Με πτώση έκλεισαν οι βασικοί δείκτες του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης, καθώς οι επενδυτές ζύγισαν τις τελευταίες εξελίξεις στο εμπορικό μέτωπο, ανησυχώντας τόσο για τις επιπτώσεις από τους δασμούς, όσο και για την άνοδο των αποδόσεων.
Ο βιομηχανικός μέσος όρος Dow Jones έχασε σχεδόν 250 μονάδες, ή 0,55%, στις 45.296,81 μονάδες, ο S&P 500 μειώθηκε κατά 0,69%, στις 6.415,54 μονάδες, ενώ ο Nasdaq υποχώρησε κατά 0,82% στις 21.279,63 μονάδες.
Αυτό σηματοδοτεί την πρώτη διαδοχική πτώση άνω του 1% για τον δείκτη που βασίζεται στην τεχνολογία από τότε που ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την εκτεταμένη δασμολογική του πολιτική, την λεγόμενη «ημέρα της απελευθέρωσης», στις αρχές Απριλίου.
Οι εξελίξεις αυτές έρχονται μετά την απόφαση ενός ομοσπονδιακού εφετείου την Παρασκευή, ότι οι περισσότεροι από τους παγκόσμιους δασμούς του Τραμπ είναι παράνομοι.
Το Εφετείο των ΗΠΑ για το Ομοσπονδιακό Περιφερειακό Δικαστήριο έκρινε με ψήφους 7-4 ότι μόνο το Κογκρέσο έχει την εξουσία να επιβάλλει σαρωτικούς δασμούς. Ο Τραμπ χαρακτήρισε την απόφαση «εξαιρετικά κομματική» και δήλωσε ότι θα ασκήσει έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ.
Οι επενδυτές ανέμεναν επίσης αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων στις αρχές Σεπτεμβρίου. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου του Δημοσίου εκτινάχθηκε στο 4,28%, ενώ η απόδοση του 30ετούς ξεπέρασε το 4,97%.
Οι επενδυτές ομολόγων αύξησαν τις αποδόσεις εν μέσω της προοπτικής ότι οι ΗΠΑ μπορεί να χρειαστεί να επιστρέψουν τα δισεκατομμύρια που εισπράχθηκαν από τους δασμούς, επιδεινώνοντας την ήδη δύσκολη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.
Αυτές οι εξελίξεις θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά το κλίμα στην έναρξη ενός νέου μήνα συναλλαγών. Ο Σεπτέμβριος είναι ιστορικά ο χειρότερος μήνας για τις μετοχές, με τον S&P 500 να καταγράφει μέση πτώση 4,2% τα τελευταία πέντε χρόνια και πτώση άνω του 2% κατά μέσο όρο τα τελευταία δέκα.
«Ένα 30ετές ομόλογο 5% αποτελεί αναμφίβολα αντιξοότητα», δήλωσε στο CNBC ο Ross Mayfield, επενδυτικός στρατηγικός αναλυτής στην Baird Private Wealth Management. «Νομίζω ότι θα συνεχίσει να αποτελεί αγκάθι για τις μετοχές που διαπραγματεύονται σε αρκετά τεντωμένες αποτιμήσεις».