Προσοχή στο λαϊκισμό
Unsplash
Unsplash

Προσοχή στο λαϊκισμό

To 2023 ήταν ένα χορταστικό έτος εκλογικών αναμετρήσεων για τους Έλληνες πολίτες αφού προσήλθαν στις κάλπες -μέχρι και- τέσσερις Κυριακές μέσα στη χρονιά.

Το 2024 θα χρειαστεί να αρκεστούμε μόνο στην αναμέτρηση των ευρωεκλογών (9 Ιουνίου) η οποία ως είθισται «θα στείλει το μήνυμα» του εκλογικού σώματος στα επιτελεία των κομμάτων. Ωστόσο, το διεθνές καλεντάρι των εκλογών κάθε άλλο παρά αδιάφορο μπορεί να χαρακτηριστεί: 40 χώρες προσέρχονται στις κάλπες, σχεδόν ο μισός πληθυσμός της γης θα ψηφίσει πολιτικές και κυβερνήσεις σε μια όχι και τόσο ήρεμη συγκυρία. Για τις περισσότερες χώρες αυτές θα είναι οι πρώτες εκλογές που θα γίνουν μετά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση.

Η αλλαγή των ηγεσιών σε κράτη που οι αποφάσεις τους είναι καθοριστικές για το μέλλον του πλανήτη σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες εστίες έντασης ανά τον κόσμο μπορούν να εκτοξεύσουν το γεωπολιτικό ρίσκο ή απλά να αλλάξουν τις οικονομικές ισορροπίες. Δεν μιλάμε απλά για έναν εκκολαπτόμενο «μαύρο κύκνο» αλλά για κοπάδι ολόκληρο!

Εκτός από τις ευρωεκλογές στα 27 κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ιούνιος), εκλογές θα έχουμε σε ΗΠΑ (Νοέμβριος), Ρωσία (Μάρτιος), Ηνωμένο Βασίλειο (Δεκέμβριος) Ουκρανία  (Μάρτιος), Νότια Αφρική, Ταιβάν (Ιανουάριος), Ινδονησία (Φεβρουάριος), Πακιστάν (Ιανουάριος), Ινδία (Απρίλιος), Μεξικό (Ιούνιος) και Νότια Κορέα (Απρίλιος).

Στην αναμέτρηση που μας αφορά περισσότερο, τις ευρωεκλογές, οι συσχετισμοί των δυνάμεων που θα προκύψουν θα αποτελέσουν κριτήριο για τη διαμόρφωση πολιτικών με σημείο αναφοράς το μεταναστευτικό, την κλιματική αλλαγή και τη στήριξη της Ουκρανίας. Η άνοδος του λαϊκισμού στα ποσοστά των εκλογικών δυνάμεων όπως καταγράφεται σε πρόσφατες εθνικές αναμετρήσεις είναι μια ανησυχητική εξέλιξη. Ας δούμε γιατί.

Η στροφή των πολιτών στο λαϊκισμό παρουσιάζει άνοδο εδώ και αρκετό καιρό. Εξετάζοντας τις 60 μεγαλύτερες χώρες στον κόσμο, μια μελέτη από το Ινστιτούτο του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία δείχνει ότι το 2000 το 10% αυτών των χωρών διοικούνταν από λαϊκιστές ηγέτες από την αριστερά ή τη δεξιά. Μέχρι το 2018, ο λαϊκισμός είχε φτάσει σε ιστορικό υψηλό με το 30% των μεγαλύτερων χωρών στον κόσμο να κυβερνώνται από έναν λαϊκιστή ηγέτη. 

Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο οι αριστεροί λαϊκιστές κυριαρχούσαν στην αποδοχή από τους δεξιούς λαϊκιστές. Σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής (Βενεζουέλα, Αργεντινή, Μεξικό), οι αριστεροί λαϊκιστές εξακολουθούν να κατέχουν την εξουσία μέχρι και σήμερα.

Όμως, την τελευταία δεκαετία παρατηρείται σοβαρή άνοδος των δεξιών λαϊκιστών, όπως ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Τουρκία και ο Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ. Το 2020, 11 από τις 15 χώρες που κυβερνώνται από λαϊκιστές προερχονταν από τη δεξιά. Η μελέτη έθεσε ένα σημαντικό ερώτημα: Πώς τα πάει η οικονομία κάτω από λαϊκιστές ηγέτες έναντι κυρίαρχων πολιτικών;

Η μελέτη έδειξε ότι οι λαϊκίστικές κυβερνήσεις δεν είναι γενικά καλό νέο για την οικονομία. Η αύξηση του ΑΕΠ επιβραδύνεται σημαντικά για τις χώρες που κυβερνώνται από λαϊκιστές σε σύγκριση με χώρες που κυβερνώνται από μετριοπαθείς ή φιλελεύθερους πολιτικούς. Η διαφορά δεν είναι μόνο βραχυπρόθεσμη. 15 χρόνια αφότου οι λαϊκιστές ανέλαβαν τον έλεγχο της κυβέρνησης, οι χώρες που είχαν λαϊκιστές ηγέτες είναι κατά μέσο όρο 10% μικρότερο ρυθμό ανάπτυξης από τις χώρες που άντεξαν στον πειρασμό της λαϊκιστικής πολιτικής. 

Για να το θέσουμε αυτό σε αριθμούς, το 10% του χαμένου ΑΕΠ συνεπάγεται απώλεια 2,3 τρισ. δολαρίων στην πρωτογενή παραγωγή για τις Ηνωμένες Πολιτείες στα δεκαπέντε χρόνια μετά την ανάληψη των καθηκόντων ενός λαϊκιστή. Για το Ηνωμένο Βασίλειο, συνεπάγεται απώλεια παραγωγής 250 δισ. λιρών στα δεκαπέντε χρόνια αφότου λαϊκιστές πολιτικοί ανέλαβαν τον έλεγχο της χώρας.

Ο λόγος που οδηγεί σε αυτή την απώλεια της οικονομικής ανάπτυξης έχει να κάνει με μια σειρά από μέτρα που λειτουργούν περιοριστικά στην ελεύθερη διακίνηση των αγαθών όπως οι εμπορικοί φραγμοί, η αύξηση στους δασμούς με αποτέλεσμα την μείωση του εμπορίου και των συναλλαγών καθώς και της ελεύθερης ροής κεφαλαίων. Οι λαϊκιστικές κυβερνήσεις βλάπτουν την οικονομία επειδή είναι λιγότερο ανοιχτές και αυτό σε βάθος χρόνου λειτουργεί εις βάρος της παραγωγής. 

Όπως έχουμε δει την τελευταία ή δύο δεκαετίες, η εκλογή λαϊκιστικών κυβερνήσεων δεν είναι κάτι που συμβαίνει μόνο σε μακρινές χώρες όπως η Βενεζουέλα ή η Αργεντινή. Ενώ οι λαϊκιστές ηγέτες ισχυρίζονται ότι πολεμούν ενάντια στις ελίτ και βοηθούν τους πολίτες, αυτό που συμβαίνει είναι ότι η μείωση του παραγόμενου αποτελέσματος οδηγεί σε οικονομική συρρίκνωση με αρνητικές συνέπειες στο εισόδημα και την απασχόληση. 

Επομένως, στη μέτρηση των εκλογικών αποτελεσμάτων κατά τη διάρκεια της επόμενης χρονιάς θα έχει ενδιαφέρον πόσο ψηλά θα βρίσκονται οι λαϊκιστές. Η πανδημία και η ενεργειακή κρίση προσέφεραν σπουδαίο επικοινωνιακό πεδίο για την εκλογική τους ενίσχυση.