11η Σεπτεμβρίου 2001: H μέρα που ο κόσμος σταμάτησε
AP Photos/Richard Drew
AP Photos/Richard Drew

11η Σεπτεμβρίου 2001: H μέρα που ο κόσμος σταμάτησε

Ήταν 11 του Σεπτέμβρη 2001, ημέρα Τρίτη. Τα κανάλια διέκοψαν το πρόγραμμά τους για να μεταδώσουν μια έκτακτη είδηση. Στο πλάνο, το οποίο θα παιζόταν επανειλημμένα για τις επόμενες ώρες και μέρες, το βουητό ενός επιβατικού αεροπλάνου ηχεί ανάμεσα στους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης. Μέσα σε δευτερόλεπτα, το αεροπλάνο συγκρούεται με τον Βόρειο Πύργο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου στο Κάτω Μανχάταν και «χάνεται», αφήνοντας πίσω του φλόγες κι ένα πυκνό σύννεφο καπνού. Ο ήχος της πρόσκρουσης αφήνει τους πάντες άφωνους.

Η ώρα ήταν 8:46 π.μ.

Το μυαλό σε κατάσταση σοκ ψάχνει να βρει εξηγήσεις. Υπήρξε βλάβη στο αεροπλάνο; Θέμα προσανατολισμού στον πύργο ελέγχου; Πώς συνέβη ένα τόσο τραγικό λάθος;

Δεκαεπτά λεπτά αργότερα, στις 9:03 π.μ., ένα δεύτερο επιβατικό αεροπλάνο χτυπάει τον Νότιο Πύργο. Η σκέψη τρέχει. Δύο τόσο μοιραία «λάθη» δεν μπορεί να είναι λάθη.

Τα κτίρια φλέγονται. Από τα γραφεία των Διδύμων Πύργων, άνθρωποι σε ψυχολογική κατάσταση ασύλληπτη για όσους δεν έχουν βιώσει κάτι παρόμοιο, πηδάνε στο κενό. Μέσα σε μία ώρα και 42 λεπτά, οι πύργοι – ορόσημο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου της Νέας Υόρκης, κατέρρευσαν και οι συνολικά 220 όροφοι τους μετατράπηκαν σε συντρίμμια, μέσα στα οποία για μέρες θα ανασύρονταν οι νεκροί.

Μισή ώρα αργότερα, η πτήση 77 της American Airlines πέφτει στο Πεντάγωνο στις 9:37 π.μ., ενώ η πτήση 93 της United Airlines συντρίβεται σε ανοιχτή περιοχή στη νοτιοδυτική Πενσυλβάνια στις 10:03 π.μ.

Δεν υπήρχε πλέον περιθώριο για αμφιβολία ότι επρόκειτο για αεροπειρατεία.

Το κόστος των σχεδόν 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε ζημιές υποδομών και ιδιοκτησιών φαντάζει ασήμαντο μπροστά στο αμετάκλητο και το αμείλικτο «γιατί» του θανάτου. Σε λιγότερο από δύο ώρες, 2.977 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, 25.000 τραυματίστηκαν και πολλοί εξακολουθούν μέχρι σήμερα να βιώνουν μακροπρόθεσμα ψυχικά και σωματικά προβλήματα υγείας.

Οι αεροπειρατές της 11ης Σεπτεμβρίου ήταν μέλη της Αλ Κάιντα, οι οποίοι ενεργούσαν υπό την αρχηγία του Σαουδάραβα τρομοκράτη, Οσάμα Μπιν Λάντεν. Κάθε ομάδα αεροπειρατών αποτελείτο από πέντε μέλη, με εξαίρεση την πτήση 93, όπου ήταν τέσσερις, καθώς το πέμπτο μέλος δεν κατάφερε να μπει στις ΗΠΑ, αφού είχε θεωρηθεί ύποπτο από τις αρχές ασφαλείας του αεροδρομίου του Ορλάντο.

Λίγο μετά την απογείωσή τους από διάφορα αμερικανικά αεροδρόμια, τα αεροπλάνα καταλήφθηκαν από τους τρομοκράτες. Επιβάτες αφήνουν δεκάδες τηλεφωνικά μηνύματα στα αγαπημένα τους πρόσωπα καθησυχάζοντάς τα, στέλνοντάς τους την αγάπη τους κι ας μην γνώριζαν ακόμη ποια θα ήταν η μοιραία κατάληξη της πτήσης τους. 

Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου δεν αποτέλεσαν απλώς μια στιγμή ανθρώπινης τραγωδίας που συγκλόνισε το παγκόσμιο. Αποτέλεσαν επίσης σημείο καμπής με συνέπειες που συνεχίζουν να διαμορφώνουν την πολιτική σκηνή και την κοινωνία. Πέραν από τις απώλειες ζωών, τις άμεσες και μακροχρόνιες συνέπειες για τους επιζώντες και τους διασώστες, οι επιθέσεις προκάλεσαν μια σεισμική μετατόπιση στις διεθνείς ισορροπίες.

Στις 16 Σεπτεμβρίου, ο Αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο «Πόλεμος κατά της Τρομοκρατίας». Λίγες εβδομάδες αργότερα, στις 7 Οκτωβρίου 2001, οι ΗΠΑ εισέβαλαν στο Αφγανιστάν, ξεκινώντας έτσι τη μακροβιότερη ένοπλη σύρραξη των αρχών του 21ου αιώνα, η οποία έληξε οριστικά το καλοκαίρι του 2021, με τη Συμφωνία της Ντόχας και την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων.

Ωστόσο, ο αντίκτυπος της 11ης Σεπτεμβρίου ξεπέρασε κατά πολύ τα στρατιωτικά μέτωπα. Εκτός του ότι άλλαξε ριζικά την έννοια, το περιεχόμενο αλλά και τις πολιτικές για την διεθνή ασφάλεια, διαμόρφωσε νοοτροπίες, πολιτιστικές στάσεις και τον δημόσιο λόγο. Οι θεωρίες συνωμοσίας που εμφανίστηκαν ήταν άπειρες, με κάποιους να ισχυρίζονται ότι οι υψηλόβαθμοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι είχαν εκ των προτέρων γνώση των επιθέσεων και ότι αυτές επιτράπηκαν ή ότι ακόμη οργανώθηκαν από τις αμερικανικές αρχές ως πρόσχημα για πόλεμο. 

Πολλοί διανοούμενοι προσπάθησαν να ερμηνεύσουν την 11η Σεπτεμβρίου. Ο Βρετανοαμερικανός ιστορικός, ειδικός στις ανατολικές σπουδές, Μπέρναρντ Λούις υποστήριξε ότι οι επιθέσεις πρέπει να μελετηθούν στο πλαίσιο της παρακμής του Ισλαμικού κόσμου μετά την Οθωμανική Αυτοκρατορία – μιας παρακμής στην οποία έχει συμβάλει η εισαγωγή δυτικών κοσμικών ιδεολογιών. Ο Γάλλος φιλόσοφος, Ζαν Μποντριγιάρ, πήγε ένα βήμα παραπέρα, περιγράφοντας τις τρομοκρατικές επιθέσεις τις 11ης Σεπτεμβρίου ως ένα συμβολικό ρήγμα για την ίδια την παγκοσμιοποίηση. Για εκείνον, οι επιθέσεις διέκοψαν το «θέαμα» της δυτικής νεωτερικότητας, αντιπαραθέτοντάς την σε μια βία που δεν μπορούσε ούτε να κατανοήσει ούτε να αφομοιώσει. Η ανάλυσή του Μποντριγιάρ θεωρήθηκε προκλητική και επικρίθηκε για την αποστασιοποίησή της από την τεράστια ανθρώπινη οδύνη.

Στα ανθρωπολογικά και κοινωνιολογικά άρθρα που δημοσιεύτηκαν, ακαδημαϊκοί εστίασαν περισσότερο στον κοινωνικό αντίκτυπο και συγκεκριμένα στο πώς το αντιισλαμικό συναίσθημα των δυτικών κοινωνιών εντάθηκε μετά τις επιθέσεις. Αυτή η στροφή ίσως μπορεί να ερμηνευθεί και ως ένα νέο είδος Οριενταλισμού, το οποίο προσπερνά την έννοια της εξωτικοποίησης και της πατροναριστικής στάσης της Δύσης απέναντι στης κοινωνίες της Μέσης Ανατολής για τα οποία έγραψε εκτενώς ο ακαδημαϊκός Έντουαρντ Σαίντ. Αυτός ο νέος Οριενταλισμός έβλεπε πλέον το Ισλάμ ως απειλή.

Για να κατανοήσει κανείς τα αίτια των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, χρειάζεται να εξετάσει τις γεωπολιτικές αλλά και οικονομικές συγκυρίες. Ο εξτρεμισμός της Αλ Κάιντα είχε τις ρίζες του στην Ιρανική Επανάσταση, τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν και τη δολοφονία του Αιγύπτιου προέδρου Ανουάρ Σαντάτ. Αυτά τα γεγονότα συνέβαλαν στη ριζοσπαστικοποίηση ισλαμικών κινημάτων, τα οποία στράφηκαν κατά των ΗΠΑ λόγω της στήριξής τους στο Ισραήλ και εξαιτίας της στρατιωτικής τους παρουσίας στη Σαουδική Αραβία.

Επιπλέον, η οικονομική στασιμότητα σε συνδυασμό με το συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό γεννήσεων σε χώρες με αυταρχικά καθεστώτα, δημιούργησαν κοινωνικά και οικονομικά αδιέξοδα και ένα πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη αλλά και την απήχηση εξτρεμιστικών ιδεών. 

Ο ίδιος ο Οσάμα Μπιν Λάντεν το 1998 παρουσίασε στον φετφά του ξεκάθαρα τη βία κατά των Αμερικανών - πολιτών και στρατιωτών - ως θρησκευτικό καθήκον με στόχο την «απελευθέρωση» των ιερών τόπων του Ισλάμ και την εκδίωξη της δυτικής επιρροής. 

Εν τέλει, όσο σημαντικό ή ενδιαφέρον μπορεί να είναι να εξετάζουμε τις ιδεολογικές, πολιτικές και ιστορικές διαστάσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, η προσπάθειά μας αυτή δεν πρέπει να επισκιάζει την πραγματικότητα και την ουσία του ίδιου του γεγονότος: Χιλιάδες αθώες ζωές χάθηκαν και πολλές ακόμη σημαδεύτηκαν για πάντα από μια πράξη τρομοκρατίας. Και αν ο όρος «τρομοκρατία» μπορεί κάποιες φορές για μερικούς να αποτελεί αντικείμενο διαλόγου ή ιδεολογικής αντιπαράθεσης, εδώ η σημασία του θεωρώ πως είναι ξεκάθαρη και δεν χωράει φιλοσοφικές, εννοιολογικές αποδομήσεις. Η στοχευμένη επίθεση εναντίον αμάχων με σκοπό την πρόκληση φόβου, την αποσταθεροποίηση κοινωνιών, την πάταξη της ελευθερίας της έκφρασης και την επίτευξη ιδεολογικών στόχων, αποτελεί τρομοκρατία. 

Το ίδιο ισχύει και για την αποσιώπηση για πάντα ενός και μόνο ανθρώπου, όπως ο Τσάρλι Κερκ, επειδή οι απόψεις του δεν ταυτίζονται με τις δικές μας…