Οι προοπτικές της αγοράς εργασίας για το τελευταίο τρίμηνο του 2025

Οι προοπτικές της αγοράς εργασίας για το τελευταίο τρίμηνο του 2025

Η έρευνα του ομίλου ManpowerGroup δείχνει ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε φάση συγκρατημένης αισιοδοξίας. Οι επιχειρήσεις αναζητούν ταλέντο, κυρίως σε τομείς που σχετίζονται με την τεχνολογία, τη βιομηχανία και τις μεταφορές, ενώ οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις φαίνεται να πρωταγωνιστούν στο κομμάτι των προσλήψεων.

Στην έρευνα, όπου συμμετείχαν 525 Έλληνες εργοδότες, οι οποίοι κλήθηκαν να αξιολογήσουν τις προθέσεις τους ως προς τις προσλήψεις, διαπιστώθηκε ότι το 25% εξ αυτών δηλώνει πως σχεδιάζει να αυξήσει το προσωπικό του, το 13% ότι θα προχωρήσει σε μείωση, ενώ η πλειονότητα, σε ποσοστό 58%, εκτιμά ότι η κατάσταση θα παραμείνει αμετάβλητη. Ένα 4% εμφανίζεται αναποφάσιστο. 

Το αποτέλεσμα αυτό, που μεταφράζεται σε καθαρές προοπτικές απασχόλησης 16%, είναι βελτιωμένο κατά πέντε μονάδες σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο, αλλά υποχωρεί κατά δύο μονάδες συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Σε διεθνές επίπεδο, η Ελλάδα παραμένει στο κάτω μισό της κατάταξης, με επίδοση επτά μονάδες χαμηλότερη από τον παγκόσμιο μέσο όρο, γεγονός που δείχνει ότι η εγχώρια αγορά παραμένει μεν ανθεκτική, αλλά εξακολουθεί να κινείται πιο αργά από άλλες οικονομίες.

Οι κλάδοι που τραβούν μπροστά

Η έρευνα καταγράφει θετικές προοπτικές σε οκτώ από τους εννέα βασικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ένας τομέας, όπου οι εργοδότες εκφράζουν πρόθεση για περιορισμό προσωπικού.

Πρωταθλητής αναδεικνύεται ο κλάδος Μεταφορών και Εφοδιαστικής Αλυσίδας, με προοπτικές που φτάνουν τις 39 μονάδες. Σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του έτους η αύξηση είναι θεαματική, κατά 17 μονάδες, ενώ συγκριτικά με πέρυσι η ενίσχυση φτάνει τις 13 μονάδες.

Εντυπωσιακή είναι και η άνοδος της Πληροφορικής, όπου οι προσδοκίες εκτοξεύονται στις 30 μονάδες, με βελτίωση 25 μονάδων έναντι του προηγούμενου τριμήνου και 21 μονάδων συγκριτικά με την ίδια περίοδο του 2024. Πρόκειται για έναν από τους κλάδους που επηρεάζονται άμεσα από τις τεχνολογικές εξελίξεις και τη στροφή των επιχειρήσεων σε ψηφιακές λύσεις.

Ακολουθεί ο τομέας της Βιομηχανίας και των Κατασκευών, με 23 μονάδες. Η άνοδος κατά επτά μονάδες σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο και κατά έξι σε ετήσια βάση αποτυπώνει την κινητικότητα που αρχίζει να καταγράφεται σε έργα υποδομών και παραγωγικές μονάδες.

Αντίθετα, οι Υπηρεσίες Επικοινωνίας, που πριν από έναν χρόνο βρίσκονταν στην κορυφή των προσδοκιών, καταγράφουν σημαντική κάμψη και περιορίζονται σε μόλις οκτώ μονάδες. Σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, η μείωση είναι εντυπωσιακή, φτάνοντας τις 16 μονάδες.

Η ανάλυση σε περιφερειακό επίπεδο δείχνει ότι όλες οι μεγάλες γεωγραφικές ενότητες της χώρας κινούνται σε θετικό έδαφος. Ωστόσο, οι διαφορές μεταξύ τους είναι εμφανείς.

Η Ευρύτερη Περιφέρεια Αττικής εμφανίζει τον πιο ισχυρό δείκτη με 20 μονάδες. Η αύξηση κατά επτά μονάδες σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο είναι η μεγαλύτερη που καταγράφεται πανελλαδικά, ενώ συγκριτικά με την ίδια περίοδο του 2024 η βελτίωση είναι μικρότερη, της τάξης της μίας μονάδας.

Οι υπόλοιπες περιφέρειες εμφανίζουν μικρότερες διακυμάνσεις. Σε μία εξ αυτών οι προοπτικές παρέμειναν σταθερές, ενώ σε άλλη καταγράφηκε υποχώρηση σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.

Αύξηση στις προσλήψεις 

Ένα ακόμη ενδιαφέρον εύρημα της έρευνας είναι ότι όλοι οι τύποι επιχειρήσεων, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους, εμφανίζονται διατεθειμένοι να προχωρήσουν σε προσλήψεις.

Οι πιο αισιόδοξες προοπτικές εντοπίζονται στις μεσαίες επιχειρήσεις, εκείνες που απασχολούν από 50 έως 249 εργαζόμενους. Με καθαρές προοπτικές απασχόλησης 25 μονάδων, σημειώνουν άνοδο εννέα μονάδων σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο και 14 μονάδων σε σύγκριση με πέρυσι.

Αξιοσημείωτο είναι και το άλμα που καταγράφουν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, κάτω των 10 εργαζομένων, οι οποίες παρουσιάζουν αύξηση των προσδοκιών τους κατά 11 μονάδες έναντι του προηγούμενου τριμήνου. Αυτό δείχνει ότι ακόμη και οι μικρότεροι εργοδότες, παρά τις προκλήσεις, εμφανίζουν διάθεση να ενισχύσουν το ανθρώπινο δυναμικό τους.

Πέρα από τους αριθμούς, ιδιαίτερη σημασία έχουν οι λόγοι που οδηγούν τους εργοδότες στις αποφάσεις τους. Για όσους σχεδιάζουν να αυξήσουν το προσωπικό τους, κύριος μοχλός είναι η ανάπτυξη της επιχείρησης, την οποία επικαλείται το 36%.

Το 29% συνδέει τις νέες προσλήψεις με την ανάγκη στελέχωσης νέων έργων και πρωτοβουλιών, ενώ ένα ακόμη 28% τονίζει ότι απαιτούνται σύγχρονες δεξιότητες για να παραμείνουν ανταγωνιστικοί. Ενδεικτικό της εποχής είναι ότι το 22% αποδίδει τις ανάγκες πρόσληψης στις τεχνολογικές εξελίξεις που απαιτούν περισσότερη τεχνογνωσία.

Στην αντίπερα όχθη, οι εργοδότες που προβλέπουν μειώσεις προσωπικού επικαλούνται κυρίως τις οικονομικές πιέσεις (30%) και τις μεταβολές στη ζήτηση της αγοράς (29%). Ένα 21% δηλώνει ότι οι περικοπές θα προέλθουν από οικειοθελείς αποχωρήσεις εργαζομένων, τις οποίες δεν σκοπεύουν να αναπληρώσουν.

Ο διευθύνων σύμβουλος της ManpowerGroup Ελλάδας, Χαράλαμπος Καζαντζίδης, σχολίασε τα αποτελέσματα επισημαίνοντας ότι, παρά την ανθεκτικότητα που εμφανίζει η παγκόσμια αγορά εργασίας, τα σημάδια επιβράδυνσης γίνονται ολοένα και πιο εμφανή.

Όπως τόνισε, στην Ευρώπη οι προοπτικές παραμένουν συγκρατημένες, ενώ οι εμπορικές εντάσεις και οι δασμοί στις συναλλαγές με τις ΗΠΑ προσθέτουν νέες αβεβαιότητες. «Περισσότερες από πέντε εκατομμύρια θέσεις εργασίας στην Ε.Ε. εξαρτώνται άμεσα από τις εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες», σημείωσε χαρακτηριστικά, τονίζοντας την ευαλωτότητα συγκεκριμένων κλάδων όπως η Βιομηχανία και η Μεταποίηση. Σε αυτό το περιβάλλον, η βελτίωση που σημειώνει η Ελλάδα αποκτά ιδιαίτερη σημασία. «Η πραγματική πρόκληση για τις ελληνικές επιχειρήσεις», υπογράμμισε, «είναι να αξιοποιήσουν αυτή τη συγκυρία ώστε να μετατρέψουν τις βραχυπρόθεσμες ισορροπίες σε μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα και βιώσιμη ανάπτυξη».