Το μεγάλο σοκ του πληθωρισμού που βίωσε η Ευρώπη μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία στις αρχές του 2022 ως αποτέλεσμα της αύξησης της τιμής του φυσικού αερίου φαίνεται τους τελευταίους μήνες να έχει αναχαιτιστεί. Οι ΕΚΤ και οι άλλες κεντρικές τράπεζες των ευρωπαϊκών κρατών σταμάτησαν τις αυξήσεις των επιτοκίων και οι τιμές του φυσικού αερίου υποχώρησαν σε χαμηλότερα, αλλά όχι φθηνά επίπεδα. Μια έρευνα από δύο στελέχη της Τράπεζας της Ιταλίας δείχνει ότι ακόμα δεν έχουμε βγει στο ξέφωτο.
Οι κ.κ. Piergiorgio Alessandrini και Andrea Giovanni Gazzani χρησιμοποίησαν δεδομένα από το 2010 έως το 2022 προκειμένου να αποτυπώσουν τις συνέπειες των διακυμάνσεων των ενεργειακών τιμών στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Το αποτέλεσμα της μελέτης τους έδειξε ότι οι διαφορές στις διακυμάνσεις των τιμών του φυσικού αερίου και του πετρελαίου έχουν διαφορετική επίδραση στις διακυμάνσεις, αλλά και τον χρονισμό των τιμών των αγαθών.
Είναι αναμενόμενο η αύξηση των τιμών στο φυσικό αέριο και το πετρέλαιο να έχουν πληθωριστικό αποτύπωμα βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, η επίδρασή τους στον δομικό πληθωρισμό και στο οικονομικό αποτέλεσμα είναι διαφορετική. Το πετρέλαιο ως καύσιμο παραγωγής έχει μικρότερη σημασία στην Ευρώπη απ' ό,τι το φυσικό αέριο.
Στις ΗΠΑ η οικονομία είναι περισσότερο προσανατολισμένη στην καύση πετρελαίου για την κίνηση των αυτοκινήτων και τη βιομηχανία. Στην Ευρώπη η επίδραση των υψηλών τιμών του πετρελαίου εξαντλείται στο μεγαλύτερο βαθμό στις μεταφορές.
Το φυσικό αέριο ωστόσο χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενέργειας, θέρμανση, μαγείρεμα και για βιομηχανική παραγωγή. Η μεγάλη διαφορά στη χρήση συνεπάγεται και διαφορά στο χρονισμό της τιμολόγησης: Στις αντλίες των πρατηρίων οι τιμές της βενζίνης και του ντίζελ διαμορφώνονται σχεδόν άμεσα. Η δομή της αγοράς φυσικού αερίου είναι τέτοια που η χονδρική τιμή του φυσικού αερίου χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να περάσει στον τελικό καταναλωτή.
Το αποτέλεσμα αυτής της δομικής διαφοράς είναι οι υψηλότερες τιμές του φυσικού αερίου να απαιτούν περισσότερο χρόνο για να απορροφηθούν από την αγορά. Το σοκ των υψηλών τιμών φυσικού αερίου χρειάζεται περίπου 18-24 μήνες για να ενσωματωθεί στον δομικό πληθωρισμό με το υψηλό να έρχεται στον 20ο μήνα. Δεδομένου ότι οι ενεργειακές τιμές ξεκίνησαν την άνοδο τους το Φθινόπωρο του 2021 η κορύφωση τους στον δομικό πληθωρισμό υπολογίζεται στο μοντέλο τιμών το καλοκαίρι του 2023. Το οποίο και συνέβη.
Ωστόσο, ο αντίκτυπος στη βιομηχανική παραγωγή διαρκεί αρκετά παραπάνω, 30-36 μήνες μετά το σοκ και είναι μια εξήγηση γιατί οι τιμές σε πολλά αγαθά παρουσιάζουν μεγάλη αντοχή. Η προβολή αυτής της περιόδου στο χειρότερο σενάριο είναι η Άνοιξη/Καλοκαίρι του 2024. Αν αυτή η πρόβλεψη επιβεβαιωθεί τα αρνητικά αποτελέσματα από τις υψηλότερες τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη και το επακόλουθο σοκ σε δομικό πληθωρισμό και μισθούς θα εμφανιστούν στους επόμενους 6-10 μήνες πολύ αργότερα απ' ό,τι συνέβη με την απορρόφηση των υψηλών τιμών του πετρελαίου. Ακόμα τα δύσκολα στην οικονομία είναι μπροστά μας.
Επίδραση των τιμών του φυσικού αερίου (TTF) στον πληθωρισμό και τη βιομηχανική παραγωγή
Πηγή: Alessandrini and Gazzani (2023)