Το νέο τοπίο στις τηλεπικοινωνίες: Από το 5G στα «έξυπνα» δίκτυα και τα υβριδικά πακέτα ενέργειας – επικοινωνιών

Το νέο τοπίο στις τηλεπικοινωνίες: Από το 5G στα «έξυπνα» δίκτυα και τα υβριδικά πακέτα ενέργειας – επικοινωνιών

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΕΤΤ, ο κλάδος των τηλεπικοινωνιών συνεισφέρει σταθερά πάνω από το 2% του ΑΕΠ, με τον συνολικό τζίρο να ξεπερνά τα 4,5 δισ. ευρώ ετησίως. Αν και το ποσοστό μπορεί να φαίνεται μικρό σε σχέση με άλλους κλάδους, η σημασία του πολλαπλασιάζεται αν συνυπολογιστεί η διάχυση που έχει σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Δηλαδή από τις μεταφορές και τον τουρισμό, μέχρι το ηλεκτρονικό εμπόριο και τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

Η ανάπτυξη της ευρυζωνικότητας δεν αποτελεί απλώς δείκτη τεχνολογικής προόδου, αλλά και μοχλό για την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Στην πράξη, κάθε νέα επένδυση σε δίκτυα σημαίνει και έμμεση ώθηση σε άλλες αγορές.

Η μετάβαση στην εποχή των δικτύων υπερ-υψηλών ταχυτήτων

Η εμπορική διάθεση του 5G έχει ήδη φτάσει στο δεύτερο στάδιο ανάπτυξης. Οι τρεις μεγάλοι πάροχοι έχουν καλύψει πάνω από το 80% του πληθυσμού στις μεγάλες πόλεις και συνεχίζουν να επεκτείνονται στην περιφέρεια. Η Ελλάδα, αν και μπήκε στην κούρσα ελαφρώς αργοπορημένα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δείχνει πλέον να καλύπτει το χαμένο έδαφος.

Το μεγάλο στοίχημα είναι η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που φέρνει η τεχνολογία. Δεν πρόκειται μόνο για ταχύτητες λήψης δεδομένων που ξεπερνούν το 1Gbps, αλλά για την αρχιτεκτονική των δικτύων που επιτρέπει εφαρμογές όπως η απομακρυσμένη χειρουργική, τα αυτόνομα οχήματα, τα δίκτυα αισθητήρων στις πόλεις. Μέχρι στιγμής, η χρήση του 5G περιορίζεται κυρίως σε βελτιωμένη εμπειρία mobile internet για τον καταναλωτή. Ωστόσο, οι πρώτες εταιρικές συμφωνίες σε logistics και βιομηχανία δείχνουν πως η «κάθετη» αξιοποίηση δεν είναι μακριά.

Οπτικές ίνες: Η σπονδυλική στήλη της νέας εποχής

Παράλληλα με το 5G, οι οπτικές ίνες εξελίσσονται σε κρίσιμη υποδομή για την ψηφιακή Ελλάδα. Η κάλυψη με FTTH (Fiber to the Home) αγγίζει πλέον το 35% των νοικοκυριών, ενώ οι πάροχοι έχουν δεσμευτεί για επενδύσεις που θα εκτινάξουν το ποσοστό στο 70% μέχρι το 2027.

Η μετάβαση από το χαλκό στην οπτική ίνα είναι μια διαδικασία που απαιτεί τεράστιο κεφάλαιο και πολύπλοκο συντονισμό με την τοπική αυτοδιοίκηση. Όμως, η εμπειρία των καταναλωτών που έχουν ήδη κάνει το βήμα είναι εντυπωσιακά διαφορετική, καθώς οι περισσότεροι κάνουν λόγο για σταθερές ταχύτητες, σχεδόν μηδενική καθυστέρηση και δυνατότητα για ταυτόχρονες χρήσεις υψηλών απαιτήσεων.

Η σημασία των οπτικών ινών γίνεται ακόμη μεγαλύτερη αν αναλογιστεί κανείς πως αποτελούν προαπαιτούμενο για την πλήρη αξιοποίηση του 5G. Χωρίς ισχυρό backhaul, τα δίκτυα κινητής παραμένουν «ακρωτηριασμένα» σε δυναμική.

Έξυπνα δίκτυα: Το μέλλον της διασυνδεδεμένης οικονομίας

Πέρα από τις ταχύτητες και την κάλυψη, η συζήτηση πλέον στρέφεται στα «έξυπνα δίκτυα». Εδώ εντάσσονται όλες οι τεχνολογίες που επιτρέπουν τη βέλτιστη διαχείριση της ζήτησης, την αυτοματοποίηση, αλλά και την ενσωμάτωση τεχνητής νοημοσύνης για τη βελτίωση της εμπειρίας.

Για τις τηλεπικοινωνίες, αυτό σημαίνει πιο αποδοτικά δίκτυα, με χαμηλότερο ενεργειακό αποτύπωμα και δυνατότητα δυναμικής προσαρμογής ανάλογα με την κίνηση. Για τους καταναλωτές, σημαίνει καλύτερη ποιότητα υπηρεσίας και νέες εφαρμογές σε καθημερινό επίπεδο, από τα «έξυπνα σπίτια» έως τα δίκτυα μεταφορών που επικοινωνούν σε πραγματικό χρόνο.

Το όραμα της «έξυπνης πόλης» δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς αυτά τα δίκτυα και η Ελλάδα έχει ήδη ανακοινώσει πιλοτικές δράσεις σε περιοχές όπως τα Τρίκαλα, το Χαλάνδρι και η Θεσσαλονίκη, όπου δοκιμάζονται εφαρμογές Internet of Things (IoT) με βάση τις νέες υποδομές.

Οι νέοι συνδυασμοί: Τηλεπικοινωνίες και ενέργεια

Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες εξελίξεις είναι η εμφάνιση συνδυαστικών πακέτων που ενώνουν δύο μέχρι πρότινος άσχετους κλάδους: την ενέργεια και τις τηλεπικοινωνίες. Η ΔΕΗ, με την είσοδό της στην κινητή τηλεφωνία, δημιούργησε μια νέα τάση. Σύντομα ακολούθησαν ιδιωτικοί πάροχοι όπως η Volton, προσφέροντας πακέτα που περιλαμβάνουν τόσο ηλεκτρικό ρεύμα, όσο και τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες.

Η στρατηγική αυτή στοχεύει στην αξιοποίηση οικονομιών κλίμακας, αλλά και στη δημιουργία ενός πιο «δεμένου» πελατολογίου. Ο καταναλωτής που λαμβάνει έναν ενιαίο λογαριασμό για δύο βασικά αγαθά της καθημερινότητας, τείνει να παραμένει περισσότερο πιστός στον πάροχο.

Η ΔΕΗ επενδύει στο brand της και στην τεράστια βάση πελατών που διαθέτει. Από την άλλη, η Volton διαφοροποιείται με πιο ευέλικτα προγράμματα και έμφαση στην εξυπηρέτηση.

Η προσέγγισή της ΔΕΗ είναι περισσότερο θεσμική, με στόχο να δημιουργήσει αίσθηση ασφάλειας και αξιοπιστίας στον καταναλωτή που την εμπιστεύεται για ένα από τα πιο κρίσιμα αγαθά της καθημερινότητας, το ηλεκτρικό ρεύμα. Αντίθετα, η Volton επιχειρεί να διαφοροποιηθεί μέσα από την ευελιξία και παρουσιάζει πιο προσωποποιημένα πακέτα, δίνει έμφαση στην τιμολογιακή ανταγωνιστικότητα και προσπαθεί να χτίσει εικόνα «εναλλακτικού παρόχου» που προσαρμόζεται στις ανάγκες του σύγχρονου νοικοκυριού. Αυτή η αντίθεση, μεταξύ της σταθερότητας ενός ιστορικού οργανισμού και της δυναμικής ενός πιο ευέλικτου νεοεισερχόμενου, συνθέτει το πλαίσιο στο οποίο θα κριθεί η επιτυχία των νέων αυτών εμπορικών σχημάτων.