Πάνω από το μισό δημόσιο χρέος της Γαλλίας βρίσκεται εις χείρας μη κατοίκων της μεγάλης αυτής χώρας. Καθόλου περίεργο. Οι διεθνείς επενδυτές, από τα συνταξιοδοτικά ταμεία μέχρι τα αμοιβαία κεφάλαια, προτιμούν να βάζουν τα χρήματα των πελατών-αποταμιευτών τους σε ομολογίες-χρεόγραφα ισχυρών οικονομιών. Θεωρούνται και είναι, κατά κανόνα, σίγουρη επένδυση. Το ίδιο ισχύει για όλα τα μεγάλα κράτη, με πρώτες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Πρόκειται για μια βασική διάσταση της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας και γνωρίζουμε τη σημασία της από τότε που ξέσπασε η πρώτη μεγάλη κρίση εμπιστοσύνης η οποία οδήγησε στην αποδέσμευση του δολαρίου από τον χρυσό, πριν πενήντα και κάτι χρόνια.
Το γαλλικό κράτος δεν αφομοίωσε ποτέ πλήρως και ικανοποιητικά τον διεθνικό αυτό χαρακτήρα των αγορών ομολόγων. Σε μια μακρά περίοδο πενήντα ετών, δηλαδή από το 1980 μέχρι και των προβλεπομένων να συμβούν ως το 2030, το γαλλικό κράτος εμφανίζει, κατά κανόνα, δημοσιονομικό έλλειμμα μεγαλύτερο από το «σοφό κανόνα», τον οποίο υιοθέτησε η Ευρώπη της Συνθήκης του Μάαστριχτ, που ζητεί το έλλειμμα αυτό να μην ξεπερνά το 3% του ΑΕΠ.
Κάθε έλλειμμα μετατρέπεται σε μεγαλύτερο χρέος. Ήταν επόμενο πως, κάποια στιγμή, η Γαλλία θα χρειαζόταν να πάρει μέτρα. Διαδοχικές κυβερνήσεις και προεδρίες (Σαρκοζύ, Ολαντ, Μακρόν) μίλαγαν για την ανάγκη μέτρων, ελάμβαναν όμως λιγότερα από όσα απαιτούσε η δημοσιονομική πραγματικότητα. Ακόμη και τα 44 δισ. περικοπών της κρατικής δαπάνης, που ζητεί η κυβέρνηση Μπαϋρού να εγκρίνουν οι βουλευτές της Εθνοσυνέλευσης, δεν είναι, πλέον, αρκετά. Η κρίση είναι μπροστά και θα είναι μεγάλη και βοερή.
Βεβαίως, η Γαλλία είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομική δύναμη στην Ευρώπη (μετά τη Γερμανία και το ΗΒ), έβδομη στην παγκόσμια κατάταξη (προηγούνται ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία, Ινδία) ενώ ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου (το 2023) ήταν ο Μπερνάρ Αρνώ κύριος μέτοχος του ομίλου ειδών πολυτελείας LVMH (Forbes).
Καλά όλα αυτά, αλλά οι αγορές είναι οι αγορές. Αν η Γαλλία δεν πάρει μέτρα, πειστικά, για να μειώσει το εμμονικό δημοσιονομικό της έλλειμμα, αν δεν πείσει ότι το δημόσιο χρέος της θα μπει σε τροχιά ελέγχου και απομείωσης, τα πράγματα θα πάνε χειρότερα. Με κρατικό έλλειμμα κοντά στο 6% και χρέος πάνω από 118% του ΑΕΠ, δεν πας μακριά όταν, ταυτόχρονα, βρίσκεσαι αντιμέτωπος με μια παρατεινόμενη και συνεχώς επιδεινούμενη πολιτική κρίση.
Οι Γάλλοι δεν θέλουν να παραδεχθούν ότι η βιομηχανική βάση της χώρας τους συρρικνώνεται συνεχώς: κάποτε αναλογούσε στο 19% του ΑΕΠ αλλά τώρα είναι στο 9%. Ταυτοχρόνως, η αγορά εργασίας παραμένει υπερβολικά ρυθμιζόμενη, με την νεολαία να μη βρίσκει καλές δουλειές, ενώ καταγράφεται σοβαρή έλλειψη εξειδικεύσεων απαραίτητων για να στηριχθεί η συνεχώς φθίνουσα παραγωγικότητα εργασίας.
Οι Γάλλοι έχουν περάσει τις δύο τελευταίες δεκαετίες συζητώντας κάποια ριζική αναδιοργάνωση του συνταξιοδοτικού τους συστήματος, αλλά παραμένουν παγιδευμένοι στην ακινησία. Οι αντιστάσεις, ιδίως στον κρατικό τομέα και τους άριστα προστατευμένους από τα συνδικάτα μεγάλους κλάδους της παραγωγής εμποδίζουν τις προσπάθειες, όσες έγιναν και γίνονται, για κάποια ταχεία προσαρμογή. Ένας στους πέντε εργάζεται για τον ευρύτερο κρατικό τομέα, το ανθρώπινο δυναμικό του οποίου αυξήθηκε κατά 25% στη διάρκεια των τελευταίων 25 ετών.
Παρόλ’ αυτά, η γαλλική οικονομία έχει πολλά ατού. Το δείχνουν οι μεγάλες, πολυεθνικές εταιρείες της, οι εξαιρετικές ικανότητες των μηχανικών της, η προωθημένη θέση της στην επιστημονική έρευνα ακόμη και η υψηλή (κι ας είναι ακριβή) ποιότητα των δημόσιων υποδομών της.
Δυστυχώς, η πολιτική συγκυρία είναι αυτή που βυθίζει την όμορφη αυτή χώρα. Αν τα κόμματα δεν βρουν μεταξύ τους τις κατάλληλες συναινέσεις, κάτι που μοιάζει απίθανο αυτή τη στιγμή, η Γαλλία θα περάσει στο καθαρτήριο της κρίσης, αρνούμενη να ζήσει την κόλαση που προκαλεί στο μυαλό των Γάλλων η κατάργηση δύο αργιών: Δευτέρα του Πάσχα και 8η Μαΐου, ημέρα που τελείωσε ο νικηφόρος Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος.