Οι τράπεζες αντέχουν και ελπίζουν στο μέλλον

Οι τράπεζες αντέχουν και ελπίζουν στο μέλλον

Να είμαστε ειλικρινείς: Οταν ξεκίνησε να κλείνει ο ένας οικονομικός κλάδος μετά τον άλλο, η πιο ευάλωτη ομάδα εταιρειών στον κορωνοϊό φάνηκε ότι θα είναι οι τράπεζες. Η υποχώρηση από 60% έως 70% στις χρηματιστηριακές αποτιμήσεις αποτύπωνε, εκτός από την έντονη αβεβαιότητα της επιδημικής διάρκειας, το ενδεχόμενο ανακεφαλαιοποίησης. Να χαθούν δηλαδή περισσότερα από το 75% των εποπτικών κεφαλαίων σε νέες προβλέψεις απομείωσης που τα έσοδα θα αδυνατούσαν να καλύψουν. Ακόμα και όταν οι εποπτικές αρχές έδειξαν διάθεση να βοηθήσουν αναστέλλοντας τα τεστ αντοχής και μαζεύοντας πίσω όλες τις ρυθμίσεις που είχαν περιορίσει τα διαθέσιμα κεφάλαια, το Χρηματιστήριο δεν άκουσε ιδιαίτερα, καθώς η προϊστορία στο ταμπλό φαίνεται να υπερισχύει των αριθμών.

Η ολοκλήρωση του α' τριμήνου έδειξε ότι τα μεγέθη δεν έχουν αφεθεί στην τύχη τους. Κάθε άλλο μάλιστα. Οι τράπεζες όχι μόνο δείχνουν να αντέχουν, αλλά δημιουργούν την αίσθηση της ευκαιρίας, αφού η καλή εξέλιξη της αντιμετώπισης της πανδημίας -έως σήμερα- και οι μελλοντικές εισροές κεφαλαίων από τις επιδοτήσεις και τα δάνεια αλλάζουν τα αρχικά δεδομένα και αν μη τι άλλο απομακρύνουν τα σενάρια των «άτακτων» κεφαλαιακών ενισχύσεων (βλ. ανακεφαλαιοποιήσεις).

Οι τιτλοποιήσεις είναι ένα ανοιχτό θέμα, καθώς είναι λογικό να υπάρξουν καθυστερήσεις σε σχέση με τον αρχικό προγραμματισμό, υπάρχει ωστόσο και η πιθανή λύση στον ορίζοντα μια ευρωπαϊκής bad bank. Ενα ακόμα ισχυρό χαρτί στο τραπέζι ήταν ο βαθμός συμμετοχής των δανείων στο «moratorium» πληρωμών τόκων: Σύμφωνα με τις παρουσιάσεις του α' τριμήνου της Eurobank και της Τράπεζας Πειραιώς, περίπου το 1/5 όσων δανειοληπτών είχαν τη δυνατότητα να αποφύγουν την πληρωμή τόκων έχει αιτηθεί την εξαίρεσή του, γεγονός που θα λειτουργήσει ανασταλτικά στη φθορά του επιτοκιακού αποτελέσματος. Επομένως λεφτά υπάρχουν -και αν δεν υπάρχουν, έρχονται-, εναλλακτικές υπάρχουν, διάθεση από τον επόπτη να βοηθήσει υπάρχει, αν οι τράπεζες μείνουν όρθιες -και- φέτος το μέλλον τους ανήκει. Και δεν μιλάμε για το χρηματιστηριακό κομμάτι.

Αναλυτικότερα:

-Τράπεζα Πειραιώς: Η λογική ήταν να δείξει ο όμιλος εμπροσθοβαρώς την επίπτωση της πανδημίας από το α' τρίμηνο καταγράφοντας 46 εκατ. ευρώ έκτακτα έξοδα στο προ προβλέψεων αποτελέσματα και 324 εκατ. ευρώ στις προβλέψεις απομείωσης. Υπό συνθήκες κανονικότητας η τράπεζα θα έδειχνε κέρδη προ φόρων 30 εκατ. ευρώ (έναντι ζημιών 230 εκατ. ευρώ). Η στρατηγική αυτή είχε το κόστος της στα εποπτικά κεφάλαια, τα οποία πλέον υποχώρησαν στο 13,2% στο μεταβατικό επίπεδο ή 10,8% με την πλήρη ενσωμάτωση των κανόνων της Βασιλείας 3. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έπεσαν οριακά κάτω από το 50% σε επίπεδο ομίλου, εμφανίζοντας για 14ο συνεχόμενο τρίμηνο αρνητική μεταβολή.

Το πλάνο μείωσης των τιτλοποιήσεων έχει στην ατζέντα του επόμενου δωδεκαμήνου δύο συναλλαγές ύψους 2 και 5 δισ. ευρώ, οι οποίες θα μπουν στο πρόγραμμα του εγγυήσεων του «Ηρακλή», ενώ στο άμεσο μέλλον φαίνεται να κλείνει η συναλλαγή τιτλοποιήσεων Iris (600 εκατ. ευρώ κάρτες και δάνεια μικρών επιχειρήσεων χωρίς εξασφαλίσεις), ενώ η συναλλαγή Trinity II μπαίνει στη διαδικασία των προσφορών μέσα στον Ιούνιο (επιχειρηματικά δάνεια 200 εκατ. ευρώ).

Εντός του 2020 η Τρ. Πειραιώς έχει δώσει νέα δάνεια συνολικού ύψους 2,2 δισ. ευρώ. Επισημαίνεται ότι το αναθεωρημένο πλάνο της Τράπεζας Πειραιώς για τη μείωση των NPEs προβλέπει μείωσή τους από τα 27,5 στα 12,1 δισ. ευρώ. Η μείωση αναμένεται να επιτευχθεί κατά 8,8 δισ. από εισπράξεις και ιάσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων, κατά 1,2 δισ. ευρώ μέσω ρευστοποιήσεων, κατά 4,4 δισ. ευρώ μέσω διαγραφών και κατά 6,9 δισ. ευρώ μέσω πωλήσεων. Η εκτιμώμενη επίτευξη του στόχου ήταν ώς το τέλος του 2021. Η τράπεζα προγραμματίζει νέες εκδόσεις μειωμένης εξασφάλισης ύψους 900 εκατ. ευρώ.

-Εθνική Τράπεζα: Και στην περίπτωση της Εθνικής Τράπεζας η λογική ήταν να αξιοποιηθεί το σημαντικό κέρδος από την ανταλλαγή του Titlos με ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, η οποία έλαβε μεν χώρα το 2019, καταγράφηκε ωστόσο ως κέρδος 800 εκατ. ευρώ το 2020. Η τράπεζα κινήθηκε εμπροσθοβαρώς ανεβάζοντας κατά 416 εκατ. ευρώ περίπου τις προβλέψεις του τριμήνου, κλείνοντας για φέτος την υπόθεση Covid-19, ενώ κατέγραψε δύο ακόμα έκτακτα τα οποία αφορούσαν την πρόβλεψη για εθελούσια (90 εκατ. ευρώ με εκτιμώμενο μέγεθος 800 υπαλλήλους) και 10 εκατ. ευρώ από το ΛΕΠΕΤΕ.

Στο α' τρίμηνο η παραγωγή νέων δανείων έφθασε το 1,1 δισ. ευρώ υποστηριζόμενη από εισροή 1,7 δισ. ευρώ νέων καταθέσεων. Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ελλάδα ήταν κοντά στα 200 εκατ. ευρώ, αποτέλεσμα οργανικής προσπάθειας, ενώ η κάλυψη πλέον στα NPLs έφθασε στο 79,2% και είναι η ψηλότερη του κλάδου. Οι σκοπούμενες τιτλοποιήσεις είναι της τάξεως των 7 δισ. ευρώ, το περιθώριο 2 δισ. ευρώ στα κεφάλαια έως τα εποπτικά όρια μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητικό και στο τέλος του 2021 το συνολικό μέγεθος των NPEs δεν θα ξεπερνάει τα 4,3 δισ. ευρώ. Η διαφορά της Εθνικής με τις άλλες τράπεζες είναι ότι δεν πρόκειται να κινηθεί στο μοντέλο εταιρικού μετασχηματισμού που πρώτη η Eurobank υιοθέτησε.

- Alpha Bank: Η Alpha Bank αύξησε τις προβλέψεις της κατά 120 εκατ. ευρώ, όσο τις επέτρεπαν τα κέρδη από ομόλογα που για ένα ακόμα τρίμηνο κράτησαν τα κεφάλαια σε ικανοποιητικά επίπεδα, τα υψηλότερα (8,3 δισ. ευρώ) απόλυτα μεγέθη από τις άλλες τρεις τράπεζες. Η μεγάλη θέση του χαρτοφυλακίου ομολόγων αναμένεται να βοηθήσει στη συνέχεια τη βελτίωση του κόστους χρηματοδότησης, καθώς από 3,9 δισ. ευρώ τον Μάρτιο η τράπεζα θα αξιοποιήσει 9,3 δισ. ευρώ τον Μάιο, με στόχο να φθάσει τα 11,9 δισ. ευρώ αποκτώντας πρόσβαση σε ρευστότητα με αρνητικό επιτόκιο έναντι οριακά θετικού τον Μάρτιο.

Η εκτίμηση για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του 2020 είναι ότι θα παραμείνουν στα επίπεδα του 2019, ενώ στα οργανικά μεγέθη (εισόδημα και κόστος) η νέα παραγωγή δανείων (+1,6 δισ. ευρώ το α' τρίμηνο) και η μείωση του κόστους (-12% στο α' τρίμηνο) θα επαναλάβουν την επίδοση του 2019. H εκκίνηση των επαφών με επενδυτές για τη διαχείριση του Galaxy την εβδομάδα που πέρασε στοχεύει στο κλείσιμο της συναλλαγής εντός του 2020.

Η Alpha Bank επιδιώκει την τιτλοποίηση 11 δισ. ευρώ αξιοποιώντας τις εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου μέσω του προγράμματος «Ηρακλής» έχοντας κεφαλαιακό μαξιλάρι ύψους 3 δισ. ευρώ, το οποίο αναμένεται να αυξηθεί σε 3,4 δισ. ευρώ μετά τις αλλαγές που ανακοίνωσε η ΕΚΤ στον υπολογισμό των δεικτών φερεγγυότητας των ευρωπαϊκών τραπεζών.

-Eurobank: H πιο προχωρημένη τράπεζα από όλες σε επίπεδο τιτλοποιήσεων είναι η Eurobank και σύντομα θα έχει δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων κάτω από 16%, από 298,9% στο τέλος Μαρτίου. Η έκπληξη από τη διοίκηση ήρθε στην εκτίμηση του φετινού αποτελέσματος. Η τράπεζα θα παραμείνει σημαντικά κερδοφόρα το 2020, με εκτιμώμενη κερδοφορία 200 εκατ. ευρώ, καθώς το προ προβλέψεων αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα κινηθεί στην περιοχή των 800-840 εκατ. ευρώ και οι προβλέψεις απομειώσεων κοντά στα 600 εκατ. ευρώ. Η ολοκλήρωση της συναλλαγής των 7 δισ. ευρώ (Cairo) θα συνοδευτεί από τη διανομή τίτλων ενδιάμεσης διαβάθμισης στους μετόχους της Eurobank (75% για ομόλογα αξίας 1,5 δισ. ευρώ), ενώ το 20% θα δοθεί στην Dovalue και το υπόλοιπο 5% θα μείνει στην τράπεζα.

Τα δύο γκρουπ αποτιμήσεων

Εμφανώς διαφοροποιημένες πλέον οι αποτιμήσεις των τεσσάρων τραπεζών, οι οποίες φαίνεται να είναι χωρισμένες σε δύο γκρουπ. Eurobank και Εθνική Τράπεζα διαπραγματεύονται στο 25% της ενσώματης καθαρής θέσης τους, απόρροια της προόδου που έχουν δείξει στη μείωση των NPEs, αλλά και των δυνατοτήτων που τους δίνει πλέον η κεφαλαιακή τους θέση. Στον αντίποδα, Τράπεζα Πειραιώς και Alpha Bank φαίνεται να τιμολογούν πιο έντονα στα τρέχοντα επίπεδα τις προκλήσεις του οικονομικού περιβάλλοντος, αλλά και το «βαρύ» πρόγραμμα τιτλοποιήσεων που έχουν πλέον μπροστά τους. Στα τρέχοντα επίπεδα το ρίσκο έχει προεξοφληθεί και με το παραπάνω.

Για έναν ξένο επενδυτή η είσοδος στην ελληνική αγορά σημαίνει ότι θα πρέπει να αναζητήσει εταιρείες που να έχουν και υψηλές δυνητικές αποδόσεις - μια περιφερειακή αγορά δεν μπορεί να έχει ανάλογη πορεία με τις αναπτυγμένες αγορές του εξωτερικού, γιατί απλούστατα δεν θα ήταν ισχυρά ανταγωνιστική. Αν υπάρχουν μετοχές που μπορούν γρήγορα από τα τρέχοντα επίπεδα να δώσουν σοβαρές συγκινήσεις, αυτές είναι των τραπεζών. Η επιστροφή στον MSCI είναι θέμα χρόνου.

Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο που κυκλοφόρησε 6-7 Ιουνίου