Πολυκρίσεις, αβεβαιότητα και η Άκρα Δεξιά στην κεντρική αρένα
Shutterstock
Shutterstock
Β. Γεωργιάδου

Πολυκρίσεις, αβεβαιότητα και η Άκρα Δεξιά στην κεντρική αρένα

Στην παρατεταμένη συγκυρία πολυκρίσεων και παραγωγής αβεβαιότητας και ανασφάλειας που βιώνει η Ευρώπη, η Άκρα Δεξιά των ποικίλων αποτυπώσεων «παίζει» στην κεντρική πολιτική αρένα προσελκύοντας ένα εξίσου πολυσυλλεκτικό προφίλ ψηφοφόρου. Πώς χειραγωγεί και σε ποιους παγιδεύει τα δίχτυα της; Ποιες διαστάσεις μαρτυρούν την «κανονικοποίηση» μίας Ακροδεξιάς που οικειοποιείται τη βολική θέση του να καταγγέλλει ανέξοδα την κατεστημένη πολιτική σκηνή, ούσα και η ίδια μέρος της; 

Ποιες είναι οι δύο εικόνες που προβάλλει η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι, ηγέτις της ακροδεξιάς παράταξης Αδέλφια της Ιταλίας (FdI); Ένα πείραμα με την ισορροπία διαφορετικών πολιτικών που ίσως για πρώτη φορά «βλέπει» η Ευρώπη. Πώς ξεκίνησε και πού έφτασε η εθνικολαϊκιστική Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) που πλέον προσεγγίζει τον δεξιό εξτρεμισμό; 

Με φόντο τις ευρωεκλογές του Ιουνίου και την πολύτιμη συνδρομή της Βασιλικής Γεωργιάδου, καθηγήτριας Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, διευθύντριας και πρόεδρου του Δ.Σ. του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), επιχειρούμε μία αποκωδικοποίηση του πολυσύνθετου χώρου της λαϊκιστικής ριζοσπαστικής δεξιάς και της διείσδυσης του στο εκλογικό σώμα. Οι κάλπες στήνονται σε περιβάλλον μείζονων γεωπολιτικών και οικονομικών προκλήσεων και οι δημοσκοπήσεις θέλουν να αποτυπώνεται και σε επίπεδο πολιτικών ομάδων στο Ευρωκοινοβούλιο η δυναμική και η επιδραστικότητα του ευρύτερου ακροδεξιού χώρου στο εκλογικό σώμα.

Συνέντευξη στην Ευαγγελία Μπίφη

Το προφίλ του ψηφοφόρου της Άκρας Δεξιάς είναι αρκετά πολυσυλλεκτικό, επισημαίνει η κα Γεωργιάδου και αναλύει το γεγονός ότι η Άκρα Δεξιά έχει κατορθώσει να αντλεί ψηφοφόρους από πολλές και διαφορετικές δεξαμενές εκλογέων υπό το πρίσμα της παρατεταμένης συγκυρίας πολυκρίσεων, των μεταβολών και μεταβάσεων σε όλους τους τομείς -περιλαμβανομένης της ενεργειακής και πράσινης μετάβασης-, της οικονομικής κρίσης ευρύτερα και των διευρυμένων ανισοτήτων. 

«Οι όροι της ζωής για πάρα πολλούς ανθρώπους αλλάζουν προς το αρνητικότερο. Οι πόλεμοι, τα θέματα ασφάλειας, οι αλλαγές εντός του πλαισίου της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, η βαθιά παγκοσμιοποίηση, είναι όλα ζητήματα που ενισχύουν το αίσθημα της αβεβαιότητας και επίσης πολλαπλασιάζουν αυτό που λέμε τα ‘παράπονα’. Πάρα πολλοί άνθρωποι νιώθουν ότι δεν αποκτούν αυτό που τους αξίζει, οι συνθήκες της ζωής τους επιδεινώνονται, θεωρούν ότι αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες για τις οποίες δεν υπάρχει ο αναγκαίος βαθμός προσοχής εκ μέρους της καθιερωμένης πολιτικής και κομματικής σκηνής» αναφέρει. 

«Έχετε δίκιο που αισθάνεστε έτσι»...

Στο τέλος της ημέρας καταλήγει να τροφοδοτείται το κομματικό περιβάλλον της Άκρας Δεξιάς, που είναι ακριβώς αυτό που καταφέρεται εναντίον της παγκοσμιοποίησης, εναντίον της κατεστημένης σκηνής για ζητήματα ασφάλειας και «νόμου και τάξης», καθώς και πολιτικών που αφορούν στα ζητήματα του περιβάλλοντος και της περιβαλλοντικής κρίσης αμφισβητώντας την ύπαρξή τους και υπονομεύοντας τη διοχέτευση πόρων εκ μέρους της ΕΕ, αναφέρει η κα Γεωργιάδου.

«Τι κάνει η Άκρα Δεξιά ουσιαστικά; Εκτονώνει αυτά τα συναισθήματα της δυσαρέσκειας, της οργής, του θυμού. Τα εκτονώνει υπό την έννοια ότι τα δικαιώνει. Έχετε δίκιο που αισθάνεστε έτσι, λέει στους εκλογείς που κατακλύζονται από παράπονα. Δεν έχει λύσεις όμως η Άκρα Δεξιά, ούτε προτάσεις που να μπορούν να δώσουν διέξοδο σε αυτά τα προβλήματα, τα οποία βέβαια είναι σύνθετα και δεν λύνονται με ένα μαγικό τρόπο. Είναι τα μεγάλα, σύνθετα ζητήματα της εποχής και των καιρών μας», σημειώνει η διακεκριμένη πανεπιστημιακός που έχει διανύσει μακρά επιστημονική πορεία στη μελέτη της Ακροδεξιάς, του ριζοσπαστισμού και του πολιτικού εξτρεμισμού.

«Και δεν αρκεί για τη δημοκρατική πολιτική και κομματική σκηνή να καταδείξει το κενό περιεχομένου στην ακροδεξιά ρητορική. Η πρόκληση είναι να προτείνει, πολλώ δε μάλλον να εφαρμόσει, πολιτικές που θα μπορέσουν να θεραπεύσουν αυτές τις αδυναμίες, να κατευνάσουν τα παράπονα και να δώσουν διέξοδο στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες από άκρου εις άκρον της Ευρώπης τις τελευταίες δεκαετίες, και ειδικά συγκεκριμένες κατηγορίες του πληθυσμού που γίνονται δεκτικές απέναντι στα κελεύσματα της Άκρας Δεξιάς».

Η οποία Άκρα Δεξιά μόνο αντισυστημική δεν είναι. Μπορεί να χρησιμοποιεί μία ρητορική κατά του κατεστημένου, αλλά μέρος του συστήματος είναι και διεκδικεί και να παραμείνει σε αυτό, και τη συμμετοχή της στη διακυβέρνηση. «Θέλει να κυβερνήσει, κυβερνά ήδη. Είναι κανονικά μέρος του συστήματος, παρότι οικειοποιείται αυτή τη βολική θέση του να καταγγέλλει την κατεστημένη πολιτική και κομματική σκηνή, ούσα και αυτή μέρος της. Και φυσικά κάπως ανέξοδα το κάνει όλο αυτό», αναφέρει η κα Γεωργιάδου. 

«Βρισκόμαστε σε εποχές που πραγματικά οι προκλήσεις είναι τεράστιες, οι αλλαγές είναι πολύ μεγάλες για όλο τον κόσμο. Τα προβλήματα είναι πάρα πολύ σύνθετα. Δεν ξέρει κανένας πώς ακριβώς να αντιμετωπίσει την κλιματική κρίση νομίζω, ούτε είναι εύκολο να αντιμετωπιστούν όλα τα ζητήματα που αναδεικνύονται σήμερα μέσω της τεχνητής νοημοσύνης, καθώς και των πολιτισμικών αλλαγών που επέρχονται. Δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις σε αυτά και η Άκρα Δεξιά προσπαθεί να χειραγωγήσει το εκλογικό σώμα. Και το κομμάτι εκείνο που είναι πιο ευάλωτο σε αυτές τις δύσκολες συγκυρίες είναι και το πιο εύκολα χειραγωγήσιμο. Σε αυτό ποντάρει η Άκρα Δεξιά».

Πολλές οι αποχρώσεις, ένας ο πυρήνας

Αυτή τη στιγμή η κυρίαρχη δύναμη του χώρου της Άκρας Δεξιάς είναι η λαϊκιστική ριζοσπαστική εκδοχή της, και σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ο χώρος αυτός εκφράζεται κυρίως μέσα από την πολιτική ομάδα Ταυτότητα και Δημοκρατία (ID). Υπάρχει όμως και στους κόλπους των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών (ECR) και επίσης στους μη εγγεγραμμένους -κυρίως όμως στο ID που είναι ένας καθαρός χώρος με όρους βιβλιογραφίας της populist radical right (λαϊκιστικής ριζοσπαστικής δεξιάς).

Υφίστανται πράγματι αρκετά διαφορετικά χαρακτηριστικά, αποχρώσεις και διαβαθμίσεις στις δυνάμεις του χώρου, μας λέει η κα Γεωργιάδου, αλλά και ένας κοινός παρονομαστής: «Εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν βαθύ εθνικισμό ως μία κυρίαρχη, κρατούσα ιδεολογία αυτού του χώρου, την οποία εντοπίζουμε σε όλες τις παραλλαγές του, που εκφράζεται στο αντιμεταναστευτικό στοιχείο. Δεν υπάρχει κάποια περιοχή της Άκρας Δεξιάς όπου το αντιμεταναστευτικό στοιχείο να μην είναι ανιχνεύσιμο, το ίδιο όπως η εναντίωση στην παγκοσμιοποίηση και η εναντίωση στην πολυπολιτισμικότητα».

Περιπτώσεις όπως του Γκερτ Βίλντερς, που για πρώτη φορά στα χρονικά το αντι-ισλαμικό κόμμα του θα ηγείται ενός «πειραματικού» μείγματος κυβέρνησης πολιτικών-τεχνοκρατών στην Ολλανδία (ανήκει στην ευρωομάδα ID), όπου στα ζητήματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας και των ατομικών δικαιωμάτων υπάρχει μία συμπεριληπτικότητα, είναι η εξαίρεση στον κανόνα. «Αν έρθουμε προς τον ευρωπαϊκό Νότο, και όχι μόνο, αλλά σίγουρα εκεί, βλέπουμε ότι η Άκρα Δεξιά είναι ξεκάθαρα αντίθετη στη συμπεριληπτικότητα και καταφέρεται ανοικτά εναντίον της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Τα ακροδεξιά κόμματα διακρίνονται από αυτό τον αξιακό συντηρητισμό, υπερασπίζονται μία παραδοσιακή εκδοχή της οικογένειας, τους παραδοσιακούς ρόλους των δύο φύλων, υπάρχει ακόμη και μία πατριαρχική αναπαράσταση όσον αφορά τη μορφή της οικογένειας και των σχέσεων των φύλων», επισημαίνει η κα Γεωργιάδου.

Στις διαφορετικές διαβαθμίσεις εμπίπτουν και κόμματα που εκφράζουν έναν σαφή αντισημιτισμό -η περίπτωση του Ερίκ Ζεμούρ στη Γαλλία (ανήκει στην ευρωομάδα ECR)- ή πολλών ακροδεξιών κομμάτων σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. «O αντισημιτισμός όμως είναι πολύ καμουφλαρισμένος ή και πλέον δεν είναι ευδιάκριτος σε αρκετά από τα κόμματα της Άκρας Δεξιάς στις χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα, όπου εκεί τα κόμματα αυτά έχουν κατά κάποιο τρόπο βάλει την αντισημιτική προκατάληψη στο περιθώριο της δικής τους ατζέντας», εξηγεί. 

Ως προς το εάν ζούμε στην εποχή της κανονικοποιημένης Άκρας Δεξιάς, η Βασιλική Γεωργιάδου θέτει δύο διαστάσεις. Η πρώτη είναι ότι βλέπουμε την Ακροδεξιά στην κεντρική πολιτική αρένα ενώ βρισκόταν στο περιθώριο. Κάνει, ωστόσο, παράλληλα την επισήμανση πως δεν «φθάσαμε» στην πρωθυπουργία Μελόνι για να συνειδητοποιήσουμε αυτή τη διάσταση της κανονικοποίησης, και θυμίζει την είσοδο του Γεργκ Χάιντερ στην κυβέρνηση της Αυστρίας τη δεκαετία του 2000 και παραδείγματα που ακολούθησαν έκτοτε στη Δανία με τη συγκυβέρνηση φιλελεύθερων και συντηρητικών με την ψήφο ανοχής του Λαϊκού Κόμματος στη Βουλή που ήταν και παραμένει ακροδεξιό. 

Η άλλη διάσταση είναι πως ανεξαρτήτως εάν η Άκρα Δεξιά βρίσκεται στο κέντρο ή πιο έκκεντρα στην πολιτική αρένα, κατορθώνει και επηρεάζει τον πολιτικό λόγο, ακόμη και την πολιτική ατζέντα, θέτοντας τα δικά της θέματα -και τον τρόπο που αυτή τα βλέπει- στην mainstream πολιτική σκηνή. «Βλέπουμε ότι δυσκολεύονται οι κυβερνώντες και τα κόμματα της διακυβέρνησης να αγνοήσουν τις τοποθετήσεις, τις θέσεις της Άκρας Δεξιάς στο μεταναστευτικό ζήτημα πρωτίστως, και όχι μόνο σε αυτό», αναφέρει θυμίζοντας την περίοδο της κορύφωσης της προσφυγικής κρίσης, όταν η τότε καγκελάριος της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, αναγκάστηκε να μεταβάλλει τη στάση της κυβέρνησης καθώς «έβρισκε» μπροστά της την Εναλλακτική για τη Γερμανία (ΑfD) που στερούσε ψήφους από τη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU).

Η εγχώρια και η ευρωπαϊκή εικόνα της Τζόρτζια Μελόνι

Περνώντας από το γενικό στο ειδικό και στο κεφάλαιο Τζόρτζια Μελόνι -που το φθινόπωρο θα συμπληρώνει δύο χρόνια στην πρωθυπουργία της Ιταλίας- ρωτάμε την καθηγήτρια του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου για τη στρατηγική της αρχηγού των FdL (ανήκουν στην ευρωομάδα ECR) και ποιο «μοντέλο» πολιτικού έχει φέρει στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

«Δεν ξέρω αν μπορώ να μιλήσω για μοντέλο, βλέπω μία πολύ μεγάλη προσαρμοστικότητα εκ μέρους της. Ένα πείραμα με την ισορροπία διαφορετικών πολιτικών. Έχουμε μία κυβέρνηση στο εσωτερικό της Ιταλίας, όπου εκεί η Μελόνι δεν έχει υπαναχωρήσει από τα βασικά μοτίβα της πολιτικής, του χώρου της, του κόμματός της, και βλέπουμε και μία Μελόνι, μία κυβέρνηση υπό την Μελόνι, η οποία σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης ακολουθεί την ευρωπαϊκή γραμμή σε όλα τα βασικά θέματα, μεταξύ αυτών και στο ζήτημα της Ρωσίας, όπου εκεί δεν αποστασιοποιήθηκε, δεν διαφοροποιήθηκε, όπως έπραξαν άλλα κόμματα στην κομματική οικογένεια της Άκρας Δεξιάς».

Η Τζόρτζια Μελόνι συντάσσεται γενικότερα με τις ευρωπαϊκές επιλογές που χαράσσονται κεντρικά σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά στο εσωτερικό το μείγμα δεν έχει θολώσει, και άλλωστε συγκυβερνά με την Λέγκα του Ματέο Σαλβίνι, ένα καθαρόαιμο κόμμα στη σκηνή της λαϊκιστικής ριζοσπαστικής δεξιάς και της πολιτικής ομάδας Ταυτότητα και Δημοκρατία (ID), αναφέρει η Βασιλική Γεωργιάδου.

«Ουσιαστικά η Μελόνι έχει αυτή τη στιγμή δύο εικόνες, μία εγχώρια και μία ευρωπαϊκή. Αυτό είναι ένα πείραμα που γίνεται, δε νομίζω ότι το έχουμε δει τόσο ξεκάθαρα σε άλλη περίπτωση κόμματος της Άκρας Δεξιάς, που να έχει βρεθεί στα υψηλά κλιμάκια της διακυβέρνησης, να υπάρχει μία τόσο ουσιώδης διαφοροποίηση μεταξύ της εθνικής του εικόνας και της ευρωπαϊκής του εικόνας» επισημαίνει χαρακτηρίζοντας ωστόσο πρόωρες τις όποιες εκτιμήσεις περί του τι πρεσβεύει, ή καλύτερα έπαψε να πρεσβεύει, η Τζόρτζια Μελόνι.

«Θα έλεγα ότι χρειάζεται ένα βάθος χρόνου για να παρακολουθήσουμε τα φαινόμενα, δεν ισχύει ότι ένα κόμμα είναι κάτι και μετά παύει να είναι από τη μία στιγμή στην άλλη», αναφέρει και στο σημείο αυτό παραπέμπει στις μετεκλογικές διεργασίες στο Ευρωκοινοβούλιο, επισημαίνοντας ότι το ενδιαφέρον στοιχείο θα είναι να δούμε εάν τα Αδέλφια της Ιταλίας (FdL) μπορεί να μεταπηδήσουν στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), και εάν θα υπάρξει μία ένταξη en bloc ή κάποιο άλλο μοντέλο. 

Εκπρόσωποι πολιτικών κομμάτων από διάφορες χώρες που βρίσκονται στην ομάδα των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών (ECR) αυτή τη στιγμή είναι «διεκδικήσιμοι» από το ΕΛΚ, αναφέρει η κα Γεωργιάδου, επισημαίνοντας ότι ανάλογες προεργασίες λογικά συμβαίνουν σε όλες τις πολιτικές ομάδες και μένει να διαφανεί η εικόνα της επομένης των ευρωεκλογών ως προς τη σύνθεση των πολιτικών ομάδων.

«Βλέπουμε σε όλες τις δημοσκοπήσεις ότι το ΕΛΚ κρατά την πρωτιά, χωρίς δυναμική όμως σε σχέση με αυτήν που είχε μέχρι τώρα, και για να διατηρήσει μέχρι το τέλος αυτή την πρωτιά, και για να αποτυπωθεί και σε επίπεδο πολιτικών ομάδων στο επόμενο Ευρωκοινοβούλιο που θα προκύψει, νομίζω ότι διεργασίες που αφορούν κόμματα που αυτή τη στιγμή δεν έχουν κατασταλάξει, ως προς το προφίλ τους προς τα πού θα κινηθούν, είναι μία διεργασία ανοιχτή» αναφέρει η κα Γεωργιάδου ερωτηθείσα σχετικά με το πρόσφατο «άνοιγμα» της προέδρου της Κομισιόν, Ούρσουλα φον Ντερ Λάιεν (που διεκδικεί την επανεκλογή της) προς την ομάδα του ECR που τελεί σήμερα υπό τη ντε φάκτο ηγεσία της Τζόρτζια Μελόνι.

«Υπάρχει ένα θέμα διεκδίκησης της Μελόνι και του κόμματός της από το ΕΛΚ -ως μία πολιτική διεργασία μπορώ να φανταστώ ότι συμβαίνει. Το ζήτημα είναι πώς θα διαμορφωθούν πραγματικά οι πολιτικές δυνάμεις, ποια θα είναι η σύνθεσή τους μετά τις ευρωεκλογές. Στο εσωτερικό κομμάτι της Ιταλίας, βλέπουμε ότι εκεί έχουμε ένα διαφορετικό προφίλ, το κόμμα και ο τρόπος διακυβέρνησης δεν έχει προσαρμοστεί στο ευρωπαϊκό ‘pattern’ που διαμορφώνεται. Άρα, έχουμε αυτές τις δύο αποτυπώσεις, την εθνική και την ευρωπαϊκή, αλλά αν αυτό δώσει στο μέλλον ένα διαφορετικό μείγμα και προς ποια κατεύθυνση μένει να το δούμε», επισημαίνει.

AfD και δεξιός εξτρεμισμός

Με την κα Γεωργιάδου συζητούμε ειδικά για την πορεία που έχει διανύσει η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), η οποία όπως μας εξηγεί πρόκειται για μία περίπτωση που οριακά αγγίζει το φάσμα του δεξιού εξτρεμισμού. «Πρόκειται για ένα κόμμα με υβριδικά χαρακτηριστικά, που και το λαϊκιστικό στοιχείο είναι εκεί και το εξτρεμιστικό», σημειώνει η διευθύντρια και πρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) για την παράταξη που βρίσκεται σήμερα στη δεύτερη θέση δημοσκοπικά πίσω από τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU).

Η AfD είναι ένα κόμμα που εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή ως ένα βαθιά νέοφιλελεύθερο μόρφωμα την περίοδο της οικονομικής κρίσης, όταν σχεδιαζόταν το πακέτο βοήθειας για την Ελλάδα, στο οποίο και ήταν εντελώς αντίθετο. «Εξελίχθηκε σε ένα ευρωσκεπτικιστικό κόμμα, προσέλαβε χαρακτηριστικά λαϊκιστικής ριζοσπαστικής δεξιάς αλλά στην πορεία έχουμε αρκετές ενδείξεις, και δεν το λέμε εμείς ως παρατηρητές το λένε οι ίδιοι οι θεσμοί στη Γερμανία, οι υπηρεσίες του Συντάγματος, το υπουργείο Εσωτερικών που έχει την ευθύνη να παρακολουθεί θεσμικά εάν τα κόμματα στοιχίζονται με τις αρχές του Συντάγματος, και εκεί υπάρχουν επισημάνσεις που είναι αρκετές τα τελευταία ένα με δύο χρόνια τουλάχιστον ότι χρησιμοποιεί πρακτικές εξτρεμισμού και κινείται σε μία κατεύθυνση εξτρεμιστική. Η εξέλιξή του είναι προς μία εξτρεμιστική κατεύθυνση», επισημαίνει.

Πρώτα ήλθε η οικονομική κρίση με την ΑfD να αντιτίθεται στα μέτρα στήριξης των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου για να ακολουθήσει η προσφυγική κρίση, και στην κορύφωση αυτής η Εναλλακτική για τη Γερμανία κατόρθωσε να αποκτήσει μεγάλη ορατότητα και επιδραστικότητα, και να καθιερωθεί κυρίως στα ανατολικογερμανικά κρατίδια -εκεί εδράζεται πρωτίστως η δύναμη του κόμματος, όμως έχει διαχυθεί και είναι αρκετά ισχυρό πια σε ολόκληρη τη Γερμανία και καρπώνεται την απογοήτευση συνολικά για το πολιτικό σύστημα. 

Στη Γερμανία είναι κανόνας οι δικομματικοί συνασπισμοί (Χριστιανοδημοκράτες/Χριστιανοκοινωνιστές [CDU/CSU] - Φιλελεύθεροι [FDP] και Σοσιαλδημοκράτες [SPD]-Πράσινοι. Το προηγούμενο μοντέλο του μεγάλου συνασπισμού CDU/CSU και SPD είχε επίσης τροφοδοτήσει την AfD, ενώ και τώρα ευνοείται από τις δυσκολίες και τις αδυναμίες συντονισμού στο επίπεδο της διακυβέρνησης Σοσιαλδημοκρατών, Φιλελεύθερων και Πρασίνων -έναν τρικομματικό συνασπισμό που αποτελεί ένα novum για τη Γερμανία, όπως επισημαίνει η κα Γεωργιάδου, και δεν έχει κατορθώσει να δημιουργήσει ένα πραγματικό κυβερνητικό μείγμα.

Λόγω των παραπάνω, και καθώς οι Σοσιαλδημοκράτες, ο ισχυρότερος κυβερνητικός εταίρος, είναι ένα αδύναμο κόμμα δίχως καλή δημοσκοπική εικόνα, η λεγόμενη ρητορική κατά του κατεστημένου μπορεί να εξαχθεί ευκολότερα και να είναι ευκολότερα απορροφήσιμη από το εκλογικό σώμα, επισημαίνει η πρόεδρος του ΕΚΚΕ.

«Όταν τα δύο μεγάλα κόμματα συγκυβερνούν, τότε κερδίζουν αυτοί που βρίσκονται εκτός, τα μικρότερα κόμματα που έχουν μία θέση διαμαρτυρίας. Αυτή είναι μία συνθήκη που ευνοεί, το ξέρουμε και από άλλες χώρες και από την Αυστρία, όπου υπάρχει ένα μοντέλο κυβερνήσεων μεγάλου συνασπισμού που ευνοούνται τα κόμματα της διαμαρτυρίας και λαϊκιστικής έκφρασης. Αλλά και στην παρούσα φάση που είναι ο συνασπισμός αυτού του novum, δεν έχει ‘δέσει’ πολύ καλά. Τα εκτός της διακυβέρνησης κόμματα είναι αυτά που θα απορροφήσουν την όποια δυσαρέσκεια και αντίθεση από τις κυβερνητικές αποφάσεις. Αυτό συμβαίνει πάντοτε, συμβαίνει και τώρα που έχουμε τρία κόμματα εντός κυβέρνησης», επισημαίνει.

☆ Η εικόνα που επικρατεί στον ελληνικό ακροδεξιό χώρο -πώς και γιατί διαφοροποιείται ως προς τη δυναμική και τη γραμμική της Άκρας Δεξιάς που καταγράφεται στον ευρωπαϊκό πυρήνα- περιλαμβάνεται στο δεύτερο σκέλος της συζήτησής μας με την κα Βασιλική Γεωργιάδου που επίκειται να δημοσιευτεί στο Liberal.