Το μεγάλο στοίχημα για τα κλειστά σπίτια

Το μεγάλο στοίχημα για τα κλειστά σπίτια

Στην αξιοποίηση του τεράστιου αποθέματος παλαιών και κλειστών κατοικιών στρέφεται πλέον το οικονομικό επιτελείο, αναζητώντας λύσεις στο οξύ στεγαστικό πρόβλημα που πιέζει νοικοκυριά και αγορά. Το στοίχημα είναι σαφές: περισσότερα σπίτια στην αγορά, χωρίς νέες κατασκευές, μέσα από στοχευμένες ανακαινίσεις που θα καταστήσουν χιλιάδες παλαιά ακίνητα ξανά κατοικήσιμα.

Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη. Το μεγαλύτερο μέρος του οικιστικού αποθέματος της χώρας είναι ηλικίας άνω των 25 ή και 30 ετών, με σημαντικές φθορές, ξεπερασμένες υποδομές και υψηλό κόστος αποκατάστασης. Για πολλούς ιδιοκτήτες, η ανακαίνιση αποτελεί εμπόδιο και όχι επένδυση, με αποτέλεσμα εκατοντάδες χιλιάδες κατοικίες να παραμένουν κλειστές.Μέχρι σήμερα, περίπου 7.300 ιδιοκτήτες παλαιών ή ανενεργών κατοικιών έχουν λάβει επιδότηση ή άτοκο δάνειο για να προχωρήσουν σε εργασίες αναβάθμισης με στόχο τη μίσθωση. Ωστόσο, οι αριθμοί αυτοί απέχουν πολύ από τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς, καθώς εκτιμάται ότι 700.000 έως 900.000 σπίτια παραμένουν κλειστά, με μικρό μόνο μέρος τους να βρίσκεται σε μεγάλα αστικά κέντρα.


Νέα γενιά προγραμμάτων με επίκεντρο την ανακαίνιση

Στο πλαίσιο αυτό, ετοιμάζεται άμεσα νέο πακέτο προγραμμάτων που βάζει στο επίκεντρο όχι μόνο την ενεργειακή αναβάθμιση, αλλά τη συνολική ανακαίνιση παλαιών κατοικιών. Η βασική φιλοσοφία είναι απλή, να μειωθεί δραστικά το κόστος για τον ιδιοκτήτη, ώστε να αρθεί το βασικό αντικίνητρο που κρατά τα σπίτια εκτός αγοράς.

Η επιδότηση αναμένεται να φτάνει το 80% έως και το 90% του κόστους, με ανώτατο επιλέξιμο ποσό τα 300 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Θα αφορά ακίνητα έως 120 τ.μ., με έτος κατασκευής έως το 1990, ενώ το συνολικό «ταβάνι» της ενίσχυσης εκτιμάται ότι θα αγγίζει τις 36.000 ευρώ.


Οι παρεμβάσεις δεν θα περιορίζονται στην ενεργειακή εξοικονόμηση. Θα καλύπτονται εργασίες σε υδραυλικά και ηλεκτρολογικά δίκτυα, δάπεδα, κουζίνες, μπάνια, πλακάκια και γενικά ό,τι απαιτείται για να καταστεί μια παλιά κατοικία λειτουργική και μισθώσιμη. Παράγοντες της αγοράς σημειώνουν πάντως ότι, σε περιπτώσεις πολύ παλαιών ή εγκαταλελειμμένων σπιτιών, το ποσό αυτό δύσκολα αρκεί για πλήρη ανακαίνιση.


Το «Σπίτι μου» και το πρόβλημα της προσφοράς


Η έλλειψη διαθέσιμων κατοικιών έχει αποδειχθεί το μεγαλύτερο αγκάθι και για τα προγράμματα «Σπίτι μου». Παρά το ισχυρό ενδιαφέρον, οι αυξημένες τιμές και το περιορισμένο απόθεμα ακινήτων λειτουργούν ανασταλτικά στην απορρόφηση των κονδυλίων.Μέχρι σήμερα, μέσω των δύο κύκλων του προγράμματος έχουν χρηματοδοτηθεί περίπου 20.000 νοικοκυριά για την απόκτηση πρώτης κατοικίας, ενώ σχεδόν 3.000 δάνεια έχουν εγκριθεί στο διάστημα Ιουλίου – Νοεμβρίου. Η πρόσφατη παράταση του «Σπίτι μου ΙΙ» έως τον Μάιο του 2026 και η διεύρυνση των εισοδηματικών κριτηρίων αποσκοπούν στο να στηρίξουν περαιτέρω τη ζήτηση, χωρίς όμως να λύνουν από μόνες τους το πρόβλημα της προσφοράς.


Γι’ αυτό και το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι τα νέα προγράμματα ανακαινίσεων μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά: περισσότερα ανακαινισμένα σπίτια σημαίνουν περισσότερες επιλογές για αγορά ή ενοικίαση και, μακροπρόθεσμα, πιο ήπιες πιέσεις στις τιμές.

Παράλληλα, στο σχεδιασμό εντάσσεται και η αξιοποίηση παλαιών δημοτικών και δημόσιων κτιρίων, ιδίως σε μικρούς δήμους και κοινότητες έως 1.500 κατοίκων. Οι κατοικίες αυτές προορίζονται κυρίως για δημοσίους υπαλλήλους, ώστε να αντιμετωπιστεί το χρόνιο πρόβλημα στέγασης σε απομακρυσμένες περιοχές.

Σημαντικό ρόλο αναμένεται να παίξει και ο θεσμός της κοινωνικής αντιπαροχής. Με το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο που ψηφίστηκε τον Σεπτέμβριο, ιδιώτες μπορούν να αναλαμβάνουν την ανέγερση ή ανακαίνιση αναξιοποίητων δημόσιων ακινήτων. Από τις κατοικίες που θα προκύπτουν, τουλάχιστον το 30% θα παραμένει στο Δημόσιο και θα διατίθεται με χαμηλό ενοίκιο σε νέους, οικογένειες και ευάλωτα νοικοκυριά.


Το στοίχημα, ωστόσο, παραμένει ανοιχτό. Αν οι ανακαινίσεις κινητοποιήσουν μαζικά τους ιδιοκτήτες, η αγορά μπορεί να ανασάνει. Αν όχι, το στεγαστικό πρόβλημα κινδυνεύει να παγιωθεί ως μία από τις πιο δύσκολες κοινωνικές προκλήσεις της επόμενης δεκαετίας.