Οι στατιστικές που μετρούν ένα οικονομικό μέγεθος «κατά κεφαλήν» είναι καλές για τους οικονομολόγους. Οι καλοί ανάμεσα στους οικονομολόγους, μαθαίνουν νωρίς να προσέχουν τις παγίδες που κρύβουν οι μέσοι όροι και οι πάμπολλες ειδικές κατηγορίες και εξαιρέσεις που κρύβονται πίσω από έναν αριθμό της στατιστικής.
Όταν τις στατιστικές τις παίρνουν στα χέρια τους πολιτικοί και άλλοι τηλεπανελίστες... άστα να πάνε. Όπως για παράδειγμα τον εξαιρετικά «δημοφιλή» δείκτη της Eurostat, ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλους, που κατατάσσει την Ελλάδα ως την πλέον φτωχή χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πλην Βουλγαρίας. Ο σχετικός δείκτης διαιρεί το Εθνικό Προϊόν με τον πληθυσμό και βγάζει ότι βρισκόμαστε στο επίπεδο 70, που σημαίνει πρακτικά ότι είμαστε στο 70% του μέσου όρου εισοδημάτων της Ένωσης. Έτσι λέει, πράγματι, αλλά αυτό προκύπτει από το μέγεθος του ΑΕΠ, όταν διαιρεθεί με το σύνολο του πληθυσμού που δουλεύει ή έχει κάποια σύνταξη ή δηλώνει κάποια κέρδη. Οι τρεις αυτές κατηγορίες έχουν τα θέματά τους στην πατρίδα. Δουλεύουν λίγοι (και μεταξύ των γυναικών ακόμη λιγότερες), δεν περιλαμβάνει την παραοικονομία ενώ οι ελεύθεροι επαγγελματίες και μικροεπιχειρηματίες εκτιμώνται πριν το τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα! Σε μια χώρα που δουλεύει ένας για να συντηρούνται τρεις...
Αν δείτε έναν άλλο πίνακα, που πάντα τον εμφανίζει η Eurostat μαζί με τον προηγούμενο αλλά κανείς δεν τον χρησιμοποιεί στον δημόσιο διάλογο, ο οποίος υπολογίζει την τρέχουσα καταναλωτική δαπάνη κατά κεφαλή, η Ελλάδα βρίσκεται στο 81% του μέσου όρου, δηλαδή 11 μονάδες καλύτερα από τον ως άνω τόσο δημοφιλή δείκτη. Κάτω από εμάς υπάρχουν έξι χώρες (Κροατία, Σλοβακία, Λετονία, Βουλγαρία, Ουγγαρία). Γιατί κανείς πολιτικός ή πανελίστας δεν χρησιμοποιεί αυτή την κατάταξη; Ποιος πιστεύει, πραγματικά, ότι οι Ρουμάνοι (88%), οι Πορτογάλοι (85%) και οι Πολωνοί (84%), για παράδειγμα, που είναι πάνω από εμάς, είναι «πλουσιότεροι» και περνούν καλύτερα από τους Έλληνες;
Τι κάνει τη διαφορά; Πολλές χώρες στην Ευρώπη, έχουν περισσότερες παραγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες πετυχαίνουν επί χρόνια τώρα υψηλότερη παραγωγικότητα, ενώ, ταυτόχρονα, εργάζεται μεγαλύτερο μερίδιο του πληθυσμού. Αυτά τα δύο τους καθιστούν πλουσιότερους και με καλύτερη «αγοραστική δύναμη».
Θα αντιληφθείτε καλύτερα πόσο εύκολο/δύσκολο είναι να παίξει κανείς με τα στατιστικά αν δείτε τι προκύπτει όταν ζητήσουμε από την Εurostat να μας δώσει τις ελάχιστες αμοιβές. Στο δεύτερο εξάμηνο του 2025, η Eurostat μας λέει πως στην Ελλάδα η πραγματικά πληρωνόμενη κατώτατη αμοιβή είναι στα 1.027 ευρώ (από 758 το 2021), με τη Βουλγαρία στα 551 ευρώ (από 331 το 2021) και τη Ρουμανία στα 797 ευρώ (από 467 το 2021) ενώ η Πορτογαλία είναι στα 1.015 ευρώ (από 776 το 2021). Βγάλτε τώρα συμπέρασμα!
Και για να αποτρελαθείτε, δείτε τι μας δείχνει η Eurostat όταν της ζητούμε να μας ενημερώσει για την «ικανοποίηση γενικά από τα πράγματα της ζωής, από όσους έχουν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ».
Με άριστα το 10, η Ελλάδα βρίσκεται στο 7,4, η Σουηδία στο 7,5 και η Δανία στο 7,7 με μέσο όρο των 27 κρατών της ΕΕ το 7,6. Είμαστε τόσο καλά και δεν το γνώριζα; Μπορεί.
Εξαρτάται από ποια πλευρά βλέπεις τα πράγματα!
