Υπάρχει ένα παράδοξο στην ευρωπαϊκή πολιτική που σπάνια συζητάμε. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μια από τις πιο πλατιές και πολύχρωμες «μεγάλες συμμαχίες» στον κόσμο, με δεκάδες κυβερνήσεις, κόμματα, ιδεολογίες και εθνικά βέτο. Θεωρητικά αυτό θα έπρεπε να σημαίνει νομοθετική ακινησία. Στην πράξη όμως, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Δημόσιας Πολιτικής στο LSE Luis Garicano σε πρόσφατο άρθρο του στο blog του Silicon Continent στο Substack, την τελευταία πενταετία η ΕΕ παρήγαγε περίπου 13.000 νομοθετικές πράξεις, σχεδόν επτά την ημέρα, πολύ περισσότερες από το αμερικανικό Κογκρέσο. Αυτό δεν είναι απλώς παραγωγικότητα. Είναι μια κανονική ρυθμιστική βιομηχανία.
Σύμφωνα με τον Garicano, το κλειδί βρίσκεται στα κίνητρα. Η Κομισιόν δεν μπορεί να κάνει πολιτική μοιράζοντας λεφτά, γιατί ο προϋπολογισμός της είναι μικρός και σε μεγάλο βαθμό κλειδωμένος σε γεωργία και περιφερειακή πολιτική. Για τους ευρωγραφειοκράτες, εξηγεί, η πολιτική ισούται με νομοθεσία. Κάθε καινούργιος κανονισμός σημαίνει περισσότερες αρμοδιότητες, περισσότερο προσωπικό, μεγαλύτερη σημασία του θεσμού. Κανείς μέσα σε αυτό το σύστημα δεν επιβραβεύεται όταν πει «εδώ δεν χρειάζεται ευρωπαϊκή ρύθμιση, αφήστε τα κράτη να το λύσουν». Όλοι επιβραβεύονται όταν παράγουν νέο κείμενο, νέα οδηγία, νέο πλαίσιο. Αυτό το κίνητρο, όπως περιγράφει ο Garicano, διαπερνά και το Κοινοβούλιο, όπου οι επιτροπές προσελκύουν βουλευτές που έτσι κι αλλιώς ζητούν «περισσότερο από το αντικείμενό τους»: όσοι πάνε στην επιτροπή Περιβάλλοντος θέλουν σκληρότερη ρύθμιση για το κλίμα, όσοι πάνε στην επιτροπή Απασχόλησης περισσότερη κοινωνική προστασία κ.ο.κ.
Ο τρόπος με τον οποίο όλα αυτά γίνονται νόμος - και εδώ πάλι ακολουθούμε την ανάλυση του Garicano στο Silicon Continent - θυμίζει όντως λουκάνικο. Επισήμως υπάρχει μια ανοιχτή και αργή διαδικασία: πρόταση από την Κομισιόν, δημόσιες αναγνώσεις και τροπολογίες στο Κοινοβούλιο, διαπραγμάτευση με το Συμβούλιο. Στην πράξη, η δουλειά γίνεται πίσω από κλειστές πόρτες, στα γνωστά πια τρίλογα. Η διαδικασία των Τριλόγων στην ΕΕ είναι ο βασικός άτυπος μηχανισμός διαπραγμάτευσης για νέους νόμους ανάμεσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή.
Λίγοι εκπρόσωποι της Κομισιόν, του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου κλειδώνονται σε αίθουσες, δουλεύουν πάνω σε ένα έγγραφο με τέσσερις στήλες και κατασκευάζουν το τελικό κείμενο. Η Κομισιόν κρατά την «πένα» της τέταρτης στήλης, δηλαδή του πραγματικού νόμου, και έτσι μπορεί με τις διατυπώσεις να ενσωματώνει τις δικές της προτιμήσεις. Οι συνεδριάσεις κρατούν ώρες ή και ολόκληρα ξενύχτια, οι υπουργοί και οι ευρωβουλευτές φτάνουν σε σημείο εξάντλησης και στο τέλος, όπως λέει ο Garicano, αποδέχονται ένα πολύπλοκο κείμενο που κανείς δεν έχει προλάβει να διαβάσει προσεκτικά.
Στο Ευρωκοινοβούλιο, η ουσία βρίσκεται σε μια χούφτα ανθρώπους: τους εισηγητές και τους σκιώδεις εισηγητές των μεγάλων ομάδων. Αυτοί κλείνουν μεταξύ τους τη συμφωνία, την περνούν από την επιτροπή τους και μετά την παρουσιάζουν στις πολιτικές τους ομάδες και στην Ολομέλεια ως τετελεσμένο.
Στην αφήγηση του Garicano, οι υπόλοιποι ευρωβουλευτές έχουν ελάχιστο χρόνο και περιορισμένη πληροφόρηση. Το αποτέλεσμα είναι ότι μια μικρή πλειοψηφία σε μια επιτροπή μπορεί να οδηγήσει σε κολοσσιαίες αλλαγές πολιτικής: από την de facto απαγόρευση των συμβατικών αυτοκινήτων από το 2035 μέχρι παρεμβάσεις σε εθνικά συστήματα κατώτατων μισθών που στη συνέχεια κρίνονται εν μέρει παράνομες από τα αρμόδια δικαστήρια.
Οι συνέπειες της τωρινής διάρθρωσης των κινήτρων στις Βρυξέλλες είναι ίσως η κύρια πηγή δημοκρατικού ελλείμματος. Τυπικά, η ΕΕ μοιάζει με ένα σύστημα πολλών παικτών και πολλών βέτο, άρα με υψηλές εγγυήσεις αντιπροσωπευτικότητας. Ουσιαστικά όμως, η συναίνεση δεν προκύπτει μετά από ανοιχτή διαβούλευση, αλλά προπαράγεται σε κλειστά δωμάτια από μια στενή γραφειοκρατική ελίτ. Τα εθνικά κοινοβούλια έρχονται προ τετελεσμένων. Τα εθνικά μέσα ενημέρωσης σπάνια παρακολουθούν τη διαδικασία στο στάδιο που οι αποφάσεις πραγματικά λαμβάνονται.
Η εικόνα θυμίζει περισσότερο σοβιετικού τύπου ρυθμιστικό κέντρο, που μετρά την επιτυχία του σε σελίδες νομοθεσίας, παρά μια φιλελεύθερη, πλουραλιστική δημοκρατία που συζητά ανοιχτά, δοκιμάζει, διορθώνει.
Αν η Ευρώπη θέλει να αποφύγει τον ρόλο του καλοπροαίρετου αλλά δυσκίνητου ρυθμιστικού γίγαντα που χάνει έδαφος στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, οφείλει πρώτα να πάρει στα σοβαρά την κριτική που διατυπώνει ο Garicano από το Silicon Continent. Να δει πώς φτιάχνονται τα λουκάνικα στις Βρυξέλλες, να αναγνωρίσει ότι το σημερινό πλέγμα κινήτρων παράγει «περισσότερο νόμο» αλλά όχι κατ’ ανάγκη καλύτερο νόμο, και να τολμήσει να αλλάξει τη συνταγή πριν οι πολίτες αποφασίσουν ότι δεν θέλουν πια να τρώνε από αυτό το εργοστάσιο.
