Μία ιστορία κρατικής βίας και τρόμου: Ή Δια-Κατοχή του Έλληνα πολίτη

Τι είναι η δια – κατοχή; Και πως μπορεί το δημόσιο να σας πάρει από τα χέρια σας την περιουσία σας; Διαβάστε την Οδύσσεια του Γιώργου Λιγνού, ενός γνωστού ανθρώπου από τον χώρο των social media. Ο Γιώργος, παλαιός κομμουνιστής (Ρηγάς), τρέχει να ξεφύγει από το παρελθόν των νεανικών του χρόνων, ασπαζόμενος τις αρχές του φιλελευθερισμού. Αλλά φαίνεται ότι αυτό είναι αδύνατον σε μια … κομουνιστική χώρα. Πάρτε θέση στον καναπέ, η παράσταση αρχίζει! 

Το κείμενο που ακολουθεί γράφτηκε από τον Γιώργο Λιγνό. Η στήλη φιλοξενεί το κείμενό του και ελπίζει ότι αυτό θα αποτελέσει την αφορμή για να ξεκινήσει μία σοβαρή προσπάθεια από τη φιλελεύθερη κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη για να προασπισθούν τα δικαιώματα των πολιτών έναντι του κράτους. Γι αυτό, άλλωστε, και οι πολίτες ψήφισαν τον Κυριάκο!

«Όλα ξεκίνησαν το 1986 όταν θέλησα να πουλήσω στα αδέλφια μου το κατά 1/3 μερίδιό μου ενός οικοπέδου με κατοικία στο Πευκοδάσος Σχοινιά Μαραθώνα. Για την πραγματοποίηση της πώλησης χρειαζόταν πιστοποιητικό ακαΐας από το Δασαρχείο δηλαδή ότι δεν είχε καεί η έκταση και δεν είχε κηρυχθεί αναδασωτέα.

Πληροφορήθηκα τότε από τις αρμόδιες αρχές ότι ή ιδιοκτησία μου βρισκόταν σε καθεστώς διακατοχής οπότε η πώληση ήταν αδύνατη. Διακατοχή σημαίνει ότι το κράτος αμφισβητεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς μέχρι να αποφασιστεί – άγνωστο το πότε και το πώς – ο τελικός ιδιοκτήτης. Θα μπορούσα στο μεταξύ, όπως με πληροφόρησαν, να εκμεταλλευτώ το ρετσίνι των πεύκων.

Διακατοχή λοιπόν! Εγώ γνώριζα ότι το εν λόγω οικόπεδο είχε αγοραστεί νομίμως από τον πατέρα μου το 1975. Η άδεια οικοδομής ήταν και αυτή καθ’ όλα νόμιμη και το Δασαρχείο, κατόπιν ειδικής αδείας που εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο 1975, μας υπέδειξε τους απαιτούμενους όρους δόμησης στη συγκεκριμένη περιοχή.

Το οικόπεδό μας αποτελούσε ένα από τα γεωτεμάχια που προέκυψαν από την απαλλοτρίωση του κτήματος Μπενάκη στον Μαραθώνα. Στη συνέχεια αποδόθηκε στον Αντώνη Μπενάκη έκταση 668 στρεμμάτων η οποία κατατμήθηκε εν συνεχεία σε οικόπεδα των τεσσάρων στρεμμάτων το 1956.

Το καθεστώς διακατοχής της περιοχής -ερήμην των ιδιοκτητών βεβαίως- επεβλήθη το 1984 από τον τότε υφυπουργό Μίλτο Γικόνογλου ο οποίος ανακάλεσε την κατάτμηση του 1956. Στην απορία μου πως γίνεται μετά από 28 χρόνια να ανατρέπονται αγοραπωλησίες, εκδόσεις οικοδομικών αδειών, μεταβιβάσεις από πώληση ή κληρονομιά κ.λπ. η απάντηση ήταν: «Μα δικά σας είναι απλώς δεν μπορείτε να τα πουλήσετε.»

Η ιδιοκτησία είχε μετατραπεί σε δικαίωμα χρήσης, με άγνωστο το πότε και το πώς θα άλλαζε το καθεστώς αυτό.Τα επόμενα χρόνια πέρασαν με διάφορες άκαρπες προσπάθειες εξασφάλισης της κυριότητάς μας. Συγκέντρωσα φάκελο με το ιδιοκτησιακό καθεστώς που ίσχυε στην ευρύτερη περιοχή και χρονικά έφτασα μέχρι τον πρίγκιπα Καντακουζινό που κατείχε το τσιφλίκι το 1831. Σύρε και έλα στις διάφορες υπηρεσίες για τα επόμενα 17 χρόνια.

Άκουσα διάφορες συστάσεις και υποδείξεις από κρατικούς φορείς και πρόσωπα ειδικά στα θέματα διακατοχής δασικών εκτάσεων. Αρκετές από αυτές εκινούντο στα όρια τέλεσης αδικήματος. Φυσικά, ήμασταν συνεπείς σε όλες τις φορολογικές και διοικητικές υποχρεώσεις μας που απορρέουν από την κατοχή της ιδιοκτησίας αυτής.

Το 2003 πληροφορήθηκα για τη σύσταση του Φορέα Διαχείρισης που αναγνώριζε τις ιδιοκτησίες ως νομίμως υφιστάμενες χωρίς όμως αυτό να επιφέρει κάποια πρακτική λύση στο πρόβλημά μας. Πληροφορήθηκα το 2010 ότι ένας γείτονάς μου στον Μαραθώνα προσέφυγε στη Δικαιοσύνη. Ο Άρειος Πάγος αναγνώρισε τη νομιμότητα της ιδιοκτησίας του ακυρώνοντας την ανάκληση της αρχικής κατάτμησης του Μπενάκη. Η διακατοχή είχε πέσει. Και όμως, τα προβλήματα δεν τελείωσαν…

Έπρεπε τώρα να αποδείξουμε ότι το οικόπεδό μας αποτελούσε μέρος της αρχικής ιδιοκτησίας Μπενάκη. Προφανώς, οι Δημόσιες υπηρεσίες δεν ξέρουν να διαβάζουν τοπογραφικούς χάρτες. Επίσης, τον ίδιο χρόνο η Δασική Υπηρεσία του Υπουργείου κάλεσε όσους είχαν ενστάσεις για τους δασικούς χάρτες να τις καταθέσουν. Υποβάλλαμε τον φάκελο και μας είπαν ότι θα μας καλούσαν για την εκδίκαση της ένστασης εντός τριμήνου. Μέχρι σήμερα οι ενστάσεις αυτές δεν έχουν εξεταστεί.

Το 2011 καταθέσαμε αναγνωριστική περί κυριότητας αγωγή. Απαιτήθηκαν τρεξίματα, μελέτες, ερμηνείες αεροφωτογραφιών και φυσικά τα ανάλογα έξοδα. Το 2014 το Δικαστήριο μας δικαίωσε βασιζόμενο στην προγενέστερη σχετική απόφαση του Αρείου Πάγου. Η προθεσμία εφέσεως για το Δημόσιο παρήλθε και έτσι η υπόθεση τελεσιδίκησε και κερδίσαμε την κυριότητα.

Νομίζαμε αφελώς ότι φτάσαμε στο τέλος. Εν τω μεταξύ είχαν εμφανιστεί και αγοραστές. Πίσω όμως έχει το κράτος την ουρά… Το 2016 εκδικάστηκε η ένστασή μας στην επιτροπή του Κτηματολογίου που αναγνώρισε και αυτό, το 2019, το ιδιοκτησιακό καθεστώς χωρίς μάλιστα να χαρακτηρίζει την έκτασή μας δασική.

Παράλληλα το 2016 επισκέφθηκα το Δασαρχείο για την έκδοση του πιστοποιητικού ακαΐας έχοντας την τελεσιδικία στο χέρι. Ο αρμόδιος υπάλληλος μου πρότεινε το εξής: «Κάνετε αίτηση να υπαχθείτε σε νόμο που μόλις ψηφίστηκε και επιτρέπει σε ιδιοκτήτες με νόμιμη οικοδομική άδεια που δεν έχει ανακληθεί μέσα σε δασική έκταση, να ζητήσουν άρση του χαρακτηρισμού του δασικού. Είναι κρίμα να το πουλήσετε ως δασικό.»

Νόμισα πως βρήκα επιτέλους τον σωτήρα μου. Ετοιμάστηκε εκ νέου φάκελος. Νέα χαρτιά, κάθε φορά κάτι καινούργιο απαιτείται και φυσικά τα έξοδα έτρεχαν. Ο φάκελος κατατέθηκε στο Δασαρχείο το οποίο τελικά δήλωσε αναρμόδιο και με παρέπεμψε στην Περιφέρεια για την άρση του χαρακτηρισμού.

Η Περιφέρεια δήλωσε με τη σειρά της αναρμόδια και στήθηκε έτσι ένα πινγκ-πονγκ μεταξύ των δύο υπηρεσιών διότι ο νόμος δεν ορίζει ποιος είναι αρμόδιος να υπογράψει. Επισκέφτηκα ανώτερο διοικητικό στέλεχος του Υπουργείου Περιβάλλοντος ο οποίος μου είπε πως κακώς δεν υπογράφουν. Δε σήκωσε όμως το τηλέφωνο. Φτάνουμε αισίως στο 2020. Βγαίνει σε νέο περιτύλιγμα ο νόμος του 2016.

Ελπίζαμε πως με τη νέα κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας οι νόμοι επιτέλους θα εφαρμόζονται και ότι μετά από μια Οδύσσεια 34 ετών θα μπορούσαμε να ασκήσουμε ελεύθερα τα δικαιώματα επί της ιδιοκτησίας μας.

Υποβάλλαμε νέα αίτηση με τα ίδια στοιχεία στη Δασική Υπηρεσία της Περιφέρειας. Η υπάλληλος δεν ήθελε να τη δεχθεί με την πρόφαση ότι εκκρεμεί ή ένστασή μας του 2010. Δεχτήκαν την αίτηση μετά από πίεση της δικηγόρου μας.

Εν τέλει πληροφορηθήκαμε από την Υπηρεσία Δασικών Χαρτών ότι ναι μεν το οικόπεδο δεν είναι δασικό αλλά ότι δεν μπορούν να χορηγήσουν τη βεβαίωση για περιοχή που χαρακτηριζόταν σαν «αγνώστου ταυτότητος πρώην δασική έκταση». Στη συνέχεια μας παρέπεμψαν στον Δήμο Μαραθώνα ισχυριζόμενοι ότι αυτός είναι αρμόδιος. Μετά από δύο επισκέψεις μας έστειλαν ηλεκτρονικό έγγραφο δηλώνοντας ότι είναι αναρμόδιοι.

Τον Οκτώβριο 2021 εκδίδονται αποφάσεις του ΣτΕ για τις οικιστικές πυκνώσεις και κρίθηκε, μεταξύ άλλων, ότι για ιδιοκτησίες σαν τη δική μας αίρεται ο δασικός χαρακτήρας. Τον Νοέμβριο 2021 αποστείλαμε εξώδικο στο Υπουργείο Περιβάλλοντος ζητώντας να μας πούνε πότε και πως θα μπορούμε να ασκήσουμε τα δικαιώματα που απορρέουν από την ιδιοκτησία μας. Πράγματι, εντός μιας εβδομάδος, η δικηγόρος μας δέχθηκε τηλεφώνημα από στέλεχος του Υπουργείου που ζητούσε να πληροφορηθεί για την υπόθεση.

Έδειξε να κατανοεί το πρόβλημα και μας διαβεβαίωσε ότι σύντομα θα λαμβάναμε απάντηση. Η κυρία μας ενημέρωσε ότι θα το διαβιβάσει στο Δασαρχείο Καπανδριτίου για να μας απαντήσει. Η απάντηση που λάβαμε ήταν από τη Διεύθυνση Δασών στην οποία κοινοποιήθηκε το εξώδικό μας.

Η έγγραφη απάντηση ήρθε εντός μερικών ημερών χωρίς όμως να απαντά με σαφήνεια στο ερώτημά μας. Σε νέα τηλεφωνική επικοινωνία με άλλη υπάλληλο μάθαμε τελικά ότι η έκταση και φυσικά η ιδιοκτησία μας είναι στην ευθύνη του Δήμου Μαραθώνα ο οποίος φταίει και για την καθυστέρηση. Μας πρότεινε όμως, αν θέλουμε, να εξαιρεθούμε από το καθεστώς της πολεοδόμησης ούτως ώστε η ιδιοκτησία μας να αποκτήσει εκ νέου δασικό χαρακτήρα και εν συνεχεία να αιτηθούμε την άρση του χαρακτηρισμού με βάση τις αιτήσεις μας του 2016 και του 2020.

Η δικηγόρος μας, όπως είναι αυτονόητο, αρνήθηκε να ακολουθήσει αυτή τη λύση. Η υπάλληλος εν συνεχεία παραδέχθηκε ότι θα έπρεπε να βγει κανονιστική απόφαση από τον Υπουργό ή τον Υφυπουργό που να λύνει το πρόβλημα, η ίδια όμως δε γνώριζε πως μπορεί να γίνει αυτό.

Θα τελειώσει ποτέ αυτό; Δεν αρκούν οι μεταρρυθμιστικές προθέσεις εάν δεν αντιμετωπιστεί η ευθυνόφοβη, αδιάφορη και ενίοτε εχθρική προς τον πολίτη διοίκηση που στο όνομα των δικών της γραφειοκρατικών πρακτικών βασανίζει τους συμπολίτες μας. Για μένα η νοοτροπία του 1984 είναι ακόμα εδώ.

Πέραν των μεγάλων επενδύσεων υπάρχει κάτι που λέγεται οικονομική δραστηριότητα του μέσου ανθρώπου που στηρίζεται, συν τοις άλλοις, στην απρόσκοπτη αξιοποίηση της περιουσίας τους από τους πολίτες. Και εγώ περιμένω ακόμα»…

Υπεύθυνος για τη φιλοξενία:

Θανάσης Μαυρίδης

[email protected]