Οι δρόμοι και οι κίνδυνοι που περιβάλλουν την κρίσιμη εν εξελίξει διαπραγμάτευση για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία βρίσκονται στο επίκεντρο της ανάλυσης του διεθνολόγου Αθανάσιου Μποζίνη, σε συνέντευξή του στο Liberal και την Ευαγγελία Μπίφη. Ο ίδιος εκφράζει βαθύ προβληματισμό για τη στάση της Γερμανίας και της Ύπατης Εκπροσώπου Κάγια Κάλας, υποστηρίζοντας πως η επιθετική ρητορική τους τορπιλίζει τις διαβουλεύσεις και υπονομεύει τη λογική της ευρωπαϊκής ήπιας διπλωματίας.
Στο «κάδρο» των κινδύνων, ο κ. Μποζίνης τοποθετεί ξεκάθαρα το ενδεχόμενο μιας πλήρους αποστασιοποίησης του Ντόναλντ Τραμπ από το Ουκρανικό ζήτημα. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα άφηνε την Ευρωπαϊκή Ένωση να σηκώσει μόνη της το βάρος του πολέμου - κάτι που δεν αντέχει ούτε οικονομικά ούτε στρατηγικά, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Παγκόσμιας Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Παρότι εκτιμά πως παραμένουμε μακριά από μια βιώσιμη ειρηνευτική συμφωνία, ο Αθανάσιος Μποζίνης αναφέρει πως βρισκόμαστε σε σημείο καμπής, εν όψει και της επίσκεψης Γουίτκοφ στη Μόσχα την επόμενη εβδομάδα. Μόνο μία συνολική και ρεαλιστική συμφωνία που θα περιλαμβάνει εκατέρωθεν υποχωρήσεις μπορεί να σταθεροποιήσει το μέλλον της Ουκρανίας και να επιφέρει ασφάλεια στην ΕΕ - και όχι οι «φιλοπολεμικές ιαχές» του Βερολίνου και της Κάγια Κάλας, λέει ο ίδιος. Επισημαίνει ότι η Μόσχα δεν πρόκειται να αποδεχθεί την παύση των εχθροπραξιών αν δεν κατοχυρώσει de facto τις περιοχές που ελέγχει, ενώ η ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι, κατά τον ίδιο, η μόνη ουσιαστική και μακροπρόθεσμη εγγύηση για την αποτροπή μελλοντικής ρωσικής επιθετικότητας.
Αναλυτικά η συνέντευξη:
Κύριε Μποζίνη, πόσο κοντά η μακριά βρισκόμαστε από μία συμφωνία για το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία και ποια μορφή διαφαίνεται ότι θα έχει;
Χθες έληγε, θεωρητικά, η προθεσμία που είχε θέσει αρχικά ο Ντόναλντ Τραμπ στο Κίεβο για την αποδοχή ή μη του αμερικανικού σχεδίου των 28 σημείων, που εν τω μεταξύ περιορίστηκε σε 19 σημεία έπειτα από την επεξεργασία του από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Απέχουμε ακόμη αισθητά από μία ειρηνευτική συμφωνία, στη διαπραγμάτευση της οποίας μετέχουν συνολικά τέσσερις ή καλύτερα έξι δυνάμεις: Ηνωμένες Πολιτείες, Ρωσία, Ουκρανία καθώς και Βρετανία, Γαλλία και Γερμανία που εκπροσωπούν την Ευρώπη και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το κύριο ζήτημα στη διαπραγμάτευση αυτή δεν είναι τόσο αν ο στρατός της Ουκρανίας θα αριθμεί 600.000 ή 800.000 μέλη, όσο οι εγγυήσεις ασφαλείας -δηλαδή, ποιο θα είναι το μέλλον της Ουκρανίας- και φυσικά το πιο βασικό στοιχείο είναι οι εδαφικές παραχωρήσεις. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει αυτή τη στιγμή με τη στρατηγική της ότι πυρπολεί το διάλογο. Με ποιο τρόπο; Κυρίως λόγω της στάσης της Γερμανίας, που είναι ιδιαίτερα επιθετική έναντι της Ρωσίας, και των εμπρηστικών τοποθετήσεων της Ύπατης Εκπροσώπου για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, Εσθονής Κάγια Κάλας, η οποία, κατά την άποψή μου, συμπεριφέρεται εντελώς αντιεπαγγελματικά εκτός του πλαισίου της ήπιας εξωτερικής πολιτικής και διπλωματίας.
Την ίδια στιγμή, διαβάζουμε στη Wall Street Journal ότι η Γερμανία επεξεργάζεται ήδη εδώ και δυόμισι χρόνια επιχειρησιακό σχέδιο για το ενδεχόμενο σύγκρουσης με τη Ρωσία το 2029 ή και νωρίτερα. Όλα αυτά δημιουργούν μεγάλη ανασφάλεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εδώ πλέον μιλάμε για προπολεμική νοοτροπία - προετοιμασίες για πόλεμο παρότι υπάρχουν άλλα κράτη που θα κινδύνευαν πρώτα και όχι η Γερμανία σε μία υποθετική σύγκρουση της Ρωσίας με το ΝΑΤΟ. Όπου σε μία τέτοια περίπτωση μιλάμε για τον κίνδυνο πυρηνικής αντιπαράθεσης, δεδομένου ότι τόσο η Ρωσία όσο και κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ διαθέτουν πυρηνικά οπλοστάσια και μπορεί αν όχι άμεσα, αλλά όταν κάποια πλευρά αισθανθεί ιδιαίτερη πίεση και ανασφάλεια να τα χρησιμοποιήσει.
Ζούμε ακόμα με τη λογική της πυρηνικής αποτροπής· ωστόσο εγώ βλέπω μία Ευρωπαϊκή Ένωση που ανεβάζει τους τόνους, τη στιγμή που σε μια κρίσιμη διαπραγμάτευση χρειάζονται προσεκτικοί χειρισμοί, και μία απόλυτη άρνηση όσον αφορά τις εδαφικές διεκδικήσεις της Ρωσίας. Από την άλλη, η προσωπική μου εκτίμηση, και πολλών συναδέλφων διεθνολόγων, είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμία συνεννόηση, καμία συμφωνία, καμία εκεχειρία, εάν η Ρωσία δεν κατοχυρώσει de facto τις περιοχές που κατέχει. Δεν μιλώ για νομική (de jure) αναγνώριση, αλλά για πραγματική κατοχή στο έδαφος.
Τι θα συμβεί επομένως στο Ντονμπάς;
Η βασική αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ότι δεν γίνεται αποδεκτή καμία αλλαγή συνόρων με τη βία. Θεωρώ, κατ’ επέκταση, πιθανό να προταθεί αυτονομία των κατεχόμενων περιοχών και να παραπεμφθεί το καθεστώς τους σε μελλοντικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών. Να αποτελούν «νεκρή ζώνη» ή το πρώτο «τείχος», αν μπορούμε να το θέσουμε έτσι, μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Αλλά ακόμη και έτσι, με τις επονομαζόμενες υβριδικές επιχειρήσεις της Ρωσίας -παραπληροφόρηση, δημιουργία νέων πολιτικών καταστάσεων- είναι θέμα χρόνου οι περιοχές αυτές να προσαρτηθούν από τη Ρωσία. Διαθέτουμε άλλωστε το παράδειγμα της Κριμαίας.
Αν η ΕΕ δεν προσαρμόσει τη στάση της στις πραγματικότητες του πεδίου, όπως αναφέρετε, ποιοι είναι τότε οι δρόμοι που διαμορφώνονται;
Δύο είναι οι δρόμοι από εκεί και πέρα. Ο πρώτος είναι ότι δεν υπογράφεται καμία συνθήκη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπως έχει δηλώσει ο Ντόναλντ Τραμπ -και θα το κάνει-, θα ευχηθούν «καλή επιτυχία» στην Ουκρανία και θα μείνει μία Ευρωπαϊκή Ένωση να χρηματοδοτεί τον πόλεμο της Ουκρανίας αγοράζοντας αμερικανικά όπλα. Διότι η Αμερική πλέον δεν χρηματοδοτεί, αλλά πουλάει όπλα. Όσο οι ΗΠΑ απομακρύνονται, τόσο η Ρωσία αποκτά στρατηγικό πλεονέκτημα στο πεδίο, καθώς έχει προσαρμόσει την οικονομία της σε πολεμική βάση.
Ο δεύτερος δρόμος είναι πιθανότατα να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις χωρίς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δηλαδή να μείνουν στο «τραπέζι» η Ρωσία, η Ουκρανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ευρώπη θα είναι σε μία τέτοια περίπτωση απλός παρατηρητής και δεν θα μπορεί να δώσει κάποια εγγύηση για το μέλλον της Ουκρανίας - να μην διαμελισθεί στο πεδίο ή να μην υπάρξει μετέπειτα κάποια εις βάρος της συμφωνία. Αυτό θα ήταν εξαιρετικά επικίνδυνο.
Η προσωπική μου εκτίμηση όσον αφορά το στρατηγικό σκέλος είναι πως όταν η διπλωματία προσπαθεί να επικρατήσει του πολέμου, απαιτούνται ήπιοι τόνοι ενώ εδώ βλέπουμε μία Γερμανία και μία Κάγια Κάλας που συστηματικά μιλούν για την απειλή ρωσικής επίθεσης έναντι του ΝΑΤΟ.
Πόσο πιθανή θεωρείτε εσείς μία σύγκρουση Ρωσίας-ΝΑΤΟ;
Προσωπικά δεν τη θεωρώ πιθανή. Δεν γνωρίζω πού στηρίζονται αυτές οι πληροφορίες περί ρωσικής επίθεσης στο ΝΑΤΟ. Σίγουρα διαθέτουν κάποιες πληροφορίες, σίγουρα υπάρχουν διαρροές, αλλά προσωπικά δεν το θεωρώ πιθανό. Αν μου λέγατε ότι η Ρωσία μπορεί να επιχειρήσει μελλοντικά να καταλάβει όλη την Ουκρανία - ίσως· αλλά όχι να επιτεθεί σε κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ.
Κατ’ επέκταση πού αποδίδετε ιδίως τη γερμανική στάση;
Εκτιμώ ότι πολύ περισσότερο η Γερμανία, και λιγότερο η Γαλλία, και συνολικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο η Βρετανία δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να εμφανιστεί η Ρωσία ως κερδισμένη στην παγκόσμια κοινή γνώμη. Πρόκειται για μάχη επιρροής. Από την άλλη, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει πολλάκις δηλώσει ότι αυτός δεν είναι δικός του πόλεμος, αλλά πόλεμος της Ευρώπης - που τον άφησε να συνεχιστεί. Η Ευρώπη έκανε κατά την εκτίμησή μου ένα μεγάλο διπλωματικό λάθος: με τη βοήθεια του τέως Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν χρηματοδότησε και έκανε έναν πόλεμο δι’ αντιπροσώπων στην Ουκρανία αντί να πιέσει με την ισχύ της για διαπραγματεύσεις από το πρώτο διάστημα της εισβολής και προτού η Ρωσία αρχίσει σταδιακά να κατακτά στρατηγικά εδάφη.
Επρόκειτο κατά την άποψή μου για παταγώδη διπλωματική αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης - η οποία ακόμα εμμένει σε υψηλούς τόνους στους οποίους δεν μας έχει συνηθίσει ως μία ήπια οικονομική, πολιτισμική, θρησκευτική ένωση κρατών. Ακούμε ιαχές και βλέπουμε μία Ευρώπη που ετοιμάζεται να γίνει «φρούριο» εν όψει μιας ρωσικής απειλής.
Να σας πω το εξής: Ακόμα και αν η Γερμανία θεωρεί όντως πιθανή μία σύγκρουση με τη Ρωσία το 2029 -κάτι που φυσικά απεύχομαι, αλλά ούτε και μπορώ να αποκλείσω ως συνέπεια οποιασδήποτε μεταβολής στο διεθνές σύστημα-, θα ήθελε να χρηματοδοτεί τον πόλεμο στην Ουκρανία και ταυτόχρονα να «ρίχνει» και 500 δισ. ευρώ για να δημιουργήσει τη δική της αμυντική γραμμή; Να ενέχεται δηλαδή σε πόλεμο δι' αντιπροσώπων και να ετοιμάζεται και η ίδια για πόλεμο;
Εκτιμώ ότι η Γερμανία αυτή τη στιγμή πολύ περισσότερο ανησυχεί για τα εσωτερικά της προβλήματα ή αυτά που φοβάται ότι θα εισαχθούν στο εσωτερικό της. Ακόμη κι αν υπάρχουν ενδείξεις ότι διεξάγονται υβριδικές επιχειρήσεις από τη Ρωσία στην ΕΕ και κατ’ επέκταση στη Γερμανία, δεν έχουμε δει κάτι τόσο σοβαρό, επαναλαμβανόμενο και αποδεδειγμένο ώστε να μπορούμε να μιλήσουμε για συνθήκες «αόρατου υβριδικού πολέμου» της Ρωσίας έναντι της Γερμανίας, όπως έχουμε ήδη αναλύσει.
Στην πραγματικότητα, η μοναδική σαφής μορφή υβριδικού πολέμου που μπορούμε σήμερα να καταγράψουμε είναι ο ενεργειακός και ο οικονομικός. Μέχρι εκεί. Από εκεί και πέρα, ακόμη κι αν οποιοδήποτε κράτος προετοιμάζεται λιγότερο ή περισσότερο για το ενδεχόμενο πολεμικών εξελίξεων τα επόμενα χρόνια, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ρίχνουμε «λάδι στη φωτιά». Αν ο στόχος είναι να φτάσουμε κάποια στιγμή σε διαπραγμάτευση και ειρήνη, τότε η λογική της συνεχούς κλιμάκωσης δεν βοηθά κανέναν. Αν όχι, τότε αφήνουμε τα πράγματα να πάρουν το δρόμο τους με απούσες τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Θα μπορούσε -και πώς- η Ευρωπαϊκή Ένωση να συνεχίσει να στηρίζει μόνη της την Ουκρανία εάν ο Ντόναλντ Τραμπ αποσυρόταν; Τι θα απαιτούσε αυτό από τις ευρωπαϊκές ηγεσίες και ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις;
Δεν γίνεται. Δεν μπορεί. Ακόμη και αν διέθετε η Ευρωπαϊκή Ένωση την οικονομική δυνατότητα, σε στρατηγικό επίπεδο και χωρίς τα όπλα και την τεχνολογική βοήθεια των ΗΠΑ, οι Ρώσοι έχουν το πλεονέκτημα στο πεδίο μάχης: αντιβαλλιστική άμυνα, δορυφορικές δυνατότητες, και άλλες υποδομές. Συνεπώς, καταλαβαίνετε ότι σε αυτή την περίπτωση ο Πούτιν μπορεί να αξιοποιήσει αυτή την κατάσταση για να επιβάλει πολύ δυσχερέστερους όρους στο μέλλον εν την απουσία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Το να αποχωρήσει ο Τραμπ τόσο από τις διαπραγματεύσεις, όσο και τη σκηνή του πολέμου και να αφήνει μία Ευρωπαϊκή μόνη, είναι το χειρότερο δυνατό σενάριο και αυτό θέλουμε να αποφύγουμε ως Ευρωπαϊκή Ένωση και πολύ περισσότερο και ως Ελλάδα. Γιατί, κατανοείτε, ότι το στρατηγικό πλεονέκτημα που θα αποκτήσει στο πεδίο της μάχης θα επιφέρει ανεξέλεγκτες παγκόσμιες πολιτικο-οικονομικές επιπτώσεις -και στέκομαι ιδιαίτερα στις οικονομικές. Θα υποχρεωθούν τα κράτη να διοχετεύσουν πολύ μεγαλύτερο μέρος από τον βασικό προϋπολογισμό στην άμυνα και θα υπάρξουν κλυδωνισμοί στο εσωτερικό των χωρών όσον αφορά την αξιοπιστία και τον τρόπο διαχείρισης κρίσεων.
Μετά το αναθεωρημένο σχέδιο στη Γενεύη, η μπάλα έχει επανέλθει στο γήπεδο του Πούτιν και ο Στιβ Γουίτκοφ θα βρίσκεται ξανά την επόμενη εβδομάδα στη Μόσχα. Εάν ο Ρώσος ο πρόεδρος καταφύγει στις συνήθεις παρελκυστικές τακτικές, πώς εκτιμάτε ότι θα κινηθεί ο Ντόναλντ Τραμπ;
Πιστεύω ότι ο Τραμπ θα πιέσει και θα απειλήσει αμφότερες τις πλευρές προκειμένου να μπορέσει να τελειώσει αυτός ο πόλεμος. Ο Αμερικανός πρόεδρος εκτιμώ πως με έναν τρόπο έχει ήδη «καταδικάσει» την Ουκρανία· θεωρούσε εξ αρχής ότι πρόκειται για «χαμένη υπόθεση» και τη θεωρεί υπεύθυνη μαζί με την Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά τις στρατηγικές τους αποφάσεις - από το πώς ξεκίνησε ο πόλεμος έως πώς έφθασε να μαίνεται για τέσσερα χρόνια.
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν επιδιώκει σύγκρουση με τη Ρωσία. Το αντίθετο· θέλει να επικεντρωθεί στον μεγάλο αντίπαλο που δεν είναι άλλος από την Κίνα, καθώς και σε νέες οικονομικές και εμπορικές συμφωνίες μετά τη λήξη του πολέμου, όποτε και αν αυτό συμβεί. Είναι εξαιρετικά ευαίσθητες οι ισορροπίες: εάν πιέσει υπερβολικά υπέρ της Ουκρανίας, κινδυνεύει να φέρει Ρωσία, Κίνα και Ινδία πιο κοντά - ένα τρίγωνο που θα δημιουργήσει νέες ισορροπίες ισχύος στο διεθνές σύστημα και αποτελεί το χειρότερο στρατηγικό σενάριο για τις ΗΠΑ.
Πώς μπορεί να διασφαλιστεί πραγματικά ότι η Ρωσία δεν θα επιχειρήσει μία τρίτη εισβολή στην Ουκρανία σε ένα χρόνο, δύο χρόνια ή μετά τη λήξη της θητείας Τραμπ;
Ακόμα κι αν υπάρξει ένα σύμφωνο εγγυήσεων ασφαλείας τώρα, στα πλαίσια των «future studies» θα λέγαμε ότι πιθανότατα μπορεί να διαδεχθεί τον Τραμπ ένας πρόεδρος των Δημοκρατικών, ο οποίος και θα είναι πολύ πιο ήπιος απέναντι στην Ουκρανία και πολύ πιο σκληρός απέναντι στη Ρωσία. Σε αυτή την περίπτωση, λοιπόν, η Ρωσία θα μπορούσε να επικαλεστεί ζητήματα εθνικού συμφέροντος και εθνικής ασφάλειας όταν αρχίζει να την πιέζει το διεθνές σύστημα, και να αναζωπυρωθεί και πάλι η κατάσταση.
Είναι σαφές, λοιπόν, ότι απαιτούνται σταθερές βάσεις και εγγυήσεις όσον αφορά το μέλλον της Ουκρανίας και την επόμενη μέρα μίας συνθήκης ειρήνης. Πρέπει κάποιος να παράσχει εγγυήσεις και αυτή που βρίσκεται στο «μάτι της φωτιάς» είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ο μόνος ρεαλιστικός τρόπος, κατά την εκτίμησή μου, ώστε να διασφαλιστεί η Ουκρανία, δεδομένου ότι ο όρος είναι να μην ενταχθεί σε καμία περίπτωση στο ΝΑΤΟ.
Εάν η Ρωσία εισέβαλε σε ευρωπαϊκό έδαφος, με βάση το Διεθνές Δίκαιο η ΕΕ σαφώς θα είχε δικαίωμα να αμυνθεί στρατηγικά. Να μην παραγνωρίσουμε στο σημείο αυτό το γεγονός ότι η Βρετανία ανήκει στο ΝΑΤΟ και όχι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η μόνη πυρηνική δύναμη θεσμικά στο μπλοκ είναι η Γαλλία. Άρα, λοιπόν, διαθέτουμε τις 250 γαλλικές πυρηνικές κεφαλές έναντι 5.000 ρωσικών.
Η Γαλλία, στην οποία αναφερθήκατε, ανακοίνωσε χθες διά στόματος Μακρόν πρόγραμμα εθελούσιας στρατιωτικής θητείας, ενώ ο Φρίντριχ Μερτς έχει δεσμευτεί να καταστήσει τη Μπούντεσβερ τον ισχυρότερο στρατό της Ευρώπης. Πώς ερμηνεύετε αυτή τη στρατιωτική ενίσχυση σε σχέση με την εκτίμησή σας για τον βαθμό της ρωσικής απειλής;
Δεν λέω ότι η Ρωσία μελλοντικά, με οποιονδήποτε στο τιμόνι της, δεν μπορεί να αποτελέσει απειλή, αλλά ότι όταν βρίσκονται σε εξέλιξη κρίσιμες διεθνείς διαπραγματεύσεις δεν σηκώνεις τόσο πολύ τους τόνους κατηγορώντας ένα από τα δύο μέρη· γιατί μπορεί βάσει του Διεθνούς Δικαίου να είναι λογικό να κατηγορεί η ΕΕ τη Ρωσία διαρκώς και παντού, από την άλλη όμως υπάρχουν θέματα που δεν έχουν επιλυθεί, και δεν είχαν επιλυθεί επί χρόνια όπως η ρωσόφωνοι στην Ουκρανία.
Στα πλαίσια των διαπραγματεύσεων οφείλουν, όπως προανέφερα, να κρατηθούν χαμηλά οι τόνοι· πρέπει να επικεντρωθούμε στους βασικούς όρους της συμφωνίας ώστε αυτή να είναι συμπαγής. Μόνο μία συμπαγής συμφωνία ειρήνης, που θα περιλαμβάνει εκατέρωθεν υποχωρήσεις και στρατηγικές τοποθετήσεις, μπορεί να επιφέρει ασφάλεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι δηλώσεις φιλοπολεμικού χαρακτήρα, τόσο της Κάγια Κάλας όσο και της Γερμανίας, το μόνο που κάνουν είναι να δειχνουν την Ευρώπη εχθρική προς τη Ρωσία. Δηλαδή, αυτό που θέλω να πω είναι ότι σε κάθε στρατηγική δράση, υπάρχει και αντίδραση.
Θεωρώ ανεπίτρεπτο, στα πλαίσια της διπλωματίας, να βγαίνει η Κάγια Κάλας και να τορπιλίζει με τις δηλώσεις της τις διαπραγματεύσεις που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε κρίσιμο σημείο. Το κάνει συστηματικά και προσωπικά απορώ πώς δεν την έχουν αποσύρει. Τορπιλίζει τις διαπραγματεύσεις - το λέμε αυτό ασχέτως αν είναι καλές ή κακές, αυτό θα φανεί στο τέλος. Όμως, επαναλαμβάνω ότι αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να ακούμε φιλοπολεμικές ιαχές. Είναι εν τέλει ζήτημα της Εσθονίας αν θέλει να συγκρουστεί με τη Ρωσία. Γιατί βάζει στο «κάδρο» και την Ελλάδα; Εκπροσωπεί την Ελλάδα; Εμείς ως Ελλάδα την έχουμε εξουσιοδοτήσει να ανεβάζει τη ρητορική κατά της Ρωσίας σε αυτό το επίπεδο; Έχω την εντύπωση ότι οι ίδιοι οι Ουκρανοί αξιωματούχοι μιλούν με χαμηλότερους τόνους σε σχέση με την Κάλας.
Συνοψίζοντας, κ. Μποζίνη ποια είναι η «φωτογραφία της στιγμής» στο ζήτημα της Ουκρανίας;
Είμαστε ακόμη αρκετά μακριά από την οριστική λήξη του πολέμου, αλλά βρισκόμαστε σε κρίσιμο σημείο ώστε να μπορούμε να διακρίνουμε μέσα στην ομίχλη του πολέμου το τι ακριβώς θέλει η κάθε πλευρά. Ευελπιστώ ότι ο Ντόναλντ Τραμπ έχει τη δυνατότητα να πιέσει και τις δύο πλευρές για ουσιαστική διαπραγμάτευση. Σύσσωμη η αμερικανική διπλωματία βρίσκεται σε εγρήγορση και κινείται έντονα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πρέπει να υπονομεύει τις προσπάθειες με υψηλούς τόνους και επιθετικές δηλώσεις από πλευράς κοινοτικών παραγόντων και εκπροσώπων θεσμών. Το ζητούμενο είναι να διασφαλιστεί η ευημερία και η ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
* Ο Δρ. Αθανάσιος Η. Μποζίνης είναι Επίκουρος Καθηγητής «Παγκόσμιας Πολιτικής Οικονομίας και Νέων Τεχνολογιών - Βιοασφάλειας», Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Μέλος Επιστημονικού Συμβούλιου Ανάλυσης Υβριδικών Απειλών στην Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας - Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης
