Η κυβέρνηση προχωρά σε ένα ακόμη βήμα ανοίγματος του Εθνικού Συστήματος Υγείας προς τον ιδιωτικό τομέα, δίνοντας τη δυνατότητα σε ιδιώτες γιατρούς να αξιοποιούν τις υποδομές των νοσοκομείων για χειρουργικές επεμβάσεις και ιατρικές πράξεις. Η ρύθμιση αυτή, που ήδη έχει τεθεί σε ισχύ με σχετική ΚΥΑ, επιτρέπει την είσοδο ιδιωτών σε εξωτερικά ιατρεία, διαγνωστικές εξετάσεις και επεμβατικές πράξεις πέραν του τακτικού ωραρίου.
Πρόκειται για συνέχεια της μεταρρύθμισης που ξεκίνησε πέρυσι, όταν οι γιατροί του ΕΣΥ απέκτησαν δικαίωμα να διατηρούν παράλληλη απασχόληση σε ιδιωτικές δομές - κάτι που έως τότε απαγορευόταν. Πλέον, το υπουργείο Υγείας επιχειρεί να δημιουργήσει ένα «μικτό» σύστημα λειτουργίας, με στόχο αφενός να μειωθούν οι λίστες αναμονής για τους ασθενείς και αφετέρου να δοθούν επιπλέον κίνητρα στους γιατρούς.
Οι αμοιβές των ιδιωτών γιατρών θα καταβάλλονται μέσω των νοσοκομείων, στα πρότυπα των απογευματινών ιατρείων και χειρουργείων που εφαρμόζονται ήδη. Οι τιμές για τις επεμβάσεις ξεκινούν από 125 ευρώ και φτάνουν έως και τα 1.000 ευρώ, ανάλογα με τη δυσκολία της πράξης. Για την αντιμετώπιση παθολογικών περιστατικών, τα ποσά κυμαίνονται από 250 έως 600 ευρώ. Προβλέπεται επίσης «ενοίκιο» 20% για τη χρήση των δημοσίων υποδομών, το οποίο θα αποδίδεται από τους γιατρούς στα νοσοκομεία.
Ωστόσο, το μέτρο έχει προκαλέσει σκεπτικισμό στους ιατρικούς συλλόγους. Πολλοί ιδιώτες γιατροί θεωρούν ότι οι καθορισμένες αμοιβές είναι ασύμφορες σε σχέση με τις απολαβές που έχουν στον ιδιωτικό τομέα, με αποτέλεσμα να αμφισβητείται το κατά πόσο η νέα ρύθμιση θα προσελκύσει ενδιαφέρον.
Την ίδια στιγμή, αυξάνεται ο αριθμός των νοσοκομειακών γιατρών που αιτούνται να ανοίξουν ιδιωτικό ιατρείο. Μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 2025, περίπου το 18% των γιατρών του ΕΣΥ κατέθεσε σχετική αίτηση, με ιδιαίτερη έμφαση σε χειρουργικές ειδικότητες και αναισθησιολογία, όπου παρατηρούνται και οι μεγαλύτερες ελλείψεις.
Το υπουργείο Υγείας επιμένει ότι το άνοιγμα των δημόσιων νοσοκομείων προς τους ιδιώτες θα ενισχύσει τη λειτουργία του ΕΣΥ, όμως η ιατρική κοινότητα εκφράζει αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα και τη βιωσιμότητα του εγχειρήματος.