Ο απαξιωτικός τρόπος που αντιμετώπισε τον Α. Τσίπρα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. δείχνει ότι η κυβέρνηση τον έχει επιλέξει για αντίπαλό της. Επιδιώκει με τις επιθέσεις προς το πρόσωπό του να τον καταστήσει πόλο της αντιπολίτευσης, κρίνοντας πως αποτελεί έναν αδύναμο και κουρασμένο παίκτη.
Είναι απολύτως θεμιτό κάθε κυβέρνηση, εφόσον μπορεί, να συνδιαμορφώνει και εκείνη τους συσχετισμούς δυνάμεων στον χώρο της αντιπολίτευσης με βάση τη στρατηγική της. Άλλο κόμμα θέλει να έχει απέναντί της αν ο στόχος της είναι μια κυβέρνηση συνεργασίας και άλλο αν στοχεύει στην αυτοδυναμία.
Με το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη δεν υπάρχουν γέφυρες μεταξύ των δύο κομμάτων. Συνεπώς, οποιαδήποτε συζήτηση για συνεργασία Νέας Δημοκρατίας-ΠΑΣΟΚ είναι εκτός πραγματικότητας. Αν και στις δεύτερες εκλογές η Νέα Δημοκρατία δεν κατακτήσει την αυτοδυναμία –κάτι που βρίσκεται στη λογική των πραγμάτων– θα στραφεί για συνεργασίες προς τα δεξιά της. Οι λόγοι είναι πολλοί και θα εκτεθούν σε άλλο άρθρο.
Το κυβερνών κόμμα γνωρίζει πως το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να συμπράξει με την Αριστερά, διότι η ηγεσία του αντιλαμβάνεται πως το Κίνημα θα διασπαστεί. Συνεπώς, εναλλακτικός πόλος διακυβέρνησης δεν πρόκειται να συγκροτηθεί, πλην δραματικού απροόπτου. Τι θέλει η κυβέρνηση; Τον ακόμα μεγαλύτερο κατακερματισμό του χώρου που βρίσκεται στα αριστερά της. Η ίδρυση κόμματος από τον Α. Τσίπρα, με κάθε βεβαιότητα, θα κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση.
Δε γίνεται το κόμμα του να είναι αποτέλεσμα συνεργατικών διαδικασιών του χώρου της ριζοσπαστικής Αριστεράς; Όχι, διότι ούτε ο Τσίπρας θέλει να τους βλέπει ούτε αυτοί να τον βλέπουν. Τους προσάπτει πως τον υπονόμευαν όταν κυβερνούσε και αυτοί τον κατηγορούν για το ταπεινωτικό 17.5% και για τον Κασσελάκη. Επιπλέον, ο Α. Τσίπρας θέλει να μετακινηθεί από τη ριζοσπαστική Αριστερά προς έναν χώρο πιο μετριοπαθή, σύμφωνο με το rebranding. Ήδη κάτι ψέλλισε για κάποιον «δημοκρατικό καπιταλισμό».
Συνεπώς, αν θέλει η επανεμφάνισή του να είναι θεαματική θα πρέπει –εκτός από τις εισροές που θα έχει από τα υπόλοιπα κόμματα της Αριστεράς και το ΠΑΣΟΚ– να δημιουργήσει ένα καινούργιο ακροατήριο επάνω στη νέα ιδεολογική του φυσιογνωμία. Μια δύσκολη κατάσταση για έναν πρώην πρωθυπουργό που είναι καταγεγραμμένος στη συνείδηση όσων των ψήφισαν ως πούρος αριστερός.
Για τους λόγους αυτούς η κυβέρνηση εκτιμά πως θα είναι ένας βολικός για αυτήν παίκτης στην κεντρική πολιτική σκηνή και θα τον προωθήσει με βάση τη δοκιμασμένη τακτική: Θα τον αναγορεύσει με οξύτητα σε προνομιακό της αντίπαλο, καθώς ο πιο σίγουρος τρόπος να τον προμοτάρει, είναι να δώσει την εντύπωση ότι τον φοβάται.
Εκεί, στο ΠΑΣΟΚ, φαίνεται πως πήραν χαμπάρι το δίπολο που πάει να στηθεί και άρχισαν να ανησυχούν. Γνωρίζουν πως έστω δύο μονάδες να «τσιμπήσει» το κόμμα Τσίπρα από το δικό τους κόμμα, αυτό θα είναι μια σημαντική ζημία και άρχισαν να υποβάλουν μαξιμαλιστικές προτάσεις. Συγχρόνως, αριστερόστροφοι σχολιαστές που μπορούν να δουν πέρα από τη μύτη τους, διαισθάνονται πως και στις επόμενες εκλογές το παιχνίδι εξουσίας θα παιχθεί στον χώρο της Κέντρο-Δεξιάς και βλέπουν πως ένα κόμμα Τσίπρα θα επιτείνει τη σύγχυση και την πολυδιάσπαση στα αριστερά της Νέας Δημοκρατίας.
Γιατί λοιπόν το κυβερνών κόμμα να μην βλέπει θετικά τις φιλοδοξίες του πρώην πρωθυπουργού;