Το νέο βιβλίο του κυρίου Α.Γ. Πολλάτου, «Ταμπακόπουλος-Κολοκοτρώνης: Η συμμαχία που άλλαξε τις ισορροπίες του Αγώνα», πραγματεύεται την ιστορία της οικογένειας των Αρκάδων Ταμπακόπουλων, από την εποχή της Επανάστασης του 21' μέχρι και τον 20ο αιώνα.
Τις ρίζες τους, την συμμετοχή και τεράστια προσφορά τους στον Απελευθερωτικό Αγώνα, καθώς και τον σημαντικότατο ρόλο που έπαιξαν γενικότερα στην εξέλιξη του ελληνικού κράτους.
Περισσότερες πληροφορίες για την συγκρότηση αυτού του έργου και την οικογένεια, μαθαίνουμε από τον ίδιο τον συγγραφέα, μετά από συνέντευξη στο Liberal και την Ίλια Πορίκη.
Τι σας ώθησε να γράψετε για την οικογένεια Ταμπακόπουλου; Ποιες πηγές χρησιμοποιήσατε;
Η έρευνα ξεκίνησε το 2021, με αφορμή τα 200 χρόνια από την Επανάσταση. Ένα προσωπικό καθήκον: ήθελα να αναζητήσω τις ρίζες μου και πιο συγκεκριμένα, τον πρόγονό μου (εκ μητρός) Λουκά Ταμπακόπουλο. Η αρχή έμοιαζε απλή: τα Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας και η τοπική εφημερίδα της Βυτίνας με τα ιστορικά της αφιερώματα.
Όμως, ένα μυστήριο σύντομα αποκαλύφθηκε. Ενώ οι Νικολής, Ιωσήφ και Δημήτριος Ταμπακόπουλος εμφανίζονταν συχνά, ο Λουκάς είχε... εξαφανιστεί. Ήταν σαν να μην υπήρξε ποτέ. Αυτό το κενό, αντί να με αποθαρρύνει, τροφοδότησε την περιέργεια και την επιμονή μου.
Η αποκάλυψη ήρθε όταν γνώρισα τον αείμνηστο ερευνητή της Βυτίνας, Αθανάσιο Λαμπρόπουλο. Από το μοναδικό του αρχείο, που σήμερα φυλάσσεται στο Πανταζοπούλειο Ίδρυμα, ξεφύτρωσε η πρώτη πληροφορία για τον Λουκά. Ήταν το κλειδί που άνοιξε μια πόρτα σ’ έναν ολόκληρο χαμένο κόσμο. Από εκεί, η έρευνα εξελίχθηκε σ’ ένα συναρπαστικό κυνήγι θραυσμάτων ιστορίας. Στο τέλος, δεν είχα ανακαλύψει απλώς έναν άνθρωπο, αλλά μία ολόκληρη δυναστεία: πάνω από 90 μέλη της οικογένειας από το 1750 έως τον 20ο αιώνα. Ανάμεσά τους, 14 Αγωνιστές του '21, τέσσερα μέλη της Φιλικής Εταιρείας, 5 οπλαρχηγοί και ένας παρολίγο πρωθυπουργός της Επανάστασης.
Φανταστείτε, όμως, την πρόκληση: τα προσωπικά αρχεία, οι επιστολές και τα ημερολόγια των Ταμπακόπουλων από την Επανάσταση καταστράφηκαν ολοσχερώς όταν ο Ιμπραήμ πυρπόλησε την Βυτίνα το 1825-1826. Έπρεπε, λοιπόν, να συναρμολογήσω το παζλ της ιστορίας τους από εξαιρετικά διάσπαρτα και ετερογενή κομμάτια.
Η έρευνα ήταν μια πραγματική οδύσσεια που κράτησε πάνω από τέσσερα χρόνια (και συνεχίζεται) – μια περίοδος που η πανδημία και η απομόνωση, παραδόξως, βοήθησαν στο εγχείρημα. Μένοντας στην Αγγλία, η πρόσβαση σε αρχεία ήταν μια συνεχής πρόκληση. Ωστόσο, διέτρεξα ψηφιακά και φυσικά αρχεία απ’ όλη την Ελλάδα και την Ευρώπη: από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους και την Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Βουλής, μέχρι τη Γαλλική Εθνική Βιβλιοθήκη Gallica και τις διδακτορικές διατριβές στο ΕΚΤ. Βασικοί σύμμαχοί μου ήταν οι απομνημονευματογράφοι του Αγώνα και οι τοπικοί ιστορικοί της Βυτίνας, των οποίων τα έργα έδωσαν χρώμα και ζωή στα γεγονότα.
Στόχος μου, πάντως, δεν ήταν απλώς να απαριθμήσω ονόματα. Ήθελα να τοποθετήσω την οικογένεια Ταμπακόπουλου στο ευρύτερο ιστορικό, κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο της εποχής. Να δείξω πώς η πορεία μιας οικογένειας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εξέλιξη του έθνους. Έτσι, η πορεία της οικογένειας των Ταμπακόπουλων χωρίζεται γενικά σε τρεις περιόδους και κατά συνέπεια η μελέτη διαιρέθηκε σε τρία τμήματα: το προεπαναστατικό, τα χρόνια της Επανάστασης και την περίοδο μετά, φτάνοντας έως τα μέσα του 20ού αιώνα. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει κυρίως την οικονομική δραστηριότητα της προυχοντικής οικογένειας των Ταμπακόπουλων και τα κοινωνικά δίκτυα που ανέπτυξαν στην Πελοπόννησο, στην Κωνσταντινούπολη και στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει τη δράση 14 μελών στην Επανάσταση. Είναι η περίοδος κατά την οποία τα περισσότερα μέλη της οικογένειας διαδραμάτισαν σημαντικούς ρόλους στην Επανάσταση, ενώ είχαν καίριο ρόλο στη διαμάχη μεταξύ του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και του Κανέλλου Δεληγιάννη. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η «ηρωική» περίοδος, καθώς συμμετείχαν σε κρίσιμες μάχες στην Πελοπόννησο και την Αττική και θυσιάστηκε όχι μόνο η κολοσσιαία περιουσία τους, αλλά και 17 μέλη της οικογένειας, ανάμεσά τους και ο αρχηγός της οικογένειας, ο Νικολής Ταμπακόπουλος.
Η τρίτη περίοδος, που χρονικά ξεκινάει μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους και φτάνει έως και τα μέσα του 20ού αιώνα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η περίοδος η ιστορική, καθώς τα περισσότερα μέλη της οικογένειας δραστηριοποιούνται σε πολλούς τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου, αναζητώντας έναν νέο ρόλο σε ένα πλήρως μεταβαλλόμενο κόσμο. Ανάμεσά τους δύο υπηρεσιακοί Πρωθυπουργοί, αρκετοί Υπουργοί, στρατηγοί, διπλωμάτες, βιομήχανοι, οινοπαραγωγοί και ευεργέτες. Επίσης, γίνεται αναφορά και στη σημαντική παρουσία μελών της οικογένειας στην Αίγυπτο, στη Ρουμανία και στη Γαλλία στα μέσα του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα.
Και έτσι, με μια ισχυρή συμβολική αντίθεση, το 2025, ακριβώς 200 χρόνια μετά το θάνατο του στρατηγού Νικολή Ταμπακόπουλου στη μάχη των Τρικόρφων, η πρώτη ιστορική μελέτη για την οικογένεια τυπώνεται στην Αγγλία, κλείνοντας έτσι έναν κύκλο λήθης και επιστρέφοντας αυτούς τους ήρωες στη θέση που τους αρμόζει στην εθνική μας ιστορία.
Μετά την περιορισμένη έκδοση στην Αγγλία, εύχομαι να ανταποκριθούν εκδοτικοί οίκοι στην Ελλάδα, ώστε το βιβλίο να κυκλοφορήσει ευρέως.
Την εποχή της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα δεν υπήρχαν τράπεζες. Τον ρόλο αυτό τον είχε αναλάβει μεταξύ άλλων και ο Νικολής Ταμπακόπουλος, που χρηματοδότησε την Επαναστάση και τη δημιουργία της Φιλικής Εταιρείας. Πού βρήκε τόσα χρήματα πριν γίνει τραπεζίτης;
Αυτή είναι ακριβώς η μεγάλη αποκάλυψη: η περιουσία που τροφοδότησε την Επανάσταση δεν γεννήθηκε μόνο από τα τραπεζικά ταμεία, αλλά και στα βυρσοδεψεία ή ταμπάκικα και τα εργαστήρια γουναρικής της Βυτίνας. Από εκεί προέρχεται και το επώνυμό τους – αρχικά Ταμπάκης (δηλωτικό του επαγγέλματος) και οι απόγονοι, Ταμπακόπουλος.
Κατά το 17ο και 18ο αιώνα, η οικογένεια είχε εδραιωθεί στο εμπόριο γούνας. Η ζήτηση ήταν τεράστια: η Οθωμανική Αυλή και οι αξιωματούχοι της είχαν ιδιαίτερη προτίμηση σε πολυτελή γούνινα ρούχα, κυρίως λόγω των χαρεμιών της Τριπολιτσάς, ενώ τα γουναρικά ήταν σύμβολο κοινωνικού κύρους και ανωτερότητας. Οι Ταμπακόπουλοι, με την επιχειρηματική τους οξυδέρκεια, δημιούργησαν ένα εμπορικό δίκτυο που απλωνόταν από την Πελοπόννησο και τη Χίο και έφθανε μέχρι την Οδησσό και το Κισινάου της Βεσσαραβίας.
Αυτή η εμπορική δραστηριότητα τους οδήγησε και στις συναλλαγματικές εργασίες. Στην πραγματικότητα, λόγω των Ναπολεόντειων Πολέμων, η περιουσία τους αυξήθηκε σημαντικά. Ενώ στην Ευρώπη λειτουργούσαν τραπεζικοί οίκοι, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία απουσίαζαν. Το κενό αυτό γέμιζαν εύπορες οικογένειες, όπως και η οικογένεια Ταμπακόπουλου, που με τα τεράστια κεφάλαια που διέθετε, ο Νικολής Ταμπακόπουλος αναδείχθηκε στον de facto κεντρικό τραπεζίτη-επενδυτή της Πελοποννήσου.
Η λίστα των "πελατών" τους είναι εντυπωσιακή και μιλάει από μόνη της: από τον Βαλή της Πελοποννήσου, Μεχμέτ Σαλήχ, και τον ισχυρό βοεβόδα των Καλαβρύτων, Αρναούτογλου, έως τις σημαίνοντες ελληνικές οικογένειες όπως οι Ζαΐμης, Λόντος, Φωτήλας, Χαραλάμπης, Κανακάρης, Δεληγιάννης, Περρούκας, Πλαπούτας και πολλοί άλλοι. Δανειολήπτες ήταν ακόμη και ολόκληρα χωριά, όπως τα Βαλτεσινίκο, τα Μαγούλιανα, το Λιμποβίση (από εκεί καταγόταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης) και η Ζαράκοβα.
Ωστόσο, υπήρχε και ένα τρίτο, εξίσου σημαντικό, στοιχείο: οι στρατηγικοί γαμoί. Εδώ φωτίζω ένα στοιχείο που δεν έχει αναλυθεί επαρκώς από την ιστοριογραφία. Ο πανίσχυρος προεστός της Πελοποννήσου, Ιωάννης Παπαγιαννόπουλος (Δεληγιάννης), πάντρεψε τον πρωτότοκο γιο και διάδοχό του, Αναγνώστη, με τη Σμαράγδα, κόρη του Θεόδωρου Ταμπακόπουλου. Αυτός ο γάμος, ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα, δεν ήταν μία απλή συμμαχία μεταξύ δύο οικογενειών. Ήταν η επίσημη αναγνώριση ότι οι Ταμπακόπουλοι είχαν ανέβει στο επίπεδο της Πελοποννησιακής ελίτ, διαθέτοντας όχι μόνο πλούτο, αλλά και πολιτική επιρροή.
Ο Νικολής Ταμπακόπουλος δεν ήταν απλώς ένας πλούσιος τραπεζίτης· ήταν ο κληρονόμος μιας οικογενειακής αυτοκρατορίας που ήξερε πώς να χτίσει, να επενδύσει και, τελικά, να θυσιάσει τα πάντα για την ελευθερία.
Ποια ήταν η πραγματική σχέση μεταξύ της οικογένειας Ταμπακόπουλου και του Ασημάκη Ζαΐμη; Οι πηγές μιλούν για μια έντονη εχθρότητα. Τι την προκάλεσε;
Η σχέση τους ήταν ένα εκρηκτικό μείγμα οικονομικών συμφερόντων και πολιτικών παρεμβάσεων, που κλιμακώθηκε με μια απόπειρα δολοφονίας, λίγες μόνο μέρες πριν την έναρξη της Επανάστασης.
Για να κατανοήσουμε τη σύγκρουση, πρέπει να δούμε το πολιτικό χάρτη της Πελοποννήσου πριν το '21. Οι προεστοί χωρίζονταν σε ανταγωνιστικά «δίκτυα» εξουσίας. Ο Νικολής Ταμπακόπουλος ανήκε στο στρατόπεδο των Χαραλάμπη, Σισίνη, Δεληγιάννη, Παλαμήδη και Κολοκοτρώνη, με τους οποίους είχε και συγγενικούς δεσμούς. Απέναντί τους, το στρατόπεδο των Ζαΐμη, Λόντου, Φωτήλα και Κουντουριώτη που κινούσε τα δικά του νήματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η σύνθεση των δικτύων δεν ήταν πάντοτε στατική, καθώς οι συμμαχίες μπορούσαν να αναδιαμορφωθούν ανάλογα με τις οικονομικές και στρατιωτικές συγκυρίες της εποχής, π.χ., ο Κανέλλος Δεληγιάννης φαίνεται να στηρίζει τους Λόντο-Ζαΐμη από το 1822 μέχρι και το τέλος του Αγώνα, σε αντίθεση με τον αδελφό του Αναγνώστη που φαίνεται να στηρίζει τους Κολοκοτρώνη-Ταμπακόπουλο τουλάχιστον μέχρι και το 1825.
Το κλειδί της έντασης μεταξύ Ζαΐμη-Ταμπακόπουλου όμως, ήταν τα χρήματα. Το 1819, ο Νικολής Ταμπακόπουλος και ο αδερφός του Γεώργιος ανέλαβαν την είσπραξη της φορολογίας των Πελοποννησιακών επαρχιών για τα έξοδα των Βεκίλιδων – ένα τεράστιο ποσό, 63.000 γρόσια. Τα μεγαλύτερα έξοδα τα έκανε η επαρχία Καλαβρύτων - σχεδόν τα μισά των συνολικών εξόδων, 47%. Βεκίληδες εκείνη την περίοδο ήταν ο Δημήτριος Περρούκας από το Άργος, ο Ασημάκης Ζαΐμης από τα Καλάβρυτα, ο Αναγνώστης Δεληγιάννης από την Καρύταινα, ο Αγγελής Μελετόπουλος από τη Βοστίτσα και ο Αθανάσιος Κανακάρης από την Πάτρα. Μεταξύ των κύριων οφειλετών ήταν και ο Ασημάκης Ζαΐμης, που χρωστούσε σημαντικά ποσά.
Τον Μάρτιο του 1821, ο Ταμπακόπουλος βρέθηκε στα Καλάβρυτα για να εισπράξει τα χρέη. Ο Ζαΐμης, ωστόσο, λόγω οικονομικής κρίσης και κακής διαχείρισης, αδυνατούσε να τα ξεπληρώσει. Αντί να βρει μια διέξοδο ή να ζητήσει μία επιπλέον παράταση όπως είχε κάνει μέχρι τώρα, επέλεξε μια σκοτεινή λύση: να εξοντώσει τον πιστωτή του.
Στις 16 Μαρτίου 1821, ο Ζαΐμης διέταξε τον Ι. Χονδρογιάννη να στήσει ενέδρα στον Ταμπακόπουλο στη Χελωνοσπηλιά. Στόχος; Η δολοφονία και αρπαγή των ομολογιών χρέους, ώστε τα χρέη να "σβήσουν" μαζί με τον ίδιο τον πιστωτή.
Όμως, η Ιστορία μερικές φορές έχει τους δικούς της κανόνες. Το σχέδιο διέρρευσε εγκαίρως από την Βικτωρία, σύζυγο του προκρίτου Σωτήρη Χαραλάμπη, η οποία ειδοποίησε τον Ταμπακόπουλο. Αυτός, με τη σειρά του, εφάρμοσε μια τακτική παραπλάνησης: πρόσφερε ως δόλωμα τον σωματοφύλακά του Γιαννακόπουλο που είχε όλα τα χρήματα. Οι επίδοξοι δολοφόνοι έπεσαν στην παγίδα, επιτέθηκαν στο λάθος στόχο και ο Ταμπακόπουλος κέρδισε πολύτιμο χρόνο για να διαφύγει στα Λυκούρια, όπου βρήκε καταφύγιο στο σπίτι του προεστού Αναγνώστη Μακρή.
Η δραματική διαφυγή δεν είχε τελειώσει. Οι άνδρες του Ζαΐμη απαίτησαν να κάψουν το σπίτι του Μακρή μαζί με τον Ταμπακόπουλο μέσα, ισχυριζόμενοι ότι «είχαν διαταγή από τον Ζαΐμη». Ο Μακρής, όμως, έμεινε ακλόνητος: «Δεν είχα όμοια διαταγή από τον Χαραλάμπη», δήλωσε, και με τη βοήθεια των Λυκουριωτών, συνόδεψε σε ασφαλέστερη τοποθεσία τον Ταμπακόπουλο και εκείνος αμέσως ειδοποίησε τους συγγενείς του στη Βυτίνα και αυτοί έστειλαν τον κάπο (σωματοφύλακα) της οικογένειας, Μάρκο Κολοκοτρώνη, αδερφό του Θεόδωρου, μαζί με άλλους οπλοφόρους για να τον διασώσουν. Η απόπειρα δολοφονίας απέτυχε, αλλά ο Ταμπακόπουλος έχασε 50.000 γρόσια και αδυνατούσε να εισπράξει χρέη ύψους 200.000 γροσίων.
Ο Ταμπακόπουλος δεν ήταν μόνο ένας απλός τραπεζίτης. Ήταν μυημένος στη Φιλική Εταιρεία και ενεργός συνωμότης. Σώζεται επιστολή του Σωτήρη Χαραλάμπη προς αυτόν, με ημερομηνία 11 Μαρτίου 1821, όπου του ζητάει να καθησυχάσει τους Τούρκους των Καλαβρύτων για να κερδηθεί πολύτιμος χρόνος. Επιπλέον, μέρος των χρημάτων που εισέπραττε τροφοδοτούσε τη Φιλική Εταιρεία και χρησιμοποιούνταν για δωροδοκίες Τούρκων αξιωματούχων.
Λίγες μόνο μέρες μετά την ενέδρα, στις 29 Μαρτίου 1821, ο ίδιος ο Νικολής Ταμπακόπουλος, πια ως οπλαρχηγός του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και καπετάνιος της Καρύταινας, θα πάρει μέρος στην πρώτη μάχη της επανάστασης στην Καρύταινα κατά την πολιορκία του κάστρου.
Επομένως, η επίθεση στη Χελωνοσπηλιά δεν ήταν μία επαναστατική πράξη. Η επίθεση εντάσσεται σ’ έναν κλιμακούμενο οικονομικό πόλεμο μεταξύ των δύο ανταγωνιστικών δικτύων που κορυφώθηκε το 1824 με την απόπειρα δολοφονίας κατά του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Το γεγονός όμως που αποκαλύπτει την πραγματική ηθική του ανδρός, είναι ότι ο Ταμπακόπουλος αργότερα, κατά τη διάρκεια του Αγώνα, δεν δίστασε να βοηθήσει τον Ανδρέα Ζαΐμη όταν χρειάστηκε. Αυτή η πράξη, χωρίς πικρία και με γνώμονα την εθνική ανάγκη, μιλάει από μόνη της για την πραγματική του φιλοπατρία και την υπέρβαση των προσωπικών διαφορών.
Οι ρίζες της οικογένειας γράφετε στο βιβλίο ότι εντοπίζονται μέχρι και σε βασιλικές οικογένειες. Πώς και έτσι;
Αυτή είναι ίσως η πιο συγκινητική και δραματική πτυχή της οικογενειακής ιστορίας, που αποκαλύπτει πώς η τραγωδία μπορεί παραδόξως να γεννήσει νέα πεπρωμένα.
Οι Ταμπακόπουλοι πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος στην Επανάσταση. Στις μάχες, τις σφαγές και την πυρπόληση της Βυτίνας από τον Ιμπραήμ (την έκαψε εφτά φορές συνολικά, καθώς εκεί ήταν η έδρα, κατά διαστήματα, του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη), χάθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν πάνω από 17 μέλη της οικογένειας. Ανάμεσά τους και ο αρχηγός της οικογένειας, Νικολής Ταμπακόπουλος.
Από το χάος και την τραγωδία της αιχμαλωσίας, ξεπήδησε ένα απρόσμενο, βασιλικό μέλλον. Δύο από τις εγγονές του Θεόδωρου Ταμπακόπουλου, που αιχμαλωτίστηκαν, είχαν μια απίστευτη μοίρα:
Η μία παντρεύτηκε τον ίδιο τον Ιμπραήμ Πασά της Αιγύπτου και η άλλη παντρεύτηκε τον Γάλλο στρατηγό Σολιμάν Πασά (Soliman Pasha al-Faransawi), έναν από τους κύριους στρατηγούς του Ιμπραήμ.
Αυτοί οι γάμοι δεν ήταν απλές ενώσεις. Ήταν η γεφύρα που ένωνε την καμένη γη της Αρκαδίας με το θρόνο της Ανατολής. Η απόγονος αυτών των σχέσεων, Ναζλί, παντρεύτηκε τον Βασιλιά της Αιγύπτου Φουάντ Α΄. Και εδώ έρχεται μία ακόμη εντυπωσιακή κληρονομιά: από αυτόν τον γάμο γεννήθηκε ο τελευταίος Βασιλιάς της Αιγύπτου, Φαρούκ, και η πανέμορφη Πριγκίπισσα Φαουζία, που έγινε αυτοκράτειρα του Ιράν ως πρώτη σύζυγος του Σάχη Μοχάμεντ Ρεζά Παχλαβί.
Έτσι, στα παλάτια του Καΐρου και της Τεχεράνης, στους «γαλαζοαίματους» της Αιγύπτου και της Περσίας, κυλούσε και το αίμα των Αρκάδων αγωνιστών Ταμπακόπουλων. Είναι μια ειρωνεία της Ιστορίας.
Λίγοι, αλλά υπαρκτοί, ιστορικοί αναφέρονται στον Νικολή Ταμπακόπουλο ως τοκογλύφο. Ποια η άποψή σας και τι προκύπτει από την έρευνα που κάνατε;
Αυτός ο χαρακτηρισμός είναι όχι μόνο ανακριβής, αλλά και ιστορικά αδικημένος. Η έννοια του «τοκογλύφου», προβάλλεται σε μία εποχή που οι τραπεζικοί οίκοι απουσίαζαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, απλοποιώντας σημαντικά την πολυπλοκότητα των οικονομικών σχέσεων εκείνης της εποχής.
Το κύριο ερώτημα που γεννιέται είναι το εξής: Γιατί ορισμένοι ιστορικοί επέλεξαν να εξετάσουν μόνο την προεπαναστατική δραστηριότητα του Νικολή Ταμπακόπουλου, αγνοώντας εντελώς την καθοριστική συμβολή του στην Επανάσταση και στη Φιλική Εταιρεία;
Ας κάνουμε μια απλή αναλογία: Θα μπορούσαμε να κρίνουμε τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη αποκλειστικά και μόνο από τις προεπαναστατικές του ενέργειες, αγνοώντας τον ηγετικό του ρόλο στο '21; Προφανώς όχι. Ομοίως, η επιλεκτική αυτή προσέγγιση οδηγεί εγγενώς σε λανθασμένα συμπεράσματα. Η κλίμακα της έρευνας κάνει την ουσιαστική διαφορά. Η απομόνωση μεμονωμένων στοιχείων κατασκευάζει μια πλαστή εικόνα.
Ίσως, τελικά, η προκατάληψη προκύπτει από το γεγονός ότι ο Ταμπακόπουλος δεν «χωράει» εύκολα σε μία μονομερή ανάλυση. Ήταν προεστός και τραπεζίτης, αλλά και στρατηγός, ο μεγαλύτερος χρηματοδότης της Επανάστασης στην Πελοπόννησο και ο ισχυρότερος σύμμαχος του Κολοκοτρώνη στην Καρύταινα - αρνήθηκε την Πρωθυπουργία και δύο φορές τη θέση του Υπουργού των Οικονομικών για να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της μάχης, όπου και θυσιάστηκε για την ελευθερία.
Πού να τον ταξινομήσουν κάποιοι ιστορικοί; Στους στρατιωτικούς ή στους κοτζαμπάσηδες; Αυτή η δυαδική του ταυτότητα, που ενώνει το χρήμα με το ξίφος και την τραπεζική οξυδέρκεια με τον πατριωτικό ζήλο, μπορεί να δυσκολεύει εκείνους που προτιμούν απλά και ξεκάθαρα παραδείγματα. Για μένα, όμως, είναι ακριβώς αυτό που τον κάνει έναν από τους πιο συναρπαστικούς και υποτιμημένους ήρωες της Επανάστασης του 1821.
Τέλος, πρόσφατα γιορτάστηκε το "Όχι" στους Ιταλούς. Ποιος ο ρόλος του Άγι Ταμπακόπουλου;
Ο Άγις Ταμπακόπουλος (1892-1958), διαπρεπής νομικός και πολιτικός, υπήρξε κορυφαίο πολιτικό στέλεχος της χώρας την περίοδο 1938-1941.
Ο ρόλος του ήταν καθοριστικός στη νομική και πολιτική ηγεσία:
- Υπουργός Δικαιοσύνης (1938–1941) στην δικτατορική κυβέρνηση Μεταξά, θέση που του έδωσε κεντρικό ρόλο στην πολιτική ζωή, ειδικά σε μια περίοδο έντονης πολιτικής αστάθειας.
- Υπηρεσιακός Πρωθυπουργός για δύο ημέρες (18-20 Απριλίου 1941) μετά την αυτοκτονία του Πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή, λίγο πριν την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα.
Η κληρονομιά του νομικού
Παράλληλα με τον πολιτικό του ρόλο, ο Ταμπακόπουλος άφησε ένα μνημειώδες νομικό έργο:
Κατά τη θητεία του στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, συνέβαλε καθοριστικά στη σύνταξη και δημοσίευση του Αστικού Κώδικα που ισχύει μέχρι και σήμερα, καθώς και του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα. Ενώ ήταν ιδρυτής σημαντικών θεσμών όπως το Ελληνικό Ινστιτούτο Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου και τα Παιδικά Δικαστήρια.
Διετέλεσε πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Αθηνών και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής και του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού.
Ο Πρωτεργάτης της Ευρωπαϊκής Ιδέας
Μετά τον πόλεμο, ο Άγις Ταμπακόπουλος αναδείχθηκε σε πρωταγωνιστή του ευρωπαϊκού κινήματος στην Ελλάδα. Ως εκπρόσωπος της Ελλάδας, συμμετείχε στην Α' Σύνοδο του Συμβουλίου της Ευρώπης στο Στρασβούργο (1949). Στόχος του; Η ίδρυση Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου – ένα όραμα που τελικά υλοποιήθηκε λίγα χρόνια μετά.
Ωστόσο, η συμβολή της οικογένειας Ταμπακόπουλου δεν σταματάει στον Άγη. Το «Όχι» του Έθνους αντηχούσε μέσα από τις πράξεις πολλών ακόμη μελών της, που έγραψαν τη δική τους ηρωική ιστορία κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο:
- Γεώργιος Καρτάλης (1908-1957): Γιος της Μαρίκας Ταμπακοπούλου, σπουδαίος πολιτικός του κεντρώου χώρου και συνιδρυτής της αντιστασιακής οργάνωσης ΕΚΚΑ.
- Κομνηνός Πυρομάγλου (1899-1980): Γυναικαδελφός του Καρτάλη, γενικός γραμματέας και ουσιαστικός οργανωτής του ΕΔΕΣ. Αργότερα, το 1958, εξελέγη βουλευτής με την ΕΔΑ.
- Περικλής Ταμπακόπουλος: Λοχίας του Ιερού Λόχου, πολεμώντας στη Μέση Ανατολή και το Αιγαίο.
- Φωκίων Ταμπακόπουλος: Σαμποτέρ του ΕΛΑΣ με σημαντική αντιστασιακή δράση και καταδικασμένος δις εις θάνατον από τους Ναζί.
Ακόμη και στο διπλωματικό και διεθνές πεδίο, η οικογένεια ήταν παρούσα:
- Νάιτζελ Κλάιβ: Σύζυγος της Μαρίας Ταμπακοπούλου, το 1943 ήταν στην Ήπειρο με κύριο ρόλο να συγκεντρώσει στρατιωτικές πληροφορίες για την προετοιμασία μιας πιθανής συμμαχικής απόβασης στη Δυτική Ελλάδα. Μετέπειτα ήταν Β' Γραμματέας της Βρετανικής Πρεσβείας στην Αθήνα (1945-1948) και ήταν εκείνος που μετέφερε το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, Μ. Πορφυρογένη, για μυστικές συνομιλίες με τον Σκόμπι το Δεκέμβριο του 1944 στο στρατηγείο των Άγγλων. Ήταν μέρος του κύκλου παρέας των Πάτρικ "Πάντι" Λη Φέρμορ, Rex Warner, Steven Runciman, Γ. Κατσίμπαλη, Γ. Σεφέρη, Δημήτρη Χόρν και του σκηνοθέτη Αλέξη Σολομού, ενώ μιλούσε τακτικά με τον Γ. Βλάχο, ιδρυτή της εφημερίδας ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ.
- Νικόλαος Λέλης: Διπλωμάτης, διευθυντής πληροφοριών στην ελληνική πρεσβεία της Ουάσιγκτον και συντονιστής των επαφών για εξοπλισμούς με την αμερικανική κυβέρνηση κατά τη διάρκεια του ΒΠΠ.
- Στούρε Λίνερ: Μέγας φιλέλληνας και επικεφαλής του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στην Ελλάδα, υπηρετώντας κυρίως στη Θεσσαλία κατά το ΒΠΠ. Σύζυγος της Κλειώ Ι. Ταμπακοπούλου.
Κωνσταντίνος Ι. Καρατζάς (1889-1950): Διπλωμάτης της Ρουμανίας, αναγνωρισμένος ως «Δίκαιος των Εθνών» από το Κράτος του Ισραήλ, γιατί κατά τη διάρκεια του ΒΠΠ διέσωσε 51.000 Εβραίους από την απέλαση και την εξόντωση στα ναζιστικά στρατόπεδα.
