Περισσότεροι από 6.880 φοιτητές από την Ελλάδα σπουδάζουν σε γερμανικά πανεπιστήμια, με τη Γερμανία να αποτελεί τον δεύτερο δημοφιλέστερο προορισμό σπουδών για τους Έλληνες.
Η Γερμανική Υπηρεσία Ακαδημαϊκών Ανταλλαγών, DAAD - ο μεγαλύτερος φορέας χορήγησης υποτροφιών στο πλαίσιο των διεθνών ανταλλαγών φοιτητών και επιστημόνων, που φέτος γιορτάζει 100 χρόνια από την ίδρυσή της - έχει επιτελέσει σημαντικό έργο ενισχύοντας του Έλληνες φοιτητές και ερευνητές όλων των κατηγοριών με υποτροφίες για μεταπτυχιακές, διδακτορικές σπουδές, όσο και για πρακτική άσκηση.
Ένας απολογισμός της πορείας της DAAD στην Ελλάδα αλλά και τον κόσμο, έγινε στο πλαίσιο της εορταστικής εκδήλωσης με τίτλο «100 χρόνια DAAD- Επιστημονικές γέφυρες μεταξύ Ελλάδας & Γερμανίας σήμερα και αύριο», που διοργάνωσαν η DAAD Ελλάδος και το Γενικό Προξενείο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη.
Η πρώτη ενότητα της εκδήλωσης πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα Τελετών της Παλαιάς Φιλοσοφικής του ΑΠΘ και τον πανηγυρικό λόγο με τίτλο «Οι ελληνογερμανικές σχέσεις στον τομέα της επιστήμης» εκφώνησε ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και - για σύνολο 7 ετών - υπότροφος της DAAD, καθ. Βασίλειος Σκουρής.
Πρόξενος Γερμανίας: Οι εκπαιδευτικές σχέσεις βασικό εργαλείο μιας εξωτερικής πολιτικής με μακροπρόθεσμο ορίζοντα
Ανοίγοντας την εορταστική εκδήλωση η Γενική Πρόξενος της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη Μόνικα Φρανκ έκανε μία ιστορική αναδρομή στα ορόσημα της DAAD, που όπως είπε ιδρύθηκε το 1925, ύστερα από ιδιωτική πρωτοβουλία του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης, με στόχο να βγάλει τη Γερμανία από την επιστημονική απομόνωση της μεταπολεμικής περιόδου.
«Σήμερα, τα προγράμματα ανταλλαγών της DAAD έχουν παγκόσμια εμβέλεια. Ο διεθνής επιστημονικός διάλογος έχει πλέον καθιερωθεί και λειτουργεί αμφίδρομα», είπε η κ.Φρανκ, παρατηρώντας ότι στη Βόρεια Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευδιάκριτοι οι στενοί δεσμοί μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. «Συναντώ παντού ανθρώπους που έχουν ζήσει στη Γερμανία», είπε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας ότι η ιστορική Γερμανική Σχολή Θεσσαλονίκης στέλνει κάθε χρόνο πολλούς αποφοίτους της για σπουδές στη Γερμανία.
Όλα αυτά, όπως υπογράμμισε, υπηρετούν έναν στόχο, «οι εκπαιδευτικές σχέσεις να αποτελούν βασικό εργαλείο μιας εξωτερικής πολιτικής με μακροπρόθεσμο ορίζοντα» και «μια τέτοια πολιτική έχει στρατηγική, η οποία επιδιώκει τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα για τις διμερείς μας σχέσεις και για την Ευρώπη συνολικά», καθώς «δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί ουσιαστικότερο μέσο από την εμπειρία κάποιος νέος να έχει ζήσει και σπουδάσει σε μια άλλη χώρα».
Οι άνθρωποι από άλλες χώρες που πηγαίνουν για σπουδές στη Γερμανία, όπως εξήγησε, διατηρούν σε όλη τους τη ζωή μια ιδιαίτερη σχέση με τη Γερμανία, γίνονται γέφυρες μεταξύ διαφορετικών νοοτροπιών και πολιτισμών. «Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, προκύπτει και μια νέα, επιτακτική ανάγκη να ενισχύσουμε την Ευρώπη και να την κάνουμε πιο ανεξάρτητη σε πολλούς τομείς, μέσα από τις ίδιες της τις ικανότητες και την αριστεία στη διαχείριση της γνώσης.
Αυτό είναι απολύτως αναγκαίο, αν θέλουμε να συνεχίσουμε να ζούμε με ασφάλεια στην Ευρώπη, με έναν ευρύτερο ορισμό της ασφάλειας που περιλαμβάνει όχι μόνο την αμυντική ικανότητα, αλλά και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την προστασία των φυσικών πόρων, την απάντηση στις αυξανόμενες κοινωνικές ανισότητες και σε πολλές ακόμη προκλήσεις. Ο διεθνής ακαδημαϊκός διάλογος είναι αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της προσπάθειας», είπε η πρόξενος της Γερμανίας.
Ένα παγκόσμιο δίκτυο 430.000 αποφοίτων
Ο διευθυντής του Τμήματος του Δικτύου της DAAD Δρ. Φρενς Στόκελ ανέφερε ότι «από την ίδρυση της το 1925 η DAAD έχει υποστηρίξει περισσότερους από 2,6 εκατ. Γερμανούς και αλλοδαπούς φοιτητές και επιστήμονες», συμβάλλοντας ουσιαστικά στη διεθνή πολυπολιτισμική ατμόσφαιρα στα γερμανικά πανεπιστήμια.
Με περισσότερους από 1.100 εργαζόμενους στα γραφεία της Βόννης και του Βερολίνου, καθώς και με περιφερειακά γραφεία και κέντρα ενημέρωσης σε πάνω από 50 χώρες και ένα παγκόσμιο δίκτυο 430.000 αποφοίτων, η DAAD αποτελεί σήμερα έναν διεθνώς αναγνωρισμένο θεσμό, σημείωσε, προσθέτοντας ότι τα επόμενα χρόνια το έργο της θα επικεντρωθεί στην περαιτέρω θετική ανάπτυξη της Γερμανίας ως τόπου επιστήμης, καινοτομίας και οικονομίας, καθώς και στη συμβολή της στην αντιμετώπιση παγκόσμιων προκλήσεων.
Επιπλέον, ο Δρ. Στόκελ τόνισε ότι: «Οι Έλληνες φοιτητές αποτελούν σημαντικό τμήμα του διεθνούς φοιτητικού πληθυσμού στη Γερμανία», είπε προσθέτοντας ότι το 2024, 391 Έλληνες εξασφάλισαν υποτροφίες από τον φορέα για σπουδές στη Γερμανία, ενώ πέρα από τις ατομικές ενισχύσεις υποστηρίζονται 145 μεσαία έως μεγάλα έργα, στα οποία συμμετέχουν ελληνικά πανεπιστήμια, εκ των οποίων 108 έχουν λάβει χρηματοδότηση από ευρωπαϊκά προγράμματα.
Εκπροσωπώντας τον πρύτανη του ΑΠΘ, η καθ. Ιατρικής και μέλος των δικτύου αποφοίτων της DAAD, Ελένη Αργυριάδου αναφέρθηκε στη μακρά συνεργασία του Αριστοτελείου με την DAAD, σημειώνοντας ότι και σήμερα υπάρχουν πάρα πολλά προγράμματα που τρέχουν με χρηματοδότηση από την DAAD, με αποτέλεσμα τη δημιουργία σημαντικών ευκαιριών για τους φοιτητές και για τους αποφοίτους για διεθνή εμπειρία και αριστεία. «Σήμερα τιμούμε την DAAD και ιδιαίτερα τιμούμε το όραμα που εκπροσωπεί, την ελευθερία της ακαδημαϊκής σκέψης, τη διεθνοποίηση, τη συνεργασία πέρα από τις από τα σύνορα και τη δύναμη της εκπαίδευσης που ενώνει ανθρώπους και λαούς», υπογράμμισε.
Β. Σκουρής: Προνομιακές σχέσεις μεταξύ της γερμανικής και ελληνικής επιστήμης
Ένα απολογισμό των ελληνογερμανικών σχέσεων στον τομέα της επιστήμης έκανε ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Βασίλης Σκουρής, επισημαίνοντας ότι μεταξύ της γερμανικής και της ελληνικής επιστήμης αναπτύχθηκαν προνομιακές σχέσεις, οι οποίες εξακολουθούν να υπάρχουν και σήμερα.
«Η Γερμανία ήδη μετά την Τουρκοκρατία επηρέασε τη δημιουργία και την εξέλιξη της ελληνικής επιστήμης. Συνέτρεχαν στις αρχές του 19ου αιώνα αρκετοί παράγοντες που έστρεψαν την προσοχή των Ελλήνων προς τη Γερμανία. Οι παράγοντες αυτοί ήταν, πρώτον το ενδιαφέρον της γερμανικής επιστήμης για τα ελληνικά γράμματα, δεύτερον ο φιλελληνισμός ως ένα κίνημα που συνδέθηκε με τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του υπόδουλου ελληνικού έθνους, τρίτον η επιλογή του πρίγκιπα Όθωνα ως πρώτου βασιλέως των Ελλήνων, σε συνδυασμό με την ίδρυση από αυτόν του πρώτου πανεπιστημίου στην Αθήνα του 1837, τέταρτον ο διορισμός είτε Γερμανών είτε Ελλήνων επιστημόνων και η γερμανική εμπειρία ως καθηγητών στο νεοσύστατο πανεπιστήμιο και πέμπτον το υψηλό κύρος των γερμανικών πανεπιστημίων», είπε.
Σε ό,τι αφορά την Επιστήμη του Δικαίου, ο κ. Σκουρής τόνισε ότι η γερμανική και η ελληνική πλευρά συναντώνται και συνδέονται στενά, ήδη από την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους.
«Ακριβώς λόγω της μακράς τουρκικής κατοχής επικρατούσε στο νεοελληνικό κράτος μεγάλη ανασφάλεια δικαίου. Έτσι ήταν επιβεβλημένη η αναδιοργάνωσή του στη βάση νέων κανόνων που θα οδηγούσαν τάχιστα σε ασφάλεια δικαίου. Ο επείγων χαρακτήρας της νομοθετικής παραγωγής εμπόδιζε μακρά προετοιμασία και επέβαλε τον προσανατολισμό σε δοκιμασμένες αλλοδαπές λύσεις. Για μια σειρά από λόγους η επιλογή ήταν γερμανικό ή γαλλικό δίκαιο», ανέφερε, προσθέτοντας ότι το γαλλικό δίκαιο βρέθηκε σε πλεονεκτική θέση κυρίως λόγων των σπουδαίων αξιών της Γαλλικής Επανάστασης του 1789, που «ήταν φυσικό να στρέψουν το ενδιαφέρον των Ελλήνων αγωνιστών προς τη Γαλλία».
Πρωτότυπος είναι ο τρόπος δημοσίευσης των τεσσάρων κειμένων. «Λόγω της πίεσης χρόνου και της απουσίας αξιόπιστης νομικής ορολογίας στην ελληνική γλώσσα, τα τέσσερα νομοθετήματα δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, στα γερμανικά και στα ελληνικά - ακριβέστερα συντάχθηκαν στα γερμανικά, μεταφράστηκαν στα ελληνικά και δημοσιεύτηκαν και στις δύο γλώσσες», διευκρίνισε.
Ο κ. Σκουρής έκλεισε την ομιλία του με αναφορά στη σημερινή συνύπαρξη της Γερμανίας και της Ελλάδας στην Ενωμένη Ευρώπη. «Η επιβεβλημένη και εποικοδομητική συνεργασία των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει σημαντικές επιπτώσεις στη μεταφορά της γνώσης και της επιστήμης, αφού η ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων, αγαθών και ιδεών είναι το κύριο θεμέλιο της ευρωπαϊκής ενοποίησης», τόνισε.
