Μαθήματα από το μακρινό Αφγανιστάν

Μαθήματα από το μακρινό Αφγανιστάν

Αναμφισβήτητα η διεθνής εμπλοκή (και όχι μόνο αμερικανική) στο Αφγανιστάν δεν επέφερε τα επιζητούμενα αποτελέσματα και σήμερα, εν μέσω αλληλοκατηγοριών για την αρνητική έκβαση, προκύπτει σειρά ερωτημάτων που δεν επιδέχονται εύκολων απαντήσεων και συνοδεύονται από εντεινόμενη ανησυχία, καθώς οι περιπτώσεις αστάθειας και τα επικαλούμενα «failed states» αυξάνονται.

Ήταν όμως καταδικασμένη εξ αρχής η επέμβαση στο Αφγανιστάν που μάλιστα συγκέντρωσε αρχικά τη σχεδόν πλήρη υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας και νομιμοποιήθηκε μέσω των οργάνων του ΟΗΕ;

Η σχεδίαση απέβλεπε στην εξουδετέρωση και εκρίζωση των τρομοκρατών της Αλ-Κάιντα, γεγονός που προϋπόθετε τη βίαιη εκδίωξη των Ταλιμπάν από την εξουσία και θα συνοδεύονταν από την εγκαθίδρυση ενός συγχρόνου και λειτουργικού κράτους «δυτικών προδιαγραφών». Οι αρχικοί στρατιωτικοί αντικειμενικοί σκοποί επιτεύχθηκαν σχετικά γρήγορα και με περιορισμένες απώλειες.

Οι ακολουθούντες όμως στόχοι της οικοδόμησης ενός νέου κράτους (state building), παρά τις πρωτόγνωρες σε μέγεθος προσπάθειες, απέτυχαν ένεκα μιας σειράς λανθασμένων επιλογών σε στρατηγικό και επιχειρησιακό επίπεδο.

Στο πολιτικό επίπεδο, διακρίνουμε την αδυναμία καταπολέμησης της διαφθοράς που εξαπλώθηκε -και με δυτική ευθύνη- σε όλα τα επίπεδα λειτουργιών του νέου αφγανικού κράτους. Λανθασμένα οι δυτικοί σχεδιαστές υπολόγισαν ότι τα τεράστια διατιθέμενα ποσά, παρά την εμφανή κατασπατάλησή τους από διεφθαρμένα κυβερνητικά στελέχη, θα αρκούσαν για τη δημιουργία ενός συγχρόνου κοινωνικού ιστού και την απομόνωση των Ταλιμπάν.

Πράγματι, βασικές παράμετροι της προόδου ενός κράτους, όπως παιδική θνησιμότητα, προσδόκιμο ζωής, αναλφαβητισμός, κατά κεφαλή εισόδημα, βελτιώθηκαν όμως η γιγαντωνόμενη διαφθορά απέτρεψε την ενδυνάμωση μιας κοινωνίας πρόθυμης και ικανής να διατηρήσει τα νέα κεκτημένα της.

Τα δεκάδες έργα των υποδομών που υλοποιήθηκαν δεν μπόρεσαν να απομακρύνουν το αίσθημα αδικίας που σταδιακά δημιουργήθηκε στις καρδιές των απλών Αφγανών αλλά ούτε και να αντικαταστήσουν τις πατριαρχικές και φυλετικές αντιλήψεις με το αίσθημα της αφοσίωσης σε ένα αμφίβολο και διεφθαρμένο συγκεντρωτικό καθεστώς.

Μπορεί συχνά οι στρατηγοί και οι επιτετραμμένοι να μίλαγαν για την αναγκαιότητα «να κερδίσουμε τις καρδιές των Αφγανών πολιτών» αλλά οι επιλογές -απόρροια συμβιβασμών- για σχηματισμό αφγανικής κυβέρνησης και επάνδρωση του κρατικού μηχανισμού υπήρξαν αποτυχημένες.

Στο στρατιωτικό επίπεδο, η πλήρης εξουδετέρωση των Ταλιμπάν και η επαγρύπνηση για ενδεχόμενη ανασυγκρότηση τους παραμελήθηκαν ένεκα της ακατανόητης εισβολής στο Ιράκ (2003) και των νέων επιχειρησιακών αναγκών. Η ανασυγκρότηση των αφγανικών ενόπλων δυνάμεων και σωμάτων ασφαλείας αποδείχθηκε αποτυχημένη. Οι στρατιωτικοί σχεδιαστές, με μια δυτική γραφειοκρατική αντίληψη, εστίαζαν την προσοχή τους στους αριθμητικούς δείκτες προόδου αυτών των δυνάμεων.

Αντί της συγκρότησης καλά εκπαιδευμένων και με υψηλό ηθικό ειδικών μονάδων επικράτησε η ευημερία των αριθμών και των εντυπωσιακών στολών και τελετών. Η επιλογή των ανωτέρων αξιωματικών υπήρξε αποτέλεσμα πολιτικών και φατριακών ισορροπιών ενώ η στρατολόγηση υπαξιωματικών και στρατιωτών, μια λύση απελπισίας για εξασφάλιση σίγουρου σταθερού εισοδήματος αλλά και ευτελών «προνομίων» εκ μέρους των μη προνομιούχων.

Η εκπαίδευση και συμμετοχή των Αφγανών στις επιχειρήσεις βασίστηκε στην παροχή ισχυρών πυρών υποστήριξης (κυρίως από τους Αμερικανούς και συμμάχους τους) που εξουδετέρωναν σε σημαντικό βαθμό την εχθρική αντίσταση. Όταν αυτή η δια πυρών υποστήριξη αποσύρθηκε, η εναπομένουσα αφγανική αποδείχθηκε ανεπαρκής και η κατάρρευση του στρατεύματος υπήρξε ταχύτατη.

Η ευθύνη φυσικά επιμερίζεται σε αμφότερες τις πλευρές αλλά οι δυτικοί πολυάριθμοι σύμβουλοι και διοικήσεις έπρεπε να έχουν διδαχθεί από την ανάλογη ταχύτατη κατάρρευση του ιρακινού στρατού (2014). Θα ήταν σφάλμα να μην επισημάνουμε και το αίσθημα της εγκατάλειψης που ο αποτυχημένος και βεβιασμένος τρόπος αναδίπλωσης επέφερε στο ήδη χαμηλό ηθικό των Αφγανών μαχητών.

Παντελής όμως αποτυχία υπήρξε στην πολιτική προσέγγιση του Πακιστάν και στον εξαναγκασμό του να διακόψει την παντοειδή ενίσχυση των Ταλιμπάν. Αναμφισβήτητα η επικράτεια του Πακιστάν αποτέλεσε το ασφαλές κρησφύγετο αναδιοργάνωσης, εκπαίδευσης και λογιστικής υποστήριξης των ανταρτών.

Χωρίς τη συνεχή υποστήριξη αρκετών κρατικών μηχανισμών του γειτονικού αυτού κράτους η ανασύνταξη των Ταλιμπάν μάλλον θα ήταν αδύνατη. Αρκετές πτέρυγες στο Πακιστάν θεωρούν ότι με την επικράτηση των Ταλιμπάν εξασφαλίζεται μια φίλια, συμμαχική και ελεγχόμενη δύναμη που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε βάρος του βασικού αντίπαλου τους, της Ινδίας.

Παραβλέπουν την πιθανότητα, οι ισλαμιστικές ακραίες οργανώσεις που επικράτησαν σήμερα ξανά στο Αφγανιστάν να προσπαθήσουν να επιβάλλουν τη θρησκευτική ορθότητα και στο «φίλιο» αλλά αρκετά δυτικοστραφές Πακιστάν. Μια τέτοια εξέλιξη θα αποδείκνυε τη βασική αλλά μάλλον λανθασμένη μακροχρόνια αμερικανική πολιτική της αποφυγής ενάσκησης της επιβεβλημένης πίεσης στο Ισλαμαμπάντ ένεκα του φόβου της ισλαμικής αποσταθεροποίησης του πολύτιμου αυτού ασταθούς πυρηνικού «συμμάχου».

Τελικά, η κατάληξη της εικοσαετούς περιπέτειας στο Αφγανιστάν σηματοδοτεί τη συνεχιζόμενη απεμπλοκή των ΗΠΑ από ανοικτά αλλά μη ζωτικά για αυτές μέτωπα και την επανεμφάνιση ενός νεοαπομονωτισμού που επικεντρώνεται στην αντιμετώπιση της κινέζικης απειλής; Σίγουρα την προσοχή των ΗΠΑ προσελκύει εντονότερα η περιοχή του Ειρηνικού και διαφαίνεται μια αυτοσυγκράτηση στην ανάληψη επιπλέον δεσμεύσεων χωρίς όμως αυτό απαραίτητα να οδηγεί σε περιορισμό του σημαντικότατου διεθνούς ρόλου τους.

Ούτε απαραίτητα η ατυχής κατάληξη της αφγανικής εκστρατείας προδικάζει τη μείωση της αμερικανικής ισχύος και την έναρξη περιόδου εσωστρέφειας και απομονωτισμού.

Επειδή συχνοί είναι οι συνειρμοί της πτώσεως της Σαϊγκόν (1975) με την πτώση της Καμπούλ (2021), να υπενθυμίζουμε ότι 14 μόλις χρόνια από την ντροπιαστική εγκατάλειψη του Νοτίου Βιετνάμ, η νικήτρια και πολλαπλώς ενισχυμένη Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε (1989) οδηγώντας σε ένα προσωρινό αμερικανοκρατούμενο μονοπολικό σύστημα. Στη διεθνή πολιτική σκηνή, αλλά και στην οικονομία, η επώδυνη έξοδος από ένα τέλμα είναι συχνά προσφορότερη από τη διαιώνιση της αδιέξοδης εμπλοκής.

Διάχυτος είναι και ο φόβος μιας πιθανής αναζωπύρωσης της ισλαμιστικής τρομοκρατίας με την επανεμφάνιση της Αλ-Κάιντα, του ISIS και άλλων εξτρεμιστικών οργανώσεων. Παρά τις δηλώσεις ορισμένων μετριοπαθών Ταλιμπάν, φαίνεται μάλλον δύσκολο ότι δεν θα απενεργοποιηθούν ακραίες ισλαμιστικές οργανώσεις στο έδαφος του Αφγανιστάν.

Αντίστοιχες κινήσεις θα επιφέρουν αμερικανικές επεμβάσεις (κτυπήματα εκ του μακρόθεν) με αποτέλεσμα την εκτράχυνση των σχέσεων με τη διακυβέρνηση των Ταλιμπάν. Η ενίσχυση όμως των μέτρων ασφαλείας στις δυτικές χώρες και η διεθνής συνεργασία και επαγρύπνηση μάλλον θα αποτρέψουν την επανεμφάνιση της ισλαμιστικής τρομοκρατίας στην επικράτεια των πρώτων. Όμως ο ισλαμιστικός εξτρεμισμός -με την αύρα και του νικητή κατά των «απίστων»-θα επανέλθει μάλλον δριμύτερος στις ασταθείς περιοχές της Ασίας και Αφρικής.

Για τις περιοχές αυτές προβάλουν και τα βασικά δύο ακόλουθα συναφή ερωτήματα, αφενός για τη σκοπιμότητα επεμβάσεων και αφετέρου για τον μελλοντικό τρόπο προσέγγισης και ενεργειών της διεθνούς κοινότητας (με την ευρύτερη έννοια του όρου και πέραν του διαχωρισμού Δύσεως και Ανατολής).

Παρά το οποιοδήποτε κόστος, υλικό και αίματος, εκτιμώ ότι είναι όχι μόνο αναγκαία αλλά και επιβεβλημένη, η διεθνής ανάληψη προσπαθειών ειρήνευσης και οικοδόμησης λειτουργικών θεσμών σε αυτές τις περιοχές. Το κόστος της μη ανάμειξης εκτιμάται ως μεγαλύτερο καθόσον τα προσφυγικά ρεύματα θα γιγαντώνονται με τις επακόλουθες συνέπειες ενώ σταδιακά και οι διπλανές -συχνά εύθραυστες- περιοχές θα αποσταθεροποιούνται.

Οι περιοχές αστάθειας αναμφίβολα θα αποτελέσουν τις τροφοδότριες εστίες της τρομοκρατίας, του παγκόσμιου οικονομικού εγκλήματος, ίσως και τους χώρους εκκόλαψης νέων μεταλλάξεων και πανδημιών. Το παράδειγμα και πάθημα του Αφγανιστάν, μαζί και με άλλες δεκάδες περιπτώσεις, ας υπάρξουν πηγές αυτογνωσίας, ορθής αντίληψης της κατάστασης, επίγνωσης των περιορισμών, ρεαλιστικής σχεδίασης, επιμελημένης εφαρμογής και προπαντός ενότητας προσπαθειών από όλους τους εμπλεκόμενους.



*Ο Ιπποκράτης Δασκαλάκης είναι Αντιστράτηγος (εα), Διδάκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο,  Διευθυντής Μελετών του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ), Διαλέκτης στη Σχολή Εθνικής Αμύνης (ΣΕΘΑ), Συνεργάτης του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ) και του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων (fainst.eu)

[email protected]