Με αφορμή την απόφαση της ΡΑΑΕΥ να τεθούν η Αττική και το Μεγανήσι Λευκάδας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης εξαιτίας της λειψυδρίας, ο καθηγητής Τεχνικής Υδρολογίας, Διαχείρισης και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων στο Τμήμα Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Αθανάσιος Λουκάς, σε συνέντευξή του στο Liberal, χαρακτηρίζει επιτακτική την ανάγκη λήψης γενναίων μέτρων, με σκοπό την εξοικονόμηση νερού.
Ο κ. Λουκάς επισημαίνει πως θα πρέπει να προχωρήσει η υλοποίηση του πρότζεκτ «Εύρυτος» και να επιταχυνθούν οι διαδικασίες για την πραγμάτωση όλων των απαραιτήτων έργων ύδρευσης, ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες υδροδότησης τόσο της Αττικής όσο και άλλων περιοχών που ήδη βρίσκονται αντιμέτωπες με τη λειψυδρία.
Παράλληλα, υπογραμμίζει πως θα πρέπει η χώρα μας να μπει σε τροχιά στήριξης και εκσυγχρονισμού του γεωργικού τομέα, ώστε να σταματήσει η αλόγιστη δαπάνη των υδάτινων πόρων στη γεωργία και, παράλληλα, να ληφθούν μέτρα και για την λελογισμένη χρήση του νερού που προορίζεται για βιομηχανική χρήση.
Ωστόσο, ο ίδιος τονίζει πως, πέραν των έργων που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση και κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, θα πρέπει να υπάρξει ευρεία ενημέρωση, ευαισθητοποίηση και κινητοποίηση των πολιτών από τους αρμόδιους φορείς, για να καλλιεργηθεί εκ νέου το αίσθημα της ατομικής ευθύνης απέναντι στο νερό, που συνιστά το πολυτιμότερο αγαθό. «Πρέπει να προσέχουμε για να έχουμε», δηλώνει εμφατικά ο καθηγητής Λουκάς και προσθέτει πως σίγουρα «δεν θέλουμε να ξαναδούμε βρύσες χωρίς νερό, όπως τη δεκαετία του ’80».
Συνέντευξη στον Χρήστο Θ. Παναγόπουλο
Κύριε Λουκά, με βάση τα τελευταία στοιχεία της ΕΥΔΑΠ, τα αποθέματα στον Μόρνο βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας δεκαπενταετίας, ενώ συνολικά οι τέσσερις ταμιευτήρες της Αττικής εμφανίζουν πτώση άνω του 35% σε σχέση με πέρυσι. Πόσο οριακή είναι σήμερα η κατάσταση για την υδροδότηση του λεκανοπεδίου και ποιο είναι το ρεαλιστικό περιθώριο ασφαλείας που έχουμε, αν ο φετινός χειμώνας αποδειχθεί ξηρός;

Νομίζω ότι έχουμε έρθει, μιλώντας τώρα ειδικά για την Αττική, σε μια φάση όπου είμαστε «στο κόκκινο». Δηλαδή, θα πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα, έτσι ώστε να μην υπάρξουν προβλήματα με την υδροδότηση των περιοχών της Αττικής. Όπως είπατε, αυτά τα νούμερα και τα ποσοστά μείωσης του νερού είναι πολύ μεγάλα σε σχέση με πέρυσι.
Αλλά αν το δούμε και διαχρονικά, τα τελευταία χρόνια έχουμε συνεχώς μια μείωση των αποθεμάτων. Θα έλεγα ότι τα τελευταία 4-5 χρόνια υπάρχει μια συνεχής μείωση των αποθεμάτων νερού. Οπότε, πράγματι, θα έπρεπε, για μένα, όχι μόνο τώρα αλλά και νωρίτερα, να έχουν ληφθεί μέτρα.
Έχουν γίνει εξαγγελίες για μέτρα, τα οποία είναι βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, αλλά χρειάζεται να δράσουμε άμεσα. Τώρα, θα μου πείτε, τι μέτρα θα είναι αυτά… Θεωρώ ότι θα πρέπει να γίνει μια πολύ μεγάλη καμπάνια ενημέρωσης των πολιτών για την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, με σκοπό να κάνει ο καθένας ό,τι μπορεί, ώστε να μειωθεί η κατανάλωση του νερού.
Γιατί, ναι μεν βρισκόμαστε στον χειμώνα και ίσως έχουμε κάποιες βροχές που, μέχρι ενός σημείου, μπορούν να αντισταθμίσουν αυτή τη μείωση, αλλά μπροστά μας έχουμε έναν χειμώνα, ο οποίος δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί. Αν είναι ήπιος και δεν έχουμε χιονοπτώσεις στα βουνά, στις περιοχές, δηλαδή, από τις οποίες δημιουργείται η απορροή και γεμίζουν οι ταμιευτήρες, τότε θα υπάρξει πολύ σοβαρό πρόβλημα.
Και αυτό το έχουμε παρατηρήσει όλα τα προηγούμενα χρόνια. Δηλαδή, οι χιονοπτώσεις ήταν σχετικά μικρές, ενώ η χιονόπτωση – το χιόνι – όταν συσσωρεύεται, λειτουργεί σαν μια δεξαμενή και λιώνει αργότερα, την άνοιξη και ακόμη και στις αρχές του καλοκαιριού. Οπότε υπάρχουν τότε απορροές και ροές στα ποτάμια, αλλά και εισροές στους ταμιευτήρες, κάτι που είναι πάρα πολύ ευεργετικό. Τα τελευταία χρόνια, όμως, έχουμε δει πολύ μεγάλο περιορισμό των χιονοπτώσεων.
Άρα υπάρχει η πιθανότητα – την οποία δεν μπορούμε να προβλέψουμε με μεγάλη ακρίβεια – να μην έχουμε χιονοπτώσεις, και έτσι την άνοιξη και το καλοκαίρι να βρεθούμε σε πολύ πιο δυσμενέστερη θέση.
Διαβάζουμε, κύριε καθηγητά, ότι ποσοστό άνω του 90% των υδάτινων πόρων της χώρας δαπανάται αλόγιστα στη γεωργία. Και θέλω να σας ρωτήσω, με βάση την επιστημονική σας εμπειρία, αν υπάρχει σχέδιο για τον εξορθολογισμό της χρήσης αυτού του νερού. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, μέρος αυτού του νερού να χρησιμοποιηθεί στις πόλεις;

Έχετε δίκιο ως προς αυτό που αναφέρετε, κύριε Παναγόπουλε. Το μέσο ποσοστό είναι λίγο μικρότερο από αυτό, αλλά σε κάθε περίπτωση παραμένει πάρα πολύ υψηλό. Είναι γύρω στο 85% με 90% της συνολικής κατανάλωσης – χρήσης νερού στην Ελλάδα από τον γεωργικό τομέα.
Και υπάρχουν, βέβαια, περιοχές όπου μπορεί να είναι και μεγαλύτερο ή πολύ μικρότερο, αλλά σας μιλώ για τον μέσο όρο. Ωστόσο, είναι πάρα πολύ μεγάλο το ποσοστό. Όλα τα προηγούμενα χρόνια, και με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν γίνει μια σειρά από παρεμβάσεις για την αλλαγή των μεθόδων άρδευσης, πηγαίνοντας από τον καταιονισμό ή τις παλαιότερες επιφανειακές μεθόδους στη στάγδην άρδευση, που είναι η πιο οικονομική μέθοδος.
Παρόλα αυτά, μένουν ακόμη πάρα πολλά πράγματα που μπορούν να γίνουν. Για παράδειγμα, σε οργανωμένα συλλογικά δίκτυα άρδευσης, τα περισσότερα από αυτά είναι πεπαλαιωμένα, δηλαδή, ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρεται και διανέμεται το νερό στον αγροτικό χώρο.
Πρόκειται για ανοικτούς αγωγούς, οι οποίοι πολλές φορές δεν έχουν συντηρηθεί. Είναι κακοσυντηρημένοι, με αποτέλεσμα να υπάρχουν πάρα πολύ μεγάλες απώλειες νερού. Τελικά, το νερό αντλείται, αλλά δεν φτάνει στο χωράφι για να βοηθήσει.
Τώρα, προφανώς, μπορούν να εξοικονομηθούν υδατικοί πόροι και με άλλες παρεμβάσεις. Προφανώς, όμως, θα πρέπει να στηριχθεί και η γεωργία. Και η γεωργία θα πρέπει να είναι μια σύγχρονη και αποδοτική γεωργία. Γιατί, μην το ξεχνάμε, πρέπει να υπάρχει γεωργία, καθώς η γεωργία μάς προμηθεύει με τρόφιμα και έτσι δεν τα εισάγουμε. Δηλαδή, όταν τα παράγουμε, δεν τα εισάγουμε. Οπότε αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.
Τώρα, ως προς τις ποσότητες του νερού, ναι, μπορούν να απελευθερωθούν ποσότητες αν γίνει πολύ καλύτερη χρήση στη γεωργία. Βέβαια, εδώ μπαίνουν και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά: Γιατί το νερό που χρησιμοποιείται στη γεωργία έχει πολύ χαμηλότερα στάνταρ ποιότητας από τα πολύ υψηλά στάνταρ ποιότητας του νερού που χρησιμοποιείται για ύδρευση. Γι’ αυτό και το νερό, το οποίο παίρνουμε από ταμιευτήρες ή από γεωτρήσεις το επεξεργαζόμαστε – γίνεται επεξεργασία και όχι μόνο απλή απολύμανση, αλλά και άλλες διεργασίες – πριν δοθεί στην κατανάλωση.
Άρα ένα νερό σχετικά καλής ποιότητας κοστίζει και πολύ λιγότερο, για να το καθαρίσουμε και να το διαθέσουμε για πόση.
Η κυβέρνηση και η ΡΑΑΕΥ βάζουν την Αττική σε «κόκκινο συναγερμό» ώστε να επιταχυνθούν τα έργα, χωρίς – προς το παρόν – μέτρα περιορισμού για τους καταναλωτές. Ως επιστήμονας, θεωρείτε ορθό να βασιστεί η αντιμετώπιση της κρίσης σχεδόν αποκλειστικά στην πλευρά της προσφοράς (έργα, γεωτρήσεις, ταμιευτήρες) και όχι και στη ζήτηση (τιμολόγηση, εξοικονόμηση, κίνητρα αλλαγής συμπεριφοράς;)

Συμφωνώ ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα και προς την πλευρά της προσφοράς, όπως είπατε. Αλλά νομίζω ότι τα πρώτα μέτρα θα έπρεπε να ληφθούν ως προς τη μείωση της ζήτησης, της κατανάλωσης. Και αυτά τα μέτρα είναι, θα έλεγα, από τα πιο ανώδυνα, ειδικά όταν υπάρχει ενημέρωση.
Χαρακτηριστικά, τις τελευταίες μέρες άκουσα μια ραδιοφωνική διαφήμιση της ΕΥΔΑΠ – που είχα χρόνια να ακούσω – για τη μείωση της σπατάλης του νερού από τους πολίτες. Πάρα πολλά χρόνια είχα να ακούσω μια τέτοια διαφήμιση, η οποία, αν μου επιτρέπετε, όπως γίνεται τώρα, είναι και λίγο αποσπασματική. Θα έπρεπε να είναι πιο γενικευμένη.
Και ενώ ο αρμόδιος υπουργός Ενέργειας, ο κ. Παπασταύρου, είπε πρόσφατα ότι σκοπός μας δεν είναι να αυξήσουμε το τιμολόγιο του νερού, σε πολύ δύσκολες περιπτώσεις θα αναγκαστούμε να αλλάξουμε την τιμολογιακή πολιτική, ώστε να μειωθεί η κατανάλωση. Δεν λέω ότι αυτό θα γίνει τώρα. Αλλά οι πόροι είναι περιορισμένοι.
Ή, επίσης, να μη γυρίσουμε σε εποχές του ’80, αρχές του ’90, που είχαμε τη μεγάλη λειψυδρία, τη μεγάλη ξηρασία – θυμάστε – όπου προφανώς δεν έφτανε το νερό και γίνονταν διακοπές στην παροχή. Άνοιγες τη βρύση και δεν είχες νερό.
Δόξα τω Θεώ, σήμερα νεράκι έχουμε στις βρύσες μας, αλλά θα πρέπει να προσέχουμε, για να έχουμε. Δεν θα πρέπει, δηλαδή, να το σπαταλάμε και θα μπορούσαν, σε πρώτη φάση, να περιοριστούν ορισμένες χρήσεις νερού. Δεν είναι της εποχής, παραδείγματος χάρη, οι πισίνες.
Θα μπορούσε να απαγορευτεί το γέμισμα πισινών με νερό την άνοιξη και το καλοκαίρι. Τέτοιου είδους παρεμβάσεις, ώστε να μειωθεί η ζήτηση χωρίς πολύ μεγάλο κοινωνικό και οικονομικό κόστος.
Από την άλλη μεριά, πολύ σωστά λέτε, έχουν εξαγγελθεί μια σειρά από μέτρα για την αύξηση της παροχής του νερού, ώστε να έχουμε περισσότερους πόρους. Βέβαια, αυτά τα έργα χρειάζονται χρόνο.
Θέτοντας την Αττική και τα δύο νησιά – τη Λέρο και την Πάτμο – σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ο Υπουργός, ας το πούμε έτσι λαϊκά, «ξεκλειδώνει» τη δυνατότητα να μη γίνονται κλασικοί διαγωνισμοί, αλλά απευθείας αναθέσεις, «μελέτη και κατασκευή», ώστε αυτοί οι χρόνοι από την εκκίνηση της μελέτης ενός έργου μέχρι την ολοκλήρωσή του να μειωθούν. Βέβαια, θα πρέπει να πω ότι εκεί ελλοχεύουν κι άλλοι κίνδυνοι, γιατί δεν υπάρχει πάντα η απαραίτητη διαφάνεια ως προς τις αναθέσεις. Θα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί.
Το εμβληματικό έργο «Εύρυτος» προβλέπει τη μερική εκτροπή των ποταμών Καρπενησιώτη και Κρικελιώτη προς τον ταμιευτήρα του Ευήνου, με στόχο να εξασφαλιστούν 200 εκατ. κ.μ. νερού ετησίως έως το 2029. Από υδρολογική και περιβαλλοντική σκοπιά, ποια είναι τα πλεονεκτήματα αλλά και οι κίνδυνοι μιας τόσο μεγάλης υδροληπτικής παρέμβασης;

Οι δύο ποταμοί που αναφέρατε είναι παραπόταμοι του Αχελώου. Μιλάμε, λοιπόν, για τη λεκάνη του Αχελώου. Από εκεί θα μεταφερθεί αυτή η ποσότητα νερού, κατά μέσο όρο, όταν υπάρχει ανάγκη, προς τους υδροδοτικούς ταμιευτήρες – τους ταμιευτήρες ύδρευσης της Αθήνας, έτσι δεν είναι; Υδρολογικά τώρα, αυτή η ποσότητα νερού, αν έχω κάνει σωστά τους υπολογισμούς μου, είναι γύρω στο 4% – 5% της μέσης ετήσιας απορροής του Αχελώου.
Άρα δεν θα επηρεάσει τόσο πολύ τον Αχελώο· δεν είναι τόσο σημαντική η επίπτωση, αν αυτό είναι το ερώτημά σας. Αλλά, ό,τι και να γίνει, ακόμη και αν υλοποιηθεί αυτό, εγώ θέλω να τονίσω ότι θα πρέπει να κάνουμε μια γενναία παρέμβαση στη μείωση της κατανάλωσης νερού, της ζήτησης νερού.
Και αυτό δεν περιλαμβάνει μόνο τα μέτρα που σας είπα, αλλά και άλλα μέτρα, τα οποία αναφέρθηκαν και την προηγούμενη φορά που έγινε παρουσίαση στην ΕΥΔΑΠ, όπως η αντικατάσταση δικτύων. Βλέπετε, σε πολλές περιοχές τα δίκτυα είναι πολύ παλιά.
Γίνονται θραύσεις, μεγάλες διαρροές, χάνεται νερό. Και είναι νερό το οποίο αντλούμε, καθαρίζουμε, το βάζουμε στο δίκτυο και τελικά το χάνουμε – δεν το καταναλώνουμε. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, πόσο σημαντικό είναι αυτό.
Άρα θα πρέπει και η ΕΥΔΑΠ, αλλά και το Δημόσιο συνολικά – γιατί δεν μιλάμε μόνο για την Αττική, προφανώς υπάρχουν και άλλες περιοχές – να προχωρήσουν σε τέτοιες δαπάνες, ώστε να μειωθούν οι θραύσεις και οι διαρροές στο δίκτυο και να μη χάνεται τόσο πολύ νερό.
Όπως σας είπα προηγουμένως, πολύ γενναίες επενδύσεις θα πρέπει να γίνουν και στον τομέα της γεωργίας.
Με βάση την επιστημονική σας γνώση, πιστεύετε ότι θα πρέπει να υπάρξουν μέτρα και ως προς τη βιομηχανική χρήση του νερού; Για παράδειγμα, στις τσιμεντοβιομηχανίες ή αντίστοιχα στις βιομηχανίες αναψυκτικών;

Σε πολλές περιπτώσεις, όλες οι βιομηχανίες δεν είναι ίδιες. Υπάρχουν βαριές βιομηχανίες, μεταλλουργικές κ.λπ., που χρησιμοποιούν το νερό ως μέσο ψύξης. Άλλες το χρησιμοποιούν μέσα στη διεργασία, όπως στη βιομηχανία αναψυκτικών ή τροφίμων.
Υπάρχουν λύσεις, ώστε μεγάλο μέρος του νερού που καταναλώνεται και μετά απορρίπτεται να καθαρίζεται και να χρησιμοποιείται ξανά μέσα στη διεργασία – να γίνεται ένα feedback, μια επαναχρησιμοποίηση. Σε κάποιες περιπτώσεις ήδη το κάνουν. Σε κάποιες άλλες δεν γίνεται ακόμη.
Θεωρώ ότι υπάρχει πολύ μεγάλος χώρος βελτίωσης και σε αυτή την περίπτωση. Αλλά, αν το δούμε ως όγκο, το νερό που καταναλώνεται στη βιομηχανία, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, είναι πάρα πολύ μικρό ποσοστό. Εγώ λέω να κάνουμε ό,τι μπορούμε, για να περισώσουμε ό,τι μπορούμε να περισώσουμε. Αλλά ο μεγάλος καταναλωτής είναι πρώτα η γεωργία και μετά οι αστικές περιοχές. Όχι ότι δεν πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις και στη βιομηχανία. Πρέπει. Απλώς οι όγκοι νερού που θα εξοικονομήσουμε δεν είναι τόσο μεγάλοι· δεν θα σωθούμε από τη βιομηχανία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πρέπει να δράσουμε.
Την ώρα που η Αττική μπαίνει σε αυτό το καθεστώς «κόκκινου συναγερμού», η Πάτμος και η Λέρος έχουν ήδη κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, καθώς φαίνεται ότι τα τοπικά αποθέματα αδειάζουν και οι μονάδες αφαλάτωσης δείχνουν να υπολειτουργούν. Με βάση την εμπειρία σας, τι ειδικά μέτρα θα χρειάζονταν η Πάτμος και η Λέρος, ώστε να μην ζουν οι κάτοικοι και οι επισκέπτες κάθε καλοκαίρι με το άγχος της στάθμης των δεξαμενών;

Κοιτάξτε, υπάρχουν λύσεις που μπορεί να είναι και πιο δαπανηρές. Σε κάποιες περιοχές έχουν δημιουργηθεί ξεχωριστά, διπλά δίκτυα. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχει διαφορετικό δίκτυο για το νερό που πίνουμε και διαφορετικό για το νερό που χρησιμοποιούμε για το πλυντήριο, για την τουαλέτα κ.λπ. Αλλά αυτό χρειάζεται χρόνο και είναι αρκετά δαπανηρό, γιατί πρέπει να γίνουν ξεχωριστά δίκτυα νερού.
Οπότε το νερό, που θα πηγαίνει για πόση, θα πρέπει να είναι, όπως είπαμε πριν, πολύ καλής ποιότητας, ενώ το νερό που θα πηγαίνει στην τουαλέτα ή στο πλυντήριο μπορεί να είναι χαμηλότερης ποιότητας – πάντα, βέβαια, χωρίς παθογόνους οργανισμούς.
Πέρα, όμως, από την ευαισθητοποίηση των κατοίκων – και όταν λέω αυτό δεν αναφέρομαι μόνο στα συγκεκριμένα νησιά, αλλά και σε άλλα νησιά – θα πρέπει να μειωθεί η κατανάλωση του νερού. Και, όπως είπα πριν για τις πισίνες, θα πρέπει, αν κάποιος θέλει να έχει πισίνα, να τη γεμίζει με θαλασσινό νερό.
Θα μου πείτε, «ε, πόσες πισίνες υπάρχουν;». Υπάρχουν πολλές, και οι όγκοι νερού είναι πάρα πολύ μεγάλοι. Από εκεί και πέρα, σε κάθε περιοχή, σε κάθε νησί, υπάρχουν δυνατότητες να αυξηθεί ο όγκος του διαθέσιμου νερού, είτε με μικρούς ταμιευτήρες είτε με λιμνοδεξαμενές. Δεν θα έλεγα στα νησιά να γίνουν μεγάλοι ταμιευτήρες, αλλά μπορούν να γίνουν περισσότεροι μικροί ταμιευτήρες, με κλειστά δίκτυα, έτσι ώστε να διανέμεται το νερό χωρίς πολύ μεγάλες απώλειες, για να εξασφαλίσουμε επάρκεια και να μη φτάσουμε στο σημείο να μεταφέρουν πλοία νερό από διάφορα μέρη της Ελλάδας στα νησιά.
Ξέρετε, κύριε Παναγόπουλε, δεν είναι μόνο η Λέρος και η Πάτμος. Είναι και πολλά άλλα νησιά που αντιμετωπίζουν σοβαρότατα προβλήματα, ιδίως στις Κυκλάδες, και μάλιστα την περίοδο του καλοκαιρινού τουρισμού.
Σε προηγούμενη συνέντευξή σας στο Liberal, είχατε τονίσει ότι η Ελλάδα χρειάζεται μια πραγματικά Ανεξάρτητη Αρχή για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων. Τι πιστεύετε πως θα πρέπει να αλλάξει στον θεσμικό χάρτη; Πώς θα πρέπει να κατανέμονται αρμοδιότητες μεταξύ Υπουργείων, ΕΥΔΑΠ, περιφερειών και δήμων ώστε να υπάρχει ενιαίο, επιστημονικά τεκμηριωμένο «κέντρο αποφάσεων» για το νερό;
Στην προηγούμενη συνέντευξη, σας είχα πει πώς το φαντάζομαι. Θεωρώ, λοιπόν, ότι θα πρέπει να υπάρχει μια πυραμιδική οργάνωση με έναν κεντρικό, εθνικό φορέα, που θα είναι συμμετοχικός, δημοκρατικός κ.τ.λ. Θα υπάρχουν διάφοροι χρήστες – φορείς, δηλαδή – οι οποίοι θα θέτουν το πλαίσιο για όλη την Ελλάδα και τον τρόπο με τον οποίο θα κινηθούμε.
Και από εκεί και πέρα, για κάθε περιφέρεια, κάθε υδατικό διαμέρισμα, μπορεί να υπάρχει ένας αντίστοιχος οργανισμός, φορέας – όπως και αν τον ονομάσουμε – που θα λειτουργεί μέσα σε αυτό το πλαίσιο. Ο κεντρικός φορέας δεν θα εξετάζει μόνο το «τι έχω σήμερα», αλλά θα κάνει και προγνώσεις για το μέλλον, ώστε να ξέρουμε πού βρισκόμαστε σε επίπεδο χώρας αλλά και κατανεμημένα σε κάθε υδατικό διαμέρισμα της Ελλάδας.
Βεβαίως, δεν γίνεται διαφορετικά· στην περίπτωση που θα υπάρξουν προβλήματα, θα πρέπει να υπάρχει συντονισμός μεταξύ των περιφερειακών και του κεντρικού φορέα, ώστε να βρίσκονται λύσεις. Ιδίως όταν υπάρχει κάτι το οποίο είναι ακραίο, εξαιρετικά επείγον.
* Ο Δρ. Αθανάσιος Λουκάς είναι Καθηγητής Τεχνικής Υδρολογίας, Διαχείρισης και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων στο Τμήμα Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
