Του Γρηγόρη Αλ. Πασπάτη*
Μια χώρα σε οικονομική κρίση με ασθενή παραγωγική βάση όπως είναι η χώρα μας, δεν μπορεί παρά να έχει ως σπονδυλική στήλη του συστήματος υγείας της το Δημόσιο. Αυτό συνεπάγεται ότι τα μεγάλα δημόσια νοσοκομεία, που αποτελούν την καρδιά του συστήματος, πρέπει να έχουν επάρκεια σε επιστημονικό δυναμικό και τεχνολογία.
Μελέτη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας έδειξε ότι οι περισσότεροι από τους πτυχιούχους που εγκατέλειψαν τη χώρα μας έφυγαν μετά το 2010. Μεγάλο ποσοστό των πτυχιούχων είναι νέοι γιατροί. Ποιοι γιατροί έφυγαν; Κατά τεκμήριον έφυγαν οι καλύτεροι, αυτοί που είχαν τη δυνατότητα να επιβιώσουν στα αξιοκρατικά ισχυρά ανταγωνιστικά συστήματα της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης. Ειδικευμένοι ή ειδικευόμενοι γιατροί μεταναστεύουν για καλύτερη εκπαίδευση, για αξιοπρεπέστερο μισθό για αξιοπρεπέστερες συνθήκες ιατρικής εργασίας. To brain drain των γιατρών μας αφορά κυρίως την ηλικιακή ομάδα των 30-40 χρόνων, με αποτέλεσμα στην Ελλάδα της κρίσης να έχουμε ήδη χάσει μια γενιά γιατρών. Το έχουμε ξαναγράψει αλλά φαίνεται πως δεν ενδιαφέρει κανένα. Τα πραγματικά αίτια της θλιβερής αυτής κατάστασης θα πρέπει να αναζητηθούν στις πολιτικές διαχείρισης του ιατρικού δυναμικού της χώρας την τελευταία τριακονταετία και στο φαινόμενο της αριστερής ιδεολογικής ηγεμονίας στο χώρο των νοσοκομειακών γιατρών που έσερνε το σύστημα στην εξίσωση προς τα κάτω. Φυσικά οι αιτίες δεν ενδιαφέρουν πια τους απογοητευμένους Έλληνες. Τους πολίτες τους ενδιαφέρουν οι προτάσεις και οι λύσεις. Τους ενδιαφέρουν προτάσεις για ένα καινούργιο start up των δημοσίων νοσοκομείων της χώρας που έχουν άμεση ανάγκη αυτό το συγκεκριμένο ιατρικό δυναμικό που έχει μεταναστεύσει. Είναι δύσκολο να τους φέρουμε πίσω στην Ελλάδα της "μιζέριας" αλλά όχι αδύνατον αν υπάρξουν οι ανάλογες πολιτικές που θα εκφράζουν συγκεκριμένη βούληση.
Είναι υποχρέωση της Πολιτείας μας να δημιουργήσει ένα σύστημα στα μεγάλα δημόσια νοσοκομεία όπου η διαχείριση του ιατρικού δυναμικού θα γίνεται με καθαρά "ιδιωτικό-οικονομικά" κριτήρια, μετά από σκληρή αλλά διάφανη αξιολόγηση (επιστημονική επάρκεια, ιατρική προσφορά) όπως γίνεται σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες. Είναι μύθος ότι οι γιατροί μας είναι επαρκείς σε μια χώρα που έχει αναπτύξει αντισώματα στην αξιολόγηση. Στη δημιουργία αυτού του συστήματος οι εργασιακές σχέσεις των γιατρών έχουν κομβικό ρόλο. Το Ελληνικό Δημόσιο δεν μπορεί να δώσει στους γιατρούς των μεγάλων νοσοκομείων αμοιβές ανάλογες των ικανοτήτων και των ευθυνών που αναλαμβάνουν, όπως γίνεται στα περισσότερα συστήματα υγείας των αναπτυγμένων χωρών.
Γι'' αυτό είναι αναγκαίο να θεσμοθετηθεί ένα μικτό εργασιακό σύστημα όπου οι γιατροί του ΕΣΥ θα έχουν περιορισμένη πρόσβαση στον ιδιωτικό τομέα κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις για να μπορούν να αυξήσουν τις αποδοχές τους ανάλογα με τις ικανότητες τους και να επιβιώσουν αξιοπρεπώς. Φυσικά οι γιατροί των μεγάλων νοσοκομείων δεν θα είναι μόνιμοι αλλά θα αξιολογούνται. Η κατάργηση της μονιμότητας θα επιφέρει συνεχή κινητικότητα στις ιατρικές θέσεις του ΕΣΥ, γεγονός που θα αναπτύξει τον υγιή επιστημονικό ανταγωνισμό. Η ανυπαρξία "κινητικότητας" στις ιατρικές θέσεις στα δημόσια νοσοκομεία αποτελεί Ελληνικό φαινόμενο που επάγει την επιστημονική στασιμότητα με ότι αυτό συνεπάγεται. Οι ιδιώτες γιατροί να μπορούν επίσης, υπό προϋποθέσεις και μετά από αυστηρή αξιολόγηση και με αμοιβές προσδιοριζόμενες από το κράτος να έχουν πρόσβαση στις δομές των μεγάλων δημοσίων νοσοκομείων. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα γυρίσουμε 30 χρόνια πίσω όταν η επίσκεψη στο ιδιωτικό ιατρείο αποτελούσε το εισιτήριο για το νοσοκομείο. Υπάρχουν σήμερα ηλεκτρονικά συστήματα που μπορούν να εποπτεύουν αποτελεσματικά τη ροή των ασθενών στο νοσοκομείο και το ιδιωτικό ιατρείο. Φυσικά δεν παραγνωρίζουμε τα θέματα ηθικής και δεοντολογίας της Ελληνικής κοινωνίας. Είμαστε μια χώρα που παλεύει να ξεφύγει από τη βαλκανική της μοίρα και το βαλκάνιο τρόπο σκέψης.
Το ΕΣΥ προσέφερε σημαντικά στον Έλληνα πολίτη και την Ελληνική ιατρική. Το ΕΣΥ όμως γεννήθηκε και ενηλικιώθηκε την τελευταία 30ετία στην Ελλάδα της οικονομικής ευμάρειας αλλά και της ασυδοσίας. Τα τελευταία όμως χρόνια οι έννοιες του ανταγωνισμού, της παραγωγικότητας και της επιστημονικότητας στους γιατρούς των μεγάλων δημόσιων νοσοκομείων βρίσκονται στο ναδίρ. Φαίνεται ότι με την παρούσα του μορφή το ΕΣΥ έχει κλείσει τον κύκλο του. Μάλλον πρέπει να οργανωθεί ένα σύστημα πλέον ευέλικτο και περισσότερο αποδοτικό για τον Έλληνα πολίτη. Η πολιτική ατολμία στο συγκεκριμένο ζήτημα ταυτίζεται με την αποδοχή ενός ΕΣΥ υποβαθμισμένου και ανυπόληπτου επιστημονικά στους Ευρωπαϊκούς οργανισμούς. Είμαστε υποχρεωμένοι να τολμήσουμε!
*Ο κ. Γρηγόριος Αλ. Πασπάτης είναι Συντονιστής Διευθυντής ΕΣΥ, τ. Πρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου Ηρακλείου