στη διαμόρφωση των διαδικασιών.

Δεν μπορούμε να λέμε «τελειώνει ο πόλεμος, αποδέχεται ο Ζελένσκι τη συμφωνία και τελείωσε», όπως έλεγαν κάποιοι. Είναι μια διαπραγμάτευση η οποία έχει κάποιες δυνατότητες και είναι ένα κομμάτι που φέρνει όλες τις πλευρές στο τραπέζι μιας έντονης συζήτησης και ενός σκηνικού, το οποίο ακόμη δεν γνωρίζουμε, παρά μόνο όταν τα πράγματα θα έχουν κάποιο αποτέλεσμα. Η σημερινή, για παράδειγμα, συνάντηση της Ουκρανίας με τους Αμερικανούς στο Άμπου Ντάμπι εμπεριέχει διάφορα κρυφά σημεία από μόνη της, τα οποία θα δούμε τις επόμενες ώρες πώς θα εξελιχθούν.

Πάντως, το μόνο σίγουρο είναι ότι, όπως είχα προαναφέρει στο παρελθόν, στο τέλος του 2025 θα υπάρχουν εντονότατες κινήσεις, μετά από μια έντονη κινητικότητα της χρονιάς· έτσι και έγινε. Θα υπάρξει μια συμφωνία εντός του 2026, η οποία θα λάβει χώρα επί του εδάφους, με την επίλυση του ζητήματος το 2027. Αυτή την πραγματικότητα την ξέρουν όλοι όσοι έχουν την ειδικότητα πάνω στον τρόπο τερματισμού ενός πολέμου, ο οποίος δεν συμφέρει κανέναν να διαρκέσει πέραν του 2027.

Το ζήτημα των εδαφικών παραχωρήσεων φαίνεται να βρίσκεται στον πυρήνα αυτού του σχεδίου. Πόσο ρεαλιστικό είναι να ζητείται από την Ουκρανία να αποδεχθεί απώλεια εδαφών, περιορισμούς της στρατιωτικής της δυνατότητας και μόνιμο αποκλεισμό από το ΝΑΤΟ, χωρίς αυτό να εκληφθεί ως de facto συνθηκολόγηση;

Όπως είπα, είναι μια δύσκολη κατάσταση. Και είχα προαναφέρει σε μαραθώνιες συζητήσεις και σε άλλες συνεντεύξεις ότι οποιοσδήποτε προσπαθήσει να διαπραγματευτεί πρώτος από τους ηγέτες και καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, τότε θα έχει πολιτικές εξελίξεις. Ο φόβος δεν είναι τόσο να δώσουν αυτό το κομμάτι, όσο ότι και οι δύο πλευρές, Ρωσία και Ουκρανία, είναι δεσμευμένες με μια πολιτική δύναμη, από την οποία δεν επιθυμούν να απομακρυνθούν από τις θέσεις τους.

Η δε Ουκρανία οφείλει να πάει σε εκλογές μετά και την υποτιθέμενη επίλυση, γιατί υπάρχουν ζητήματα όσον αφορά την ευρωπαϊκή προοπτική και κάποια ζητήματα σε σχέση με την ατλαντική προοπτική. Το να μπει κάποιος στο ΝΑΤΟ, το να ζητήσει να έχει ευρωατλαντικό μέλλον, δεν είναι κακό.

Το κατά πόσο αυτό είναι εφικτό και πραγματικό είναι ένα ζήτημα. Και ο τρόπος με τον οποίο ορίζεται αυτή η κατάσταση ίσως να είναι και ένα μέτρο διαπραγμάτευσης. Στην πραγματικότητα δεν μπορείς να σταματήσεις κανέναν από το να ζητήσει να έχει ευρωατλαντικό μέλλον.

Ας μην ξεχνάμε ότι τα αποτελέσματα στην Ουκρανία θα επηρεάσουν και την Αρμενία, θα επηρεάσουν και τη Γεωργία — μια Γεωργία η οποία τελεί ήδη υπό κατοχή από τη Ρωσία. Επίσης, ο τρόπος με τον οποίο θα γίνουν οι έντονες διαπραγματεύσεις θα επηρεάσει και το πώς αντιλαμβάνεται η Ρωσία την κατοχή της Ουκρανίας και, αντιστοίχως, επειδή υπήρχε μια συμφωνία μεταξύ Ερντογάν - Πούτιν ότι θα πιέσουν για έντονη διαπραγμάτευση, όπως αποδείχθηκε σήμερα, πιθανόν να περάσει και μηνύματα σε σχέση με το Κυπριακό.

Έτσι, λοιπόν, πρέπει να προσέχουμε πάρα πολύ τώρα τι θέλουμε να κάνουμε. Πρέπει να προσέχουμε, γιατί οποιαδήποτε απόφαση μη επέκτασης, μη διεύρυνσης επίσης του δικαιώματος διεύρυνσης του ΝΑΤΟ προς την Ανατολή, από τη στιγμή που έχει γίνει και η εισβολή, βάζει επί τάπητος ότι μπαίνουμε σε ένα καινούριο στάτους κβο, το οποίο πάλι θα σημαίνει τη δημιουργία, πιθανώς, ενός συμβουλίου ή μιας Επιτροπής ΝΑΤΟ - Ουκρανίας. Αυτό όμως δεν συνεπάγεται την πλήρη ένταξη.

Πλήρης ένταξη θα σημαίνει περισσότερη και ενισχυτική πολιτική της ένταξης στην ευρωπαϊκή πορεία της Ουκρανίας, και εδώ βρίσκεται ένα μεγάλο ζήτημα: αυτό εμπεριέχει όλα τα επίπεδα, δηλαδή άμυνα και ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μήπως τελικά το μέλλον του ΝΑΤΟ είναι μέσα από την Ευρωπαϊκή Ένωση σε περίπτωση που γίνει κάτι τέτοιο; Ή θα γυρίσει η Αμερική και θα πει ότι «τώρα έλυσα το ζήτημα και πουλάω ασφάλεια προς την Ευρώπη»;

Κάτι το οποίο επίσης είχα πει ότι πρέπει να προσέξουμε, γιατί η Ευρώπη, στο πλαίσιο των στρατιωτικών της σχεδιασμών, δεν κάνει απαραίτητα αυτό που είναι στα μακροχρόνια συμφέροντά της, καθώς χρειάζονται χρόνια και δεκαετίες για να υιοθετήσει αμυντική στάση και αμυντική βιομηχανία.

Αντιθέτως, η Αμερική γνωρίζει ότι, αν γίνει κάτι τέτοιο, θα χρειαστεί να «πουλήσει» την ασφάλεια στην Ευρώπη, λέγοντας ότι μόνο η Αμερική μπορεί να εξασφαλίσει τη σταθερότητα της περιοχής ως αποτέλεσμα μιας συμφωνίας. Άρα, λοιπόν, πρέπει να έχουμε μια Ευρώπη η οποία είναι άμεσα μπλεγμένη και καινοτόμα και όχι ουραγός.

Πόσο καθοριστικός είναι ο ρόλος του Ντόναλντ Τραμπ σε όλη αυτή την ιστορία; Βλέπετε το ειρηνευτικό του σχέδιο περισσότερο ως ουσιαστική στρατηγική πρόταση ή ως κάτι άλλο; Και πώς βλέπετε τον ρόλο της ΕΕ να διαμορφώνεται υπό τις δοσμένες συνθήκες;

Ο Τραμπ, επειδή έχει βάλει στόχους και επειδή έχει μια μεσοπρόθεσμη προοπτική στην περίπτωση της προεδρίας του, θέλει να φέρει αποτελέσματα. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι κάθε ηγέτης έχει τα στρατηγικά του πλάνα σε σχέση με την απόδοση αυτών που υπόσχεται.

Ο ίδιος πιστεύει ότι μπορεί να φέρει την ειρήνη. Αντιθέτως, για τις άλλες χώρες δεν είμαστε σίγουροι ότι μπορούν να φέρουν την ειρήνη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην παρούσα φάση, δεν έχει στα προγράμματά της μια ολοκληρωμένη πρόταση για την ειρήνη στην περιοχή. Υπάρχει ένα κατηγορητήριο, το οποίο μπορεί να έχει δίκιο ή πράγματι έχει δίκιο, όμως δεν υπάρχει ζήτημα επίλυσης μέσα από ένα συγκεκριμένο σχέδιο.

Αντιθέτως, όσα έχουν προτείνει μέχρι τώρα έχουν πέσει στο κενό. Οι ΗΠΑ λειτουργούν επίσης διαφορετικά διοικητικά, γιατί έχουν την ικανότητα ο πρόεδρος της χώρας να μπορεί να πάρει τέτοιου είδους άμεσες αποφάσεις, οι οποίες να δείχνουν ότι η Αμερική πράττει αυτό που θα έπρεπε να πράττει η Ευρώπη. Έτσι, λοιπόν, οι ΗΠΑ εκμεταλλεύονται με ευέλικτο τρόπο το οποιοδήποτε σχέδιο, όταν δεν υπάρχει άλλο.

Όπως, άλλωστε, είχαμε πει και για τη Μέση Ανατολή: θέλουμε δεν θέλουμε, αυτό είναι το σχέδιο. Δεν υπάρχει άλλο. Και είναι καλά στηριγμένο, όχι μόνο στα συμφέροντα της Αμερικής, ώστε να είναι δυνατή στη Μέση Ανατολή, αλλά και στην Κεντρική - Ανατολική Ευρώπη. Και μάλιστα θα δείτε ότι, στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος, η μεταφορά των αμερικανικών δυνάμεων στην Πολωνία θα είναι ίσως βασικής σημασίας, γιατί μέσα από αυτό θα προέλθει μια πρόταση εγγύησης ασφάλειας της Ευρώπης από τις αμερικανικές δυνάμεις, σαν ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ, το οποίο θα συνεπάγεται και ένα οικονομικό κόστος, το οποίο θα ζητήσουν οι Αμερικανοί να πληρώσουν οι Ευρωπαίοι, προκειμένου να συντηρήσουν τις δυνάμεις ασφαλείας της περιοχής.

Άρα, λοιπόν, τα πράγματα είναι πολύ περίεργα, δυσβάστακτα και ταυτόχρονα χρειάζονται σοβαρή και στοιχειωδώς σταθερή ηγεσία. Την επόμενη μέρα μετά τον πόλεμο η Ευρώπη θα κουνηθεί, θα ταρακουνηθεί από την ανάγκη - που λογικά θα εκφράσει ο κόσμος της Ευρώπης - να υπάρχει μια ηγεσία πιο ευρωπαϊκή, πιο ενωμένη αλλά και πιο διεθνής, πιο εμπλεκόμενη, με μεγαλύτερες ειδικεύσεις ανά ευρωπαϊκή χώρα και όχι συλλογικές λογικές του τύπου «αναπτύσσουμε τη βιομηχανία σήμερα και αύριο βρίσκουμε πού να τα βάλουμε».

Υπάρχουν αμυντικές βιομηχανίες, υπήρχαν και έχουν μπει σε μια τροχιά αναβάθμισης και ανασυγκρότησης, ύστερα από χρονισμό και συνδυασμό των Ευρωπαίων.

Αλλά δεν μπορούν όλοι να παράγουν τα ίδια. Πρέπει ο καθένας να παράγει διαφορετικά, για να υπάρχει μια αλληλεξάρτηση αλλά και μια δυναμική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Πώς εκτιμάτε ότι αντιλαμβάνεται η Μόσχα αυτό το υπό διαμόρφωση πλαίσιο συν-αντίληψης; Βλέπετε περιθώρια η Ρωσία να αποδεχθεί μια τέτοια συμφωνία ή θα επιχειρήσει να την εκμεταλλευτεί ως βάση για περαιτέρω αναθεωρητισμό στο μέλλον;

Όποιος αποδεχθεί αυτό το σχέδιο, έτσι ως έχει στην παρούσα φάση, δημιουργεί και την Ιστορία. Δημιουργεί, όμως, και τις προϋποθέσεις, για να μπορέσει να αναβαθμίσει τον ρόλο του. Το σχέδιο αυτό είναι δυσβάστακτο, γιατί αναβαθμίζει τον ρόλο της Ρωσίας και δίνει το δικαίωμα στη Ρωσία να γράψει την ιστορία.

Παράλληλα, δίνει το δικαίωμα να γράψει και το νομικό πλαίσιο της επόμενης μέρας. Το μειονέκτημα είναι στην πλευρά της Ουκρανίας, όχι της Ρωσίας, κύριε Παναγόπουλε. Και το δεύτερο ζήτημα είναι ότι, με τα 28 τουλάχιστον σημεία, έλεγαν ότι θα βάλουν 100–200 εκατομμύρια από τα παγωμένα κονδύλια οι Αμερικανοί, και η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητά να βάλει άλλα 200 εκατομμύρια, τα οποία φαντάζομαι θα προέλθουν και από τα ρωσικά κονδύλια που έχει κρατήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, με αποτέλεσμα να βάζει το 50% η Αμερική. Έτσι λοιπόν, στα 200 εκατ. θα βάζει και το 50% η Αμερική και έτσι βγαίνει κερδισμένη η Αμερική.

Στην αντίπερα όχθη, οι Ρώσοι απολαμβάνουν πλέον τα μέρη που έχουν καταλάβει παρανόμως και τους δίνεται το δικαίωμα να πουν ότι κέρδισαν έναν πόλεμο, άρα είχαν ένα δίκιο στον πόλεμο που κέρδισαν· ότι μπήκαν οι Ουκρανοί και έκαναν μια συμφωνία με τους Αμερικανούς. Το να ταυτίζεται το συμφέρον των Αμερικανών με το συμφέρον των Ουκρανών είναι δυσβάστακτο, γιατί οι Αμερικανοί μιλούν την αμερικανική γλώσσα της υπερδύναμης μαζί με μια Ρωσία, την οποία αναβαθμίζουν επίτηδες, για να παίξουν το παιχνίδι της διαπραγμάτευσης.

Έτσι, λοιπόν, αν υπάρξει μια συμφωνία στο πλαίσιο αυτό, όπως έχει σήμερα και όχι με κάποιες παραλλαγές που φανταζόμαστε ότι θα έρθουν, θα είναι εξ ολοκλήρου προς όφελος της Ρωσίας. Θα γραφτεί στην Ιστορία ότι η Ρωσία δεν συνθηκολόγησε, αλλά συμφώνησε στον τερματισμό του πολέμου, γιατί δεν υπήρχε άλλη εναλλακτική λύση, παρά να γράψει η ίδια την Ιστορία της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

Η αντίδραση των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης ήταν πάρα πολύ μεγάλη· δεν πρόκειται να το δεχθούν, γιατί σειρά έχουν η Μολδαβία, η Υπερδνειστερία, η Γεωργία, όπως είπα πριν αλλά και Αρμενία. Ποιο είναι το μέλλον αυτών των χωρών; Θα μπουν στην Ευρώπη; Πρέπει να μπουν στην Ευρώπη; Θα μπουν στην Ευρώπη, και γιατί να μη μπουν στο ΝΑΤΟ; Γιατί το ΝΑΤΟ να τις σταματάει, επειδή ακριβώς δοκίμασε η Ρωσία, ρίσκαρε, έπαιξε και, τελικά, κέρδισε; Άρα θα φτιάξει την ιστορία.

Άρα, ουσιαστικά, η Ευρώπη είναι σε δύσκολη θέση αυτή τη στιγμή…

Ακριβώς. Η Ευρώπη είναι σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, γιατί δεν αντιλαμβάνεται και δεν κατανοεί το μέλλον της. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν καταλαβαίνει ότι χρειάζεται περισσότερη ένωση και δεν χρειάζεται περισσότερες πολιτικές που να φέρνουν πολιτική φθορά, γιατί ούτε οι οικονομίες μπορούν να τα αντέξουν, ούτε οι πληθωριστικές τάσεις μπορούν να τα αντέξουν, ούτε οι αμυντικές βιομηχανίες μπορούν να τα αντέξουν, γιατί δεν είναι φτιαγμένες πάνω σε τέτοιου είδους πλαίσια. Και για να γίνει κάτι τέτοιο χρειάζονται δεκαετίες· δεν μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη.

Η αμυντική θωράκιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να γίνει ούτως ή άλλως, όχι μόνο για τη Ρωσία αλλά για οποιονδήποτε άλλο τρίτο παράγοντα, για οποιαδήποτε υβριδική ή εξωτερική απειλή. Αυτά τα ήξεραν, τα γνώριζαν.

Ποια είναι η θέση και τα διακυβεύματα για την Ελλάδα; Με δεδομένη την ελληνική στήριξη στην ουκρανική εδαφική ακεραιότητα, τη συμμετοχή μας στο ΝΑΤΟ και τα δικά μας ανοικτά ζητήματα με μια αναθεωρητική γειτονική δύναμη, πώς θα πρέπει να τοποθετηθεί η Αθήνα απέναντι σε μια πιθανή συμφωνία που νομιμοποιεί εδαφικές αλλαγές διά της βίας;

Η Ελλάδα έχει καλώς πράξει και έχει πάρει θέση υπέρ της Ουκρανίας, όμως η Ελλάδα άργησε να προστατεύσει τα συμφέροντα και τα δικαιώματα των Ελλήνων της Ουκρανίας και κυρίως των Ελλήνων της Αζοφικής. Πρέπει εδώ να πούμε το εξής: οι Ρώσοι δεν αναγνωρίζουν Έλληνες της Ουκρανίας· οι Ρώσοι αναγνωρίζουν, στη σημερινή Ουκρανία, όλους ως Ρώσους, ούτε καν ως Ουκρανούς. Και εδώ υπάρχει ένα άλλο ιστορικό ζήτημα: θεωρούν ότι πρώτα υπήρχαν οι Ρώσοι.

Άρα, λοιπόν, η ερώτηση προς τη Ρωσία είναι η εξής: ο Βορυσθένης ποταμός, ο λεγόμενος Δνείπερος ποταμός, γιατί λέγεται Βορυσθένης; Ήταν οι Ρώσοι πρώτοι; Τα συμφέροντα των Ελλήνων ήταν εναντίον των Ρώσων; Τα συμφέροντα της παραμονής των Ελλήνων, που ήταν παρόντες πολλές φορές στην κοινωνία των Ρώσων και αργότερα και της Ουκρανίας, ήταν εναντίον των Ρώσων; Γιατί δεν σεβάστηκαν οι Ρώσοι τα συμφέροντα των Ελλήνων; Άρα, πολύ καλά έκανε η Ελλάδα και πήρε θέση υπέρ της Ουκρανίας. Όμως όφειλε και οφείλει να προστατεύσει τους Έλληνες της Ουκρανίας.

Όλη αυτή η ιστορία με τα χαμένα παιδιά, που είχε αναδειχθεί και με τη γυναίκα του Τραμπ, έχει να κάνει με το γεγονός ότι την ελληνική κοινότητα τη διέσπασαν κυρίως στη Μαριούπολη και στην Αζοφική, πήραν νέα παιδιά και τα πήγαν στη Ρωσία και σήμερα προσπαθούν να τα ενώσουν. Με αυτά τα παιδιά δεν είναι έτσι εύκολο. Δεν είναι έτσι εύκολο να λύσουμε το ζήτημα.
Η ιστορία ακόμη γράφεται. Η Ελλάδα, λοιπόν, πρέπει να έχει έντονη στάση, γιατί οι γεωπολιτικές εξελίξεις έχουν ως εξής: αν η Ρωσία ολοκληρώσει την κατάσταση που έχει σήμερα, θα αναβαθμίσει τον ρόλο της σε σχέση με την Τουρκία.

Η Τουρκία θα πάρει φόρα και στη Μαύρη Θάλασσα, όπως ήδη έχει πάρει. Η Ελλάδα, λοιπόν, πρέπει να θωρακίσει τον εαυτό της, αλλά πρέπει και να αναλάβει έντονο διαμεσολαβητικό ρόλο — κάτι που λέω από το 2022, ότι έπρεπε να γίνονται διαπραγματεύσεις Ουκρανίας στην Ελλάδα. Ακριβώς γιατί είχαμε τόσους χιλιάδες Έλληνες στην Αζοφική και δεν κάναμε απολύτως τίποτα επί της ουσίας, παρά μόνο συγκεκριμένες κινήσεις οι οποίες να δείχνουν ότι υπάρχει μια Ελλάδα στο πλαίσιο της ΕΕ.
Εδώ έπρεπε να υπάρχει μια Ελλάδα παγκόσμια· μια Ελλάδα η οποία να δείχνει την ικανότητα της ελληνικής διπλωματίας να επιλύει ζητήματα, χωρίς αυτό να υπονομεύει την παρούσα προσπάθεια της Ελλάδας στο πλαίσιο της ΕΕ.

Εγώ είμαι της άποψης ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική θα έπρεπε να είναι πιο πραγματιστική, πιο ρεαλιστική αλλά και πιο «φουτουριστική» ως προς τις ανάγκες που έρχονταν. Εάν ανατρέξετε σε παλαιότερες συνεντεύξεις, θα δείτε ότι από το 2022 μιλώ για αυτές τις κινήσεις που γίνονται τώρα, το 2025, και τι λάβαμε τότε ως λάθος.


* Ο Μάριος Παναγιώτης Ευθυμιόπουλος είναι επικεφαλής του Strategy International think tank και Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας & Στρατηγικής.