Η Κίνα ετοιμάζεται για τη μεγάλη διάσπαση και η Δύση πρέπει να είναι έτοιμη

Η Κίνα ετοιμάζεται για τη μεγάλη διάσπαση και η Δύση πρέπει να είναι έτοιμη

Γράφει ο Sam Olsen

Παρά το μέγεθος της οικονομικής ζημιάς που προκάλεσε η εισβολή στην Ουκρανία – τις τεράστιες αυξήσεις στις τιμές των εμπορευμάτων, τη ραγδαία αύξηση του πληθωρισμού, τη μεγαλύτερη πτώση που σημειώθηκε στο βιοτικό επίπεδο από τη δεκαετία του 1950 – τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι χειρότερα. Θα μπορούσε στην άλλη πλευρά των κυρώσεων να ήταν η Κίνα και όχι η Ρωσία.

Η οικονομία της Ρωσίας είναι σχετικά μικρή – λίγο μεγαλύτερη από την ισπανική – και έχει σημαντική θέση μόνο σε μικρό, αλλά σημαντικό, αριθμό εμπορευμάτων. Η Κίνα, από την άλλη πλευρά, διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού. Αντιπροσωπεύει περίπου το 28% της παγκόσμιας παραγωγής και το 18% του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών, και έτσι οποιαδήποτε ενέργεια τυχόν απέκοπτε την Κίνα από τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού θα προκαλούσε πολύ μεγαλύτερης κλίμακας αμοιβαία οικονομική ζημιά.

Η Μεγάλη Διάσπαση

Τα κακά νέα είναι ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να συμβεί αυτό, το σενάριο που ονομάζουμε Μεγάλη Διάσπαση (The Great Split). Η λογική είναι απλή. Η Αμερική, η Μεγάλη Βρετανία, η Ευρώπη και οι σύμμαχοί τους έχουν δημιουργήσει ένα προηγούμενο επιβάλλοντας κυρώσεις στη Ρωσία επειδή η τελευταία επιχειρεί να ανατρέψει το status quo. Αν η Κίνα επρόκειτο να κάνει το ίδιο – είτε βοηθώντας τη Ρωσία, είτε προσπαθώντας να εισβάλει στην Ταϊβάν – τότε η Ουάσιγκτον και οι υποστηρικτές της κατά πάσα πιθανότητα θα επέβαλλαν παρόμοιες κυρώσεις και στο Πεκίνο, μια κίνηση άλλωστε που παράγει ένα στρατηγικό όφελος για την Αμερική.

Η Κίνα θα μπορούσε φυσικά να δεχτεί αυτές τις κυρώσεις χωρίς πολλές αντιδράσεις, και έτσι να ελαχιστοποιήσει τις επιπτώσεις. Το πρόβλημα είναι ότι το Πεκίνο ψήφισε πρόσφατα νόμους που επιτρέπουν, και στην πραγματικότητα απαιτούν, τη σύνταξη ενός καταλόγου αντι-κυρώσεων για κάθε εταιρεία που συμμορφώνεται με τις δυτικές κυρώσεις, υπό την απειλή ποινών που περιλαμβάνουν την ανάκληση βίζας και τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων. Παρόλο που το Πεκίνο δεν έχει διευκρινίσει πώς ακριβώς θα συνέβαινε αυτό (κατά τη συνήθη πρακτική του ΚΚΚ, το οποίο θέλει να διατηρεί μια γκρίζα ερμηνεία των νόμων για όσο το δυνατόν περισσότερο), μπορούμε να εκτιμήσουμε τι κατά πάσα πιθανότητα θα συνέβαινε εάν επιβάλλονταν κυρώσεις.

Οι πολυεθνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Κίνα (και πιθανώς και στο Χονγκ Κονγκ) θα αντιμετώπιζαν την προοπτική να αποχωρήσουν είτε από τη Δύση είτε από την Κίνα, υπό την υπόθεση βεβαίως ότι τα Διοικητικά Συμβούλια θα είχαν τη πρόθεση να κρατήσουν τις εταιρείες τους σε λειτουργία και τα διευθυντικά στελέχη τους εντός της χώρας μακριά από προβλήματα. Δεν είναι δύσκολο να προβλεψει κανείς ότι καθώς οι δυτικές οικονομίες αντιπροσωπεύουν τη μερίδα του λέοντος του παγκόσμιου ΑΕΠ, πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, θα αποχωρούσαν αμέσως από την Κίνα με την έναρξη των κυρώσεων.

Αυτή θα ήταν η Μεγάλη Διάσπαση: η γρήγορη, βαθιά και πολιτικά ωθούμενη αποσύνδεση των οικονομιών της Κίνας και της Δύσης.

Ο πόνος που έρχεται

Η Μεγάλη Διάσπαση θα ήταν ένα σημαντικό οικονομικό σοκ που οι περισσότεροι θα ήθελαν να αποφύγουν. Η διαφορά είναι ότι η Κίνα προετοιμάζεται για αυτό. Η Δύση από την άλλη πλευρά, λιγότερο.

Τα τελευταία χρόνια το Πεκίνο έχει θέσει σε εφαρμογή μια σειρά μέτρων με στόχο τη μείωση του κόστους των δυτικών κυρώσεων, ένας σχεδιασμός που ενθαρρύνθηκε από τις ενέργειες του Προέδρου Τραμπ μετά την έναρξη του εμπορικού του πολέμου και τη μαύρη λίστα επενδύσεων κατά της Λαϊκής Δημοκρατίας.

Υπάρχουν πολλά στρώματα άμυνας. Το ένα είναι η στρατηγική της «Διπλής Κυκλοφορίας», η οποία επιδιώκει να κάνει τη χώρα πιο αυτοδύναμη, σε τομείς που περιλαμβάνουν και την τεχνολογία. Ένα άλλο, είναι η κίνηση για τη δημιουργία ενός μπλοκ RMB που θα επέτρεπε στο Πεκίνο να χρησιμοποιεί το δικό του νόμισμα για να αγοράζει κρίσιμα προϊόντα (όπως τρόφιμα και καύσιμα) αντί να βασίζεται σε δολάρια. Αυτή η «αποδολαριοποίηση» χαρακτηρίζει το εμπόριο με τη Ρωσία εδώ και αρκετά χρόνια και επιταχύνεται με την υιοθέτηση του ψηφιακού γιουάν. Μια τρίτη μορφή άμυνας είναι το άνοιγμα της Κίνας στις επενδύσεις της Wall Street. Μέχρι το τέλος του 2020, οι Αμερικανοί επενδυτές είχαν στην κατοχή τους 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια κινεζικών τίτλων (1,1 τρισεκατομμύρια δολάρια μετοχών και 100 δισεκατομμύρια δολάρια χρέους) και πιθανότατα θα έχαναν πολλά ή και όλα αυτά στην περίπτωση μιας Μεγάλης Διάσπασης. Αυτό καθιστά την αμερικανική επενδυτική κοινότητα έναν χρήσιμο σύμμαχο στην προσπάθεια να αποτραπεί η αμερικανική κυβέρνηση από την επιβολή κυρώσεων κατά της Κίνας.

Τα δυτικά σχέδια, αντίθετα, είναι είτε εκκολαπτόμενα είτε ανύπαρκτα. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι υπάρχει μια αίσθηση αισιοδοξίας ότι η οικονομία θα υπερισχύσει της πολιτικής, παρά το γεγονός ότι η ιστορία αποδεικνύει επανειλημμένα το αντίθετο: η Βρετανία και η Γερμανία το 1914, και οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία το 1941 ήταν και τα δύο παραδείγματα εξαιρετικά ολοκληρωμένων οικονομικών σχέσεων που απέτυχαν να σταματήσουν τον πόλεμο. Αν και υπάρχουν ενδείξεις ότι οι δυτικές κυβερνήσεις αρχίζουν να προετοιμάζονται για το χειρότερο, δεν φαίνεται ακόμη να κατανοείται το εύρος και το βάθος επιρροής που έχει η Κίνα στις χώρες της Δύσης, σε ένα τεράστιο εύρος πεδίων που εκτείνεται από τις πρώτες ύλες έως τις επενδύσεις στην εκπαίδευση.

Πάρτε για παράδειγμα τις σπάνιες γαίες, μια ομάδα 17 στοιχείων ζωτικής σημασίας για τη σύγχρονη οικονομία, καθώς και για τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια. Αμερικανοί αξιωματούχοι κατέβαλαν μεγάλη προσπάθεια για να ανοίξουν ξανά το ορυχείο σπάνιων γαιών Mountain Pass στην Καλιφόρνια, ώστε να μπορούν να πουν ότι δεν εξαρτώνται πλέον από τα κινεζικά ορυκτά. Ωστόσο, τα μεταλλεύματα που εξορύσσονται στο Mountain Pass αποστέλλονται στην Κίνα για επεξεργασία επειδή οι ΗΠΑ ουσιαστικά δεν έχουν εγχώρια ικανότητα επεξεργασίας. Αυτό συνιστά μια μεγάλη στρατηγική ανησυχία δεδομένου ότι η δυτική παραγωγή και άμυνα εξαρτώνται από σπάνιες γαίες – κάθε μαχητικό αεροσκάφος F35, για παράδειγμα, περιέχει 416 κιλά από αυτά τα μέταλλα. Η Αμερική και η Αυστραλία ειδικότερα προσπαθούν να ανοίξουν ορισμένες εγκαταστάσεις επεξεργασίας για να γίνουν πιο αυτάρκεις, αλλά αυτό θα χρειαστεί χρόνο για να εφαρμοστεί.

Κοιτάζοντας συγκεκριμένα το Ηνωμένο Βασίλειο, είναι σαφές ότι η Κίνα έχει δημιουργήσει μια σημαντική επιρροή στη χώρα αυτή σε πάρα πολλούς τομείς. Στον τομέα της εκπαίδευσης, το Ηνωμένο Βασίλειο φιλοξενεί περισσότερους φοιτητές που προέρχονται από την Κίνα από ό,τι προπτυχιακούς από την Ουαλία, και χωρίς αυτούς πολλά πανεπιστήμια θα καταστρέφονταν οικονομικά. Ο τραπεζικός κλάδος είναι επίσης ιδιαίτερα εκτεθειμένος, καθώς η HSBC, η Standard Chartered και άλλα βρετανικά ιδρύματα έχουν δάνεια 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Κίνα και το Χονγκ Κονγκ και βασίζονται ιδιαίτερα στην πρώην αυτή Βρετανική Αποικία για μεγάλο μέρος των κερδών τους. Στην περίπτωση της Μεγάλης Διάσπασης είναι πιθανό οι βρετανικές τράπεζες και άλλες εταιρείες με σημαντική έκθεση στην Κίνα να δουν τα κινεζικά περιουσιακά τους στοιχεία να τους αφαιρούνται, χωρίζοντας στην πραγματικότητα αυτές τις εταιρείες στα δύο.

Όσο τρομακτικές κι αν ακούγονται αυτές οι συνέπειες του Great Split, επισκιάζονται από αυτό που θα μπορούσε να αποδειχθεί το μεγαλύτερο σοκ όλων: τη διακοπή της παγκόσμιας αλυσίδας εφοδιασμού σε μικροτσίπ.

Το υπολογιστικό μικροτσιπ βρίσκεται στην καρδιά της παγκόσμιας οικονομίας καθώς τροφοδοτεί τα πάντα, από το κινητό σας μέχρι το αυτοκίνητό και το γραφείο σας. Στην καρδιά της βιομηχανίας μικροτσίπ βρίσκεται η Ταϊβάν. Μόνο μία από τις εταιρείες του νησιού - η TSMC - έχει περισσότερο από 50% μερίδιο της παγκόσμιας αγοράς στην κατασκευή ημιαγωγών και τέσσερις από τις δέκα κορυφαίες εταιρείες εδρεύουν εκεί. Το 92% των πιο προηγμένων μικροτσίπ στον κόσμο παράγεται στην Ταϊβάν.

Ο κόσμος έχει ήδη πάρει μια γεύση από έλλειψη μικροτσίπ χάρη στον κορονοϊό. Η έλλειψη προσφοράς τον τελευταίο ενάμιση χρόνο που προκλήθηκε από διακοπές στην αλυσίδα εφοδιασμού ημιαγωγών είχε δραματικές επιπτώσεις, κοστίζοντας μόνο στην αυτοκινητοβιομηχανία περίπου 210 δισεκατομμύρια δολάρια μόλις το 2021. Η παραγωγή αυτοκινήτων στο Ηνωμένο Βασίλειο έπεσε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 65 ετών εξαιτίας των ελλείψεων αυτών.

Μια εξαναγκαστική προσπάθεια επανένωσης Κίνας-Ταϊβάν αναμφίβολα θα διακόψει την παροχή αυτών των μικροτσίπ σε κλίμακα πολύ μεγαλύτερη από οτιδήποτε οφείλεται στον κορονοϊό. Αυτό θα μπορούσε να έχει ως αιτία έναν κινεζικό αποκλεισμό του νησιού ή την απαγόρευση της εξαγωγής μικροτσίπ σε δυτικά έθνη από μια κυβέρνηση της Ταϊβάν που συμμορφώνεται με το ΚΚΚ, ή παράπλευρες ζημιές από τυχόν μάχες. Όποιος κι αν είναι ο λόγος, οι βιομηχανικές και καταναλωτικές οικονομίες της Δύσης θα υποφέρουν πολύ ως αποτέλεσμα.

Οι δυτικές κυβερνήσεις και εταιρείες πρέπει να προετοιμαστούν για τη Μεγάλη Διάσπαση

Το μέλλον δε γράφεται ποτέ στην πέτρα, αλλά η προοπτική της Μεγάλης Διάσπασης είναι αρκετά ρεαλιστική ώστε οι κυβερνήσεις και οι εταιρείες να πρέπει τουλάχιστον να προετοιμάσουν σχέδια έκτακτης αντιμετώπισης.

Πολλές από τις απαιτούμενες τάσεις, όπως η εγχώρια επιστροφή των αλυσίδων εφοδιασμού και η δημιουργία στρατηγικών αποθεμάτων αγαθών, έχουν ήδη ενθαρρυνθεί χάρη στον κορονοϊό. Ωστόσο, πρέπει να γίνουν πολλά περισσότερα, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους χαρτογράφησης της άμεσης και έμμεσης έκθεσης χωρών και εταιρειών στην Κίνα και την Ταϊβάν.

Δε γνωρίζουμε ακριβώς πότε θα γίνει η τυχόν ώθηση για επανένωση, αν και ρισμένοι στο Πεκίνο φαίνεται να την τοποθετούν πριν από το 2027. Αυτό δίνει στη Δύση χρόνο να αναλάβει δράσεις, αλλά μόνο εάν σύντομα αρχίσει τον έκτακτο σχεδιασμό.

Πρόκειται για δύσκολο εγχείρημα. Αλλά αν η πανδημία δίδαξε κάτι τους σχεδιαστές, αυτό είναι πως το να μην είναι προετοιμασμένοι αποδεικνύεται πολύ πιο ακριβό μακροπρόθεσμα.

--

Ο Sam Olsen είναι αρθρογράφος στο CapX.co.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 31 Μαρτίου 2022 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του CapX.co και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.