Η Ευρωπαϊκή Ένωση ετοιμάζεται για άλλη μια φορά να μιλήσει για «εναρμόνιση» και «κοινούς στόχους», αλλά πίσω από τα ωραία λόγια κρύβεται μια σκληρή πραγματικότητα: το νέο φορολογικό σχέδιο για τα προϊόντα καπνού και νικοτίνης δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια αναδιανομή πλούτου από τους φτωχούς του Νότου στους πλούσιους του Βορρά.
Η πρόταση της Επιτροπής για αυξήσεις-σοκ στους φόρους, έως και 145% για την Ελλάδα και πάνω από 240% για άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, δεν αφορά την προστασία της δημόσιας υγείας. Αν αφορούσε, θα αναγνώριζε ότι τα νέα θερμαινόμενα προϊόντα καπνού και νικοτίνης –τα λεγόμενα προϊόντα μειωμένου κινδύνου– αντιμετωπίζονται από πολλές ευρωπαϊκές χώρες ως εργαλείο μείωσης της βλάβης: ως μέσο να μετακινηθούν οι καπνιστές από το παραδοσιακό τσιγάρο σε λιγότερο βλαβερά προϊόντα, βελτιώνοντας έτσι τη δημόσια υγεία χωρίς απαγορεύσεις και υποκρισίες. Η φορολογική εξίσωση των προϊόντων αυτών με τα παραδοσιακά τσιγάρα όχι μόνο δεν υπηρετεί τον στόχο της δημόσιας υγείας, αλλά τον υπονομεύει.
Η λογική της φορολογικής εναρμόνισης υποθέτει ότι όλα τα κράτη-μέλη αντιμετωπίζουν ίδιες συνθήκες: ίδια εισοδήματα, ίδιο κόστος ζωής, ίδια ισχύ απέναντι στο λαθρεμπόριο. Αυτό είναι όχι απλώς αφελές, αλλά επικίνδυνο. Η Ελλάδα έχει καταφέρει το ακατόρθωτο: μείωσε το λαθρεμπόριο τσιγάρων στο χαμηλότερο επίπεδο δεκαετίας, έφερε επενδύσεις 700 εκατ. ευρώ σε νέα εργοστάσια, και αύξησε τις εξαγωγές της σε πάνω από 400 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Τώρα, η Επιτροπή απαιτεί να τιμωρηθεί για αυτό; Να αυξήσει τους φόρους της στο επίπεδο χωρών που εδώ και χρόνια αποτυγχάνουν στον έλεγχο του παράνομου εμπορίου;
Το πιο ανησυχητικό όμως είναι η ασάφεια: ποιος θα καρπωθεί τα ποσά που θα αντληθούν από αυτή την προτεινόμενη φορολογική επιδρομή; Η Επιτροπή αποφεύγει επιμελώς να το ξεκαθαρίσει. Πρόκειται για στήριξη των εθνικών προϋπολογισμών ή για νέο μηχανισμό συγκέντρωσης πόρων στην ΕΕ; Στην προκειμένη περίπτωση, η μεθοδευμένη ασάφεια των Βρυξελλών μας οδηγεί στο να υποψιαζόμαστε ότι η Επιτροπή επιχειρεί κάτι μεγαλύτερο: μια σταδιακή μεταφορά δημοσιονομικής ισχύος από τα κράτη-μέλη στο υπερεθνικό επίπεδο, με πρόσχημα το «κοινό καλό».
Ευτυχώς, η Ελλάδα δεν είναι πια το χρεοκοπημένο κακομαθημένο παιδί που δέχεται εντολές υπό τον φόβο κυρώσεων. Η χώρα μας την τελευταία πενταετία έχει γίνει σε αρκετούς τομείς παράδειγμα προς μίμηση — και έτσι πρέπει να συνεχίσει. Το υπουργείο Οικονομικών, το υπουργείο Υγείας και η ελληνική κυβέρνηση έχουν αποδείξει ότι ξέρουν να διαπραγματεύονται, να υπερασπίζονται το εθνικό συμφέρον και να χτίζουν πολιτικές που μειώνουν το λαθρεμπόριο και φέρνουν επενδύσεις. Είμαι βέβαιος ότι δεν θα σκύψουν το κεφάλι αυτή τη φορά. Οι μέρες που η Ελλάδα ακολουθούσε πειθήνια τις εντολές των Βρυξελλών έχουν τελειώσει. Ήρθε η ώρα η χώρα να συνεχίσει να δείχνει τον δρόμο — όχι να τρέχει πίσω από τις συνταγές του ευρωπαϊκού Βορρά που ούτε μας ταιριάζουν, ούτε μας βοηθούν.