Χρηματιστήριο Αθηνών: Μία ελκυστική αγορά από κάθε άποψη
Shutterstock
Shutterstock

Χρηματιστήριο Αθηνών: Μία ελκυστική αγορά από κάθε άποψη

Ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών επαναπροσέγγισε χθες τα φετινά του υψηλά, σημειώνοντας άνοδο από την αρχή της χρονιάς της τάξης του 43% και φιγουράροντας στη λίστα των αγορών με τις καλύτερες αποδόσεις για το 2025.

H φετινή χρονιά βέβαια αποτελεί μια χρονιά ορόσημο όχι μόνο λόγω χρηματιστηριακής απόδοσης αλλά και για δύο άλλους λόγους:της επιστροφής  μας στην επενδυτική βαθμίδα και της ένταξης μας στο δίκτυο της Euronext, κάτι που συνεπάγεται την είσοδο μας σ’ένα διεθνοποιημένο επενδυτικό περιβάλλον, αυτό των μεγάλων ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων.

Και οι δύο εξελίξεις δρομολογούν ένα νέο κεφάλαιο για τη Λεωφόρο Αθηνών και για τις ελληνικές εισηγμένες.

Στον κόσμο των ανεπτυγμένων αγορών και της Euronext

Καταρχάς τον Σεπτέμβριο του 2026 η ελληνική αγορά θα μεταπηδήσει από τις αναδυόμενες στις ανεπτυγμένες αγορές και θα καταταχθεί στους δείκτες του FTSE Russell. Τον Ιούνιο δε περιμένουμε και την ετυμηγορία MSCI, η οποία αν είναι θετική, τότε θα δώσει ένα ακόμα μεγαλύτερο σήμα εμπιστοσύνης για την ελληνική αγορά, καθώς οι δείκτες του ακολουθούνται από περισσότερα παγκόσμια κεφάλαια.

Βέβαια, στο σημείο αυτό να υπογραμμίσουμε ότι η μετάβαση μας από τις αναδυόμενες στις ανεπτυγμένες θα αυξήσει το volatility της αγοράς,  καθώς οι εκροές και οι εισροές από τους αντίστοιχους δείκτες δεν είναι συγχρονισμένες.  

Η είσοδος μας στην Euronext αποτελεί με τη σειρά της έναν κομβικό σταθμό για το Χρηματιστήριο Αθηνών καθώς θα προσφέρει: 

  • Πρόσβαση σε διεθνή επενδυτικά κεφάλαια. 
  • Αυξημένη ελκυστικότητα για IPOs.
  • Τεχνολογική αναβάθμιση και πρόσβαση στις πιο σύγχρονες τεχνολογίες καθώς και μείωση κόστους. 
  • Την ευκαιρία να μετατραπεί η χώρα μας σε περιφερειακό hub για όλη τη ΝΑ Ευρώπη.

Η ενσωμάτωση μας λοιπόν στις πλατφόρμες του Euronext θα μας βάλει στο οπτικό πεδίο μεγάλων θεσμικών κεφαλαίων και αυτή ακριβώς η βελτιωμένη πρόσβαση σε ξένα κεφάλαια θα μας οδηγήσει σε μια πιο ευρεία και ποιοτική επενδυτική βάση. 

Υπενθυμίζουμε ότι η Euronext ελέγχει το 25% των χρηματιστηριακών συναλλαγών στην Ευρώπη και περιλαμβάνει τα χρηματιστήρια του Όσλο, Παρίσι, Μιλάνο, Βρυξέλλες, Άμστερνταμ και Δουβλίνου. 

Συμμετέχει επίσης στο Χρηματιστήριο Ενέργειας- Νord Pool-  τουτέστιν έχει πρόσβαση στην πιο ώριμη αγορά σποτ ενέργειας στην Ευρώπη με παράγωγα ενέργειας, carbon trading και άλλες «πράσινες» επενδύσεις, ενώ με τη συμμετοχή της στο Fish Pool, συμμετέχει στην αγορά αλιευμάτων καθώς και άλλων γεωργικών προϊόντων.

Επιπλέον, με τη συμμετοχή της στο Τonkey Solutions έχει πρόσβαση σε τεχνολογία tokenization για ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία και πιλοτική εφαρμογή blockchain για χρηματιστηριακές υποδομές, ενώ μέσω του FastMatch –FX trading platform- έχει αποκτήσει τεχνογνωσία στο trading νομισμάτων αλλά και στις πλατφόρμες ανάπτυξης αλγοριθμικών προϊόντων.

Γίνεται κατανοητό ότι το Χρηματιστήριο Αθηνών δεν θα είναι πλέον μια μικρή «γωνίτσα» της Ευρώπης, αλλά μέρος του πυρήνα με καλύτερους όρους χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις μας. Και αυτό είναι ένα μεγάλο νέο για όλους.

Μεγάλο νέο για τα «βαριά ονόματα» της αγοράς, καθώς η ενιαία διεθνή χρηματιστηριακή πλατφόρμα θα προσφέρει ευκαιρίες μεγαλύτερης ρευστότητας για όσες ελληνικές εισηγμένες ενταχθούν σε αυτή, με συμμετοχή σε Euronext-wide indices και ESG πλατφόρμες καθώς και στις μεγαλύτερες ομολογιακές αγορές του κόσμου.

Μεγάλο νέο και για τις μικρότερες επιχειρήσεις,  όπως για παράδειγμα εκείνες της Εναλλακτικής Αγοράς, καθώς θα μπορούν να συνδεθούν με τη Euronext Growth και Euronext Access, οι οποίες προσφέρουν ευκαιρίες ανάπτυξης στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Ανοίγοντας το πλάνο, τι σημαίνουν όλα αυτά για την οικονομία;

Πολύ μεγαλύτερη αναπτυξιακή προοπτική η οποία θα αφήσει στο τέλος της ημέρας ισχυρό αποτύπωμα στο ΑΕΠ της χώρας. (σ.σ: Περισσότερα για τη σημασία της ένταξης μας στη Euronext τόσο για τη χώρα όσο και για το project της ενοποίησης των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών μπορείτε να διαβάσετε εδώ).

Υψηλές επιδόσεις από οικονομία και εισηγμένες

Η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να καταγράφει ρυθμούς ανάπτυξης υψηλότερους της Ευρωζώνης και οι προσδοκίες για το 2026 παραμένουν θετικές, με τους αναλυτές να εκτιμούν ότι η κατανάλωση, ο τουρισμός, οι επενδύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα ενεργειακά projects που ανακοινώθηκαν πρόσφατα θα λειτουργήσουν ως ισχυροί μοχλοί ανάπτυξης.

 

Σύμφωνα με σημείωμα της Τράπεζας της Ελλάδος  η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να υπεραποδίδει την διετία 2025-2026 με ρυθμό 2,2% και 1,9% αντίστοιχα, καταγράφοντας σημαντικά υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης σε σχέση με την ευρωζώνη.  

Οι προβλέψεις της ελληνικής κυβέρνησης όπως αντικατοπτρίστηκαν στην κατάθεση του προϋπολογισμού 2026 στη βουλή είναι ελαφρώς πιο αισιόδοξες από την ΤτΕ, καθώς εκτιμούν ανάπτυξη 2,4%, αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου με βασικό μοχλό ανάπτυξης τις επενδύσεις οι οποίες θα φτάσουν το 18,8% του ΑΕΠ, αλλά και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις όπως η αλλαγή της φορολογίας και η αύξηση του μέσου μισθού κατά 10%. 

Ο ρυθμός μεταβολής των επενδύσεων αναμένεται να αυξηθεί από 4,5% το 2024 σε 5,7% το 2025 και σε 10,2% το 2026, καθ’ όσον σε συνδυασμό με τη δυναμική που επιδεικνύουν οι ιδιωτικές επενδύσεις, αναμένεται να υλοποιηθεί ένα σημαντικά διευρυμένο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων το 2026, με πόρους ύψους 16,7 δισ. ευρώ, έναντι 14,6 δισ. ευρώ το 2025. 

Η παραπάνω αύξηση των επενδύσεων είναι πολλαπλάσια αυτής του μέσου όρου της Ευρωζώνης, που εκτιμάται σε 2,2% για το 2025 και σε 2,5% για το 2026, μειώνοντας περαιτέρω το παραγωγικό κενό. Σε αυτό το πλαίσιο ο λόγος επενδύσεων προς ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί από 16,4% το 2025 σε 17,7% το 2026. 

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ανακοίνωσε επίσης  πριν λίγες ημέρες  προβλέψεις για ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Ήταν ελαφρώς χαμηλότερες από αυτές της κυβέρνησης και της ΤτΕ. Προβλέπει ρυθμό 2% για φέτος και το 2026. (σ.σ: H κυβέρνηση τοποθετεί τον πήχη στο 2,2% για φέτος και στο 2,4% για το 2026).

Η Εθνική Τράπεζα εκτιμά  επίσης ανάπτυξη 2% ή λίγο υψηλότερα, ενώ το ΚΕΠΕ επιβεβαίωσε την  πρόβλεψή του για  ρυθμό ανάπτυξης  2,1%. 

Εν ολίγοις, οι  εκτιμήσεις για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2026 τοποθετούνται μεταξύ του 1,9% εως 2,4%. Ακόμα όμως και σύμφωνα με την πιο συγκρατημένη εκτίμηση, η ελληνική οικονομία  αναμένεται να αναπτυχθεί και το 2026 ταχύτερα της Ευρωζώνης. (σ.σ: Για παράδειγμα οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης το 2026 ανέρχονται στο 1,1%).

Βέβαια πάντα υπάρχουν ρίσκα στις εκτιμήσεις για την ανάπτυξη. Για παράδειγμα, τυχόν μη απορρόφηση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, καθυστέρηση στην υλοποίηση μεταρρυθμίσεων που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, αλλά και πιθανές φυσικές καταστροφές θα μπορούσαν να επιβραδύνουν την αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας. 

Από την άλλη, η ψηφιοποίηση, η απλοποίηση αδειοδοτήσεων και η βελτίωση της δικαστικής αποτελεσματικότητας μπορεί να ενισχύσουν το rerating της χώρας.

Τουτέστιν, πλην απροόπτων το 2026 αναμένεται να είναι μια ακόμη ικανοποιητική χρονιά για την ελληνική οικονομία, ενώ ένα από τα μεγαλύτερα ζητούμενα είναι η ευημερία των αριθμών να ακουμπήσει επί της ουσίας κάποια στιγμή και τα ελληνικά νοικοκυριά.

Οι υψηλές επιδόσεις συνοδεύουν και τις ελληνικές εισηγμένες, με το 2025 να εξελίσσεται σε μια χρονιά ορόσημο για τα εταιρικά κέρδη. Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής 9μηνα του 2025, η τάση στα λειτουργικά κέρδη δείχνει αύξηση 12,5%, ενώ τα καθαρά κέρδη εμφανίζουν άνοδο 17,6%. 

Την ίδια στιγμή φέτος αναμένεται να είναι μια χρονιά ρεκόρ στη μερισματική πολιτική των εισηγμένων εταιρειών του Χρηματιστηρίου Αθηνών, με τις διανομές μερισμάτων να αναμένεται να ξεπεράσουν τα 5,4 δισ. ευρώ, υπερβαίνοντας το προηγούμενο υψηλό που είχε καταγραφεί το 2007, μια περίοδο κατά την οποία ο αριθμός των εισηγμένων ήταν σημαντικά μεγαλύτερος. 

Η μέση μερισματική απόδοση των ελληνικών εισηγμένων εταιρειών για το 2024 διαμορφώνεται περίπου στο  4%. Πρόκειται για μια ανταγωνιστική απόδοση σε σχέση με τα κρατικά ομόλογα ή τα τραπεζικά επιτόκια, ενώ σημειωτέον  κάποιες εταιρείες προσφέρουν ακόμα υψηλότερες μερισματικές αποδόσεις. 

Τέλος, να υπογραμμίσουμε ότι  οι συνολικές χρηματικές διανομές  σε προμερίσματα και επιστροφές κεφαλαίου κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2025  και το πρώτο τρίμηνο του 2026 ανέρχονται στο 1 δισ.

Υποστηρικτικό και το προφίλ του δημόσιου χρέους

Άλλη μια θετική συνισταμένη για τα ελληνικά assets είναι το γεγονός ότι μια περίοδο που όλοι ανησυχούν για τα χρέη και για το κόστος εξυπηρέτησης τους, η Ελλάδα  διαθέτει πλέον ένα προφίλ δημόσιου χρέους όχι μόνο βιώσιμο, αλλά και με πολύ καλύτερες προοπτικές από πολλές άλλες χώρες, καθώς βρίσκεται κυρίως στα χέρια του επίσημου τομέα και εξυπηρετείται με μεσοσταθμικά επιτόκια πέριξ του 1,73%.

Αυτό ακριβώς αποτυπώνεται τόσο στα spreads των ελληνικών κρατικών ομολόγων, με την Ελλάδα να δανείζεται χαμηλότερα από χώρες με μικρότερο χρέος και υψηλότερο βαθμό πιστοληπτικής αξιολόγησης,  όσο και στις συνεχείς αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της ελληνικής οικονομίας και της αποκατάστασης της επενδυτικής βαθμίδας.

Το γεγονός δε ότι ένα σημαντικό μέρος του χρέους, ύψους περίπου 31,6 δισ. ευρώ, θα αποπληρωθεί πρόωρα έως το 2031, ήτοι μια δεκαετία νωρίτερα της κανονικής του λήξης, περνάει ένα τεράστιο μήνυμα αξιοπιστίας και διορρατικότητας στους οίκους αξιολόγησης αλλά και τη διεθνή επενδυτική κοινότητα.

Με την πλήρη αποπληρωμή των δανείων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και με την πρόωρη αποπληρωμή του πρώτου ακριβού μνημονίου, βγάζουμε από τη μέση τη ρητορική των τελευταίων ετών περί πίεσης της χώρας μας από το 2032 και μετά, όσον αφορά την αποπληρωμή του χρέους, λόγω αυξημένου κόστους εξυπηρέτησης. (σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ)

Με λιγότερα βάρη για το μέλλον λοιπόν, η Ελλάδα απολαμβάνει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη από τη διεθνή επενδυτική κοινότητα και  περισσότερες ευκαιρίες ανάπτυξης, κάτι που ήδη αντικατοπτρίζεται στις επιδόσεις του ελληνικού χρηματιστηρίου και των ελληνικών ομολόγων. 

Καθώς η χώρα διαθέτει σταθερή δημοσιονομική βάση, ελκυστικές αποτιμήσεις και ισχυρές τράπεζες, με αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων άνω του 15% και χαμηλά P/BV, το 2026 αναμένεται ceteris paribus να είναι μια εξίσου καλή χρονιά για την ελληνική αγορά, παρά την υψηλότερη ενδεχομένως μεταβλητότητα λόγω της μετάβασης από τις αναδυόμενες στις ανεπτυγμένες αγορές.


[email protected]

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.