Με τη ζήτηση και άρα τις τιμές των ακινήτων να διαγράφουν συνεχώς αυξητική πορεία, οι ειδικοί του real estate αναφέρουν ότι το timing ενδείκνυται για τοποθέτηση στην ελληνική αγορά ακινήτων. Τα ακίνητα παραμένουν ακόμη σε προσιτές τιμές και δύσκολα η προσφορά θα ξεπεράσει τη ζήτηση ιδίως στα αστικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, όπου οι δυνατότητες για κατασκευή νεόδμητων οικιστικών ακινήτων είναι ιδιαίτερα περιορισμένες.
Την ίδια στιγμή, για τον Κοσμά Θεοδωρίδη, Αντιπρόεδρο του Συλλόγου Μεσιτών Αστικών Συμβάσεων Αθηνών – Αττικής, η συγκυρία είναι η κατάλληλη για αγορά ακινήτου για έναν ακόμη λόγο.
«Η Αθήνα του 2015, των κλειστών τραπεζών και των κεφαλαιακών ελέγχων (capital controls), θύμιζε πολύ το Λονδίνο του 1993, μόνο που ήταν χειρότερα» αναφέρει.
Όπως ο ίδιος διευκρινίζει, το 1993, η Βρετανία έβγαινε από τη βαθιά ύφεση που προκάλεσαν τα παιχνίδια με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Νομισματικών Ισοτιμιών. Στους εμπορικούς δρόμους πολλά καταστήματα ήταν κλειστά και με σανίδες στις βιτρίνες τους. Η ανεργία ήταν ψηλά και το χρήμα δύσκολο και ακριβό.
«Μπορούσες να αγοράσεις διαμέρισμα στο Λονδίνο με λίγες δεκάδες χιλιάδες λίρες. Μια γκαρσονιέρα στο Bayswater για παράδειγμα άλλαζε χέρια για 30-40 χιλιάδες, ένα μικρό δυάρι λίγο παραπάνω» σχολιάζει.
Τρία όμως, χρόνια μετά, το 1996, η κατάσταση είχε αλλάξει άρδην: ένας ανοδικός κύκλος, που διαρκεί με κάποιες περιόδους διορθώσεων έως σήμερα, ξεκίνησε που διαρκεί τα τελευταία τριάντα χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων οι τιμές έως και δεκαπλασιάστηκαν, δημιουργώντας τεράστιες υπεραξίες σε όσους είχαν αγοράσει.
Γιατί όμως, η Αθήνα του 2015 έχει σημεία σύγκρισης με το Λονδίνο του 1993; Επειδή το 2015 σηματοδότησε τον οριστικό πυθμένα των τιμών και την αφετηρία του ανοδικού ράλι που συνεχίζεται έως τώρα. «Η διαδικασία που είναι γνωστή στα αγγλικά ως gentrification και τη μεταφράζουμε στα ελληνικά ως «εξευγενισμό» των περιοχών με ταυτόχρονη σημαντική άνοδο των αξιών βρίσκεται εν πλήρη εξελίξει.
Η ενίοτε δραματική άνοδος των ενοικίων σηματοδοτεί την αντίστοιχο φάση του κύκλου. Βεβαίως, άλλο Βρετανία και άλλο Ελλάδα, τόσο σε οικονομική σημασία όσο και στον παγκόσμιο οικονομικό καταμερισμό ή τον πληθυσμιακό δυναμισμό.
Ωστόσο, οι αναλογίες όχι μόνο με το Λονδίνο που τέλος πάντων είναι παγκόσμια μητρόπολη, αλλά με όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, θα μπορούσαμε να πούμε μερικά πράγματα μετά βεβαιότητας», εξηγεί.
Για τον κ. Θεοδωρίδη υπάρχουν σειρά λόγων που συνηγορούν υπέρ της επένδυσης στην αγορά ακινήτων. Ποιοι είναι αυτοί;
Πρώτον, ότι η ελληνική αγορά, που κινείται γρήγορα ανοδικά, μοιάζει να βρίσκεται σε διαφορά φάσης, γεγονός που ωφελεί όσους τοποθετούνται σε αυτή.
Δεύτερον, η Ελλάδα παραμένει σημαντικά φθηνότερη από όλες τις συγκρίσιμες χώρες, έχοντας ακόμα και σήμερα ακίνητα με τιμές κάτω από το κόστος αντικατάστασης.
Τρίτον, η διαχείριση των πιστώσεων και η απαιτούμενη προσοχή που θα πρέπει να συνοδεύει το εγχείρημα θα κρίνει όχι μόνο το μέλλον του real estate για όλο και περισσότερους πολίτες.
Tέταρτον, στις πτωτικές διορθώσεις που ενδέχεται να υπάρξουν, δεν αναμένεται οι τιμές να φτάσουν ξανά στα χαμηλά του 2015, «εκτός αν η οικονομία υποστεί παρόμοιο τεράστιο σοκ».
«Μια τέτοια διορθωτική φάση μάλιστα βρίσκεται κατά πάσα πιθανότητα μπροστά μας με τις δραματικές αλλαγές των επιτοκίων και την οικονομική ύφεση που έρχεται στην Ευρωζώνη. Το τι ακριβώς θα γίνει βεβαίως στη χώρα μας και πόσο θα μας επηρεάσει είναι ανοιχτό ερώτημα, αλλά το βέβαιο είναι ότι θα μας επηρεάσει, δημιουργώντας μεταξύ άλλων, επενδυτικές ευκαιρίες. Όσοι δεν έχουν ακόμη θέση στην αγορά ακινήτων, ίσως θα πρέπει να το σκεφτούν σοβαρά» καταλήγει ο Κ. Θεοδωρίδης.