Κ. Μασσέλος (ΕΕΤΤ): Fair share, δορυφορικά δίκτυα και βιώσιμες επενδύσεις - Το μέλλον των τηλεπικοινωνιών

Κ. Μασσέλος (ΕΕΤΤ): Fair share, δορυφορικά δίκτυα και βιώσιμες επενδύσεις - Το μέλλον των τηλεπικοινωνιών

Από την άνοδο των μη-επίγειων δικτύων (NTNs) και τα σενάρια «direct-to-device», μέχρι τους κινδύνους που γεννά το συνθετικό περιεχόμενο της τεχνητής νοημοσύνης για τα παιδιά, αλλά και τη μεγάλη ευρωπαϊκή συζήτηση για το «fair share», ο πρόεδρος της ΕΕΤΤ, Κωνσταντίνος Μασσέλος δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα για το πού βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα και τι φέρνει ο επερχόμενος Κανονισμός για τα Ψηφιακά Δίκτυα. Με έμφαση στη βιωσιμότητα, την ποιότητα υπηρεσίας και την ανάγκη για νέες επενδύσεις, περιγράφει μια αγορά που αλλάζει, αλλά και τα βήματα που απαιτούνται ώστε η χώρα να συνεχίσει να βελτιώνει τις τηλεπικοινωνιακές της υποδομές.

Συνέντευξη στην Μαρία Γεωργιάδου

Τα μη-επίγεια δίκτυα (NTNs) φαίνεται να ανοίγουν ένα νέο δρόμο στις τηλεπικοινωνίες. Πόσο κοντά είμαστε στην πρακτική τους αξιοποίηση και ποιες προκλήσεις βλέπετε μπροστά;

Αυτό που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας είναι ότι οι στόχοι που θέτουμε ως προς τη σταθερή και κινητή συνδεσιμότητα είναι ανεξάρτητοι τεχνολογίας. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε διαφορετικές εναλλακτικές τεχνολογίες για να πετύχουμε τους στόχους συνδεσιμότητας. 

Για παράδειγμα, τα δίκτυα πρόσβασης οπτικών ινών προσφέρουν πολλά πλεονεκτήματα όπως υψηλότερες ταχύτητες, χαμηλότερη καθυστέρηση, roadmap εξέλιξης της απόδοσης έως τα 50 Gbps και φυσικά χαμηλότερη κατανάλωση ενέργειας κάτι το οποίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό λαμβάνοντας υπόψιν και τους στόχους για το περιβάλλον και τη βιωσιμότητα. Από την άλλη πλευρά τα δίκτυα πρόσβασης οπτικών ινών έχουν το μεγαλύτερο κόστος ανάπτυξης.

Υπάρχουν και άλλες τεχνολογίες όπως η σταθερή ασύρματη πρόσβαση (Fixed Wireless Access/FWA), η οποία μπορεί να προσφέρει συνδεσιμότητα πολύ καλής ποιότητας υπηρεσίας με πολύ χαμηλότερο κόστος ανάπτυξης από εκείνο των δικτύων οπτικών ινών σε κάποιες περιπτώσεις, όπως οι αραιοκατοικημένες περιοχές. Σε αυτήν την περίπτωση μπορούμε να επιλέξουμε αυτήν την τεχνολογία για να μειώσουμε τα κόστη ανάπτυξης και αυτό να φέρει οφέλη σε επίπεδο τιμών για τον καταναλωτή.

Τα δορυφορικά ή μη επίγεια δίκτυα (Non-Terrestrial Networks/NTNs) αποτελούν και αυτά μια εναλλακτική τεχνολογία τόσο σταθερής, όσο και κινητής συνδεσιμότητας. Οι μικροδορυφόροι χαμηλής τροχιάς έχουν το πλεονέκτημα της χαμηλότερης καθυστέρησης σε σχέση με τους γεωστατικούς δορυφόρους, ενώ οι ταχύτητες που προσφέρουν για συνδεσιμότητα σε σταθερή θέση βελτιώνονται συνεχώς. Στην κατεύθυνση της κινητής συνδεσιμότητας υλοποιούνται αυτόν τον καιρό πιλοτικά projects για συνδεσιμότητα direct to device (D2D), όπου δίκτυα μικροδορυφόρων χαμηλής τροχιάς χρησιμοποιούνται για να επιτρέψουν την άμεση επικοινωνία με συνηθισμένα κινητά τηλέφωνα σε περιοχές που δεν υπάρχει κάλυψη με επίγεια δίκτυα κινητών επικοινωνιών. 

Τα δορυφορικά δίκτυα είναι σίγουρα μια πολύ ενδιαφέρουσα τάση στις τηλεπικοινωνίες και πιστεύω ότι στο μέλλον θα δούμε τη σύγκλιση μεταξύ των επίγειων και μη επίγειων δικτύων τηλεπικοινωνιών, όπως για παράδειγμα στα δίκτυα έκτης γενιάς (6G).

Υπάρχουν προκλήσεις σε αυτό;

Η κύρια ρυθμιστική πρόκληση, για τις direct to device δορυφορικές επικοινωνίες, είναι η διαθεσιμότητα του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για αυτές. Η direct to device συνδεσιμότητα απαιτεί μεγάλες ποσότητες φάσματος για να πετύχει μετάδοση μεγάλου όγκου δεδομένων/πληροφορίας. Δεδομένου ότι το φάσμα ραδιοσυχνοτήτων είναι σπάνιο η διάθεση φάσματος για direct to device επικοινωνίες γίνεται πρόκληση. Μια εναλλακτική είναι η συνεργασία μεταξύ παρόχων δορυφορικών υπηρεσιών και παρόχων επίγειων κινητών επικοινωνιών για χρήση φάσματος επίγειων επικοινωνιών για direct to device δορυφορικές επικοινωνίες σε περιοχές όπου αυτό δεν χρησιμοποιείται από επίγεια δίκτυα.

Πού βρίσκεται η Ελλάδα στην ανάπτυξη των δικτύων; 

Υπάρχει σημαντική βελτίωση στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Έχουμε επιτύχει μια πολύ μεγάλη κάλυψη στα δίκτυα 5G, πολύ κοντά στο 100%. Σύμφωνα με τις μελέτες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο τόσο στη γενική κάλυψη με δίκτυα 5G, όσο και στην κάλυψη των αγροτικών περιοχών, αλλά και στην κάλυψη με χρήση σημαντικών συχνοτήτων όπως η ζώνη των 3.5 GHz, η οποία δίνει τη δυνατότητα υλοποίησης σημαντικών υπηρεσιών. 

Το επόμενο στοίχημα ως προς την ανάπτυξη των δικτύων 5G είναι η ανάπτυξη του stand alone 5G, το οποίο θα επιτρέψει την υλοποίηση network slicing της πιο ενδιαφέρουσας δυνατότητας που προσφέρει το 5G. 

Στα δίκτυα οπτικών ινών βλέπουμε επίσης μια μεγάλη βελτίωση. Το 2018 η κάλυψη με δίκτυα οπτικών ινών FTTH στην Ελλάδα ήταν σχεδόν 0%. Αυτή τη στιγμή έχουμε πετύχει περίπου 50% κάλυψη. Είμαστε ακόμα κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αλλά έχουμε έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση στον τομέα αυτό, κάτι που μας επιτρέπει να καλύπτουμε τη διαφορά πολύ γρήγορα. Αντίστοιχα βελτιώνεται και η υιοθέτηση των υπηρεσιών οπτικών ινών από τους καταναλωτές. Βρισκόμαστε σήμερα περίπου στο 20%. 

Αν θεωρήσουμε τις ταχύτητες download και upload σαν ένα βασικό μέτρο αξιολόγησης της ποιότητας υπηρεσίας των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών η εικόνα είναι καλή για τα δίκτυα κινητών επικοινωνιών. Αντίθετα, η εικόνα δεν είναι καλή στις σταθερές επικοινωνίες και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των συνδρομητών στα δίκτυα σταθερής παραμένουν στο δίκτυο χαλκού. Η μετάβαση των συνδρομητών στα δίκτυα οπτικών ινών θα οδηγήσει σε βελτίωση και στον τομέα αυτό.

Επιπλέον, η ανάπτυξη των δικτύων 5G και οπτικών ινών στην Ελλάδα δείχνει ότι καταφέραμε να δημιουργήσουμε ένα ευνοϊκό περιβάλλον για επενδύσεις.

Ποια είναι η άποψη σας για το λεγόμενο «fair share», την ιδέα δηλαδή ότι οι μεγάλες πλατφόρμες πρέπει να συμβάλουν στο κόστος των δικτύων. Είναι δίκαιο ή θα μπορούσε να αποδειχθεί τροχοπέδη στην καινοτομία;

Το «fair share» είναι μια συζήτηση που ξεκίνησε στη νέα της μορφή στην Ευρωπαϊκή Ένωση στις αρχές του 2022, όμως σήμερα το θέμα αυτό συζητείται και σε άλλες περιοχές του κόσμου. 

Σε όλο τον κόσμο θέτουμε ιδιαίτερα φιλόδοξους στόχους ως προς την ανάπτυξη τηλεπικοινωνιακών δικτύων. Για παράδειγμα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση έως το 2030 θέλουμε να έχουμε 100% κάλυψη με σταθερές συνδέσεις 1 Gbps και 5G. Η ανάπτυξη τηλεπικοινωνιακών υποδομών για την επίτευξη αυτών των στόχων απαιτεί μεγάλες επενδύσεις.

Οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι καλούνται να αναπτύξουν τις δικτυακές υποδομές και να επενδύσουν μεγάλα ποσά για το σκοπό αυτό, ενώ από την άλλη πλευρά τους επιβάλλεται ένα αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο έχει σαν στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού και μέσω αυτού τις χαμηλότερες τιμές και την υψηλότερη ποιότητα υπηρεσίας για τους καταναλωτές. 

Αυτοί οι στόχοι δεν είναι απόλυτα συμβατοί. Πρέπει να καταλάβουμε ότι όποιος επενδύει είναι δίκαιο να περιμένει μια λογική απόδοση για την επένδυση του. 

Παράλληλα, στο ίδιο οικοσύστημα δραστηριοποιούνται και οι ψηφιακές πλατφόρμες και οι πάροχοι περιεχομένου, οι οποίοι χρησιμοποιούν τις υποδομές των τηλεπικοινωνιακών παρόχων για τη διάθεση των υπηρεσιών τους με σημαντικά κέρδη, ενώ δεν ρυθμίζονται αντίστοιχα με τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. 

Σε αυτό το πλαίσιο οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι ζήτησαν τη συνεισφορά και των ψηφιακών πλατφορμών και των παρόχων περιεχομένου στο κόστος της ανάπτυξης των τηλεπικοινωνιακών υποδομών μέσω απευθείας πληρωμών στους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. Αυτό είναι το «Fair Share». 

Η δική μου άποψη είναι ότι η μεγάλη εικόνα δεν είναι το «fair share», αλλά οι προκλήσεις τις οποίες αντιμετωπίζει το business model των τηλεπικοινωνιακών παρόχων, ήτοι έσοδα τα οποία μειώνονται συνεχώς και αντίστοιχη μείωση της επενδυτικής τους δυνατότητας παράλληλα με ανάγκη για σημαντικές επενδύσεις. 

Οι ψηφιακές πλατφόρμες και οι πάροχοι περιεχομένου δεν είναι free riders και συνεισφέρουν σημαντικά στο ψηφιακό οικοσύστημα. Για παράδειγμα, η χρήση εφαρμογών χαρτών για πλοήγηση, μας βοηθάει να εξοικονομούμε μεγάλες ποσότητες ενέργειας, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι για κάποιους ο μοναδικός λόγος για να είναι συνδεδεμένοι στο Internet, ενώ για κάποιους η παρακολούθηση video, ταινιών κλπ είναι ο μόνος λόγος για να έχουν μια σύνδεση υψηλής ταχύτητας. Από την άλλη πλευρά οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι δεν αναζητούν μόνο ένα νέο πελάτη για εύκολα έσοδα. Αντιμετωπίζουν ένα εξαιρετικά αυστηρό πλαίσιο ρύθμισης, το οποίο οδηγεί σε συνεχώς χαμηλότερες τιμές και από την άλλη καλούνται να επενδύσουν σε τηλεπικοινωνιακές υποδομές υψηλής ποιότητας. 

Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση και σίγουρα αυτό που έχει λείψει έως σήμερα είναι η συνεργασία μεταξύ των εταιρειών, οι οποίες δραστηριοποιούνται στο συγκεκριμένο οικοσύστημα.

Ο νέος Κανονισμός για τα Ψηφιακά Δίκτυα (Digital Networks Act) τι σηματοδοτεί για την Ελλάδα και ποια είναι τα βασικά ζητήματα που θα πρέπει να προσέξουν οι πάροχοι;

Πολύ σύντομα, πιθανά στις αρχές του 2026 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα παρουσιάσει την πρώτη πρότασή της για τον κανονισμό Digital Networks Act (DNA), ο οποίος θα αποτελέσει το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Ουσιαστικά η συζήτηση για τη δημιουργία ενός νέου ρυθμιστικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες ξεκίνησε από τη συζήτηση για το «fair share» και αποτελεί κατά μία έννοια μετεξέλιξη του «fair share».

Ο Κανονισμός Digital Networks Act έχει σαν στόχο τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω της δημιουργίας ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για επενδύσεις διατηρώντας ταυτόχρονα τον ανταγωνισμό σαν βασική προτεραιότητα. Ο Κανονισμός DNA δίνει έμφαση στην ενίσχυση της ιδέας του Single Market, στη δημιουργία οικονομιών κλίμακας και στην απλοποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου. Μεταξύ πολλών άλλων θεμάτων ο Κανονισμός DNA θα καλύψει το θέμα της ανάπτυξης των δικτύων οπτικών ινών, καθώς και το κλείσιμο των παραδοσιακών δικτύων χαλκού. Πιθανά το «fair share» θα αποτελέσει αντικείμενο του DNA με τη μορφή της δυνατότητας επίλυσης διαφορών μεταξύ τηλεπικοινωνιακών παρόχων και ψηφιακών πλατφορμών/παρόχων περιεχομένου στην αγορά του IP Interconnect. 

Στο φόρουμ του IIC αναφερθήκατε στους κινδύνους από το συνθετικό περιεχόμενο που δημιουργεί η Τεχνητή Νοημοσύνη. Πόσο σοβαρό θεωρείτε ότι είναι αυτό το φαινόμενο για τα παιδιά και τους εφήβους σήμερα;

Ζούμε σε μια εποχή που τα παιδιά και οι νέοι περνούν όλο και περισσότερο χρόνο στο διαδίκτυο. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περισσότεροι από το ένα τρίτο των 15χρονων περνούν περισσότερες από τρεις ώρες την ημέρα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. 

Η ραγδαία αύξηση της παραγωγής και διάθεσης Συνθετικών Μέσων (Synthetic Media), μέσω του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, πιθανότατα στο άμεσο μέλλον θα αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την ασφάλειά των νέων στο συγκεκριμένο περιβάλλον. Ο όρος Συνθετικά Μέσα χρησιμοποιείται για να περιγράψει βίντεο, εικόνες, ήχους και κείμενα που έχουν δημιουργηθεί με τη χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης.

Η ευκολία με την οποία μπορούν πλέον να δημιουργηθούν πειστικές, ψεύτικες φωτογραφίες και βίντεο έχει ξεπεράσει κατά πολύ τα μέτρα προστασίας που έχουμε στη διάθεσή μας. Αυτό καθιστά τους νέους ανθρώπους κυρίως, που ταυτίζουν την πραγματική με την ψηφιακή τους ταυτότητα, εξαιρετικά ευάλωτους στην ψηφιακή εκμετάλλευση και στον εκφοβισμό.

Από την άλλη πλευρά, σήμερα διαθέτουμε και χρησιμοποιούμε σε μεγάλη έκταση ιδιαίτερα εξελιγμένες και αξιόπιστες τεχνολογίες αναγνώρισης προσώπου και φωνής, τις οποίες μάλιστα εμπιστευόμαστε απολύτως για τις πιο ευαίσθητες συναλλαγές μας.

Τεχνικά, αυτές οι τεχνολογίες αποτελούν μια εξαιρετική επιλογή. Αντί για μακροσκελή και πολύπλοκα ρυθμιστικά πλαίσια αφαίρεσης περιεχομένου (takedown notices), τα βιομετρικά στοιχεία ενός προσώπου μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως επαρκής απόδειξη για την αυτοματοποίηση της αφαίρεσης περιεχομένου από μια πλατφόρμα ή, και γιατί όχι, και σε όλες τις πλατφόρμες. Η ασφαλής επαλήθευση ότι το άτομο που ζητά την αφαίρεση εμφανίζεται πραγματικά σε μια φωτογραφία ή σε ένα βίντεο υπό εξέταση μπορεί να κάνει την όλη διαδικασία πολύ πρακτική και αποτελεσματική.