Ο πόλεμος του Γιόμ Κιπούρ

Ο πόλεμος του Γιόμ Κιπούρ

Όταν κάθισε και σταύρωσε τα πόδια του απέναντί μου, πρόσεξα πως φορούσε διαφορετικό χρώμα κάλτσες» ήταν τα λόγια του Σιμόν Πέρες σε μια από τις συναντήσεις μας. Αναφερόταν στο καλοκαίρι του 1974 όταν, ως υπουργός Άμυνας, επισκεπτόταν στην Ουάσιγκτον τον ομόλογό του Τζ. Σλέσινγκερ. Είχαν περάσει αρκετοί μήνες από τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ και σκοπός της συνάντησης των δύο ήταν η αποτίμηση των συνεπειών εκείνου του πολέμου.

Από την πρώτη κιόλας ερώτηση, «όταν αναλογίζεσθε το παρελθόν πιστεύετε ότι ο Χερζλ είχε δίκιο ;»,  με την οποία τον υποδέχθηκε στο Πεντάγωνο ο Αμερικανός συνομιλητής του, ο χαρισματικός Ισραηλινός είχε εμπεδώσει αυτό που παραμονές του πολέμου είχαν αντιληφθεί οι πάντες στη χώρα του: Την αμερικανική εχθρότητα για το νεοσύστατο κράτος και τον ιδρυτή του. Αρχιτέκτονας εκείνης της εχθρότητας ένας κατά τα άλλα ομόδοξος: Ο Γερμανοεβραίος Χένρι Αλφρέδος Κίσινγκερ!

Κυνικός όσο κανείς  άλλος Αμερικανός πολιτικός ο Κίσινγκερ, προετοιμάζοντας την προεδρική επίσκεψη στη Μόσχα δυο χρόνια πριν (Μάιος 1972) είχε δώσει δείγματα γραφής με τη σκληρή απάντηση που έδωσε στον Νίξον όταν ζήτησε τη γνώμη του πώς να θέσει το ζήτημα των Εβραίων γιατρών που διώκονταν από το σοβιετικό καθεστώς «και τι μας νοιάζει εμάς, κ. Πρόεδρε, τόσα μίλια μακριά», κι ήταν ο ίδιος που είχε απειλήσει την πρωθυπουργό Γκόλντα Μέιρ πως, σε περίπτωση που έκανε πρώτο την επίθεση το Ισραήλ σε εκείνη την ιστορική αναμέτρηση με τον ενωμένο αραβικό στρατό, δεν επρόκειτο να ελπίζει ούτε στο μικρό νυχάκι της σε αμερικανική βοήθεια (you would not received so much as a nail!).

Ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ είχε σχεδιασθεί για την αποκατάσταση της ταπείνωσης των Αράβων από τη νικηφόρο προέλαση του ισραηλινού στρατού στον πόλεμο των Έξι Ημερών. Στην αφήγηση γεγονότων για τον πόλεμο εκείνο, σε μια άλλη μας συνάντηση σε θερινή ανάπαυλα στην Κέρκυρα προσκεκλημένοι κοινού μας φίλου, ο Πέρες συνοδευόταν από συνεργάτη του που είχε λάβει μέρος στον πόλεμο εκείνο, ως αλεξιπτωτιστής, πέφτοντας αγκαλιά με τον σκύλο του. Ήταν Παρασκευή απόγευμα, ξεκινούσε το εβραϊκό Σαμπάτ, όταν ξαφνικά στράφηκε στο μέρος μου και μου είπε με χιουμοριστική διάθεση: «Ο πόλεμος εκείνος κράτησε έξι μέρες, όχι γιατί άρχιζε το Σαμπάτ, αλλά, όπως είπε ο Νταγιάν σε ξένο δημοσιογράφο, γιατί κάθε έξι μέρες ο ισραηλινός στρατός επέστρεφε στους κοιτώνες του για να πλύνει τις στολές του».

Η Ημέρα προσευχής και εξιλέωσης, το Γιομ Κιπούρ, που τη χρονιά αυτή συνέπεσε την περασμένη Πέμπτη, 16 Σεπτεμβρίου, είναι η μεγαλύτερη θρησκευτική γιορτή των Εβραίων. Την ίδια ημέρα, το 1974,  δέχτηκαν επίθεση «όταν ο ήλιος θα ήταν ψηλά», όπως τους είχε προειδοποιήσει πριν από ένα εξάμηνο ο γαμπρός του Νάσερ, βρίσκοντας τον λαό στα σπίτια του καθώς ήταν ημέρα αργίας.

Η κινητοποίηση ήταν άμεση και παρά το γεγονός ότι, όπως ο Δαυίδ αντιμετώπισε τον Γολιάθ, έτσι και το Ισραήλ είχε να αντιμετωπίσει τον ενωμένο στρατό επτά γειτονικών κρατών ακόμα και του Ιράκ, του Πακιστάν, της Ουγκάντα  και της Κούβας, για να βγει τελικά νικητής κόντρα σε όλους τους οιωνούς, με πολλές φυσικά απώλειες. Η μαγική λέξη «ναός» που χρησιμοποίησε ο Νταγιάν σε συνομιλία του με την Γκόλντα Μέιρ, το βράδυ της 8ης Οκτωβρίου 1973, αναφερόμενος «στο τέλος του τρίτου ναού» δηλαδή την ολοκληρωτική συντριβή του Ισραήλ, κωδική ονομασία που χρησιμοποιούσε το αμερικανικό Πεντάγωνο για επίθεση με χρήση πυρηνικών όπλων, κινητοποίησε την ύστατη στιγμή τις ΗΠΑ που έσπευσαν σε ανεφοδιασμό των Ισραηλινών προκειμένου να αποφευχθεί ένας τρίτος, τη φορά εκείνη πυρηνικός παγκόσμιος πόλεμος.

Για την Ιστορία, αναφέρεται πως όλοι οι πρωταγωνιστές των γεγονότων εκείνης της δεκαετίας έχουν φύγει από τη ζωή και πως του χρόνου ο κυνικός κ. Κίσινγκερ, που έχει στηρίξει τα πιο στυγνά δικτατορικά καθεστώτα και στα καθ’ ημάς συνδέεται με την τραγωδία της Κύπρου, ο ίδιος για τον οποίο Αμερικανοί δημοκράτες έχουν ζητήσει να προσαχθεί σε δίκη για εγκλήματα πολέμου κατά της ανθρωπότητας, πλησιάζει να κλείσει έναν αιώνα ζωής. Και, τώρα, εκείνο που με βασανίζει είναι τι ψήφισε αυτός ο μοιραίος για τον Ελληνισμό άνθρωπος.

* Η Φωτεινή Τομαή είναι συγγραφέας, πρέσβης ε.τ.