Η τεχνολογική σύγκρουση ΗΠΑ-Κίνας οδήγησε στην απαγόρευση των AI Chips της Nvidia από το Πεκίνο
AP Photo/Andy Wong
AP Photo/Andy Wong
Ο Πόλεμος των Ημιαγωγών

Η τεχνολογική σύγκρουση ΗΠΑ-Κίνας οδήγησε στην απαγόρευση των AI Chips της Nvidia από το Πεκίνο

Οι ημιαγωγοί δεν είναι απλά ψηφιακά εξαρτήματα. Αποτελούν την ραχοκοκαλιά της τεχνολογίας και συνεπακόλουθα, το πιο ακριβό εμπόρευμα στην παγκόσμια οικονομία. Ο ευρύτερος εμπορικός πόλεμος που είχε ξεκινήσει το 2018 επί της πρώτης προεδρίας Τραμπ μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, αφού πέρασε από χίλια κύματα με άξονα τους δασμούς, εστιάζεται πλέον στην αναμέτρηση για την πρωτοκαθεδρία στον χώρο της τεχνητής νοημοσύνης.

Η κατάληξη της αναμέτρησης εξαρτάται από τον πόλεμο των chips. Και σήμερα μπαίνουμε σε ένα νέο κεφάλαιο μετά τη εντολή της  Διοίκηση Κυβερνοχώρου της Κίνας (CAC) σε εταιρείες όπως είναι η ByteDance και η Alibaba να τερματίσουν τις δοκιμές και τις παραγγελίες του chip RTX Pro 6000D, της Nvidia, σε συνέχεια της απαγόρευσης αγορών των Η20 AI chips της Nvidia.

Αυτή η εξέλιξη δεν είναι απλώς εκδικητική. Αποτελεί ένδειξη ότι η Κίνα δεν θα παραμείνει παθητικός θεατής στην αμερικανική κυριαρχία, αλλά θα επενδύσει σε βάθος στη δική της ανάπτυξη chips που θα βρίσκονται στην τεχνολογική αιχμή που απαιτείται στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης.

Οι ρίζες της σύγκρουσης

Ο πόλεμος ξεκίνησε το 2018, όταν η κυβέρνηση Τραμπ επέβαλε δασμούς σε κινεζικά προϊόντα, κατηγορώντας την Κίνα για κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και αθέμιτο εμπόριο. Η αντιπαράθεση στράφηκε στα chips το 2020, με την αμερικανική κυβέρνηση επί προεδρίας Μπάιντεν να περιορίζει τις εξαγωγές σε εταιρείες όπως είναι η Huawei, θεωρώντας ότι τα chips αποτελούν στρατηγικό όπλο, που δεν θα πρέπει να περάσει σε εχθρικά χέρια. Το 2022, οι περιορισμοί εντάθηκαν, με αποτέλεσμα οι ΗΠΑ και οι τεχνολογικοί σύμμαχοι τους στον τομέα των chips από την Ολλανδία και την Ιαπωνία, να απαγορεύουν την πώληση προηγμένων chips σε κινεζικές εταιρείες, ανησυχώντας ότι η AI θα ενίσχυε το στρατιωτικό οπλοστάσιο του Πεκίνου.

Η Nvidia, ο κολοσσός των GPUs με μερίδιο 80% στην αγορά AI chips, βρέθηκε στο επίκεντρο. Το 2022, οι ΗΠΑ απαγόρευσαν την εξαγωγή του A100 και H100, υποχρεώνοντας την εταιρεία να χάσει δισεκατομμύρια. Η Κίνα απάντησε με δικούς της περιορισμούς σε εξαγωγές σπάνιων γαιών, απαραίτητων για την παραγωγή chips. Μέχρι το 2023, η Nvidia είχε ήδη προσαρμόσει την παραγωγή της. Δημιούργησε το A800 και H800, που ήταν «κινεζικές εκδόσεις» λιγότερο ισχυρών chips, για να παρακάμψει τους αυστηρούς εξαγωγικούς κανόνες. Οι πωλήσεις στην Κίνα, που έφταναν τα $17 δισ. το 2024, έγιναν η αχίλλειος πτέρνα της.

Η κλιμάκωση του 2025

Με την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο το 2025, η ένταση κλιμακώθηκε. Τον Ιανουάριο, εισήχθη ο «AI Diffusion Rule», που όριζε «πράσινες ζώνες» για χαμηλής ισχύος chips, αλλά απαγόρευε την εξαγωγή των λεγόμενων flagship μοντέλων, όπως είναι τα H100 και H200. Τον Απρίλιο, η κυβέρνηση Τραμπ "κλείδωσε" ακόμα και τα συμβατικά chips, απαγορεύοντας το H20 και το MI308 της AMD, παρά τις αρχικές εξαιρέσεις. Η Nvidia είδε τις προβλέψεις των πωλήσεων της να πέφτουν κατά $8 δισ. για το β' τρίμηνο του 2025. Η Κίνα, από την πλευρά της, επένδυσε $100 δισ. στην εγχώρια παραγωγή chips, με εταιρείες όπως η Huawei και η Cambricon να καλύπτουν το κενό.

Το 2025 υπήρξε πράγματι έτος ανατροπών. Τον Μάιο, η Nvidia ανέπτυξε ξανά chips χαμηλότερης τεχνολογίας, προσαρμοσμένα για την Κίνα, όπως το GB10 Grace Blackwell, συνεργαζόμενη με εταιρείες όπως η Alibaba, η ΒyteDance και η Tencent. Όμως οι συνεχιζόμενοι αμερικανικοί περιορισμοί αντί να πλήξουν την Κίνα, ανάγκασαν τις εγχώριες εταιρείες να επιταχύνουν την δική τους παραγωγή. Η κινεζική Cambricon είδε τα έσοδα της να εκτοξεύονται κατά 4.300% στο α' εξάμηνο του 2025, φτάνοντας τα $403 εκατ., ενώ ο κινεζικός τεχνολογικός χρηματιστηριακός δείκτης Hang Seng Tech ανέβηκε κατά +67%. Τον Ιούλιο, υπήρξε μια προσωρινή αποκλιμάκωση, όταν οι ΗΠΑ ενέκριναν άδειες για εξαγωγές H20 και MI308, σε αντάλλαγμα τις εισαγωγές των απαραίτητων σπάνιων γαιών.  

Η Nvidia και AMD συμφώνησαν να αποδίδουν 15% των εσόδων από πωλήσεις στην Κίνα στην αμερικανική κυβέρνηση. Μια ασυνήθιστη συμφωνία που χαρακτηρίστηκε ως «φόρος επιτυχίας». Ωστόσο, η χαρά κράτησε λίγο. Τον Αύγουστο, οι παράνομες εξαγωγές Nvidia chips αποκαλύφθηκαν. Κινεζικές εταιρίες κατηγορήθηκαν για λαθρεμπόριο GPUs αξίας δεκάδων εκατομμυρίων από το 2022 έως το 2025, μέσω εταιρειών όπως η ALX Solutions.

Η κορύφωση ήρθε στις 20 Αυγούστου 2025, όταν το Πεκίνο επέβαλε απαγόρευση αγοράς των H20 chips της Nvidia από κινεζικές εταιρείες, ως αντίδραση σε «προκλητικές» δηλώσεις του Υπουργού Εμπορίου των ΗΠΑ, Howard Lutnick. Ο Lutnick είχε χαρακτηρίσει την Κίνα «τεχνολογικό κλέφτη», πυροδοτώντας νέες ρυθμιστικές ενέργειες. Η Nvidia διέταξε παύση παραγωγής H20, ενώ η Κίνα προειδοποίησε τις κινεζικές εταιρείες για επικίνδυνα κενά ασφαλείας των  αμερικανικών chips.

Παράλληλα, ενεργοποιήθηκαν οι κατασκευές data centers στο Xinjiang, βασισμένα σε σχέδια χρήσης 115.000 απαγορευμένων Nvidia chips, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι η απαγόρευση δεν σταματά την πείνα για AI. Και σήμερα Κίνα βάζει προσωρινούς τίτλους τέλους, δίνοντας εντολή στις κινεζικές τεχνολογικές εταιρείες να σταματήσουν να αγοράζουν chips Τεχνητής Νοημοσύνης από την αμερικανική Nvidia, όπως μετέδωσαν οι Financial Times.

Οι επιπτώσεις

Ο πόλεμος αυτός κοστίζει ακριβά. Η Nvidia έχασε $2,5 δισ. στο α' τρίμηνο του 2025, ενώ στα χρηματιστήρια της Κίνας παρατηρείται μια έκρηξη των τιμών των τεχνολογικών  μετοχών, λόγω των υψηλών προσδοκιών, με σαφείς όμως ανησυχίες υπερθέρμανσης.

Οι ΗΠΑ κερδίζουν από τον «φόρο» 15%, αλλά χάνουν την επιρροή τους στην αγορά. Η Κίνα, με επενδύσεις σε Huawei και SMIC, στοχεύει στην αυτοδύναμη παραγωγή chips μέχρι το 2030. Και στρατηγικά, η απαγόρευση των chips της Nvidia δείχνει ότι το Πεκίνο προτιμά την εθνική κυριαρχία από την εξάρτηση.  

Το Μέλλον  

Είναι φανερό ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια ψυχροπολεμική ισορροπία. Ο πόλεμος των chips δεν τελειώνει με την απαγόρευση του Πεκίνου.  Είναι απλά η αρχή ενός νέου κύκλου. Οι ΗΠΑ πιέζουν για συμμαχίες με την Ταϊβάν και Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ η Κίνα επενδύει εντατικά σε κβαντικά υπολογιστικά συστήματα. Και οι εταιρείες όπως η Nvidia, βρίσκονται στη μέση απόλυτα παγιδευμένες.

Το πρώτο ερώτημα είναι το κατά πόσο θα μπορέσει η Κίνα αφενός να απεξαρτηθεί από την ψηφιακή τεχνολογία των ΗΠΑ και αφετέρου να προχωρήσει μόνη της ακόμα περισσότερο. Κι το δεύτερο είναι το κατά πόσο ο τεχνολογικός πόλεμος Κίνας - ΗΠΑ και οι περιορισμοί που τον ακολουθούν θα επηρεάσουν τους αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς, όσον αφορά τις επενδύσεις τους, τις πωλήσεις τους και την κερδοφορία τους.  

Σε πρόσφατο άρθρο με τίτλο «Η Nvidia, οι άγνωστοι πελάτες και η μάχη της Κίνας», είχαμε αναφερθεί στις δυσκολίες εισόδου της Nvidia στην αγορά της Κίνας και στους δυο «άγνωστους» πελάτες της που αντιπροσωπεύουν το 35% των πωλήσεων της.