Έχοντας πλέον ξεπεράσει τους τρεις μήνες διακυβέρνησης του προέδρου Τραμπ, βλέπουμε ότι οι ριζικές αλλαγές ήρθαν για να μείνουν. Πολιτικά πισωγυρίσματα, εφήμερες εξαγγελίες και επιθετική ρητορική έχουν γίνει συνήθεια. Η πολιτική αβεβαιότητα έχει προκαλέσει το μεγαλύτερο ξεπούλημα των αγορών από το 2022. Μέχρι να σταθεροποιηθεί το οικονομικό τοπίο, οι μετοχές στις Η.Π.Α. δε θα είναι εξίσου ελκυστικές. Που πάει όμως το έξυπνο χρήμα; Στην απέναντι όχθη του ατλαντικού.
Η ρητορική της νέας κυβέρνησης των Η.Π.Α. θορύβησε ιδιαίτερα τη γηραιά ήπειρο. Κατέστησε ξεκάθαρο ότι το εξαγωγικό μοντέλο των ατμομηχανών της Ευρώπης δεν είναι πλέον βιώσιμο. Συνάμα, η άμυνα φαίνεται ότι θα γίνει ευρωπαϊκή υπόθεση. Οι αγορές πλέον αντιλαμβάνονται ότι η καταναλωτική και στρατιωτική απεξάρτηση από τις Η.Π.Α. θα φέρει ένα νέο γύρο δημοσιονομικής επέκτασης στην Ευρώπη. Εικάζουν ότι η αμυντική βιομηχανία θα ενισχυθεί συμπαρασύροντας και την υπόλοιπη οικονομία. Το έξυπνο χρήμα μεταναστεύει στην Ευρώπη.
Τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια και ειδικά οι μετοχές άμυνας έχουν παρουσιάσει εξαιρετική άνοδο. Οι προσδοκίες λοιπόν έχουν λειτουργήσει σαν καταλύτης και τα κεφάλαια έχουν περάσει τον ατλαντικό. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν αποτελεί έκπληξη. Οι μετοχές στις Η.Π.Α. ήταν εξαιρετικά υπερτιμημένες, και τα παγκόσμια κεφάλαια είχαν μετατοπιστεί εκεί. Η αξία του αμερικανικού χρηματιστηρίου άγγιξε το 70% της παγκόσμιας αγοράς. Συνεπώς, η διόρθωση και η ανακατανομή κεφαλαίων μπορεί να θεωρηθεί φυσιολογική. Είναι όμως βιώσιμη;
Η διαχρονικά υψηλή απόδοση του αμερικανικού χρηματιστηρίου δεν είναι απλά συγκυριακή. Οφείλεται σε χαρακτηριστικά της αμερικανικής οικονομίας τα οποία δεν απαντώνται αλλού. Οι εργασιακές σχέσεις είναι ευέλικτες, το κανονιστικό πλαίσιο είναι πολύ πιο ελαστικό, οι φόροι είναι χαμηλότεροι και η κυβέρνηση συγκριτικά πολύ πιο μικρή. Ο Αμερικανός είναι εκ φύσεως πιο καταναλωτικός και πιο ανοιχτός στο ρίσκο.
Αυτά τα χαρακτηριστικά οδηγούν σε πιο γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης και σε υψηλές χρηματιστηριακές αποδώσεις. Από την άλλη η Ευρώπη δεν είναι μια ενοποιημένη αγορά. Οι φόροι και ο ρόλος του κράτους είναι πολύ πιο έντονος, ενώ το κανονιστικό πλαίσιο είναι πολύ πιο αυστηρό. Οι Ευρωπαίοι δεν αγαπούν το ρίσκο, και έχουν πολύ μικρό ποσοστό του πλούτου τους σε επενδύσεις. Οι ρυθμοί ανάπτυξης ως φυσικό επακόλουθο είναι χαμηλότεροι και οι αποδώσεις των χρηματιστηρίων διαχρονικά υστερούν.
Η δυναμική της αμερικανικής οικονομίας αποτυπώθηκε στα οικονομικά στοιχεία του ΑΕΠ και της ανεργίας την περασμένη εβδομάδα. Η μείωση του ΑΕΠ οφείλεται στην έκρηξη των εισαγωγών, εξ αιτίας των φόβων των δασμών. Η κατανάλωση και οι επενδύσεις από την άλλη, που είναι οι βασικοί δείκτες υγείας της οικονομίας, αυξήθηκαν δυναμικά.
Η ανεργία έμεινε σταθερή, και οι νέες θέσεις εργασίας ήταν παραπάνω από τις αναμενόμενες. Οι αμερικανικές αγορές έχουν καλύψει κάποιες από τις απώλειες του Απριλίου, αλλά βρίσκονται πίσω από τις ευρωπαϊκές. Για το επόμενο διάστημα λοιπόν, και μέχρι να σταθεροποιηθεί το πολιτικό κλίμα στις Η.Π.Α., η Ευρώπη θα είναι ο προορισμός του έξυπνου χρήματος.
*Ο Ηλίας Αρβανιτάκης είναι Οικονομολόγος - Αναλυτής, Morgan Stanley