Μαξίμου: Σε πρώτο πλάνο οικονομία και νέα μέτρα στήριξης
Eurokinissi/ Τατιάνα Μπόλαρη
Eurokinissi/ Τατιάνα Μπόλαρη

Μαξίμου: Σε πρώτο πλάνο οικονομία και νέα μέτρα στήριξης

Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας – η δεύτερη κατά σειρά – από τον οίκο Fitch, την ώρα που περνούν σε φάση υλοποίησης τα μέτρα στήριξης – όπως η επιστροφή ενός ενοικίου και η καταβολή του επιδόματος των 250 ευρώ στους χαμηλοσυνταξιούχους, από τα τέλη Νοεμβρίου και της νέας φορολογικής κλίμακας από τον Ιανουάριο – επαναφέρουν στην πολιτική ατζέντα την οικονομία, σε μια περίοδο όπου η ακρίβεια αποτελεί το μείζον στα προβλήματα των πολιτών και στην αντιπαράθεση των πολιτικών δυνάμεων.

Στο κυβερνητικό επιτελείο εκτιμούν ότι το πλαίσιο που διαμορφώνεται – τόσο με τη διεθνή εικόνα της χώρας, όσο και με τα οικονομικά δεδομένα, την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας από τους διεθνείς οίκους και τις δυνατότητες, που δημιουργούνται για περαιτέρω παρεμβάσεις – μπορεί να ενισχύσει την επιχειρηματολογία που διατυπώνει η κυβέρνηση για την αλλαγή σελίδας της χώρας και την ανάγκη διασφάλισης της πολιτικής και δημοσιονομικής σταθερότητας. Μια επιχειρηματολογία, που θα αναπτύσσεται ολοένα και πιο έντονα, όσο το πολιτικό σκηνικό περνά σε προεκλογική φάση και αρχίσει να προτάσσει διλήμματα και διακυβεύματα για την επόμενη μέρα.

Στην καθιερωμένη κυριακάτικη ανάρτησή του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε την πολιτική προέκταση της τελευταίας αναβάθμισης, αναφερόμενος και στην πολιτική σταθερότητα, ως προϋπόθεση για τις θετικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, επισημαίνοντας ότι «η εμπιστοσύνη των ξένων αγορών και επενδυτών προς το αξιόχρεο της ελληνικής οικονομίας είναι αυτή που δίνει το σήμα ότι διαθέτουμε ένα όλο και πιο ελκυστικό επενδυτικό περιβάλλον, ασφαλή δημόσια οικονομικά και – το κρισιμότερο – πολιτική σταθερότητα που είναι και το σημαντικότερο για την ανάληψη ρίσκου και την υλοποίηση μακροπρόθεσμων επενδυτικών σχεδίων».

Με σημείο εκκίνησης το θετικό πρόσημο σε αυτή την πορεία που βάζει η σφραγίδα διεθνών οίκων αξιολόγησης, το Μέγαρο Μαξίμου και το οικονομικό επιτελείο, σχεδιάζουν τα επόμενα βήματα, με ξεκάθαρη πλέον τη στόχευση να συνεχιστούν τα μέτρα ενίσχυσης εισοδημάτων και επίλυσης προβλημάτων με οικονομικές προεκτάσεις.

Ο κ. Μητσοτάκης έδωσε το στίγμα των προθέσεών τους, σημειώνοντας ότι η νέα αναβάθμιση επιτρέπει την ταχύτερη αποπληρωμή και αποκλιμάκωση του ελληνικού δημόσιου χρέους και οδηγεί σε εξοικονόμηση περίπου 800 εκ ευρώ. «Και αυτά είναι χρήματα που αντί να πηγαίνουν στην εξυπηρέτηση χρέους, μένουν και επιστρέφουν στις τσέπες των πολιτών με αύξηση κοινωνικών δαπανών, μείωση φόρων και αύξηση εισοδημάτων, σαν αυτή που μόλις ψηφίσαμε με το πακέτο της ΔΕΘ που ανακοινώθηκε τον Σεπτέμβριο και υλοποιείται ήδη από αυτόν τον μήνα», υπογράμμισε χαρακτηριστικά.

Κάνοντας ένα βήμα παρακάτω, έθεσε ως στόχο να γίνει  η ελληνική οικονομία, «μια οικονομία κατηγορίας Α», φτάνοντας το συντομότερο στην ανώτερη βαθμίδα αξιολόγησης των ξένων οίκων, «εκεί που βρίσκονται και όλες οι χώρες που έχουν εξασφαλίσει την ευημερία των πολιτών τους με καλά εισοδήματα, στιβαρή οικονομία, κοινωνική συνοχή και ποιοτικά δημόσια αγαθά», όπως σημείωσε.

Το επόμενο βήμα αυτού του σχεδιασμού αναμένεται πριν από το τέλος του χρόνου και πιθανότατα τον Δεκέμβριο, κατά τη διάρκεια συζήτησης του προϋπολογισμού, μιας κορυφαίας κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Οι ανακοινώσεις δια στόματος πρωθυπουργού, αναμένεται να αφορούν σε μια νέα δέσμη μέτρων για το στεγαστικό, καθώς θεωρείται ένα κρίσιμο μέγεθος για τα οικονομικά των πολιτών κι ένα πρόβλημα που λαμβάνει πλέον κοινωνικές διαστάσεις.

Σε κάθε περίπτωση, η οικονομία θα αποτελέσει το πεδίο της πιο σφοδρής αντιπαράθεσης των κομμάτων από εδώ και στο εξής. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με σαφείς παραπομπές στα χρόνια των μνημονίων, κάτι που θα επανέρχεται ως μέτρο σύγκρισης, απάντησε στα σχόλια μέρους της αντιπολίτευσης για την αναβάθμιση, λέγοντας ότι «όπως ειρωνεύονταν κάποιοι από την αντιπολίτευση, ''τρώγεται'' η επενδυτική βαθμίδα της ελληνικής οικονομίας; Η απάντηση είναι πως όταν δεν την είχαμε την περασμένη δεκαετία σίγουρα πεινάσαμε ως λαός».

Η κυβέρνηση αντιπαραθέτει την πορεία της ελληνικής οικονομίας και την αξιολόγησή της από τους διεθνείς οίκους, στην εικόνα, που παρουσιάζουν πλέον μεγάλες οικονομίες, όπως η Γαλλία και η Βρετανία, με τις αγορές να «επιτίθενται» λόγω ανησυχιών για τα δημοσιονομικά, ως επιβεβαίωση της αντιστροφής του κλίματος και της εικόνας, σε σχέση με το παρελθόν. Είναι χαρακτηριστικό, όπως σημειώνουν κυβερνητικά στελέχη, ότι μετά την απόφαση της κυβέρνησης Στάρμερ να ακυρώσει τη σχεδιαζόμενη αύξηση συντελεστών φόρου εισοδήματος, η απόδοση του 10ετούς βρετανικού ομολόγου επιδεινώθηκε, φτάνοντας το 4,57%, όταν ο αντίστοιχος ελληνικός τίτλος κινείται γύρω στο 3,35%.

Την ίδια ώρα, στη Γαλλία, υπενθυμίζουν, εν μέσω βαθιάς πολιτικής αβεβαιότητας, αναζητείται στήριξη για την υπερψήφιση ενός προϋπολογισμού, που περιλαμβάνει περικοπές δημόσιων εξόδων και φορολογικά μέτρα που αποσκοπούν στη μείωση του μεγαλύτερου ελλείμματος ανάμεσα στα 20 μέλη της ευρωζώνης. Στον αντίποδα, σημειώνουν από την κυβέρνηση, βρίσκεται η Ελλάδα, έχοντας τη δυνατότητα μείωσης της φορολογίας, όταν ισχυρές οικονομίες αναγκάζονται να υιοθετήσουν μέτρα λιτότητας ή αυξημένων φόρων και υπενθυμίζουν ότι τα όσα συμβαίνουν σε μεγάλες οικονομίες αποτελούν απόδειξη πως οι αγορές είναι έτοιμες να «τιμωρήσουν» τη δημοσιονομική αβεβαιότητα.

Η Ελλάδα είναι μία από τις λιγοστές ευρωπαϊκές χώρες με πρωτογενές πλεόνασμα και ισοσκελισμένο τελικό αποτέλεσμα, επισημαίνει το κυβερνητικό επιτελείο και επαναφέρει το ζήτημα της δημοσιονομικής πειθαρχίας ως «επίδικο» για τις πολιτικές δυνάμεις, κατηγορώντας την αντιπολίτευση πως επενδύει σε ακοστολόγητα μέτρα εντυπωσιασμού.