H χρηματιστηριακή εβδομάδα φαίνεται να μπαίνει με το «δεξί», δεδομένου ότι μετά από δύο ημέρες συνομιλιών στην Ελβετία, έγινε ένα μεγάλο βήμα για την αποκλιμάκωση του εμπορικού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.
Αν και οι λεπτομέρειες θα δοθούν αργότερα σήμερα, εντούτοις ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ και ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος Τζέιμσον Γκριρ μίλησαν για «ουσιαστική πρόοδο και παραγωγικές συνομιλίες», αν και απέφυγαν να δώσουν περισσότερα στοιχεία για τις μειώσεις των δασμών που συμφωνήθηκαν και δεν απάντησαν σε ερωτήσεις δημοσιογράφων.
Όπως και να έχει, όλα δείχνουν ότι σύντομα θα ανακοινωθούν σημαντικές μειώσεις στις ταρίφες που είχαν ανακοινωθεί τον προηγούμενο μήνα εκατέρωθεν και ότι το εμπόριο μεταξύ των δύο οικονομιών θα καταστεί και πάλι εφικτό.
Άλλωστε και οι δύο πλευρές πιέζονται να βρουν μια λύση, με τον Τραμπ να λαμβάνει προειδοποιήσεις για ελλείψεις και σοκ στην εφοδιαστική αλυσίδα εφάμιλλα της περιόδου της πανδημίας, και τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ να εξακολουθεί να βλέπει σημάδια αδυναμίας στην κινεζική οικονομία, παρά τις προσπάθειες του να ενισχύσει την οικονομική δραστηριότητα.
Μένει να δούμε λοιπόν τις λεπτομέρειες των συνομιλιών του Σαββατοκύριακου και την αντίδραση των αγορών, η οποία πλην απροόπτου αναμένεται θετική.
Πρόκειται για μια σημαντική εξέλιξη και για το ελληνικό χρηματιστήριο, που πιθανότατα να δώσει νέο ούριο άνεμο στα πανιά του, αν και οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι μέσα στο volatility των τελευταίων εβδομάδων η ελληνική αγορά ξεχώρισε για την αμυντική της συμπεριφορά.
Από τις αρχές του έτους η απόδοση του Γενικού Δείκτη Τιμών είναι 20% και η ελληνική δεκαετία κινείται πέριξ του 3,30%-3,40%, με τους επενδυτές να δείχνουν με τη συμπεριφορά τους τις ημέρες του volatility, ότι στο ελληνικό χρηματιστήριο έχουν εισέλθει με μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Η χώρα μας άλλωστε ήδη έχει επανέλθει στο κλαμπ των χωρών με επενδυτική βαθμίδα, ενώ αναμένονται και οι επικείμενες νέες αξιολογήσεις της ελληνικής οικονομίας, στις 16 Μαΐου από τον οίκο Fitch και στις 30 Μαΐου από τη Scope Ratings.
Κάθε μία από αυτές τις αξιολογήσεις θα παίξει τον ρόλο της στις αποτιμήσεις των ελληνικών ομολόγων και κατ’ επέκταση στη συνολική επενδυτική ψυχολογία.
Μέχρι τότε, η αγορά «απολαμβάνει» την περίοδο της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων α’ τριμήνου με τον τραπεζικό κλάδο να κάνει την αρχή με δυνατές επιδόσεις, ενώ αυτή την εβδομάδα, στις 13 Μαΐου, αναμένεται η αναδιάρθρωση των δεικτών του MSCI- αυτή τη στιγμή στον δείκτη φιγουράρουν οι ΟΤΕ, ΟΠΑΠ, Jumbo, ΔΕΗ, Eurobank, Alpha Bank, Εθνική, Πειραιώς και Metlen- γεγονός που αναμένεται να προκαλέσει έντονη συναλλακτική δραστηριότητα, ειδικά αν υπάρξουν αλλαγές.(σ.σ: Αν ναι, θα τεθούν σε ισχύ μετά το κλείσιμο της συνεδρίασης της 30ης Μαΐου).
Στις 23 Μαΐου θα έχουμε επίσης την αναδιάρθρωση των δεικτών του FTSE Russell, με παρόμοια επίδραση στην αγορά.
Το κύριο καύσιμο των ελληνικών assets
Η συγκυρία τα έφερε έτσι ώστε τρεις μεγάλες αντιξοότητες, η πανδημία, ο ρωσοουκρανικός πόλεμος και η αύξηση των επιτοκίων -άρα και του χρηματοδοτικού κόστους- να λειτουργήσουν υπέρ της χώρας μας.
Η αξιοποίηση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάπτυξης που δόθηκαν για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, μαζί με τα ιδιωτικά κεφάλαια που έχει κινητοποιήσει το «Ελλάδα 2.0», και τους πόρους του ΕΣΠΑ, έχουν βοηθήσει αισθητά τη χώρα μας να κλείσει το «επενδυτικό κενό» και να προσεγγίσει επιτέλους τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, μέσα από ένα πλήθος έργων ενεργειακής και ψηφιακής αναβάθμισης.
Ο επανασχεδιασμός των ενεργειακών εφοδιαστικών αλυσίδων μετά τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, έδωσε στη χώρα μας νέα βαρύτητα στον ενεργειακό χάρτη.
Τρίτον, μια περίοδο κάθετης αύξησης των επιτοκίων, εμείς βρεθήκαμε σε εξαιρετικά πλεονεκτική θέση έναντι των Ευρωπαίων εταίρων μας αλλά και πολλών άλλων οικονομιών, χάρη στη «γυάλα» του δημόσιου χρέους, το οποίο βρίσκεται κυρίως στα χέρια του επίσημου τομέα και εξυπηρετείται με μεσοσταθμικά επιτόκια πέριξ του 1,73%.
Η τελευταία συνισταμένη έχει εξελιχθεί στον μεγαλύτερο ίσως ούριο άνεμο για τη χώρα μας, δεδομένου ότι μια περίοδο που όλοι ανησυχούν για τα χρέη και κατά πόσον και με τι κόστος θα εξυπηρετηθούν, εμείς διαθέτουμε πλέον ένα προφίλ δημόσιου χρέους όχι μόνο βιώσιμο, αλλά και με πολύ καλύτερες προοπτικές από πολλές άλλες χώρες.
Σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε το Ινστιτούτο Διεθνών Χρηματοοικονομικών -IIF- την προηγούμενη εβδομάδα, το παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε κατά 7,5 τρισ. δολάρια το πρώτο τρίμηνο του 2025, αγγίζοντας νέο ιστορικό υψηλό στα 324 τρισ. δολάρια, με την Κίνα, τη Γαλλία και τη Γερμανία να αποτελούν τις χώρες με τη μεγαλύτερη συμβολή στην αύξηση του.
Η αύξηση του πρώτου τριμήνου ήταν τέσσερις φορές υψηλότερη από τη μέση τριμηνιαία αύξηση των 1,7 τρισ. δολαρίων που παρατηρείται από τα τέλη του 2022, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του IIF, αλλά τουλάχιστον η παγκόσμια αναλογία χρέους/ΑΕΠ συνέχισε να κινείται καθοδικά, κοντά στο 325%.
Στις αναδυόμενες χώρες ωστόσο άγγιξε ιστορικό υψηλό στα 245%.
Μόνο η Κίνα επιβάρυνε με περισσότερο από 2 τρισ. δολάρια τη συνολική αύξηση του χρέους, ενώ η αναλογία χρέους προς ΑΕΠ της διαμορφώθηκε στο 93% και αναμένεται να ξεπεράσει το 100% πριν το τέλος του έτους.
Φέτος δε οι αναδυόμενες αγορές βρίσκονται αντιμέτωπες με αποπληρωμές ομολόγων και δανείων ύψους ρεκόρ 7 τρισ. δολαρίων κατά το υπόλοιπο του 2025, ενώ για τις ανεπτυγμένες οικονομίες, το ποσό ανέρχεται σε σχεδόν 19 τρισεκατομμύρια δολάρια, με τις ΗΠΑ να έχουν τη μερίδα του λέοντος και με τον Πάουελ να καθυστερεί λόγω της αβεβαιότητας των δασμών τις μειώσεις επιτοκίων, τίθοντας το ερώτημα για το πόσο ακριβή εν τέλει θα είναι η αναχρηματοδότηση του αμερικανικού χρέους που λήγει τους επόμενους μήνες.
Σε αντίθεση με αυτό το περιβάλλον, σήμερα το ελληνικό δημόσιο χρέος, παρά το υψηλό ποσοστό του ως προς το ΑΕΠ, είναι και βιώσιμο και με πολύ καλύτερες προοπτικές από πολλές άλλες χώρες, καθώς έχει καλύτερους όρους εξυπηρέτησης με ετήσιο μεσοσταθμικό κόστος εξυπηρέτησης 1,73%. (σ.σ:Ένα χαμηλό κόστος που το απολαμβάνουμε χάρη στο γεγονός ότι η Ελλάδα στην κρίση της προηγούμενης δεκαετίας είχε την τύχη να είναι μέλος της ΕΕ).
Αυτό ακριβώς αποτυπώνεται τόσο στα spreads των ελληνικών κρατικών ομολόγων- η Ελλάδα δανείζεται χαμηλότερα από χώρες με μικρότερο σύνολο χρέους και υψηλότερο βαθμό πιστοληπτικής αξιολόγησης- και τις επιδόσεις του Χρηματιστηρίου Αθηνών, όσο και στις συνεχείς αναβαθμίσεις του αξιόχρεου της ελληνικής οικονομίας και της αποκατάστασης της επενδυτικής βαθμίδας.
Το γεγονός δε ότι ένα σημαντικό μέρος του χρέους, ύψους περίπου 31,6 δισ. ευρώ, θα αποπληρωθεί πρόωρα έως το 2031, ήτοι μια δεκαετία νωρίτερα της κανονικής του λήξης, όπως προανήγγειλε πρόσφατα ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, περνάει ένα τεράστιο μήνυμα αξιοπιστίας και διορρατικότητας στους οίκους αξιολόγησης και της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας.
Στην ουσία η Ελλάδα εκμεταλλεύεται το ήρεμο σχετικά χρηματοοικονομικό περιβάλλον προκειμένου να μειώσει περαιτέρω τις ετήσιες μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες της και μετά το 2032.
Βλέπετε, με την πλήρη αποπληρωμή των δανείων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και με την πρόωρη αποπληρωμή του πρώτου ακριβού μνημονίου, βγάζουμε από τη μέση τη ρητορική των τελευταίων ετών περί πίεσης της χώρας μας από το 2032 και μετά, όσον αφορά την αποπληρωμή του χρέους, λόγω αυξημένου κόστους εξυπηρέτησης.
Ο κίνδυνος αυτός δεν υπάρχει πια όπως τόνισε πριν λίγες ημέρες ο κ. Πιερρακάκης, καθώς η χώρα μας αυτή τη στιγμή αποκλιμακώνει το χρέος της και το 2029 δε θα είναι η πιο χρεωμένη χώρα στην Ευρώπη και θα έχει ένα ακόμα καλύτερο προφίλ χρέους.
Η ορθή διαχείριση των συνολικών ταμειακών διαθεσίμων της χώρας - με όρους γενικής κυβέρνησης ανέρχονται στο ποσό των 44 δισ. ευρώ - και η συνέχεια της επιλογής των πρόωρων αποπληρωμών των διμερών δανείων του πρώτου μνημονίου που σύναψε η χώρα μας με τις χώρες της Ευρωζώνης -GLFA- θα μας εξασφαλίσουν αυτό το καλύτερο προφίλ χρέους.(σ.σ: Ήδη μέχρι στιγμής το Ελληνικό Δημόσιο προεξόφλησε και αποπλήρωσε πλήρως τα δάνεια του ΔΝΤ, ενώ από τα διμερή δάνεια GLFA, αρχικού ύψους 52,9 δισ. ευρώ, έχει ήδη αποπληρώσει ποσό 21,3 δισ. ευρώ. Το υπολειπόμενο ποσό των εν λόγω δανείων ανέρχεται στα 31,6 δισ. ευρώ, που μας ενημέρωσε ο κ.Πιερρακάκης ότι επίσης θα αποπληρωθούν πρόωρα).
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι η χώρα θα έχει λιγότερα βάρη για το μέλλον, περισσότερες ευκαιρίες ανάπτυξης και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη από τη διεθνή επενδυτική κοινότητα. Μια εμπιστοσύνη που ήδη απολαμβάνει όπως δείχνουν οι επιδόσεις του ελληνικού χρηματιστηρίου και των ελληνικών ομολόγων.
Και τι σημαίνει στο τέλος της ημέρας αυτή η εμπιστοσύνη; Καλύτερους όρους χρηματοδότησης.
*Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.
*Η Μαιρη Βενέτη είναι πιστοποιημένη Διαχειριστής και Επενδυτική Σύμβουλος από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.