Απομένουν 14 συνεδριάσεις για να κλείσει άλλη μια εξαιρετική χρηματιστηριακή χρονιά για την ελληνική αγορά και είναι επόμενο τέτοιες ημέρες να εξετάζονται διάφορα σενάρια για τη χρονιά που ακολουθεί. Για τους έχοντες πιο βραχυπρόθεσμη οπτική η περίοδος που διανύουμε έχει ένα ενδιαφέρον εποχικό μοτίβο που ιστορικά έχει προσφέρει αξιόλογες αποδόσεις.
Από το 2019 και μετά, ο Δεκέμβριος παρουσιάζει αξιοσημείωτη συνέπεια ως προς το θετικό πρόσημο του Γενικού Δείκτη, καθώς ο μήνας ολοκληρώνεται με κέρδη. Παράλληλα, το ελληνικό January effect - ένα εποχικό φαινόμενο που στις διεθνείς αγορές θεωρείται πλέον λιγότερο προβλέψιμο - εμφανίζεται με αξιοσημείωτη κανονικότητα στην εγχώρια αγορά από το 2022 και εξής. Αυτή η επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά έχει καταστήσει το τετράμηνο Νοεμβρίου – Φεβρουαρίου μία από τις πιο παραγωγικές περιόδους για το Χρηματιστήριο Αθηνών, με σταθερά υψηλές επιδόσεις και ενισχυμένη επενδυτική ψυχολογία.
Αναλύοντας την πορεία του Γενικού Δείκτη από το 1999 και μετά, το συγκεκριμένο τετράμηνο εμφανίζει μέση απόδοση 7,47%, γεγονός που το διαφοροποιεί αισθητά από άλλες περιόδους του έτους. Ακόμη πιο εντυπωσιακή είναι η επίδοση από το 2021 και μετά, όπου η μέση απόδοση του τετραμήνου εκτοξεύεται στο 16,03%, απόδοση που για ένα χαρτοφυλάκιο με βραχυπρόθεσμο ή τακτικό εποχικό προσανατολισμό - θα μπορούσε να αποτελεί έναν ιδιαίτερα ελκυστικό «πυλώνα» απόδοσης ή ακόμη και βασική στρατηγική τοποθέτηση μέσα στο έτος.
Σε βάθος τεσσάρων δεκαετιών, ο Δεκέμβριος παρουσιάζει θετική εποχικότητα, με μέση απόδοση 1,63%, ενώ εστιάζοντας στο διάστημα από το 1999 και μετά, η αντίστοιχη μέση επίδοση διαμορφώνεται στο 1,11%. Ακόμη πιο ευνοϊκή εικόνα καταγράφει ο Ιανουάριος, ο οποίος εμφανίζει μέση απόδοση 3,50% στο σύνολο της περιόδου των 40 ετών και 1,48% από το 1999 έως σήμερα. Επομένως, το δίμηνο στο οποίο έχουμε εισέλθει εμφανίζει, βάσει ιστορικότητας, μια από τις υψηλότερες πιθανότητες θετικής απόδοσης για την ελληνική αγορά, λειτουργώντας συχνά ως καταλύτης για την ψυχολογία των επενδυτών και ως «εκκίνηση» για τις τοποθετήσεις του νέου έτους.
Ένα άλλο ενδιαφέρον στατιστικό που θα μας απασχολήσει το 2026 είναι αν το σερί του Γενικού Δείκτη συνεχιστεί για έκτη συνεχόμενη χρήση. Βέβαια, ο βαθμός δυσκολίας δεν είναι ίδιος κάθε χρονιά - ιδιαίτερα όταν έχουν προηγηθεί πέντε συνεχόμενα έτη ικανοποιητικών χρηματιστηριακών αποδόσεων. Ένα κεφάλαιο που επενδύθηκε στον Γενικό Δείκτη στο τέλος του 2020 αποδίδει σήμερα περίπου 95%, χωρίς να συνυπολογίζονται τα μερίσματα ή άλλες χρηματικές διανομές, τα οποία θα οδηγούσαν ουσιαστικά σε διπλασιασμό του αρχικού ποσού. Επιπλέον, ιστορικά ο Γενικός Δείκτης έχει πετύχει μόνο μία φορά από το 1985 ένα σερί έξι διαδοχικών ανοδικών ετών. Ήταν, βέβαια, μια διαφορετική εποχή, πολύ πιο «αφελής» ως προς τη σύνθεση, τη δομή και το οικοσύστημα της ελληνικής αγοράς σε σχέση με το σήμερα. Τα ρεκόρ ωστόσο είναι για να σπάνε.

