Σε ένα παράλληλο σύμπαν 7 χρόνια μετά

Σε ένα παράλληλο σύμπαν 7 χρόνια μετά

Πέρασαν κιόλας επτά χρόνια από την υπερήφανη απόφαση του Ελληνικού Λαού και το βροντερό «όχι» στους ανάλγητους δανειστές. Η χώρα βγήκε από τη ληστρική ευρωπαϊκή ένωση, από το άγος της μνημονιακής μπότας που ξεζούμιζε κάθε ικμάδα ρευστότητας της οικονομίας. Χρειάστηκε να περάσουμε μια δύσκολη περίοδο που ο κόσμος έβγαινε στους δρόμους και έκανε πλιάτσικο σε ό,τι έβρισκε μπροστά του αφού οι συναλλαγές με τη μορφή που ξέραμε είχαν σταματήσει. Το κράτος έχοντας κρατικοποιήσει το 70% των επιχειρήσεων οι οποίες χρεοκόπησαν έως τα τέλη Σεπτεμβρίου μπορούσε να διανείμει κάποια βασικά αγαθά για τη συνέχιση της καθημερινότητας.

Ο χειμώνας που ήρθε μετά το καλοκαίρι του 2015 ήταν ακόμα πιο δύσκολος. Οι νέες δραχμές, αν και επίσημα ήταν το νέο νόμισμα, δεν ήταν αποδεκτές στις ιδιωτικές συναλλαγές. Όσοι είχαν φυλάξει ευρώ προτιμούσαν να συναλλάσσονται με αυτά, αλλά και αυτά σιγά - σιγά τελείωναν. Ο χειμώνας του 2015 δεν είχε δελτίο μόνο στα αγαθά αλλά και στο νερό και το ρεύμα. Η ΔΕΗ αγωνίζονταν να αντεπεξέλθει στις ανάγκες της ζήτησης με τα χρέη της να πολλαπλασιάζονται μήνα με το μήνα. Δεν υπήρχαν κινήματα «δεν πληρώνω», αυτά τελείωσαν στις αρχές του 2015. Απλά ο κόσμος τώρα δεν είχε χρήματα. Το κίνημα «δεν πληρώνω» είχε μεταλλαχθεί σε κίνημα «δεν έχω για να πληρώσω».

Η ζωή στα νησιά ήταν πιο εύκολη. Λόγω του τουρισμού και των εισροών από το εξωτερικό υπήρχαν κάποια έσοδα που υποστήριζαν τον κρατικό προϋπολογισμό τους καλοκαιρινούς μήνες. Βέβαια το κράτος προκειμένου να εξασφαλίσει επάρκειες σε βασικά είδη όπως καύσιμα, φάρμακα και τη συντήρηση του στρατού εφάρμοσε ένα νέο ειδικό φόρο στις διανυκτερεύσεις ο οποίος αντιστοιχούσε στο 90% του εσόδου. Με αυτό το καθεστώς φορολόγησης δεν υπήρχε μεγάλο κίνητρο για επενδύσεις ωστόσο και πάλι ο καλός καιρός της Ελλάδας συνέχιζε να φέρνει τουρισμό αφού οι φθηνές δραχμές μπορούσαν άνετα να ανταγωνιστούν τις επίσης φθηνές Τουρκικές λίρες. Παράλληλα το καλοκαίρι υπήρχε πιο πολύ απασχόληση. Εποχικές μεν δουλειές αλλά με ένα καλό -μαύρο- εισόδημα που μπορούσε να συντηρήσει τα βασικά για το υπόλοιπο της χρονιάς.

Οι περισσότεροι επαγγελματίες του χρηματοοικονομικού κλάδου έφυγαν και έκαναν άλλες δουλειές, πολλοί έγιναν τεχνίτες, υδραυλικοί, τσαγκάρηδες, φαναρτζήδες αφού πρακτικά δεν υπήρχε αντικείμενο στην προηγούμενη τους εργασία. Το Χρηματιστήριο έκλεισε για πολλά χρόνια και πλέον ανοίγει μια φορά το μήνα για να γίνουν οι λιγοστές συναλλαγές σε εταιρίες που κατάφεραν να μην κλείσουν. Οι χρεοκοπημένες τράπεζες ενώθηκαν και έγιναν μία:

Η Πανεθνική Ελληνική Τράπεζα (Π.Ε.ΤΡΑ) συγκέντρωσε όλα τα κόκκινα δάνεια των πολιτών και το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων κατευθύνονταν στην εξυπηρέτηση αυτού του χρέους το οποίο εντωμεταξύ είχε γίνει κρατικό αφού τα ιδιωτικά δάνεια αποτελούσαν κάλυμμα για τις εκταμιεύσεις των 150 δισ. ευρώ από τον μηχανισμό της έκτακτης ρευστότητας από την ΕΚΤ. Σε μια ένδειξη καλής θέλησης οι Ευρωπαίοι δέχθηκαν να μην κάνουν απαιτητά τα δάνεια του πρώτου και του δεύτερου μνημονίου ωστόσο οι αγορές ομολόγων παραμένουν ακόμα ερμητικά κλειστές για την Ελλάδα η οποία διατηρεί τη χαμηλότερη πιστοληπτική βαθμολογία έναντι όλων των κρατών.

Για τα ταξίδια των Ελλήνων και τις σπουδές στο εξωτερικό ούτε λόγος. Αυτή ήταν μια δυνατότητα μιας μικρής ελίτ. Μέσα σε αυτή την ελίτ υπήρχαν και οπαδοί του Grexit, άνθρωποι που δεν τους έλεγες με την πρώτη ματιά προνομιούχους ή πλούσιους ή τα εισοδήματα τους δεν θα έπρεπε να δικαιολογούν τέτοιες πολυτέλειες. Εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι είχαν προετοιμαστεί για τούτη τη στιγμή πολύ καιρό πριν.

Μετά την έξοδο από το Ευρώ έριξαν το ανάθεμα της μιζέριας της κοινωνίας στους πολιτικούς, τους ίδιους πολιτικούς που οι ίδιοι με μεγάλη θέρμη παρότρυναν να οδηγήσουν τον λαό στην έξοδο. Μπροστά στο αδιέξοδο που δημιουργήθηκε για τη διαχείριση της κατάστασης οι ίδιοι αυτοπροτάθηκαν να αναλάβουν τις τύχες της χώρας. Μέσα στο γενικότερο χάος, ο λαός εξαντλημένος από τη μακρά περίοδο κρίσης έδωσε μια ακόμα ευκαιρίας με πρόσχημα τη διατήρηση της αξιοπρέπειας του.

Ξεπουλώντας και τα τελευταία αξιόλογα περιουσιακά στοιχεία η χώρα έμεινε γυμνή από βασικές υποδομές και χρεωμένη. Οι νέοι κυβερνήτες αποδείχθηκαν περισσότερο «brokers» και λιγότερο ηγέτες με όραμα «την επιστροφή του λαού στην ευημερία». Με το πρόσχημα της πανδημικής κρίσης εκποιήθηκαν υποδομές και δημόσιες εκτάσεις για να βρεθούν χρήματα να υποστηρίξουν την περίθαλψη, να αγοραστούν εμβόλια και να ισοσκελιστούν οι απώλειες από τον τουρισμό λόγω των μεγάλων διεθνών lockdown.

Υπό την πίεση της αύξησης των θανάτων μέσα και έξω από τις εντατικές, εκτάσεις φιλέτα ακόμα και νησιά ολόκληρα πουλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές και απέκτησαν ειδικό καθεστώς ιδιοκτησίας που απαγόρευε την προσέγγιση τους σε άλλους Έλληνες υπηκόους παρά το γεγονός ότι αποτελούσαν μέρος της ελληνικής επικράτειας.

Εσχάτως ο πόλεμος στην Ουκρανία οδήγησε το πληθωρισμό σε ύψη πρωτοφανή. Η δραχμή δεν έγινε τουρκική λίρα αλλά η ακρίβεια είναι τέτοια που τα περισσότερα ράφια των σούπερ μάρκετ είναι άδεια, οι άστεγοι κάνουν ουρές στα καθημερινά συσσίτια και ακόμα και οι μετανάστες αποφεύγουν την Ελλάδα ως προορισμό ελευθερίας.

Στο παράλληλο σύμπαν του 2022 δεν υπάρχουν επενδύσεις που θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας, δεν υπάρχουν χρήματα από το ταμείο ανάκαμψης, δεν υπάρχουν προοπτικές για ένα νέο που τελειώνει τις σπουδές του. Υπάρχει όμως αξιοπρέπεια. Από αυτή που πουλούσαν στις πλατείες.